Λίγο τακτ για τους πεθαμένους
Είναι πάντα τόσο εύκολο εκ των υστέρων, ένα πρόσωπο ή ένα γεγονός που είχαν όχι μόνο δικαιολογημένα αλλά και αδικαιολόγητα κατακριθεί, το χρονικό διάστημα που διέρρευσε με έναν ανεξήγητο τρόπο να ισχυροποίησε και να μετέβαλε σε κάτι αδιαμφισβήτητο την κατάκρισή τους.
Θυμάμαι πάντα τον σπουδαίο θεσσαλονικιό πεζογράφο Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη σε ένα συνέδριο στο Ιδρυμα Ερευνών λίγους μήνες μετά τη Μεταπολίτευση – φθινόπωρο του ’74 – που ως απάντηση σε στεντόρειες, σχεδόν έξαλλες φωνές για την ανάγκη να αποκατασταθούν όσοι είχαν αδικηθεί μέσα στη χούντα, έθεσε το ερώτημα: «Και με τους πεθαμένους τι θα κάνουμε;». Θεωρώντας, και πολύ σωστά, πως μια δικαιοσύνη είναι αναμφισβήτητα μερική και δεν προοιωνίζεται τίποτε το αισιόδοξο αν δεν περιλαμβάνει στους κόλπους της ακόμη και τους πεθαμένους, έστω κι αν λογικά φαίνεται τους τελευταίους να μην τους αφορά πια καμιά μορφή δικαιοσύνης.
Οταν προσπαθείς να ανασκευάσεις, να διαφωτίσεις ή να αποκαταστήσεις πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις, είτε πολιτικές είτε καλλιτεχνικές είναι αυτές, ενώ έχουν περάσει σαράντα και πενήντα χρόνια σε σχέση με τις εποχές που συντελέσθηκαν και άκμασαν μέσα τους τα πρόσωπα, τα γεγονότα και οι καταστάσεις, αν μη τι άλλο, επιφυλάσσεσαι ως προς μια κρίση κατηγορηματική και απόλυτη. Είναι πάντα τόσο εύκολο εκ των υστέρων, ένα πρόσωπο ή ένα γεγονός που είχαν όχι μόνο δικαιολογημένα αλλά και αδικαιολόγητα κατακριθεί, το χρονικό διάστημα που διέρρευσε με έναν ανεξήγητο τρόπο να ισχυροποίησε και να μετέβαλε σε κάτι αδιαμφισβήτητο την κατάκρισή τους.
Παρακολουθώντας πρόσφατα την πολύ καλή εκπομπή του Ανδρέα Ροδίτη «Στιγμές», με καλεσμένη μια εξαίρετη παλαιά ηθοποιό με ανεξάλειπτες θεατρικές και κινηματογραφικές περγαμηνές, την Εφη Ροδίτη, τους ακούσαμε να αναφέρονται στα πεπραγμένα του «Εθνικού Θεάτρου» και ιδιαίτερα των εποχών όπου δέσποζε ως καλλιτεχνικού διευθυντή το άστρο του Αλέξη Μινωτή.
Μιλάμε για μια δεκαπενταετία πριν από τη χούντα και για την επταετία που μεσολάβησε από την πτώση της χούντας ως το 1981 όταν και απομακρύνθηκε ο Αλέξης Μινωτής και στη θέση του τοποθετήθηκε ο δημοσιογράφος Κώστας Νίτσος, ένας άνθρωπος με τεράστια προσφορά στο θέατρο, φτάνει να θυμηθούμε το περιοδικό «Θέατρο» που εξέδιδε για πολλά χρόνια, ένα περιοδικό που αν και «ιστορία» πλέον, παραμένει τόσο ζωντανό όσο και ένα σημερινό φύλλο εφημερίδας.
Επειδή όμως εκτός από τα ίδια τα ντοκουμέντα, υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που θυμούνται πως με όσα εύσημα και αν πιστώνεται η τετραετία του Κώστα Νίτσου στο «Εθνικό Θέατρο», δεν γίνεται η θητεία του Αλέξη Μινωτή να χαρακτηρίζεται μόνον με τις «κλειστές πόρτες» του ομώνυμου θεάτρου όσον αφορά την είσοδο σε αυτό νέων ηθοποιών και την ταύτισή του σχεδόν με έναν θίασο ξεπερασμένων με ένα αποστειρωμένο παίξιμο ηθοποιών – σύμφωνα τουλάχιστον με όσα καταμαρτύρησαν στον Αλέξη Μινωτή ο παρουσιαστής της εκπομπής «Στιγμές» και η καλεσμένη του.
Επειδή όμως τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, είναι δυνατόν όσο και αν θα κινδυνεύσουν κάποια στιγμή να χαθούν και ως ανάμνηση ακόμη, να χαρακτηρίζει κανείς αποστειρωμένο το παίξιμο ηθοποιών όπως η Βάσω Μανωλίδου, η Μαίρη Αρώνη, η Χριστίνα Καλογερίδου, ο Χριστόφορος Νέζερ, η Αθανασία Μουστάκα, ο Στέλιος Βόκοβιτς, η Ελένη Ζαφειρίου, ο Νίκος Τζόγιας – δεν μιλούμε για την Κατίνα Παξινού και την Αννα Συνοδινού γιατί τότε θα γελούσανε και οι πέτρες ακόμα. Και σε τελευταία ανάλυση όταν ακόμα και ένας απλός θεατρόφιλος που συμβαίνει να ζει θυμάται παραστάσεις όπως «Το σπίτι της Μπερνάρντα Αλμπα», «Ο πατέρας», «Η επιστροφή της γηραιάς κυρίας», «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν», «Ο καρδινάλιος της Ισπανίας» (όλες οι παραστάσεις αυτές στις περιόδους του Αλέξη Μινωτή), υπάρχει μια έστω παράσταση ενώ ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής ο Κώστας Νίτσος που να έρχεται αυθόρμητα στον νου οποιουδήποτε θεατρόφιλου;
Πηγή: Εντυπη Εκδοση ΤΑ ΝΕΑ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις