Ουκρανία: η δυσκολία να παραδεχτεί η Δύση μια ρωσική νίκη
Παρότι δύσκολο να γίνει αποδεκτό στη Δύση, τα πράγματα δείχνουν ότι η Ρωσία έχει αέρα νίκης στον πόλεμο στην Ουκρανία
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Ποια είναι η Κριστίν Καβαλάρι: Τα ριάλιτι, το toy boy και το «πιο καυτό σεξ» με τον Τζέισον Στέιθαμ
- Κουτσουρεμένος ο προϋπολογισμός του «Διατηρώ»
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
Στην καθιερωμένη μαραθώνια συνέντευξη του τέλους της χρονιάς ο Βλαντίμιρ Πούτιν έδειχνε αρκετά άνετος και σίγουρος. Σε αυτό συντελούσαν τα θετικά μηνύματα από την οικονομία, η απουσία μεγάλων εκδηλώσεων δυσαρέσκειας για την πολιτική του και η αίσθηση ότι μπορεί να κερδίσει τις εκλογές στις οποίες θα είναι εκ νέου υποψήφιος.
Ας μην ξεχνάμε ότι αλλεπάλληλες κυρώσεις δεν κατάφεραν να έχουν ένα μεγάλο πλήγμα στη ρωσική οικονομία, που εξακολουθεί αφενός να έχει μεγάλες ενεργειακές εξαγωγές (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που φτάνουν στην Ευρώπη) και να μπορεί να εξασφαλίζει ακόμη και υψηλή τεχνολογία από άλλες αγορές.
Πάνω από όλα η αισιοδοξία του ερχόταν από το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή η Ρωσία δείχνει να κερδίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Δηλαδή, δείχνει να είναι σε θέση να πετύχει τους περισσότερους στόχους της.
Η κατάσταση στο πεδίο των μαχών
Σε μια πρόσφατη παρέμβασή του ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντιμίρ Ζελένσκι υποστήριξε ότι η Ρωσία δεν έχει πετύχει κανέναν από τους στόχους της στον πόλεμο της Ουκρανίας.
Βεβαίως, μια ματιά στην κατάσταση στο πεδίο δείχνει μια διαφορετική κατάσταση. Εάν σκεφτούμε ότι οι βασικοί στόχοι της Ρωσίας ήταν ο πλήρης έλεγχος των περιοχών που θεωρούν ότι ανήκουν στην ευρύτερη ρωσική επικράτεια και αυτό που όρισαν ως εξασφάλιση ότι η Ουκρανία θα είναι ουδέτερη και δεν θα αποτελεί απειλεί για τη Ρωσία, τότε μπορούμε να πούμε ότι έχει πετύχει ένα μέρος των στόχων της.
Αυτή τη στιγμή Ρωσία ελέγχει ένα σημαντικό μέρος ουκρανικής επικράτειας το οποίο ενσωματώνει στη δική της επικράτεια. Μπορεί να μην έχει πετύχει το πλήρες σχέδιό της, αλλά δεν έχει χάσει εδάφη και μέσα στη χρονιά κατάφερε να κερδίσει μερικά στρατηγικά σημεία ακόμη.
Πάνω από όλα η Ρωσία, αυτή τη στιγμή ευνοείται από την αποτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης. Παρά την μεγάλη προετοιμασία, την εκπαίδευση από αξιωματικούς του ΝΑΤΟ, τη συνεχή τροφοδοσία με πυρομαχικά από τη Δύση και την προμήθεια αρμάτων μάχης εξελιγμένης τεχνολογίας η αντεπίθεση των ουκρανικών δυνάμεων δεν κατάφερε να οδηγήσει σε κάποιο μείζον ρήγμα στο ρωσικό μέτωπο και ανακατάληψη σημαντικών εδαφών.
Αντιθέτως, φάνηκε ότι η μετατροπή του πολέμου από έναν πόλεμο κινήσεων σε έναν πόλεμο φθοράς ευνόησε τη Ρωσία. Και αυτό γιατί στη συγκεκριμένη μορφή πολέμου, που στηρίζεται στο συνεχές σφυροκόπημα με κυρίως βολές πυροβολικού των αντίπαλων θέσεων η Ρωσία μπορούσε να στηρίζεται στην υπέρτερη παραγωγική της ικανότητα, την ώρα που η Ουκρανία εξαντλούσε τα αποθέματα πυρομαχικών της Δύσης.
Επιπλέον, η Ρωσία κατάφερε να αντιμετωπίσει και να απορροφήσει τον κραδασμό που προκάλεσε το επεισόδιο του «στασιασμού Πριγκοζίν» και της μισθοφορικής Βάγκνερ, χωρίς αυτό να έχει επίπτωση στον συσχετισμό στο πεδίο.
Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή τη στιγμή ούτε οι αμερικανοί σύμβουλοι της Ουκρανίας δείχνουν να πιστεύουν ότι είναι εφικτή μια άμεση αντεπίθεση και εισηγούνται το 2024 να είναι μια χρονιά όπου η Ουκρανία κατά βάση θα αντέξει, ώστε να ανασυγκροτήσει τη δική της αμυντική βιομηχανία και να δοκιμάσει το 2025 μια νέα μεγάλη αντεπίθεση.
Ωστόσο, μια τέτοια αναμονή δεν σημαίνει ότι στο μεταξύ δεν θα συνεχίσει να έχει απώλειες η ουκρανική πλευρά, ενώ δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα μπορέσει το 2025 να έχει τέτοιες δυνάμεις και οπλικά συστήματα για μια νικηφόρα αντεπίθεση.
Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατα ο Ζελένσκι δήλωσε ότι χρειάζεται να υπάρξει επιστράτευση άλλων 500.000 Ουκρανών στις ένοπλες δυνάμεις, χωρίς να είναι, όμως, σαφές εάν αυτό είναι εφικτό εντός Ουκρανίας, εάν υπάρχει διάθεση από του Ουκρανούς της διασποράς να στρατευτούν και βέβαια χωρίς να υπάρχουν εγγυήσεις εάν αυτό θα φέρει την ανατροπή στον συσχετισμό ή απλώς θα λειτουργήσει ως αναπλήρωση των απωλειών που είχαν οι ουκρανικές δυνάμεις το προηγούμενο διάστημα.
Η παράταση του πολέμου – και της ρητορικής που τον υποστηρίζει – απλώς αυξάνει το κόστος του.
Η Ρωσία θέλει να επιβάλει τους όρους της
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα η ρωσική κυβέρνηση δείχνει να μη βιάζεται να ολοκληρώσει τη στρατιωτική επιχείρηση.
Παρότι υπογραμμίζει ότι αυτά που είχε ζητήσει αρχικά δεν απείχαν από την πλήρη εφαρμογή των συμφωνιών Μινσκ-2, αυτή τη στιγμή φαίνεται να επιμένει κυρίως στην εξασφάλιση ότι η Ουκρανία δεν αποτελέσει απειλή στο μέλλον, άρα να αποδιαρθρώσει ακόμη περισσότερο την αμυντική της υποδομή.
Αυτό, επίσης, δεν αναιρεί και το ενδεχόμενο να δοκιμάσει και μεγαλύτερα εδαφικά κέρδη εάν το κρίνει εφικτό.
Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές ότι θα κινηθεί με το κριτήριο ότι υπαγορεύει όρους και όχι το αντίθετο.
Η αμηχανία της Δύσης
Όλα αυτά ορίζουν και τη στρατηγική αμηχανία της Δύσης, πρώτα και κύρια των ΗΠΑ. Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες (καθοριστική εδώ η «συμβολή» της Βρετανίας) αρχικά εκτίμησαν ότι οι εγγυήσεις ασφάλειας της Ρωσίας ήταν προσχηματικές και στη συνέχεια κινήθηκαν με το κριτήριο ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν ήταν μια μεγάλη διεθνής κρίση που απαιτούσε μια ειρηνευτική προσέγγιση και προσπάθεια από τα όπλα να επιστρέψουμε στη διπλωματία, αλλά αποτελούσε την ευκαιρία που αναζητούσε η Δύση για να μπορέσει να δει τη Ρωσία να ηττάται, την ηγεσία του Πούτιν να κλονίζεται και τον δυνητικό ευρασιατικό άξονα Ρωσίας και Κίνας να πλήττεται ανεπανόρθωτα με το Πεκίνο να παίρνει ένα ισχυρό μήνυμα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Δύση να θέσει ως στόχο όχι την ειρήνη αλλά την ήττα της Ρωσίας, έστω και μέσω μιας ρητορικής που αφορούσε την παραβίαση των βασικών αρχών του διεθνούς δικαίου από τη Ρωσία.
Αυτή η επιλογή χρωμάτισε εξαρχής κρίσιμες επιλογές. Για παράδειγμα, μπορεί να εξηγήσει γιατί πολύ νωρίς στη ρωσική «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» υπονομεύτηκε η δυνατότητα που υπήρξε για συμφωνία Ρωσίας και Ουκρανίας για κατάπαυση του πυρός στις διαπραγματεύσεις στην Κωνσταντινούπολη, καθώς κυρίως η Βρετανία τότε έριξε το βάρος της υπέρ της συνέχισης του πολέμου με το κριτήριο ότι έπρεπε να ηττηθεί η Ρωσία.
Ταυτόχρονα, αυτή η κατεύθυνση διαμόρφωσε και μια ιδιαίτερη συνθήκη και εντός της ίδιας της Ουκρανίας με τον Ζελένσκι να επιμένει στη γραμμή ότι νίκη είναι η ήττα της Ρωσίας και η ανάκτηση και της Κριμαίας και των περιοχών που είχαν βρεθεί υπό ρωσικό έλεγχο το 2014.
Το αποτέλεσμα ήταν από ένα σημείο και μετά ούτε από την ουκρανική πλευρά να υπάρχει οποιαδήποτε διάθεση για διαπραγμάτευση και όλη η συζήτηση μετατοπίστηκε στη διαρκή πίεση για ακόμη περισσότερη στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στην Ουκρανία, χωρίς όμως αυτή να διαμορφώνει ανατροπές στα πεδία των μαχών, παρά μόνο μεγάλες απώλειες σε έναν πόλεμο φθοράς.
Ακόμη κα η επένδυση στην έλευση μαχητικών αεροσκαφών πρόσφατης γενιάς, φάνηκε ότι δύσκολα θα απέδιδε εάν σκεφτούμε τον μακρύ χρόνο που θα απαιτούσε η εκπαίδευση των ουκρανών πιλότων αλλά και το γεγονός ότι ακόμη και σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Ρωσία διαθέτει και υπέρτερες αεροπορικές δυνάμεις.
Δεν είναι τυχαίο ότι μπορεί αυτή τη στιγμή να υπάρχει μια συγκυριακή καθυστέρηση στα επόμενα πακέτα βοήθειας προς την Ουκρανία, στις ΗΠΑ λόγω του εκβιασμού των Ρεπουμπλικάνων στην Ευρώπη λόγω των χειρισμών της Ουγγαρίας, όμως δεν είναι δεδομένο ότι ακόμη και αυτά τα πακέτα θα ανατρέψουν τον συσχετισμό.
Η ταλάντευση
Το τελευταίο διάστημα έχουν πληθύνει τα άρθρα σε δυτικά ΜΜΕ και οι παρεμβάσεις που παραπέμπουν στην επίγνωση ότι αυτή τη στιγμή ο πραγματικός πολεμικός συσχετισμός έχει κριθεί υπέρ της Ρωσίας.
Ακόμη και ο αμερικανικός σχεδιασμός για «αντοχή» και προετοιμασία νέου γύρου επίθεσης φαντάζει περισσότερο μια τελευταία προσπάθεια να κερδηθεί χρόνος ως προς την αναμέτρηση με τα κρίσιμα ερωτήματα, παρά με ένα σοβαρό σχέδιο.
Από την άλλη, παρά τη συνεχή εμφάνιση ενδείξεων που παραπέμπουν στην παραδοχή του συσχετισμού δύναμης, εντούτοις πρωτοβουλίες δεν δείχνουν να λαμβάνονται. Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι μια ολόκληρη δυτική στρατηγική θα φανεί τότε ότι αποτυγχάνει, αλλά και με το ότι ιδίως στην Ευρώπη μια ολόκληρη ρητορική οικοδομήθηκε γύρω από το ότι η μόνη πολιτικά και ηθικά αποδεκτή λύση είναι η νίκη της Ουκρανίας. Όλα αυτά δυσκολεύουν μια αλλαγή γραμμής.
Όμως, την ίδια στιγμή είναι σαφές ότι η παράταση του πολέμου – και της ρητορικής που τον υποστηρίζει – απλώς αυξάνει το κόστος του. Σε ζωές, υποδομές και το μέλλον.
Η αναμέτρηση με μια νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί δεν μπορεί παρά να παραμένει προτεραιότητα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις