Τα μυστικά του γραφείου μόδας του Χίτλερ – Το στυλ και το Τρίτο Ράιχ
Μια από τις πιο ανεξερεύνητες πτυχές της άφιξης του Χίτλερ στην εξουσία, το 1933, ήταν η ίδρυση ενός Γερμανικού Ινστιτούτου Μόδας, γνωστό ως Deutsches Modeamt.
- Ο αντίπαλος της Starlink του Έλον Μάσκ έχει ευρωπαϊκή σφραγίδα
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- ΣΥΡΙΖΑ: Τα νέα μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου και οι χρεώσεις στην Πολιτική Γραμματεία
Η ίδρυση του Deutsches Modeamt ήταν μια προσπάθεια των Ναζί να επιβάλουν το φασιστικό στοιχείο στη μόδα. Ήταν μια αντανάκλαση των προσπαθειών τους να ελέγξουν κάθε πτυχή της ζωής των γυναικών, συμπεριλαμβανομένου του τι φορούσαν.
Ο Χίτλερ επέβλεπε τη στολή για το Bund Deutsche Mädel* και η προσέγγισή του στον γυναικείο στολισμό ήταν γενικά αρνητική. Μισούσε το μακιγιάζ – συχνά παρατηρούσε ότι το κραγιόν αποτελούνταν από ζωικά απόβλητα – και αποδοκίμαζε τη βαφή μαλλιών.
(*Η Μπάντα των Γερμανίδων Κοριτσιών -συντομογραφία BDM- ήταν η πτέρυγα των κοριτσιών του κινήματος νεολαίας του Ναζιστικού Κόμματος, της Χιτλερικής Νεολαίας. Ήταν η μόνη νόμιμη γυναικεία οργάνωση νεολαίας στη ναζιστική Γερμανία).
Ο Χίτλερ επέβλεπε τη στολή για το Bund Deutsche Mädel* και η προσέγγισή του στον γυναικείο στολισμό ήταν γενικά αρνητική
«Οι γυναίκες του Βερολίνου πρέπει να γίνουν οι καλύτερα ντυμένες στην Ευρώπη»
Το άρωμα αηδίαζε τον Χίτλερ, αν και υποκλίθηκε στον ενθουσιασμό της Eva Braun γι’ αυτό, και το κάπνισμα το έβρισκε αποκρουστικό. Τα παντελόνια ήταν επίσης εκτός, καθώς δεν ήταν θηλυκά, και η γούνα ήταν φρικτή, επειδή περιλάμβανε τη θανάτωση ζώων. Ωστόσο, επέδειξε μια χαρακτηριστική αμφιθυμία για τη μόδα, διακηρύσσοντας ότι «οι γυναίκες του Βερολίνου πρέπει να γίνουν οι καλύτερα ντυμένες στην Ευρώπη» και υποστηρίζοντας ότι «αυτό που μου αρέσει περισσότερο απ’ όλα είναι να δειπνώ με μια όμορφη γυναίκα».
Στην ουσία το Deutsches Modeamt, που ιδρύθηκε με πλήρη κυβερνητική υποστήριξη, υπήρχε για να επιβάλει τον φασισμό στη μόδα. Οι γυναίκες θα φορούσαν μόνο ρούχα φτιαγμένα από Γερμανούς σχεδιαστές, με γερμανικά υλικά. Γερμανικά, φυσικά, σήμαινε «Άρια», γεγονός που έβγαλε εκτός τη συντριπτική πλειονότητα του υπάρχοντος εμπορίου υφασμάτων και σχεδιαστών της υψηλής κοινωνίας.
Η εικόνα που προωθούσε το Ινστιτούτο εξυμνούσε την παράδοση, τα ντιρντέλ, τα μπούστα και τα τυρολέζικα σακάκια της μόδας. Η φορεσιά Tracht, μια τοπική λαϊκή φορεσιά, συμβόλιζε το πνεύμα των Völkish
«Τέρμα τα μοντέλα του Παρισιού»
Γρήγορα δημιουργήθηκε ένας οργανισμός που ονομαζόταν Ένωση Αρίων Κατασκευαστών Ενδύματος, με τη δική του ετικέτα που έπρεπε να ραφτεί στα ρούχα και να εγγυάται ότι τα είχαν αγγίξει μόνο χέρια της Άριας φυλής. Η εικόνα που προωθούσε το Ινστιτούτο εξυμνούσε την παράδοση, τα ντιρντέλ, τα μπούστα και τα τυρολέζικα σακάκια της μόδας. Η φορεσιά Tracht, μια τοπική λαϊκή φορεσιά, συμβόλιζε το πνεύμα των Völkish.
Αλλά ακόμη πιο σημαντική από αυτό, ήταν η επιθυμία του Χίτλερ να εξαλείψει τη γαλλική επιρροή στη γερμανική βιομηχανία μόδας. Μισούσε τη μόδα του Παρισιού, πρώτα απ’ όλα επειδή ήταν γαλλική, αλλά και επειδή τα στυλ που εφάρμοζαν σχεδιαστές όπως η Coco Chanel ενθάρρυναν μια αφύσικα λεπτή σιλουέτα. Ένα έθνος γυναικών που προσπαθούσαν να αποκτήσουν λεπτούς γοφούς και αγορίστικα σώματα δεν ήταν σίγουρα ιδανικό αν ήθελε να ενθαρρύνει τη γόνιμη τεκνοποίηση. «Τέρμα τα μοντέλα του Παρισιού», ανακοίνωσε τον Ιούνιο του 1933.
Αλλά ακόμη πιο σημαντική από αυτό, ήταν η επιθυμία του Χίτλερ να εξαλείψει τη γαλλική επιρροή στη γερμανική βιομηχανία μόδας
Αντιδρώντας στο στυλ «Garçonne»
Ήδη από τη δεκαετία που προηγήθηκε του Τρίτου Ράιχ, η γυναικεία μόδα είχε γίνει τόπος αμφιλεγόμενων συζητήσεων στη Γερμανία. Αντιδρώντας στο στυλ «Garçonne» που είχε γίνει δημοφιλές μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι συντηρητικοί επικριτές καταφέρονταν εναντίον των μαλακών, unisex καλλυντικών και ενδυμάτων, τα οποία περιέγραφαν ως «εβραιοποιημένα», «αρρενωπά», «γαλλοκρατούμενα» και «δηλητηριώδη». Κατακεραύνωναν επίσης τους διακινητές τάσεων που έσπρωχναν τέτοιες κακόγουστες, ανάρμοστες μόδες στις ανυποψίαστες γυναίκες καταναλωτές. Τα κοντά μαλλιά, τα κοντύτερα φουστάνια, τα παντελόνια και το εμφανές μακιγιάζ – όλα αυτά προκαλούσαν δήθεν την ηθική υποβάθμιση των Γερμανίδων.
«Τα υβριστικά σχόλια υποστήριζαν ότι η γαλλική μόδα ήταν ανθυγιεινή για τις Γερμανίδες, τόσο ηθικά όσο και σωματικά, και ότι ήταν επιτακτική ανάγκη για τους Γερμανούς σχεδιαστές να καθιερώσουν πλήρη ανεξαρτησία από τη μοχθηρή γαλλική επιρροή στη γυναικεία μόδα» γράφει το lovetoknow.com και συνεχίζει επί του θέματος:
«Επίσης, καταγγέλθηκε η επικίνδυνη αμερικανική εικόνα της vamp ή του Χόλιγουντ, την οποία οι νεαρές Γερμανίδες μιμούνταν ανόητα με μολυβένια φρύδια, σκουρόχρωμα μάτια, βαμμένα κόκκινα στόματα και προκλητικά ρούχα. Επιπλέον, από τα μέσα της δεκαετίας του 1920, το Βερολίνο είχε γίνει ένα αναγνωρισμένο παγκόσμιο κέντρο μόδας, ειδικά για τα έτοιμα γυναικεία ενδύματα».
Η παρφουμαρισμένη με αρώματα και καλλυντικά της Elizabeth Arden, Μάγδα Γκαίμπελς, λάτρευε την υψηλή ραπτική
Διεστραμμένη πολιτική μόδα
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές ειρωνείες του Ινστιτούτου Μόδας του Ράιχ, και αυτή που το έκανε τόσο ακαταμάχητο θέμα για έναν μυθιστοριογράφο, ήταν η επιλογή της Μάγδα Γκαίμπελς (Magda Goebbels), συζύγου του Υπουργού Προπαγάνδας, Γιόζεφ Γκαίμπελς, ως επίτιμης προέδρου. Όπως και πολλές άλλες πτυχές του Τρίτου Ράιχ, η συμμετοχή της ήταν γεμάτη αντιφάσεις. Η παρφουμαρισμένη με αρώματα και καλλυντικά της Elizabeth Arden, Μάγδα Γκαίμπελς, λάτρευε την υψηλή ραπτική. Οι αγαπημένοι της σχεδιαστές, Paul Kuhnen, Richard Goetz και Fritz Grünfeld, ήταν Εβραίοι. Φορούσε χειροποίητα παπούτσια Salvatore Ferragamo.
Οι άλλες ανώτερες σύζυγοι των Ναζί, ιδίως η Annelies von Ribbentrop και η Inge Ley, σύζυγος του επικεφαλής του Γερμανικού Μετώπου Εργασίας, Robert Ley, είχαν παρόμοια γούστα. Η Μάγδα προσπάθησε να τροποποιήσει την εικόνα της «Gretchen» του Γερμανικού Ινστιτούτου Μόδας, συλλογιζόμενη δημόσια ότι «η Γερμανίδα του μέλλοντος θα πρέπει να είναι κομψή, όμορφη και έξυπνη».
Μπορεί αυτή η προσπάθεια να άλλαξε το πρόσωπο της ναζιστικής κομψότητας και να ήταν αυτή που οδήγησε τον σύζυγό της να την απολύσει από το Deutsches Modeamt αργότερα το 1933, αλλά το ίδιο το Ινστιτούτο έζησε μέχρι το 1944, μια απίθανη περίπτωση της διεστραμμένης πολιτικής της μόδας.
Η ζωή στη Φρανκφούρτη το 1938
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις