Σε μπελάδες το Ην. Βασίλειο: Η εταιρεία που απειλεί τους πάντες
Τελικά δεν είναι και τόσο εύκολο για τον Σούνακ να βάλει στη θέση τους κολοσσούς
«Όταν ένας πλούσιος θέλει να φιμώσει και να καταστρέψει κάποιον» είχε δηλώσει στο βρετανικό κοινοβούλιο ο βουλευτής των Συντηρητικών, Ντέιβιντ Ντέιβις «πηγαίνει στα δικαστήρια».
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο Ντέιβις είναι κάπως υπερβολικός ή θέλει να χαϊδέψει, ίσως το ακροατήριο λαϊκίζοντας.
Δυστυχώς όμως, νέα κοινή έρευνα του Economist και του Bureau of Investigative Journalism αναφέρει πως στο Ηνωμένο Βασίλειο άνθρωποι, από όλα τα κοινωνικά στρώματα, «απειλούνται με συκοφαντική δυσφήμιση απλώς και μόνο επειδή μιλούν για πράγματα που τους ανησυχούσαν και που άλλοι άνθρωποι είχαν δικαίωμα, απλά δικαίωμα να γνωρίζουν».
Ίσως από τα πιο ενδεικτικά παραδείγματα, που αναφέρει το βρετανικό δημοσίευμα, είναι εκείνο της Erica Broughton, μιας πρώην σιδερώτριας και του οδηγού φορτηγού συζύγου της οι οποίοι βρέθηκαν στο «νομικό απόσπασμα» πριν χρόνια.
Το 2010, το ζευγάρι μάζεψαν τις οικονομίες μιας ζωής και για να αγοράσουν ένα ακίνητο στη Καραβϊκή, το οποίο θα το έχτιζε η εταιρεία Harlequin, η οποία είχε υποσχεθεί να χτίσει και άλλα ακίνητα τα οποία που οι επενδυτές θα μπορούσαν να εκμισθώσουν. Ενώ, λοιπόν σπρώξανε όλα τα λεφτά τους στην εταιρεία, τελικά δεν τους τα επέστρεψε.
Εξοργισμένη η Broughton, δημιούργησε έναν ιστότοπο που ονομάζεται Harlequin Property Problems για να πει την ιστορία της. Τότε, η εταιρεία προσέλαβε την Carter-Ruck, τη πιο γνωστή δικηγορική εταιρεία του Λονδίνου που ειδικεύεται στη συκοφαντική δυσφήμιση. Εκείνη ήξερε πολύ καλά τι να κάνει: απείλησε στην γυναίκα με ασφαλιστικά μέτρα, εν ολίγοις, ότι θα τη πήγαινε στα δικαστήρια αν δεν κατέβαζε τον ιστότοπό της. Τρομοκρατημένη μήπως της κάνουν μήνυση, συμμορφώθηκε.
Έτσι, οι υπόλοιποι επενδυτές συνέχισαν να βάζουν τα χρήματά τους στη Harlequin για άλλα τρία χρόνια, αγνοώντας τη περιπέτεια της Broughton. Αυτό θα ήταν και το μοιραίο για εκείνους, καθώς το 2022, περίπου 10 χρόνια αφότου η Carter-Ruck έπαυσε να εκπροσωπεί τον Harlequin, ο πρόεδρος της εταιρείας Ντέιβιντ Έιμς, καταδικάστηκε σε 12 χρόνια φυλάκιση μετά από έρευνα του Γραφείου Σοβαρής Απάτης της Βρετανίας.
Ο Έιμς διαπιστώθηκε ότι εξαπάτησε 8.000 επενδυτές που προσέφεραν περίπου 226 εκατ. λίρες από το 2010 έως το 2015. Μερικά θύματα έπρεπε να υποθηκεύσουν εκ νέου τα σπίτια τους, ενώ άλλα αναγκάστηκαν να καθυστερήσουν τη συνταξιοδότησή τους. Η Broughton ήταν ακόμα τόσο τρομοκρατημένη που δεν μπορούσε να διαβάσει την μαρτυρία της στη δίκη του Έιμς!
Η Carter-Ruck αρνήθηκε να σχολιάσει τη περίπτωση της Broughton. «Προσπαθούμε να προστατεύσουμε και να επιβάλλουμε σθεναρά τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των πελατών μας και δεν ζητάμε συγγνώμη για αυτό, αλλά το κάνουμε πλήρως εντός των κανόνων» είπε στους ερευνητές.
«Αναρωτιέμαι πόσοι άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν γλιτώσει αν η Broughton μπορούσε να διατηρήσει τον ιστότοπό της ανοιχτό» αναφέρουν οι ρεπόρτερ Ed Siddons και Matthew Valencia.
Υπήρχαν σίγουρα περιπτώσεις που κάποιες εφημερίδες έκαναν κατάχρηση της εξουσίας τους δυσφημώντας ανθρώπους, τους οποίους είχε αναλάβει η Carter-Ruck. Γνωστή περίπτωση ήταν εκείνη ενός μουσουλμάνου οδηγού λεωφορείου που κατηγορήθηκε ψευδώς από τη Sun ότι απομάκρυνε επιβάτες για να προσευχηθεί. «Υπήρχε ένα στοιχείο απόλαυσης όταν μπήκα σε αυτές τις μικρές μάχες με τα ταμπλόιντ», είπε ένας πρώην δικηγόρος στην εταιρεία.
Ωστόσο, σύμφωνα με την έρευνα όταν δημοσιογράφοι πρόκειται να ζητήσουν ευθύνες από ισχυρούς ανθρώπους, οι μεγαλύτερες απειλές για τη δουλειά τους τίθενται συχνά από τους δικηγόρους συκοφαντίας.
Μια ανεπτυγμένη «βιομηχανία»
Όπως αναφέρει το βρετανικό δημοσίευμα, οι δικηγόροι που ειδικεύονται στη συκοφαντία είναι οι πιο εκφοβιστικοί στον κόσμο και επίσης από τους πιο ακριβοπληρωμένους. Οι βρετανικές υποθέσεις συκοφαντίας κοστίζουν συνήθως εκατοντάδες χιλιάδες λίρες για την υπεράσπιση, με τους δικηγόρους να αμοίβονται με πάνω από 500 λίρες την ώρα.
Το κόστος υπεράσπισης μιας αγωγής στη Βρετανία είναι πολύ μεγαλύτερο από ό,τι σε συγκρίσιμες ευρωπαϊκές χώρες (μπορεί να είναι υψηλότερο στις ΗΠΑ, αλλά και ο πήχης για την επιτυχή αξίωση). Ενώ οι αγωγές συκοφαντικής δυσφήμισης στη Γαλλία ή την Ιταλία μπορεί να κοστίσουν το λιγότερο 15.000 λίρες, στο Λονδίνο μπορεί να ξεπεράσουν το 1 εκατ. λίρες. Όσοι λαμβάνουν επιστολές από εταιρείες, όπως η Carter-Ruck, συχνά υποχωρούν όχι επειδή έχουν αδύναμη υπόθεση, αλλά επειδή το κόστος της καταπολέμησης μιας αξίωσης μπορεί να γίνει εξουθενωτικό. Ακόμη και αν νικήσουν, οι κατηγορούμενοι μπορούν να αδυνατούν να πληρώσουν τους δικηγότους τους.
Η Carter-Ruck ήταν μια από τις πρώτες εταιρείες στο Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την έρευνα, που ειδικεύτηκε στη συκοφαντική δυσφήμιση για τους ενάγοντες και, σύμφωνα με τους δικηγόρους υπεράσπισης, παραμένει η πιο αποτελεσματική. «Πιθανώς είναι η πιο επίφοβη εταιρεία διεκδίκησης στο Ην. Βασίλειο», είπε ένας δικηγόρος υπεράσπισης. Η εταιρεία, η οποία κάνει επίσης κάποια εργασία υπερασπίζοντας οργανισμούς μέσων ενημέρωσης, είναι διακριτική και σχετικά λίγες πληροφορίες σχετικά με αυτήν υπάρχουν στο δημόσιο τομέα.
Εκτός της Carter-Ruck υπάρχουν και άλλες εταιρείς όπως οι Schillings, Mishcon de Reya και Harbottle & Lewis που προσφέρουν ισχυρές υπηρεσίες σε όσους είναι αρκετά πλούσιοι ώστε να τις αντέξουν οικονομικά.
Ανίσχυρος ή κακός ο νόμος;
Ο νόμος για τη συκοφαντική δυσφήμιση έχει πράγματι έναν σκοπό: τα μέσα ενημέρωσης έχουν καταστρέψει άδικα πολλές φήμες. Αλλά η βρετανική νομοθεσία δεν επαρκεί, ευνοώντας μαζικά πλούσιους ανθρώπους που έχουν την πολυτέλεια να πάρουν ένα εκατομμύριο λίρες σε μια αγωγή με την ελπίδα ότι θα τρομάξει τους επικριτές.
Το 2013 το βρετανικό κοινοβούλιο θέσπισε σαρωτικές μεταρρυθμίσεις στον νόμο για τη συκοφαντική δυσφήμιση με στόχο την εξισορρόπηση των όρων ανταγωνισμού μεταξύ διεκδικητών και κατηγορουμένων. Ο νόμος περί συκοφαντικής δυσφήμισης επέτρεψε στους δημοσιογράφους να επικαλεστούν ένα νέο είδος υπεράσπισης – υποστηρίζοντας ότι η δημοσίευσή τους ήταν προς το δημόσιο συμφέρον, ακόμη κι αν δεν μπορούσε να αποδειχθεί απολύτως αληθής.
Η πράξη δυσκόλεψε επίσης τους πλούσιους αλλοδαπούς χωρίς δεσμούς με τη Βρετανία να εκδικάσουν τις υποθέσεις τους στα δικαστήρια του Λονδίνου (τον λεγόμενο «τουρισμό της συκοφαντικής δυσφήμησης») εισάγοντας ένα νέο τεστ για τους δικαστές καθορίσει εάν το Λονδίνο ήταν το «καταλληλότερο» φόρουμ.
Εάν μια υπόθεση οριστεί ως SLAPP, ένας Άγγλος δικαστής μπορεί να την απορρίψει σε πρώιμο στάδιο για να αποφευχθεί η σπειροειδής δαπάνη για τον κατηγορούμενο.
Τα άτομα έπρεπε να αποδείξουν ότι είχαν υποστεί ή ήταν πιθανό να υποστούν «σοβαρή» ζημιά –ένα νέο όριο– και οι εταιρείες έπρεπε να αποδείξουν ότι είχαν υποστεί ή ήταν πιθανό να υποστούν σοβαρή οικονομική ζημία ως αποτέλεσμα των δημοσιευμένων καταγγελιών προκειμένου να υποβάλουν μήνυση.
Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι Ed Siddons και Matthew Valencia οι μεταρρυθμίσεις δεν ήταν τόσο αποτελεσματικές όσο ακούγονται. Η προστασία από το φαινόμενο του «τουρισμού της συκοφαντικής δυσφήμησης» υπονομεύτηκε από το γεγονός ότι τόσοι πολλοί από τους ολιγάρχες και κλεπτοκράτες του κόσμου είχαν ήδη αγοράσει πολυτελή ακίνητα στο Λονδίνο, κάτι που συχνά ήταν αρκετό για να τους δικαιολογήσει να κάνουν χρήση της βρετανικής δικαιοσύνης.
Ακόμη και όταν είναι δυνατό για έναν κατηγορούμενο να αποδείξει ότι το Λονδίνο δεν είναι το κατάλληλο μέρος για να ακούσει την υπόθεσή του, μπορεί να είναι εξαιρετικά ακριβό να το κάνει. Το 2021, τα παιδιά του πρώην αρχηγού ασφαλείας του Αζερμπαϊτζάν μήνυσαν ισπανικές εφημερίδες στο Λονδίνο για ένα ισπανόφωνο άρθρο που δημοσιεύτηκε στην Ισπανία που έθεσε ερωτήματα σχετικά με την πηγή του εκπληκτικού πλούτου τους. Ο δικαστής έκρινε ότι οι Αζέροι δεν είχαν δικαίωμα να κάνουν μήνυση στη Βρετανία, παρ’ όλα αυτά, οι ισπανικές εφημερίδες ξόδεψαν δεκάδες χιλιάδες λίρες πριν καν φτάσει η υπόθεση στο δικαστήριο.
Δεν ανησυχούν και πολύ
Πρόσφατα, στις 26 Οκτωβρίου 2023, η βρετανική κυβέρνηση προσέθεσε μια διάταξη κατά του φαινουμένου SLAPP (αβάσιμες μηνύσεις ή αγωγές) σε νομοσχέδιο για το οικονομικό έγκλημα. Σύμφωνα με το νέο νόμο, εάν μια υπόθεση οριστεί ως SLAPP, ένας Άγγλος δικαστής μπορεί να την απορρίψει σε πρώιμο στάδιο για να αποφευχθεί η σπειροειδής δαπάνη για τον κατηγορούμενο. Ωστόσο, ισχύει μόνο για αναφορές ή εκστρατείες που επικεντρώνονται ειδικά στο οικονομικό έγκλημα.
Τα τεχνικά πλεονεκτήματα που προσφέρει η αγγλική νομοθεσία περί συκοφαντίας στους ενάγοντες παραμένουν ανέγγιχτα, όπως και οι αστρονομικές αμοιβές των δικηγόρων για τη συκοφαντική δυσφήμιση, σύμφωνα με τους ερευνητές. Την ίδια στιγμή πολλοί απαιτούν έναν αυτόνομο νόμο κατά του SLAPP που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έγκλημα.
Γι αυτό και η Carter-Ruck δεν φαίνεται να ιδρώνει και πολύ από τον νέο νόμο. Σύμφωνα με έναν δικηγόρο, που ειδικεύεται στην συκοφαντική δυσφήμιση, οι δικηγόροι της Carter-Ruck πιστεύουν ότι η νομοθεσία θα είναι πρακτικά εφαρμόσιμη σε ελάχιστες υποθέσεις. «Η εντύπωσή μου είναι ότι δεν ανησυχούν πολύ».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις