Εξαφανίστηκε η χοντροφοβία από προσώπου γης;
Παρόλο που κάναμε πρόοδο σαν κοινωνία μιλώντας για το body positivity και καταγγέλλοντας το fat-shaming, η πανδημία κατέστησε σαφές ότι τα χοντρά σώματα εξακολουθούν να θεωρούνται «ανεπιθύμητα».
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Τα ζώδια σήμερα: Γλύκανε μωρέ λίγο, μην είσαι σαν κακό χρόνο να'χεις
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
Στις αρχές της πανδημίας του COVID-19, όταν οι επιστήμονες προσπαθούσαν απεγνωσμένα να βγάλουν συμπεράσματα σχετικά με το πώς μεταδίδεται η ασθένεια, όταν εμείς τρέχαμε να αγοράσουμε μάσκες και να βρούμε ποια «απαραίτητα» μαγαζιά ήταν ακόμα ανοιχτά, ο σκηνοθέτης Taika Waititi εξέφρασε μια από τις πολλές επικίνδυνες δημόσιες απόψεις.
Καθώς οι θάνατοι αυξάνονταν και τα νοσοκομεία στερούνταν αναπνευστήρες, πρότεινε ότι η πανδημία ήταν «η τέλεια ευκαιρία για να βρούμε το κίνητρο, να γυμναστούμε και να βγούμε από αυτό – την πανδημία – εντελώς κομμάτια».
Η χοντροφοβία δεν έφυγε με κανέναν τρόπο από την πολιτιστική και κοινωνική συνείδηση
Η χοντροφοβία δεν εξαφανίστηκε ποτέ – ήταν εδώ από την αρχή
Τρεις ημέρες νωρίτερα, η ηθοποιός Vanessa Hudgens αμφισβήτησε επίσης τους κινδύνους του ιού, λέγοντας ότι «ακόμη και αν όλοι τον κολλήσουν, ναι, οι άνθρωποι θα πεθάνουν, κάτι που είναι τρομερό, αλλά αναπόφευκτο». Και οι δύο δηλώσεις έγιναν απόψεις που καθόρισαν τη σκέψη πολλών την πανδημία: ότι οι πιο ευάλωτοι από εμάς θα έπρεπε να αφήνονται νεκροί, ειδικά αν ήσουν ανάπηρος και ειδικά αν ήσουν χοντρός.
«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ακούσαμε ξανά και ξανά και ξανά ότι οι άνθρωποι που είναι πιο ευάλωτοι στο COVID είναι οι χοντροί άνθρωποι ή οι άνθρωποι με προϋπάρχουσες παθήσεις ή οι άνθρωποι με διαβήτη και ασθένειες που συνήθως συσχετίζουμε με το να είσαι χοντρός», δήλωσε η Imani Barbarin, συγγραφέας, δημόσια ομιλήτρια και συνήγορος των ατόμων με αναπηρία. «Αποκτήσαμε τεράστια εμμονή με το ποιος έχει το «τέλειο σώμα» ή, μάλλον, ποιος είναι γενετικά ανώτερος. Αυτό είναι κάπως σαν να λέμε: «Αξίζω να ζω και δεν με νοιάζει γιατί δεν είμαι ένας από τους άχρηστους ανθρώπους που είναι επιρρεπείς στο θάνατο».
«Για μένα, προσωπικά, αυτά τα πράγματα θα υφίστανται πάντα», συνέχισε η Barbarin. «Ελπίζω να εξαφανιστεί. Αλλά ζούμε στην Αμερική όπου οι άνθρωποι ζουν με το «νόμισμα» της ελκυστικότητας. Και της λεπτότητας».
«Μυρίζει στον αέρα μια μυρωδιά fat-shaming της δεκαετίας του 2000»
Διανύουμε έναν εκνευριστικό χρονικό κύκλο – παρ’ όλα τα βήματα που κάναμε μιλώντας για τη θετικότητα του σώματος και αποκηρύσσοντας το fat-shaming, η πανδημία κατέστησε σαφές ότι τα χοντρά σώματα εξακολουθούν να θεωρούνται ευτελή και ανεπιθύμητα. Η χοντροφοβία δεν εξαφανίστηκε ποτέ – ήταν εδώ από την αρχή.
Η χοντροφοβία είναι σοβαρή υπόθεση
«Ίσως γι’ αυτό με ενόχλησε ιδιαίτερα ένα άρθρο της Rebecca Shaw στον Guardian νωρίτερα φέτος, όπου έγραψε ότι «μυρίζει στον αέρα μια μυρωδιά fat-shaming της δεκαετίας του 2000(…)Το να αποκαλέσουμε αυτή τη χρονική περίοδο «ξαφνική επιστροφή» στη χοντροφοβία της εποχής του Y2K είναι λίγο άτοπο. Η χοντροφοβία δεν έφυγε με κανέναν τρόπο από την πολιτιστική και κοινωνική συνείδηση. Απλώς εξελίχθηκε, όπως τα περισσότερα κοινωνικά δεινά. Οι οντότητες -βιομηχανίες που επικεντρώνονται στις δίαιτες, τη γυμναστική, την ευεξία και την ομορφιά- που επωφελούνται από αυτήν απλώς προσάρμοσαν και παραμόρφωσαν το κίνημα body positivity», λέει χαρακτηριστικά η δημοσιογράφος και συγγραφέας, Clarkisha Kent.
Και συνέχισε λέγοντας: «Για άλλη μια φορά, συνειδητοποίησα ότι οι άνθρωποι -ακόμη και οι χοντροί- εξακολουθούν να είναι τόσο ανεκπαίδευτοι σχετικά με την επιρροή της χοντροφοβίας στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τόσο απροετοίμαστοι όταν πρόκειται να την καταρρίψουμε. Η ποπ σταρ Lizzo έχει γίνει γνωστή ως σφοδρή υπέρμαχος της αυτοαγάπης και του body positivity και έχει συχνά αντεπιτεθεί στι fat shaming στο διαδίκτυο και στην πραγματικότητα. Έτσι, για πολλούς θαυμαστές της, ήταν σοκαριστικό όταν τρεις χορεύτριες κατέθεσαν μήνυση εναντίον της τραγουδίστριας του «Truth Hurts», υποστηρίζοντας ότι δημιούργησε ένα εχθρικό εργασιακό περιβάλλον, όπου υπέστησαν σεξουαλική παρενόχληση, διαπόμπευση και σωματικές απειλές. Η Lizzo αρνήθηκε τους ισχυρισμούς.
Αυτό που δεν ήταν τόσο σοκαριστικό για μένα ήταν οι διαδικτυακές αντιδράσεις στη μήνυση, ειδικά με τον τρόπο των ρατσιστικών και χοντροφοβικών σχολίων που απευθύνονταν προς τη Lizzo. Μετά τη δημοσιοποίηση της είδησης για τη μήνυση, το διαδίκτυο πλημμύρισε από σχόλια που εξευτελίζουν τους χοντρούς, καθώς τα trolls φαίνεται ότι βρήκαν ικανοποίηση με το να δημοσιεύουν απάνθρωπο περιεχόμενο για την τραγουδίστρια. Η μήνυση δημιούργησε ένα εύκολο πεδίο εισόδου για να ευδοκιμήσει και πάλι η χοντροφοβία.
Η χοντροφοβία είναι σοβαρή υπόθεση. Παρόλο που αυτή τη στιγμή, βρίσκω τον εαυτό μου απολύτως άρρωστο, και εννοώ άρρωστο, να ενημερώνω τους ανθρώπους γι’ αυτήν, ιδιαίτερα ως μια χοντρή μαύρη γυναίκα. Αυτός ο εκνευρισμός έφτασε σε νέο επίπεδο στα τέλη του περασμένου έτους, όταν έκανε πρεμιέρα η ταινία «Η φάλαινα» και στη συνέχεια σε όλη τη διάρκεια της εκστρατείας για τα Όσκαρ που ακολούθησε. Επειδή, ως συνήθως, ο κόσμος επικεντρώθηκε στα λάθος πράγματα».
*Με πληροφορίες από huffpost.com | Kεντρική φωτογραφία θέματος The Whale | Courtesy of A24
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις