Η Ελλάδα του Μεσοπολέμου κατεδαφίζεται
Χάνονται κτίρια στολίδια αρχιτεκτονικής και ιστορικής αξίας - Αρχιτέκτονες, ακαδημαϊκοί και φορείς που ασχολούνται με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς απευθύνουν αγωνιώδη έκκληση
- Γιατί η Βραζιλία έχει μεγάλη οικονομία αλλά απαίσιες αγορές
- «Είναι άρρωστος και διεστραμμένος, όσα μου έκανε δεν τα είχα διανοηθεί» - Σοκάρει η 35χρονη για τον αστυνομικό
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
- Διαρρήκτες «άδειαζαν» το εργαστήριο του γλύπτη Γεώργιου Λάππα στη Νέα Ιωνία
Η Ελλάδα του Μεσοπολέμου κατεδαφίζεται.
Μαζί της σβήνει για πάντα μια πολύτιμη μνήμη της χώρας: Τα στέκια του Εγγονόπουλου και του Εμπειρίκου, η εποχή της Μπελ Επόκ, τα βράδια που η Μάνδρα του Αττίκ ήταν ασφυκτικά γεμάτη, οι κηπουπόλεις που δέσποζαν κάποτε γύρω από την Αθήνα…
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμούμ από το 2020 έως το 2023 στην Ελλάδα εκδόθηκαν 380 άδειες για κατεδάφιση κτιρίων, τα περισσότερα από τα οποία ήταν μονώροφα, διώροφα και τριώροφα κτίρια του Μεσοπολέμου
Σχεδόν κάθε εβδομάδα ένα ή και περισσότερα κτίρια χτισμένα ανάμεσα στο 1922 και το 1940 κατεδαφίζονται.
Αρχιτέκτονες, ακαδημαϊκοί και φορείς που ασχολούνται με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς απευθύνουν αγωνιώδη έκκληση, επισημαίνοντας πως η φυσιογνωμία της χώρας αλλοιώνεται δραματικά.
Και πως ένα κομμάτι του αρχιτεκτονικού της πλούτου – που στο εξωτερικό διαφυλάσσεται πάση θυσία – χάνεται για πάντα.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, από το 2020 ως το 2023 στην Ελλάδα εκδόθηκαν 380 άδειες για κατεδάφιση κτιρίων, τα περισσότερα από τα οποία ήταν μονώροφα, διώροφα και τριώροφα κτίρια του Μεσοπολέμου.
Η διαπίστωση της Ελληνικής Εταιρείας είναι ζοφερή: «Αξιόλογα χαμηλά κτίρια αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος και ιστορικής σημασίας στην Αθήνα κατεδαφίζονται και στη θέση τους ανεγείρονται θηριώδεις 8ώροφες ή 10ώροφες κατασκευές, λόγω των υψηλών συντελεστών δόμησης και της επιτρεπόμενης αύξησης ύψους βάσει του ισχύοντος ΝΟΚ», σημειώνουν κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου.
Γειτονιές και προάστια της Αθήνας γεμάτα με κτίρια που συγκροτούσαν ένα ιστορικό αστικό τοπίο, το Κουκάκι, οι Αμπελόκηποι, η Νέα Σμύρνη, το Ψυχικό, η Καλλιθέα, χάνουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους υπό τη σαρωτική λαίλαπα της μπουλντόζας.
Η Κυπριάδου, μια ιστορική συνοικία του Μεσοπολέμου, βλέπει το παρελθόν της να χάνεται μέρα με τη μέρα και απρόσωπα κτίρια να ορθώνονται στους δρόμους της συμβάλλοντας στην αισθητική υποβάθμιση και στην επιδείνωση της ποιότητας ζωής στην πόλη.
Κάθε τοίχος που γκρεμίζεται παίρνει μαζί του και μια ιστορία…
Ενδεικτική είναι η περίπτωση της οδού Καλλινίκου, στην πλατεία Κολιάτσου, η οποία το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τους φορείς που ασχολούνται με την πολιτιστική κληρονομιά. Ενα πολύ ωραίο κτίριο, εκλεκτικιστικού ρυθμού, που στέκεται σε αυτόν τον δρόμο επί σχεδόν 100 χρόνια κινδυνεύει να κατεδαφιστεί.
Το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής του υπουργείου Περιβάλλοντος γνωμοδότησε κατά πλειοψηφία υπέρ του χαρακτηρισμού του ως διατηρητέου.
Στη συνέχεια το Συμβούλιο επενεξέτασε τον χαρακτηρισμό ύστερα από αίτημα του ιδιοκτήτη λόγω νέων στοιχείων, γνωμοδότησε κατά του χαρακτηρισμού κι έτσι εκδόθηκαν απόφαση μη χαρακτηρισμού του ως διατηρητέου και άδεια κατεδάφισης.
Μετά από ανεπιτυχείς εκκλήσεις για την έκδοση αποφάσεων υπέρ της διατήρησης των δύο κτιρίων, πριν από λίγες ημέρες, η εταιρεία Monumenta – που έχει καταγράψει το σύνολο των κτιρίων που χτίστηκαν στην Αθήνα μεταξύ 1830 και 1940 – μαζί με την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού προσέφυγαν στο ΣτΕ κατά της κατεδάφισης και του μη χαρακτηρισμού της εκλεκτικιστικής κατοικίας του Μεσοπολέμου στην οδό Καλλινίκου.
Η προσωρινή διαταγή απέτρεψε για την ώρα την κατεδάφιση, όμως έπεται συνέχεια.
«Τα τελευταία χρόνια πληθώρα αξιόλογων κτιρίων έχουν κατεδαφισθεί, κάποια εξ αυτών λόγω ουσιαστικής ή προσχηματικής επικινδυνότητας και κάποια άλλα απλώς επειδή τα αρμόδια γνωμοδοτικά όργανα, υποκύπτοντας σε πιέσεις, γνωμοδοτούν αρνητικά σχετικά με την ανάγκη διατήρησής τους, σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή πρακτική, που έχει με τα χρόνια καταφέρει να διατηρήσει την αρχιτεκτονική κληρονομιά των ιστορικών πόλεων», αναφέρει σχετικά η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.
Στη Θεσσαλονίκη
Η ιστορία των κατεδαφίσεων μεσοπολεμικών κτιρίων δεν αφορά μόνο στην Αθήνα.
Μεγάλη αναστάτωση προκλήθηκε πριν από λίγες μέρες και στη Θεσσαλονίκη, εξαιτίας της κατεδάφισης ενός τριώροφου κτιρίου του Μεσοπολέμου, για τη διάσωση του οποίου είχε, μάλιστα, εκφράσει ενδιαφέρον η νεοεκλεγείσα δημοτική Αρχή.
Η κατεδάφιση έγινε στην εκπνοή της θητείας της απελθούσης διοίκησης του Δήμου.
Το κτίριο βρισκόταν στην περιοχή Καρακάση, μια παλιά αστική γειτονιά της Θεσσαλονίκης, και ήταν το τελευταίο παλαιό κτίριο που είχε απομείνει εκεί ως ανάμνηση του παρελθόντος μέσα σε ένα «δάσος» πολυκατοικιών.
Χτίστηκε ως κατοικία και αργότερα – μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 – στέγασε το 88ο Δημοτικό σχολείο της πόλης.
Πριν από μερικά χρόνια πέρασε στην κυριότητα του Δήμου μέσω απαλλοτρίωσης και παρά τις προσπάθειες κατοίκων και φορέων – η Monumenta είχε ζητήσει τον χαρακτηρισμό του –, οι αρμόδιοι φορείς παρέβλεψαν την ιστορική του αξία και δεν το χαρακτήρισαν ποτέ διατηρητέο. Πλέον, στη θέση του αναμένεται να οικοδομηθεί νηπιαγωγείο.
Ανάμεσα στα κτίρια που κατασκευάστηκαν την εποχή του Μεσοπολέμου συγκαταλέγονται και κάποια εμβληματικά που αποτελούν τοπόσημα για τις περιοχές τους.
Μερικά σπουδαία δείγματα έχουν κατορθώσει να επιβιώσουν, όπως η πολυκατοικία Παπαλεονάρδου στην οδό Πατησίων, όπου έζησε η Μαρία Κάλλας, η Λέσχη του Πανεπιστημίου Αθηνών στην Ιπποκράτους, το κτίριο διαμερισμάτων όπου έμεινε η οικογένεια της Ελένης Παπαδάκη στην οδό Σκαραμαγκά, το κτίριο Γκίνη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείο, η Μπλε Πολυκατοικία και το Μέγαρο Καζανόβα στον Πειραιά.
Κυριάρχησαν η λιτότητα, η καθαρότητα και η γεωμετρική σαφήνεια των μορφών
Ενα ριζοσπαστικό αρχιτεκτονικό ρεύμα που επιχείρησε να εκφράσει το αίτημα για έναν νέο, σύγχρονο τρόπο ζωής, «δίνοντας προτεραιότητα στην ορθολογική και οικονομική κατασκευή, στην καλή λειτουργία, στην εξασφάλιση συνθηκών υγιεινής, αερισμού, ηλιασμού και στην ανάκτηση της επαφής με τη φύση, αξιοποιώντας, ταυτόχρονα, τις τεχνικές δυνατότητες που προσέφεραν τα νέα υλικά και δοκιμάζοντας τεχνολογικούς νεωτερισμούς» ήταν το αρχιτεκτονικό ρεύμα που επικράτησε κατά τον Μεσοπόλεμο, όπως εξηγεί ο Πάνος Εξαρχόπουλος, αρχιτέκτονας, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΔΠΘ, μέλος Διεθνούς και Ελληνικού DOCOMOMO.
Σε σειρά άρθρων του για τα κατεδαφισμένα κτίρια του Μεσοπολέμου στην Αθήνα, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Archetype», η αρχιτεκτονική της εποχής εκείνης ήρθε «σε πλήρη ρήξη με τον ιστορισμό – ακαδημαϊσμό που κυριαρχούσε έως τότε και, απαλλαγμένη από καθετί περιττό ή διακοσμητικό, προέτασσε τη λιτότητα, την καθαρότητα και τη γεωμετρική σαφήνεια των μορφών».
«Ελληνες αρχιτέκτονες που αποφοίτησαν εκείνα τα χρόνια από την Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ αλλά και από σχολές της Δυτικής Ευρώπης (…) κατόρθωσαν να αφομοιώσουν και να μεταφέρουν δημιουργικά τα ιδεολογικά και εικονογραφικά προτάγματα του διεθνούς μοντερνισμού στα καθ’ ημάς», σημειώνει ο κ. Εξαρχόπουλος, και σε αυτή τους την προσπάθεια βρήκαν πρόσφορο έδαφος στην ανερχόμενη αστική τάξη του Μεσοπολέμου, η οποία, συγκροτούμενη «κατά κύριο λόγο από εύπορους και καλλιεργημένους αστούς, επεδίωκε τον εξευρωπαϊσμό και την αναγνώριση».
Ο Πάνος Εξαρχόπουλος αναφέρει πως ο συνολικός αριθμός των κατεδαφισμένων κτιρίων είναι πολύ μεγάλος και πως είναι πάρα πολλά τα κατεδαφισμένα κτίρια για τα οποία δεν διαθέτουμε ούτε μία φωτογραφία, ενώ γνωρίζουμε τον αρχιτέκτονά τους και άλλες πληροφορίες, κατά περίπτωση.
Παραμένουν, έτσι, ολότελα «άγνωστος τόπος». Ανάμεσα στα πιο γνωστά που κατεδαφίστηκαν είναι η Ευαγγελική Σχολή, η Δημοτική Αγορά Πετραλώνων, οι Λουτρικές Εγκαταστάσεις Μπάτη και η Παιδούπολη της Βούλας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις