Μποστ: Αλήθειες αστείες και πικρές
Ο Μποστ, τελικά, ποτέ δεν πεθαίνει
Η «Μαμά Ελλάς» μάς έκανε ως τώρα να γελούμε. Από χθες, κρατώντας από το ένα χέρι την «Ανεργίτσα» και από το άλλο τον «Πειναλέων», θρηνεί. Και μας κάνει να κλαίμε μαζί της. Με ένα κλάμα «ανορθόγραφο» και «ασύντακτο», που μπορεί από τις αναμνήσεις να γίνεται και κλαυσίγελως, αλλά γοερό. Κλαίμε γιατί χάσαμε έναν από τους λίγους που μας έκαναν να γελάμε. Και γιατί χάσαμε ένα μεγάλο, ωραίο, αθώο μωρό 77 ετών: τον Μποστ. Τον Μποστ που χάραξε όλες αυτές τις Γενοβέφες και τους Δον Κιχώτες και τις Φαύστες και τα Ριτσάκια και τις Μήδειες και τις Μαρίες Πενταγιώτισσες και τους Ρωμαίους και τις Ιουλιέτες και μετά τους έδωσε μιλιά —και τι μιλιά!— για να πουν αλήθειες, αλήθειες αστείες και πικρές, ακριβώς γιατί ήταν αλήθειες.
«ΤΑ ΝΕΑ», 14.12.1995, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο Μποστ γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη του 1918, στο Μακρίκιοϊ, και κουβαλούσε όλη την ανατολίτικη θυμοσοφία και αρχοντιά — κιμπάρης άνθρωπος. Χρύσανθος Μποσταντζόγλου ήταν το όνομά του. Ο πατέρας του, υφασματέμπορος, το ’22 μετακίνησε την οικογένειά του στο Γαλάτσι της Ρουμανίας και από εκεί, το ’26, στην Αθήνα. Η πλατεία Αγάμων —έτσι έλεγαν τότε την πλατεία Αμερικής— ήταν η γειτονιά του. Διάβαζε πολύ ο μικρός Χρύσανθος. Από τότε. Εγκυκλοπαίδειες, ιστορία, βιογραφίες. Και έβλεπε με τους γονείς του τις επιθεωρήσεις της εποχής — Αυλωνίτη, Μακρή, αδελφές Καλουτά, Ηρώ Χαντά, Κοκκίνη, Μαυρέα. Ο Ορέστης Μακρής «μεθυσμένος», σε ένα από τα κλασικά του νούμερα, να λέει πως πήγε σε ένα μέντιουμ να κόψει το κρασί, τον εντυπωσιάζει. Την άλλη μέρα περιγράφει στους συμμαθητές του, μέσα στο γέλιο, πώς ο Μακρής «μπέρδευε» τη γλώσσα του κι έλεγε το μέντιουμ «μέντι». Αυτό ήταν: του κολλούν το παρατσούκλι Μέντης και του μένει σ’ όλη του τη ζωή.
[…]
Ο Μέντης —πλέον— Βοσταντζόγλου (το Μποσταντζόγλου είχε «εξελληνιστεί»), όταν τελειώνει το Η’ Γυμνάσιο, διαλέγει τη Σχολή Καλών Τεχνών. Πηγαίνει στην τάξη του Μπισκίνη. Βαριέται όμως —«το μάθημα ήταν πολύ ανιαρό»— και σε έξι μήνες τα παρατάει. Πάει στο Ναυτικό, πόλεμος, Κατοχή, και «για λόγους βιοποριστικούς», μια και το χέρι του πιάνει, αρχίζει να κάνει σκίτσα σε εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία. Παράλληλα, για ένα-ενάμιση χρόνο δουλεύει στην «Καθημερινή», κάνοντας τον διανομέα του περιοδικού «Εκλογή». Τότε ο Γιώργος Σαββίδης τού προτείνει να πάει στον «Ταχυδρόμο» για να σχεδιάζει χάρτες — ήταν τότε ο Πόλεμος της Κορέας και τύπωναν στο περιοδικό χάρτες για τις πολεμικές επιχειρήσεις. Σιγά-σιγά περνάει στο πολιτικό σκίτσο και στο χρονογράφημα. Θα συνεργαστεί, εκτός από τον «Ταχυδρόμο», με την «Αυγή», την «Ελευθερία», την «Ελευθεροτυπία».
Το ’62 δοκιμάζει στο θέατρο: συνεργάζεται με τον Μίκη Θεοδωράκη στα κείμενα της «Όμορφης πόλης», όπου φιλοτεχνεί και τα σκηνικά και τα κοστούμια. Θα ακολουθήσει ο «Δον Κιχώτης» και το ’64 η «Φαύστα», ένα κείμενο σουρεαλιστικό και άκρως αστείο, ένα ξεκαρδιστικό ξέσκισμα της μικροαστικής νοοτροπίας, που γίνεται κείμενο κλασικό, παίζεται, ξαναπαίζεται και πάντα ενθουσιάζει — ένα από τα πιο πολυπαιγμένα σύγχρονα ελληνικά έργα. Ακολουθούν: «Τα χρυσά φτερά», «Εκλογές του Μποστ», «Μαρία Πενταγιώτισσα», «Κάνε το ΠΑΣΟΚ σου παξιμάδι», «40 χρόνια Μποστ», «Μήδεια» —ένας θρίαμβος στη «Στοά»— και —έσχατο— το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», με το οποίο γνωρίζει άλλη μια μεγάλη επιτυχία, μόλις το περασμένο καλοκαίρι στο Ηρώδειο, και που ο Θανάσης Παπαγεωργίου και η Λήδα Πρωτοψάλτη —που αναδείχθηκαν τα τελευταία χρόνια στους ιδεώδεις ερμηνευτές του— παίζουν και τώρα στο θέατρο «Στοά». Ο Μποστ συνεργάστηκε επίσης με άλλους συγγραφείς σε επιθεωρήσεις και σπονδυλωτά θεάματα, ενώ παράλληλα δεν έπαψε να ασχολείται με τη ζωγραφική.
Είχε κάνει γύρω στις δεκαπέντε ατομικές εκθέσεις. Το 1966 άνοιξε κατάστημα με την επωνυμία «Λαϊκαί εικόναι», απ’ όπου διοχέτευε τα έργα του, διακοσμώντας πάνω από είκοσι χιλιάδες αντικείμενα δώρων. Είχε εκδώσει, επίσης, αρκετά βιβλία με σκίτσα και κείμενα, μεταξύ των οποίων και το σπαρταριστό «Αληλογραφεία με τον Κόστα» (1963). Το στυλ του —ανορθογραφίες, «διεστραμμένη» καθαρεύουσα, ομοιοκατάληκτοι δεκαπεντασύλλαβοι—, που κανείς δεν κατάφερε να το αντιγράψει, το πέρασε από το σκίτσο και την πολιτική γελοιογραφία στο σατιρικό θέατρο και την παρωδία, αποκτώντας φανατικούς θαυμαστές. «Μόνο του βγήκε», έλεγε για το στυλ του στην τελευταία συνέντευξή του στα «Νέα». […]
Όσο για το αν ήταν ανορθόγραφος πριν το κάνει στυλ, ο Μποστ έλεγε: «Όχι. Ίσα-ίσα. Ξέρω καλά ελληνικά. Απλώς μερικές φορές, όταν βιάζομαι να γράψω μια φράση για να τη θυμάμαι, γράφω το και κε ή δεν βάζω τα δύο σίγμα ή τα δύο λάμδα. Μια δική μου, φωνητική ας πούμε, γραφή».
Τα τελευταία χρόνια, χτυπημένος από ένα έμφραγμα, έφθινε σωματικά. Το πνεύμα του όμως παρέμεινε ακμαίο. Ως το τέλος.
Ο Μποστ πέθανε. Η υλική του υπόσταση «μετατίθεται» από σήμερα στις 2.30 μ.μ. σε ένα μνήμα του Α’ Νεκροταφείου. Η υλική απουσία του θα ’ναι πολύ αισθητή. Στην Μαρία, τη γυναίκα του, στους γιους του, τον Γιάννη τον ηθοποιό και τον Κώστα τον διαφημιστή, στον μόνο του εγγονό, τον Χρύσανθο, που τον φώναζε Μεντούλη, στους δικούς του, στους φίλους του.
Το σπίτι, εκεί απέναντι από την Ακρόπολη, και το άλλο, το αγαπημένο του, στο Μεταξοχώρι της Αγιάς, θα είναι άδειο χωρίς αυτόν. Όμως τα κείμενά του θα μείνουν, οιονεί ασπαίροντα μνημεία της «ελληνοελληναρίας» μας. Ο Μποστ, τελικά, ποτέ δεν πεθαίνει: όλοι που θα μαζευτούμε σήμερα να τον αποχαιρετίσουμε είμαστε σίγουροι γι’ αυτό.
*Ο αποχαιρετισμός του Μποστ από «Τα Νέα» διά χειρός του Γιώργου Σαρηγιάννη, καλλιτεχνικού συντάκτη (υπευθύνου πολιτιστικού ρεπορτάζ). Το κείμενο, που έφερε τον τίτλο «Η Ιουλιέτα δεν θα ξαναγελάσει…», είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα την Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 1995, την επαύριον του θανάτου του αειμνήστου συγγραφέα και καλλιτέχνη.
- Γαύδος: Εντοπίστηκαν ακόμη δύο νεκροί μετανάστες από το ναυάγιο της Παρασκευής
- «Στο στόχαστρο της Τσέλσι και άλλων δύο ομάδων της Premier League ο Τζίμας»
- Πέθανε ο ηθοποιός Δημήτρης Ήμελλος στα 57 του χρόνια
- Γιαμάλ: «Πριν τα 21 θέλω να έχω Μουντιάλ, Champions League και δύο πρωταθλήματα»
- Βασίλης Μαυρογεωργίου: «Όταν με πρότειναν για τον ρόλο στον σκηνοθέτη εκείνος ούτε καν με ήξερε»
- ΗΠΑ: Τουλάχιστον πέντε νεκροί από πυροβολισμούς σε σχολείο στο Μάντισον του Ουισκόνσιν