Γιώργος Γεραλής: Ελεγεία του έρωτα και του θανάτου
Φύση ευαίσθητη και εκλεκτική
Ο Γιώργος Γεραλής, που έφυγε από κοντά μας στις 29 Νοεμβρίου, δεν ήταν μόνο ένας αξιόλογος και ευαίσθητος ποιητής, αλλά κι ένας σεμνός και αθόρυβος πνευματικός άνθρωπος, μακριά από δημόσιες σχέσεις και από κάθε συναλλαγή. Γιος του Πάνου Γεραλή, ανιψιός των ζωγράφων Λουκά και Αποστόλου και πατέρας της κυρίας του θεάτρου Άννας Γεραλή, είχε γεννηθεί στη Σμύρνη το 1917 και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Παρακολούθησε μαθήματα φιλολογίας και νομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, εργάστηκε στη σύνταξη του «Μεγάλου Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης», στη σύνταξη των συμπληρωμάτων της «Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας» του «Πυρσού», σε διάφορες εκδόσεις πλατιάς κυκλοφορίας ως συντάκτης, διευθυντής συντάξεως ή επιμελητής ύλης και υπηρέτησε σε Οργανισμούς Δημοσίου Δικαίου.
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1936 από το περιοδικό «Νέα Εστία» και από τότε συνεργάστηκε και με διάφορα άλλα περιοδικά. Τύπωσε τις ποιητικές συλλογές: «Κύκνοι στο λυκόφως» (1939), «Λυρικά τοπία» (1950), «Αίθουσα αναμονής» (1957), «Τα μάτια της Κίρκης» (1961, β’ έκδ. συμπλ. 1963), «Είδωλα» (1964), «Κλειστός κήπος» (1966), «Η ελληνική νύχτα» (1974) και «Νέα ποιήματα» (1984). Έχει εκδώσει ακόμη ένα «Ορθογραφικό Λεξικό της Δημοτικής» (1965, νέα έκδ. αναθ. 1983), τα βιβλία για παιδιά: «Ελληνική μυθολογία» (1959, νέα έκδ. 1983), «Ιλιάδα και Οδύσσεια» (διασκευή σε πεζό λόγο, 1962), «Μέγας Αλέξανδρος» (1963), «Ιστορίες από τον Πλούταρχο» (1964) και διασκευές ελληνικών και ξένων παραμυθιών. Επίσης, έχει μεταφράσει: Καμύ, Σολζενίτσιν, Μωριάκ, τρεις τραγωδίες του Σοφοκλή, τέσσερις του Ευριπίδη και δημοσίευσε σποραδικά στα περιοδικά μεταφράσεις αρχαίων λυρικών, καθώς και ποιητών του γαλλικού συμβολισμού. Για το ποιητικό του έργο τιμήθηκε δύο φορές με κρατικό βραβείο (1958 και 1975), με το βραβείο της «Ομάδας των Δώδεκα» (1962) και με βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1985). Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά και σε άλλες γλώσσες και δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και ανθολογίες του εξωτερικού.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 15.12.1996, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο Γεραλής ανήκει στην τελευταία μεσοπολεμική γενιά, που έκανε την πρώτη της εμφάνιση λίγο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έδωσε το έργο της μετά την Κατοχή. Σπρωγμένος από μια βαθύτερη συγγένεια, μαθήτευσε στους εκπροσώπους του συμβολισμού και της καθαρής ποίησης, τους αγάπησε και τους μετάφρασε, για να τους αφομοιώσει και να τους διασταυρώσει αργότερα με τον μοντερνισμό και τα νεότερα ρεύματα. Ο Rimbaud, ο Maeterlinck, ο Mallarmé, ο Valéry, ο Apollinaire και ο Milosz, περασμένοι μέσα από τον Μελαχρινό (σ.σ. ο λυρικός ποιητής και μεταφραστής Απόστολος Μελαχρινός, 1880-1952) και την αθηναϊκή νεορομαντική και νεοσυμβολιστική σχολή του Μεσοπολέμου, υπήρξαν τα κυριότερα πρότυπά του. Γι’ αυτό και το μονιμότερο κλίμα του στάθηκε ο συμβολισμός και η καθαρή ποίηση, απ’ όπου ποτέ δεν απομακρύνθηκε εντελώς. Φύση ευαίσθητη και εκλεκτική, με μια ιδιαίτερη φροντίδα για τη φόρμα, αναπτύχθηκε και ωρίμασε σ’ αυτόν τον χώρο, τελειοποιώντας ολοένα τη μορφή και βαθαίνοντας την ουσία του, ώσπου έφτασε στο σημείο να συναντηθεί με το νεωτερικό ποιητικό κλίμα.
Η ποίηση του Γεραλή διαπνέεται από βαθύτατη απαισιοδοξία και νοσηρότητα, που όμως δεν προφταίνουν ν’ αφήσουν να γίνει αισθητό το βάρος τους, γιατί μετουσιώνονται αμέσως σε όνειρο και μελαγχολικό ρεμβασμό, καθώς εξωραΐζονται και εξουδετερώνονται από τη μεσολάβηση της τέχνης. Η μετουσίωση αυτή του πραγματικού σε ονειρικό κυριαρχεί στο μεγαλύτερο μέρος του έργου του και μόνο σε λίγες κορυφαίες στιγμές γίνεται εφιαλτικά οραματικός και αποκτά δραματικό χαρακτήρα, όπως στο λαμπρό ποίημα «Σκοτεινό τραγούδι» και σε μερικά άλλα στην «Αίθουσα αναμονής», την τρίτη και την καλύτερη ίσως συλλογή του, ή και σε ορισμένα στις επόμενες. Με τα «Είδωλα» και την «Ελληνική νύχτα», γραμμένη κατά την επτάχρονη «νύχτα» της δικτατορίας, ανοίγει μια νέα περίοδο στο έργο του και δοκιμάζει να ’ρθει κοντύτερα στη σύγχρονη ζωή εισάγοντας και κοινωνικά στοιχεία. Η ποιητική γλώσσα αλλάζει απόχρωση, ο στίχος γίνεται πιο σπασμωδικός και πιο κοφτός, με συχνότερους διασκελισμούς, με ειρωνεία και πικρό χιούμορ, διατηρώντας όμως κι εδώ, κάτω από μια φαινομενικά ουδέτερη κρούστα, την «ηχολαλία» του συμβολισμού. Μα ο αντιπροσωπευτικότερος τόνος του παραμένει ο χαμηλός ελεγειακός τόνος και το φίνο εκείνο άγγιγμα που «αφήνει δάκρυα σ’ ό,τι κι αν αγγίσει».
Νομίζω πως ένα απ’ τα πιο προσωπικά του γνωρίσματα αποτελεί ο ελεγειακός τόνος. Ολόκληρη η ποίησή του, άλλωστε, είναι μια ελεγεία του έρωτα και του θανάτου, με την παρεμβολή λιγοστών άλλων θεμάτων, που διασώζεται κι αποκτά τη σημασία της χάρη σε μερικές εξαίρετης ποιότητας ακέραιες ποιητικές μονάδες, υψωμένες κατακόρυφα ανάμεσα στο άλλο έργο του και πλαισιωμένες από κάποια ακόμα χαμηλότερου τόνου ολοκληρωμένα ποιήματα. Γιατί, βέβαια, ό,τι δίνει τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην προσφορά του δεν βρίσκεται εκεί όπου η καλλιτεχνική μετουσίωση είναι μετουσίωση ονειρικών διαθέσεων και καταστάσεων, αλλά μετουσίωση ουσίας και οδυνηρών βιωμάτων.
*Άρθρο του νεοελληνιστή φιλολόγου και πανεπιστημιακού Κώστα Στεργιόπουλου (1926-2016), διακεκριμένου λογοτέχνη και κριτικού της λογοτεχνίας, για τον Γιώργο Γεραλή. Το κείμενο του Στεργιόπουλου έφερε τον τίτλο «Ένας γνήσιος ελεγειακός ποιητής» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 1996.
Ο Κώστας Στεργιόπουλος
Ο μικρασιατικής καταγωγής ποιητής, φιλόλογος και μεταφραστής Γιώργος Γεραλής απεβίωσε στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου 1996, σε ηλικία 79 ετών.
- Κίεβο: Τουλάχιστον ένας νεκρός και εννέα τραυματίες από την πυραυλική επίθεση της Ρωσίας
- Η σχέση Τουρκίας – Συρίας και οι ανησυχίες σε Ελλάδα και Κύπρο
- Έρευνα: Χρόνια λοίμωξη εντέρου μπορεί να προκαλέσει Αλτσχάιμερ – Τι είναι ο κυτταρομεγαλοϊός
- Ταβάρες για Λεσόρ: «Ταχεία ανάρρωση στον καλύτερο σέντερ της Euroleague»
- «Μα γκραν’ μα»: Ένα έργο – αφιέρωση στη σχέση γιαγιάς- εγγονών στο Θέατρο REX
- Το πιο μεγάλο διάλειμμα: Ο Φιλ Κόλινς «έχει εξαντλήσει τα αεροπορικά του μίλια» στη μουσική βιομηχανία