«Πέθανε ένας κολοσσιαίος κόπανος»: Όταν οι νεκρολογίες διασημοτήτων δεν είναι αγιογραφίες
Συνήθως όταν τα μίντια αποχαιρετούν κάποιον από τον μάταιο τούτο κόσμο εστιάζουν στα καλά. Ευτυχώς, όμως, υπάρχει και η αλήθεια.
- Σε απόγνωση οι ένοικοι της πολυκατοικίας στους Αμπελόκηπους - Ακόμη περιμένουν ενημέρωση για την κρατική αρωγή
- Γκλέτσος – Εκλογές ΣΥΡΙΖΑ: Αν έρθω δεύτερος και η διαφορά είναι μεγάλη δεν θα πάω σε β’ γύρο
- «Σπεύσατε για χρυσό» - το σημείωμα των αναλυτών της Goldman Sachs
- Πάνω από 100 νεκροί σε μία μέρα από ισραηλινούς βομβαρδισμούς σε Γάζα και Λίβανο
Το άρθρο στο «Rolling Stone» που κάλυψε τον θάνατο του Χένρι Κίσινγκερ χωρίς να φοβηθεί τα λόγια του και έγινε viral φέρνει για άλλη μια φορά στο προσκήνιο ένα από τα πιο εντυπωσιακά δημοσιογραφικά υποείδη: Τη νεκρολογία στην οποία ο αποθανών δεν εγκωμιάζεται σαν άγιος.
Ο Χένρι Κίσινγκερ, πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ υπό τους προέδρους Ρίτσαρντ Νίξον και Τζέραλντ Φορντ, κάτοχος του Νόμπελ Ειρήνης και ευρέως αποδεδειγμένα υποκινητής παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λατινική Αμερική και την Ασία, πέθανε πριν λίγες μέρες σε ηλικία 100 ετών.
Του δημοσιογράφου Spencer Ackerman (Σπένσερ Άκερμαν), συγγραφέας του επικήδειου του στο Rolling Stone, δεν θα λείψει καθόλου –και σε πολλούς ακόμα ανά τον πλανήτη. «Ο Χένρι Κίσινγκερ, εγκληματίας πολέμου που αγαπήθηκε από την αμερικανική άρχουσα τάξη, τελικά πεθαίνει» ήταν ο τίτλος με τον οποίο ο Άκερμαν αποχαρέτησε τον πολιτικό. Στην πρώτη κιόλας παράγραφο, σε περίπτωση που κάποιος περίμενε ακόμη ένα εγκωμιαστικό σχόλιο στο κείμενο, ο συγγραφέας υπενθύμισε τη μορφή του λευκού ρατσιστή Τίμοθι Μακβέι, του δολοφόνου με τον μεγαλύτερο αριθμό επιβεβαιωμένων θανάτων (168 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 19 παιδιά) που εκτελέστηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, για να επισημάνει στη συνέχεια: «Ο Μακβέι δεν σκότωσε ποτέ ούτε κατά διάνοια στην κλίμακα του Κίσινγκερ».
«Το Onion θυμάται τον Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος θεωρείται από κάποιους λίγο grinch»
Πολλοί άλλοι επέλεξαν να τιμήσουν το υποτιθέμενο πολιτικό πνεύμα
Το άρθρο, εκτός του ότι αναφέρθηκε εκτενώς στη ζωή και το έργο του Κίσινγκερ, καθώς και στην επιδοκιμασία που του έδωσαν μέλη τόσο του Ρεπουμπλικανικού όσο και του Δημοκρατικού Κόμματος κατά τη διάρκεια των δεκαετιών, απέρριψε την εθιμοτυπία σε μια ημέρα που πολλοί άλλοι επέλεξαν να τιμήσουν το υποτιθέμενο πολιτικό πνεύμα και τις διαπραγματευτικές ικανότητες του εκλιπόντος στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου.
Η σατιρική εφημερίδα The Onion, δημοσίευσε επίσης το ειρωνικό αφιέρωμα: «Το Onion θυμάται τον Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος θεωρείται από κάποιους λίγο grinch», μια παρωδία της ακραίας χλιαρότητας με την οποία ορισμένα δημόσια πρόσωπα αντιδρούσαν στον θάνατο κάποιου που θεωρείται υπεύθυνος για την εγκαθίδρυση στρατιωτικών δικτατοριών στην Αργεντινή και τη Χιλή και τη συστηματική γενοκτονία αριστερών πολιτικών ομάδων, μεταξύ άλλων εγκλημάτων.
«Είναι ακόμα εδώ ο Κίσινγκερ;»
«Το να μιλάμε για ένα αποθανόν αγαπημένο πρόσωπο, να επανεξετάζουμε όλα τα καλά πράγματα που άφησε στο πέρασμά του και να τιμάμε τη μνήμη του είναι ενέργειες που μας επιτρέπουν να αντιμετωπίσουμε τη θλίψη» γράφει ο Jaime Lorite στο elpais.com και συνεχίζει:
«Επικήδειοι όπως αυτός στο Rolling Stone, η σάτιρα στο The Onion, ή μιμίδια όπως αυτό που λέει ότι ο Θάνατος διεκδικεί επιτέλους τον Κίσινγκερ – το οποίο ακολούθησε άλλα μιμίδια του Θανάτου που παίζει με μια μηχανή με νύχια και αναρωτιέται: «Είναι ακόμα εδώ ο Κίσινγκερ;», τα οποία μοιράζονται κάθε φορά που πέθαινε μια γηραιά, πιο αξιόλογη διασημότητα – οδηγούν στο να αναρωτιέται κανείς αν, στην περίπτωση των ανθρώπων που έχουν πίσω τους μια κληρονομιά τρόμου, υπάρχει επίσης κάτι καταλυτικό στο να απολαμβάνεις ορισμένες απώλειες».
«Ο Χένρι Κίσινγκερ, εγκληματίας πολέμου που αγαπήθηκε από την αμερικανική άρχουσα τάξη, τελικά πεθαίνει» ήταν ο τίτλος με τον οποίο ο Άκερμαν στο Rolling Stone αποχαρέτησε τον πολιτικό
«Μια διαρκής παράδοση εχθρικής αξιολόγησης»
Ο Δρ Νάιτζελ Σταρκ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Αυστραλίας και συγγραφέας του βιβλίου Life After Death: The Art of the Obituary (2006) δηλώνει στο ICON ότι οι νεκρολογίες για διαβόητες και αντιφατικές προσωπικότητες «προσφέρουν στους αναγνώστες την ικανοποίηση της επιβεβαίωσης ότι μια ζωή που είχε προκαλέσει δυσαρέσκεια στην κοινωνία έφτασε στο τέλος της».
«Οι κυριότερες εφημερίδες που φημίζονται για την ποιοτική δημοσιογραφία τους δεν επέτρεψαν ποτέ στα θρησκευτικά συναισθήματα να επηρεάσουν το περιεχόμενο των νεκρολογιών τους», δηλώνει ο Δρ Σταρκ όταν ερωτάται αν θα πρέπει να υιοθετηθεί από τα μέσα ενημέρωσης ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο σεβασμού προς όλους τους πρόσφατα αποθανόντες ως μέρος της κλασικής τελετής.
Ο ακαδημαϊκός επιβεβαιώνει ότι υπάρχει «μια διαρκής παράδοση εχθρικής αξιολόγησης», η οποία προωθήθηκε με ανανεωμένη δύναμη τη δεκαετία του 1980 «στο πλαίσιο της σύγχρονης προτίμησης για ειλικρίνεια, που τροφοδοτείται από την ελευθερία μιας φιλοσοφίας mors omnia solvit -ο θάνατος σβήνει όλες τις υποχρεώσεις».
Όταν πέθανε ο Τόνι Κέρτις
Ένα παράδειγμα που αναφέρει ο Δρ Σταρκ είναι η νεκρολογία που ο Graeme Leech, γράφοντας στην εφημερίδα The Australian, αφιέρωσε στον ηθοποιό Τόνι Κέρτις όταν πέθανε το 2010. Ο δημοσιογράφος περιέγραψε τον Κέρτις ως «τσιγκούνη», «άκομψο» και επιδεικνύοντα «λυπηρή συμπεριφορά» και περιέγραψε λεπτομερώς τη συνήθειά του να βάζει στοιχήματα και να αρνείται να τα πληρώνει. «Το ύφος του άρθρου θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο νομικής αγωγής αν το άτομο ήταν εν ζωή», πιστεύει ο καθηγητής.
Μια άλλη διάσημη περίπτωση που αναφέρει είναι αυτή της νεκρολογίας στην εφημερίδα The Times του τρομοκράτη Μοχάμεντ Ατέφ, στρατιωτικού αρχηγού της Αλ Κάιντα και ενός από τους σχεδιαστές των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. Καθώς ο θάνατός του τον Νοέμβριο του 2001 συνέπεσε με τον θάνατο του ήρωα πολέμου Χιου Βερίτι, ενός Βρετανού πιλότου που βοήθησε την Αντίσταση στην κατεχόμενη από τους Ναζί Γαλλία.
Οι συντάκτες σκέφτηκαν ότι θα ήταν ενδιαφέρον να πλαισιώσουν τις δύο νεκρολογίες στην ίδια σελίδα, προκειμένου να ενισχύσουν την αντίθεση μεταξύ της ζωής του ενός και του άλλου. Στα παράπονα πολλών αναγνωστών για την κάλυψη του Atef, ο αρχισυντάκτης επεσήμανε το προηγούμενο της νεκρολογίας του Χίτλερ στους Times, το 1945. Σε μια επιστολή, ένας άλλος αναγνώστης απάντησε: «Τουλάχιστον ο Χίτλερ ήταν στρατηγός. Φορούσε στολή και πολέμησε».
Στο ποίημά του «Νεκρολογία με ζητωκραυγές», ο Ουρουγουανός συγγραφέας Μάριο Μπενεντέτι κάλεσε «τους αθώους και τα θύματα να γιορτάσουν τον θάνατο ενός σκατόψυχου με μαύρη ψυχή»
Μου αρέσεις, «αλλά τρία μέτρα κάτω από τη γη»
Στο ποίημά του «Νεκρολογία με ζητωκραυγές», ο Ουρουγουανός συγγραφέας Μάριο Μπενεντέτι κάλεσε «τους αθώους και τα θύματα να γιορτάσουν τον θάνατο ενός σκατόψυχου με μαύρη ψυχή». Το ποίημα κυκλοφόρησε ευρέως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το 2004, όταν πέθανε ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρίγκαν, ενώ παρερμηνεύτηκε ότι ο συγγραφέας συνέθεσε τους στίχους μόνο για την περίσταση.
Αυτό θα συνέβαινε ξανά δύο χρόνια αργότερα με τον θάνατο του πρώην δικτάτορα της Χιλής, Αουγκούστο Πινοσέτ, αλλά, στην πραγματικότητα, είχε δημοσιευτεί το 1963 (αν και, σε συνέντευξή του στην El Clarín το 2007, ο Μπενεντέτι έδωσε την έγκρισή του να το οικειοποιηθούν οι Χιλιανοί για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον του Πινοσέτ).
Το ποίημα δεν αναφέρει ποιος είναι ο εν λόγω νεκρός- επιπλέον, αναπαριστά συγκεκριμένα την ανάγκη να απολαύσουμε την οριστική αναχώρηση κάποιου που ήταν κατά πάσα πιθανότητα φρικτός και ο θάνατός του έκανε τον κόσμο καλύτερο: «Ήρθε η ώρα να γιορτάσουμε / όχι να ρίξουμε τους τόνους / θυμηθείτε, δεν πέθανε οποιοσδήποτε […] μην ξεχνάτε ότι αυτός ο νεκρός / ήταν ένας πραγματικός S.O.B.*».
(*S.O.B., sound of sobbing, ο ήχος των λυγμών).
Όταν πέθανε ο Κλάους Κίνσκι
Κάπως έτσι πρέπει να σκεφτόταν ο σκηνοθέτης Fernando Colomo όταν το 1991 έγραφε έναν από τους πιο διάσημους επικήδειους της ισπανικής δημοσιογραφίας στην EL PAÍS. Ας αναπαυθεί εν ειρήνη, γράφτηκε για την εξαφάνιση του ηθοποιού Κλάους Κίνσκι, ο οποίος κατηγορήθηκε πολλές φορές για σεξουαλική κακοποίηση. Ο Colomo είχε συνεργαστεί με τον Κίνσκι στην ταινία Star Knight (1985).
Τα γυρίσματα ήταν ταραχώδη λόγω της συμπεριφοράς του Γερμανού ηθοποιού. Επιτέθηκε σε αρκετούς συναδέλφους του και τρομοκρατούσε την ομάδα. «Πολλοί άνθρωποι πίστευαν ότι ήταν τρελός. Εγώ δεν το βλέπω έτσι. Ήταν ένα αγενές, κακομαθημένο παιδί. Αν ήταν ηλικιωμένος, θα τον αποκαλούσαν μόνο κάθαρμα. Αλλά τώρα πέθανε και μας άφησε. Ας αναπαυθεί εν ειρήνη», έγραψε ο σκηνοθέτης. Ερωτηθείς ξανά για το θέμα το 2021 στο Ctxt, ο Colomo επαναβεβαίωσε: «Ήταν ένα κάθαρμα. Δεν θα έγραφα αυτή τη νεκρολογία τώρα, επειδή είμαι μεγαλύτερος και πιο ώριμος, δεν υπερέβαλα σε τίποτα».
Αντίο Μάργκαρετ Θάτσερ, δε θα μας λείψεις
Έξω από τα λιγότερο ή περισσότερο επίσημα κανάλια των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επέτρεψαν επίσης στα άτομα να διοχετεύσουν συγκεκριμένη ευφορία με την ανακοίνωση του θανάτου κάποιου επιφανούς. Ένα παράδειγμα είναι η αντίδραση της LGBTQ+ κοινότητας στον θάνατο της Μάργκαρετ Θάτσερ, πρώην πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου μεταξύ 1979 και 1990, το 2013.
Η Θάτσερ πρωτοστάτησε στη νομοθεσία για το λεγόμενο άρθρο 28, το οποίο απαγόρευε την «προώθηση της ομοφυλοφιλίας» και τη συνέδεε εμμέσως με την παιδοφιλία. Μια εικόνα του τάφου της συντηρητικής ηγέτιδας με λεκέδες και το αυτοκόλλητο «Ένα τρανσέξουαλ άτομο κατούρησε εδώ» έγινε viral, όπως και το τραγούδι Ding-Dong! The Witch is Dead, από το μιούζικαλ The Wizard of Oz (1939), ανέβηκε στο νούμερο 2 του βρετανικού Top40 με τα τραγούδια που ακούγονται περισσότερο στη χώρα την εβδομάδα του θανάτου της.
Μιλάω εκ μέρους της πλειοψηφίας της οικογένειάς της όταν λέω ότι η παρουσία της δεν θα λείψει σε πάρα πολλούς, πολύ λίγα δάκρυα θα χυθούν και κανείς δεν θα θρηνήσει το θάνατό της
Όταν πεθαίνει ένας ομοφοβικός διάσημος
Όταν πρόκειται για θανάτους ομοφοβικών ανθρώπων, είναι δύσκολο να βρει κανείς έναν πιο εύγλωττο επικήδειο από αυτόν που αφιέρωσε ο David von Drehle στον Fred Phelps στο περιοδικό Time το 2014. Ο ιδρυτής της εκκλησίας των Βαπτιστών του Westboro και συγγραφέας του συνθήματος «Ο Θεός μισεί τις αδερφές», ο Phelps κατάφερε να εξοργίσει οριστικά τους πάντες όταν αποφάσισε να διακόπτει συστηματικά τις κηδείες των Αμερικανών στρατιωτών που έπεσαν στο Ιράκ και να αρχίσει να εκστομίζει τις θεωρίες του. Έτσι, έλαβε έναν επικήδειο που του ταιριάζει. Μόνο στην πρώτη πρόταση χαρακτηρίστηκε «κολοσσιαίος βλάκας» και το άρθρο πανηγύριζε ότι, τουλάχιστον, η προσοχή που έλαβαν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης από τον άθλιο χαρακτήρα λειτούργησε για να ανάψουν οι προβολείς που «φώτισαν την πτώση του».
Και σε ένα πιο ανώνυμο επίπεδο, η νεκρολογία που η οικογένεια της Ισπανίδας πολιτικού Dolores Aguilar της αφιέρωσε, τον Αύγουστο του 2008, έχει γίνει πρότυπο για τα παιδιά που δεν θέλουν να ευχαριστήσουν ή να γιορτάσουν τους γονείς τους. Το κείμενο, το οποίο είχε λογοκλοπή μέχρι αηδίας, έλεγε: «Η Dolores δεν είχε κανένα χόμπι, δεν προσέφερε τίποτα στην κοινωνία και σπάνια μοιράστηκε μια καλή λέξη ή πράξη στη ζωή της. Μιλάω εκ μέρους της πλειοψηφίας της οικογένειάς της όταν λέω ότι η παρουσία της δεν θα λείψει σε πάρα πολλούς, πολύ λίγα δάκρυα θα χυθούν και κανείς δεν θα θρηνήσει το θάνατό της. (…) Θα μας λείψει μόνο αυτό που δεν είχαμε ποτέ: Μια καλή μητέρα, γιαγιά και προγιαγιά».
Αυτό που σίγουρα γνωρίζουμε είναι ότι τίποτα δεν ζει όσο μια άσχημη νεκρολογία –νικάει ακόμα και την καλή φήμη.
*Με στοιχεία από elpais.com
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις