Ο προϋπολογισμός θα ψηφιστεί. Τα δύσκολα αρχίζουν μετά
Η συζήτηση για τον προϋπολογισμό θα ακολουθήσει την πεπατημένη, αλλά τα προβλήματα είναι πραγματικά
Η συζήτηση και για τον φετινό προϋπολογισμό είναι σε μεγάλο βαθμό προβλέψιμη και σε ένα βαθμό θεωρητική και βαρετή. Όχι γιατί δεν θα υπάρξουν ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις, αιχμηρή κριτική και προειδοποιήσεις για αστοχίες, αλλά γιατί όλοι -κυρίως όσοι υπερασπίζονται μέχρι κεραίας το συγκεκριμένο σχέδιο- ξέρουν ότι η ουσία δεν βρίσκεται στην ψήφιση του προϋπολογισμού, αλλά στην εκτέλεσή του.
Κοινώς στην πράξη φαίνεται, -πόσο μάλλον σε περιόδους εντάσεων και δυσμενούς διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος- εάν «βγαίνουν» οι αριθμοί, επαληθεύονται οι προβλέψεις, εάν υπήρχε ή δεν υπήρχε περιθώριο για επιπλέον παροχές, εάν θα αυξηθούν τα ελλείμματα, εάν δεν τεντωθεί επικίνδυνα το δημοσιονομικό ζωνάρι που ξανασφίγγει από το νέο έτος με εντολή από τις Βρυξέλλες.
Βεβαίως, μια συζήτηση για τον προϋπολογισμό είναι πάντα αποκαλυπτική για την ακολουθούμενη οικονομική στρατηγική, τις επιλογές και τις προτεραιότητες το επόμενο διάστημα. Αυτή είναι, άλλωστε, και η ουσία.
Όμως, και εκεί δεν ξέρω πόσο συναρπαστική θα είναι η αντιπαράθεση, από τη στιγμή που ιδίως μετά την αποδιάρθρωση του ΣΥΡIZA, η κυβέρνηση δείχνει κοινοβουλευτικά παντοδύναμη και η μόνη που διαθέτει εφαρμόσιμο πρόγραμμα και πειστικό αφήγημα.
Και βέβαια η κυβέρνηση σε αυτή τη φάση θα εκμεταλλευτεί τη «θετική εικόνα» που αποτυπώνεται και στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, ενώ πολλές φορές αναμένεται να ακουστεί και η επιτυχία της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, ως δικαίωση και επιβράβευση της ακολουθούμενης πολιτικής, από τους διεθνείς οίκους και οργανισμούς- στα κριτήρια των οποίων πάντως δεν βρίσκεται ψηλά η ευημερία του λαού.
Στην εισηγητική έκθεση υπάρχει σαφές αφήγημα «αισιοδοξίας»: η χώρα μας έχει υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από όλη την Ευρώπη. Η ανεργία υποχωρεί. Ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε όπως και συνολικά οι αμοιβές. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού το 2023 πήγε καλά και αυξάνονται τα έσοδα του δημοσίου (αύξηση στην οποία συνέβαλε βέβαια και ο υψηλός πληθωρισμός). Την επόμενη χρονιά θα συνεχιστεί η ανάπτυξη και ταυτόχρονα θα διευρυνθούν ακόμη περισσότερο τα έσοδα.
Μόνο που όπως ισχύει συχνά στη ζωή όλα αυτά είναι «πολύ καλά για να είναι αληθινά», πολλές φορές η πραγματικότητα δεν είναι αυτή που καταγράφεται στους αριθμούς και ισχύει στο ακέραιο το «οι αριθμοί ευημερούν οι άνθρωποι δυστυχούν».
Ναι όντως, η ελληνική οικονομία έχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από τις μεγάλες χώρες της Ευρώπης. Κυρίως γιατί αυτές είναι σε στασιμότητα ή στα όρια της ύφεσης.
Όμως, την ίδια στιγμή καταγράφηκε επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης στο τρίτο τρίμηνο 2023 με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, επιβράδυνση που αφορούσε και την ανάπτυξη και τις επενδύσεις και την κατανάλωση (δημόσια και ιδιωτική).
«Συγκυριακό το φαινόμενο», θα μπορούσε κάποιος να πει, όμως αυτό δεν αναιρεί τις επιπτώσεις για την επίτευξη των ετήσιων στόχων ούτε το ότι κάτι δείχνει ιδίως εάν συνεχιστεί. Γιατί αν συμβεί αυτό θα σημαίνει ότι η ορμή που υπήρξε μετά το τέλος των μνημονίων και διακόπηκε μόνο προσωρινά από την πανδημία, για να συνεχιστεί μετά, τώρα φτάνει σε ένα όριο.
Κίνδυνος που ελλοχεύει και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει είναι και η μετάδοση «εξωγενών» αρνητικών επιδράσεων σε μια περίοδο που σφραγίζεται από αυξημένη γεωπολιτική αστάθεια.
Έπειτα, υπάρχει το ζήτημα του πληθωρισμού. Η κυβέρνηση, όπως είναι αναμενόμενο, επιμένει να εστιάζει στη συγκράτηση του γενικού δείκτη.
Όμως, το πρόβλημα δεν είναι ο γενικός δείκτης, είναι ο πληθωρισμός σε κρίσιμα είδη όπως τα τρόφιμα που παραμένει στα ύψη και προκαλεί οικονομική αιμορραγία στα λαϊκά στρώματα που βλέπουν το εισόδημά τους να εξανεμίζεται.
Ας μην ξεχνάμε ότι μπορεί να αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός και οι αποδοχές γενικότερα, όμως το κύμα πληθωρισμού, ιδίως το 2022 «κατάπιε» το μεγαλύτερο μέρος από αυτές τις αυξήσεις. Ούτε πρέπει να ξεχνάμε ότι επιβράδυνση του πληθωρισμού σημαίνει ότι οι τιμές δεν αυξάνονται με τον ίδιο ρυθμό, όχι ότι μειώνονται, και άρα η απώλεια εισοδήματος παραμένει.
Και βέβαια δεν θα πρέπει να ξεχνάμε το ζήτημα της φορολογίας. Η κυβέρνηση είναι αισιόδοξη για τα φορολογικά έσοδα. Βεβαίως και πάλι το μεγαλύτερο μέρος της φορολογίας είναι οι έμμεσοι φόροι, είτε ο ΦΠΑ, είτε οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης.
Φόροι εξ ορισμού κοινωνικά άδικοι, αφού για τα λαϊκά στρώματα με τα σαφώς μικρότερα εισοδήματα η επιβάρυνση είναι αναλογικά μεγαλύτερη.
Αλλά και ως προς το εισόδημα, η «φορολογική αισιοδοξία» της κυβέρνησης στηρίζεται στην αύξηση των εισπρακτέων φόρων μέσα από μέτρα όπως οι αλλαγές στη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολουμένων, δηλαδή μέσα από την άδικη επιστροφή της λογικής των «τεκμηρίων» που αντιμετωπίζει εκ προοιμίου κάθε επαγγελματία ως «φοροφυγά» και τον χαρατσώνει ανάλογα.
Με ορατό τον κίνδυνο η υπερφορολόγηση να οδηγήσει σε μεγαλύτερη φοροδιαφυγή, όπως ακριβώς έχει συμβεί στο παρελθόν.
Όλα αυτά αποκτούν ξεχωριστή σημασία καθώς μπαίνουμε σε ένα χειμώνα που μπορεί να αποδειχτεί δύσκολος από πολλές απόψεις. Σημειωτέον ότι ούτε το πώς θα λειτουργήσει το νέο σύστημα τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος είναι δεδομένο και το ενδεχόμενο να υπάρξει τελικά επιβάρυνση των νοικοκυριών δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Αντίστοιχα, πολλά θα κριθούν από το μέτωπο της ακρίβειας, που είναι άλλο από το μέτωπο του πληθωρισμού γενικά, και που σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις θα συνεχιστεί ακάθεκτη το 2024.
Και βέβαια δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η κοινωνία κοιτάζει πάντα πολύ προσεκτικά όταν αυξάνονται οι φόροι που καταλήγουν και για τη χρηματοδότηση ποιων σχεδίων χρησιμοποιούνται. Εάν για παράδειγμα σημαίνουν καλύτερη λειτουργία των νοσοκομείων ή σχολεία χωρίς κενά δασκάλων και καθηγητών.
Η συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή μπορεί να θεωρηθεί προδιαγεγραμμένη. Θα ακουστούν πολλά, οι πολιτικοί αρχηγοί θα προσπαθήσουν να κάνουν υψηλών τόνων παρεμβάσεις, όμως στο τέλος θα ψηφιστεί.
Η πραγματική συζήτηση για την οικονομία δεν θα γίνει στη Βουλή.
Θα γίνει στις ουρές για τα ταμεία στα σούπερ μάρκετ, στα καφενεία, στις στάσεις των λεωφορείων, στα οικογενειακά τραπέζια, στην διαπραγμάτευση για το ενοίκιο, στο ραντεβού με τον λογιστή και τον έφορο.
Και εκεί η κυβέρνηση είναι πιθανό, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, να τα βρει σκούρα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις