Στις 18 Δεκεμβρίου 1963, γεννιέται ο παγκοσμίου φήμης αμερικανός ηθοποιός και αστέρας του Χόλιγουντ, Μπραντ Πιτ. Επειδή όμως οι περισσότεροι γνωρίζουμε ήδη επαρκείς πληροφορίες για τον συγκεκριμένο, ας αναφερθούμε σε έναν άλλον Μπράντ. Τον Βίλι Μπραντ, τον γερμανό πολιτικό που γεννήθηκε επίσης στις 18 Δεκεμβρίου, αλλά του 1913.

Ο Βίλι Μπραντ, καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας στην ιδιαίτερα ευαίσθητη λόγω Ψυχρού Πολέμου περίοδο 1969 – 1974, υπήρξε μία από τις κορυφαίες πολιτικές προσωπικότητες της Ευρώπης τον 20ο αιώνα. Μοιραία όμως  το πέρασμα του χρόνου τον κάνει όλο και λίγοτερο γνωστό στις νεότερες γενιές.

Στους κάτω των 30 είναι μάλλον άγνωστος ενώ στους γύρω στα 40, μπορεί το όνομά του όλο και κάτι να θυμίζει, πιθανότατα από τις συζητήσεις των γονιών τους και κάποιους διάσπαρτους τίτλους των εφημερίδων των παιδικών τους χρόνων, αλλά ως εκεί.

Προσωπικότητα

Ποιος λοιπόν ήταν ο Βίλι Μπραντ;

Όπως γράφουν ο Νίκος Πιπέρης και «ΤΟ ΒΗΜΑ»: «Ο βραβευθείς με Νομπέλ Ειρήνης το 1971 γερμανός καγκελάριος έμεινε στην Ιστορία για την ισορροπημένη, ιδιαίτερα προσεκτική, χαμηλών τόνων σε μερικούς τομείς αλλά και αρκετά εκσυγχρονιστική πολιτική του, χάρη στην οποία η μεταπολεμική Γερμανία αναδείχθηκε ταχύτατα το ηγεμονικό κράτος της ευρωπαϊκής ηπείρου που γνωρίζουμε σήμερα.

»Και πράγματι ο Βίλι Μπραντ από το 1948, όταν του δόθηκε και πάλι η γερμανική υπηκοότητα την οποία του είχε στερήσει το Γ’ Ράιχ (το όνομα Βίλι Μπραντ άλλωστε είναι ψευδώνυμο το οποίο προσέλαβε το 1933 όταν επισήμως εργαζόταν στη Νορβηγία ως ανταποκριτής και ανεπισήμως δρούσε στην αντίσταση κατά της Γκεστάπο – το πραγματικό του όνομα ήταν Χέρμπερτ Ερνστ Φραμ), ως το 1974 κατάφερε πολλά.

Ο Βίλι Μπραντ το 1959.

Συνεχιστής του Αντενάουερ

»Συνεχίζοντας την ορθολογική πολιτική του Κόνραντ Αντενάουερ, ο οποίος έθετε ως προτεραιότητα του κατεστραμμένου όσο και στιγματισμένου γερμανικού κράτους την εξωτερική πολιτική (και κυρίως τη βελτίωση των σχέσεών της με έναν εκ των κυριοτέρων αντιπάλων της κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη γειτονική Γαλλία), ο Μπραντ κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε η Γερμανία να ξαναβρεί τη θέση της στα ευρωπαϊκά πράγματα και κατάφερε να εξομαλυνθούν οι σχέσεις της με τις χώρες του Ανατολικού μπλοκ (κυρίως με την Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία) και, πάνω απ’ όλα, να υπογράψει μια συμφωνία «μη επιθετικότητας» με τη Σοβιετική Ενωση.

Η Οστπολιτίκ

»Εχουμε να κάνουμε λοιπόν με τον βασικό εμπνευστή της περίφημης Oestpolitik (“Ανατολική πολιτική”, κατά το ότι η Δυτική Γερμανία θα ήταν η πρώτη χώρα η οποία θα επιχειρούσε πλέον ανοίγματα σε κράτη ερμητικά κλεισμένα στο καβούκι της Σοβιετικής Ενωσης).

»Στα επιτεύγματα του Βίλι Μπραντ συγκαταλέγεται ασφαλώς η στάση που κράτησε κατά την «κρίση του Βερολίνου» από το 1958 ως το 1962 και ιδιαίτερα τον Αύγουστο του 1961. Οταν στην ιστορία της Ευρώπης γράφτηκε ένα από τα πλέον επαίσχυντα όσο και κωμικά κεφάλαιά της, η ανέγερση ενός τείχους στο κέντρο μιας πόλης, η οποία στο εξής θα χωριζόταν σε δυτικόφιλη και ακραιφνώς κομμουνιστική – του τείχους του Βερολίνου».

Τζον Κένεντι, Βίλι Μπραντ. Μάρτιος 1961

Δήμαρχος Βερολίνου

Ο Βίλι Μπραντ πριν ανέλθει στο ανώτατο αξίωμα της Καγκελαρίας, υπήρξε Δήμαρχος στο Βερολίνο (1957 – 1966), σε μια εποχή που η συγκεκριμένη πόλη υπήρξε το επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου, που τότε μαινόταν μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης θερμότατος, και το Βερολίνο χωριζόταν σε Δυτικό και Ανατολικό.

«Ο Βίλι Μπραντ ήταν την εποχή εκείνη δήμαρχος της πόλης και ανερχόμενο μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας (SDP). Κατ’ αρχήν κατάφερε να αποτρέψει τους συμμάχους της Δυτικής Γερμανίας από μια στρατιωτική επέμβαση, η οποία ήταν προφανές ότι θα άνοιγε έναν νέο πολεμικό κύκλο.

»Ο σοσιαλιστής δήμαρχος με τις φιλευρωπαϊκές ιδέες στην πραγματικότητα μισούσε τους κομμουνιστές, τους θεωρούσε απειλή, θα προτιμούσε να έβρισκε μια άμεση όσο και οριστική λύση απέναντι στα προβλήματα που δημιουργούσαν, αλλά κατόρθωσε να φανεί πραγματιστής, διπλωμάτης και ιδανικός “ισορροπιστής” μεταξύ δύο πολιτικά αντίθετων κόσμων.

»Η διχοτόμηση της πόλης της οποίας ήταν δήμαρχος τον έθιγε όσο κανέναν. Και όμως ήταν ο πρώτος που αποδέχθηκε τη νέα κατάσταση, ο μόνος που από την επόμενη ημέρα κιόλας θέλησε να ξεκινήσει και πάλι διάλογο με τους “Ανατολικούς”.

»Το καθεστώς εκατέρωθεν επισκέψεων, το πρόβλημα των οικογενειών που χώριζε το τείχος, ζητήματα ιδιοκτησίας καθώς και σταγόνες ή μάλλον αμυδρές ελπίδες ότι κάποια στιγμή η λογική θα επικρατήσει και πάλι, η πόλη θα ενωθεί ξανά, ήταν μερικά από τα όσα κατάφερε να επιβάλει στους “αντιπάλους” του.

Διεκδικώντας την Καγκελαρία

»Κατήλθε ως υποψήφιος καγκελάριος (…) το 1961 και το 1965. Ανεπιτυχώς. Το 1966 έγινε υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος, σε μια κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ σοσιαλιστών και χριστιανοδημοκρατών.

»Για πρώτη φορά έγινε καγκελάριος το 1969. Εναν χρόνο μετά τη βράβευσή του με το Νομπέλ Ειρήνης κέρδισε για δεύτερη φορά τις εκλογές, με ιδιαιτέρως διευρυμένη πλειοψηφία».

Η ιστορική γονυκλισία

Τoν Δεκέμβριο του 1970 ο Βίλι Μπραντ έγινε ο πρώτος γερμανός καγκελάριος που πάτησε σε πολωνικό έδαφος. Η ναζιστική κατοχή στην Πολωνία, το Ολοκαύτωμα και ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχαν τελειώσει 25 χρόνια πριν και με το ιστορικής σημασίας αυτό του το ταξίδι στη Βαρσοβία, ο Βίλι Μπραντ ήθελε να σηματοδοτήσει την επανεκκίνηση των γερμανοπολωνικών διπλωματικών σχέσεων.

Στις 7 Δεκεμβρίου 1970 ο Μπραντ φτάνει στη Βαρσοβία και κατέθετει στεφάνι στο μνημείο για την εξέγερση του γκέτο της Βαρσοβίας, τιμώντας τους Εβραίους που έχασαν ηρωικά τη ζωή τους εξεγειρόμενοι ενάντια στους Γερμανούς βασανιστές τους.

Και τότε, λίγα δευτερόλεπτα αφότου κατέθεσε το στεφάνι, ο Βίλι Μπραντ έκανε μερικά βήματα πίσω και γονάτισε.

Ο Βίλι Μπραντ στη Βαρσοβία, 1970.

Όπως έγραψε αργότερα στα απομνημονεύματά του ο Βίλι Μπράντ για την κίνησή του αυτή: «Στην άβυσσο της γερμανικής ιστορίας και υπό το βάρος εκατομμυρίων δολοφονημένων ανθρώπων έκανα ό,τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος, όταν η γλώσσα αποτυγχάνει».

Ήταν προσχεδιασμένη όμως κίνηση;

«Όχι, δεν ήταν» γράφει ο Μπραντ. «Οι στενοί συνεργάτες μου δεν εξεπλάγησαν λιγότερο από τους δημοσιογράφους και τους φωτογράφους που βρίσκονταν γύρω μου».

Η αντίδραση των Πολωνών

Σύμφωνα με τον ιστορικός Κρίστοφ Ρουχνίεβιτς από το Πανεπιστήμιο του Βρότσλαβ, μέχρι τότε υπήρχαν μόνο οι «κακοί Γερμανοί», οι εγκληματίες πολέμου. «Και τότε έρχεται ξαφνικά ένας Γερμανός καγκελάριος που γονατίζει και δείχνει έτοιμος να ζητήσει εξιλέωση (…) Όμως η κομματική προπαγάνδα στην Πολωνία δεν άδραξε την ευκαιρία για να αλλάξει την αρνητική εικόνα της Γερμανίας», αναφέρει ο πολωνός καθηγητής συμπληρώνοντας πως πολλοί δεν πληροφορήθηκαν καν τη συγκεκριμένη κίνηση του γερμανού ηγέτη, καθώς η συγκεκριμένη φωτογραφία δεν δημοσιεύθηκε ποτέ από τον πολωνικό τύπο της εποχής.

Ο Βίλι Μπραντ το 1983.

Ο αντίκτυπος στη Γερμανία

Σύμφωνα με δήλωση της ιστορικού Κριστίνα Μάιερ από το Ίδρυμα Βίλι Μπραντ στη Deutsche Welle, στη Γερμανία με την κίνηση αυτή «έσπασε ένα ταμπού», καθώς την εποχή εκείνη η πλειοψηφία των Γερμανών δεν έμοιαζε καθόλου έτοιμη, ακόμα, να ζητήσει συγγνώμη για τα ναζιστικά εγκλήματα. Μάλιστα σε δημοσκόπηση του 1970 ένας στους δύο Δυτικογερμανούς θεωρούσε την κίνηση του Βίλι Μπραντ υπερβολική.

Κατασκοπεία και παραίτηση

Στις 5 Μαΐου 1974, ο Βίλι Μπράντ παραιτήθηκε από τη θέση του Καγκελάριου. Στην απόφαση αυτή οδηγήθηκε ύστερα από την αποκάλυψη πως ο στενός του συνεργάτης του ήταν πράκτορας του της Ανατολικής Γερμανίας (Στάζι).

Σημαντικό επίσης ρόλο φαίνεται να έπαιξε ο προβληματισμός του κόμματος του Βίλι Μπραντ, των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), σχετικά με αποκαλύψεις για εξωσυζυγικές σχέσεις του Βίλι Μπραντ καθώς και για τη σχέση του με το αλκόολ. Όπως πάντως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ»  «Ως το τέλος της ζωής του, στις 8 Οκτωβρίου του 1992, [ο Βίλι Μπραντ] παρέμεινε πολιτικά ενεργός, ως πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, πρόεδρος της Ανεξάρτητης Επιτροπής Εξωτερικών Θεμάτων και επίτιμος πρόεδρος του SPD. Τουλάχιστον ευτύχησε να δει το τείχος του Βερολίνου να γκρεμίζεται».