Ζακ Ντελόρ: ο «γραφειοκράτης» που χρειαζόταν η Ενωμένη Ευρώπη
Στις κρίσιμες στιγμές εξασφάλισε ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν θα κατέρρεε. Όμως το όραμά του για μια «Κοινωνική Ευρώπη» ποτέ δεν υλοποιήθηκε
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
Από ορισμένες απόψεις ήταν ο «σωστός άνθρωπος, στη σωστή στιγμή». Γάλλος, αλλά με μια έντονα φεντεραλιστική αντίληψη για την Ενωμένη Ευρώπη, αρκετά μακρινή από την γκωλική επιμονή στην εθνική κυριαρχία. Στέλεχος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, αλλά προερχόμενος από μια καθολική πολιτική και συνδικαλιστική παράταξη και κατά συνέπεια ικανός να συνομιλεί με τις χριστιανοδημοκρατικές παραδόσεις της υπόλοιπης Ευρώπης. Με σταδιοδρομία στην Κεντρική Τράπεζα αλλά ταυτόχρονα και μια ευρύτερη κοινωνική οπτική. Από τους πρώτους υποστηρικτές της «πειθαρχημένης» οικονομικής πολιτικής αλλά και με μια αναζήτησης μια «Κοινωνικής Ευρώπης». Φαινομενικά «γκρίζος» και «γραφειοκράτης» («δεν είσαι αρκετά αριστερός για το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα του διαμηνύσει κάποτε η ηγεσία), εντούτοις θα είναι επίμονος και αποτελεσματικός.
Πάνω από όλα, ο Ζακ Ντελόρ, που έφυγε σε ηλικία 98 ετών, θα είναι αυτός που θα επιμένει ότι αυτό που χρειαζόταν η τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα για να ξεφύγει από το τέλμα που βρισκόταν ήταν όχι απλώς μια «κοινή αγορά», αλλά μια «Οικονομική και Νομισματική Ένωση», συμπεριλαμβανομένης της εισαγωγής κοινού νομίσματος.
Θα καταφέρει επίσης να κατακτήσει μια θέση στην ευρωπαϊκή μνήμη που κανένα άλλο στέλεχος των ευρωπαϊκών θεσμών δεν θα πετύχει ποτέ: αυτό ενός ανθρώπου που άφησε πραγματικά ένα στίγμα διαφορετικό από αυτό της γραφειοκρατικής παράλυσης, της αδυναμίας απόφασης και της ενδημικής διαφθοράς που σφραγίζουν το μηχανισμό της «Ενωμένης Ευρώπης». Καθόλου τυχαία, θα είναι ένας από τους τρεις ανθρώπους που έλαβαν ποτέ τον τίτλο του «επίτιμου πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (οι άλλοι δύο ήταν ο Ζαν Μονέ και ο Χέλμουτ Κόλ).
Οι σοσιαλιστικές και χριστιανικές καταβολές ενός κρατικού στελέχους
Η οικογένεια του Ζακ Ντελόρ θα συνδυάζει τις δύο παραδόσεις που θα αποτελέσουν τα σημεία αναφοράς. Αφενός, τη σοσιαλιστική αφετέρου την καθολική.
Άλλωστε, όταν θα αρχίσει να εργάζεται στην Τράπεζα της Γαλλίας θα δραστηριοποιηθεί συνδικαλιστικά στη χριστιανική συνομοσπονδία (CFTC), ανήκοντας όμως στην τάση που ήθελε μια πιο προοδευτική και σοσιαλιστική κατεύθυνση και που αργότερα θα οδηγήσει στον μετασχηματισμό της συνομοσπονδίας στη CFDT.
Πολιτικά θα ανήκει στο PSU, ένα σχηματισμό της σοσιαλιστικής αριστεράς υπό τον Πιέρ Μαντές Φρανς.
Η σταδιοδρομία του θα είναι αυτή ενός ανώτερου κρατικού στελέχους. Από την Τράπεζα της Γαλλίας θα βρεθεί στη Γενική Επιτροπή του Πλάνου, έναν ιδιαίτερο θεσμό του γαλλικού κράτους, που είχε ως ευθύνη τον προγραμματισμό των κρατικών δράσεων σε διάφορους τομείς.
Παρότι δεν προερχόταν από τον κεντροδεξιό χώρο θα κάνει τα πρώτα πολιτικά του βήματα στο πλευρό του Ζακ Σαμπάν-Ντελμάς, γκωλικού πρωθυπουργού επί προεδρίας Πομπιντού, ως σύμβουλος, αφήνοντας το δικό του χνάρι στην υιοθέτηση πολιτικών για την απασχόληση και τη συνεχιζόμενη κατάρτιση των εργαζομένων, ενώ θα παίξει ενεργό ρόλο στη υιοθέτηση συμφωνιών στις δημόσιες επιχειρήσεις ανάμεσα στις διοικήσεις και τα συνδικάτα που θα συνδέουν τις μισθολογικές αυξήσεις με την οικονομική ανάπτυξη και την απόδοση της επιχείρησης.
Η σταδιοδρομία του στο σοσιαλιστικό κόμμα και την κυβέρνηση Μιτεράν
Μετά την απομάκρυνση του Ντελμάς από την πρωθυπουργία ο Ντελόρ θα ασχοληθεί πιο ενεργά με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, ύστερα από το συνέδριο ενοποίησης του 1971. Παρότι ο Μιτεράν θα τον επιλέξει να συμμετέχει στην ομάδα των ειδικών του, θα αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη από άλλα στελέχη που δεν τον θεωρούσαν αρκετά αριστερό.
Ως υπουργός Οικονομικών θα είναι αυτός που θα διαχειριστεί το πρώτο κύμα οικονομικών αποφάσεων της κυβέρνησης Μιτεράν, που περιλάμβαναν αφενός την υποτίμηση του φράγκου, αφετέρου ένα κύμα εθνικοποιήσεων. Μέσα στην κυβέρνηση θα είναι αυτός που θα επιμένει στην ανάγκη δημοσιονομικής σύνεσης και περιορισμού των ελλειμμάτων, διαμορφώνοντας το έδαφος για τη σταδιακή στροφή της οικονομικής πολιτικής της Γαλλικής κυβέρνησης μετά το 1983.
Θα καταφέρει το 1983 να διασώσει το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα, κατορθώνοντας να γίνει αποδεκτή μια ανατίμηση του μάρκου και μια υποτίμηση του φράγκου, σε πείσμα άλλων στελεχών της γαλλικής κυβέρνηση που επέμεναν σε μια πιο συγκρουσιακή προσέγγιση που θα οδηγούσε στην απομόνωση της Γαλλίας.
Ο ερχομός του Λωράν Φαμπιούς στην πρωθυπουργία θα βάλει ένα τέλος στη δυνατότητα του να ανέβει πιο ψηλά στη γαλλική κυβέρνηση, όμως την ίδια στιγμή ο αποτελεσματικός τρόπος που διαχειρίστηκε τη δύσκολη γαλλική προεδρία της ΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 1984, συμπεριλαμβανομένης της διαπραγμάτευσης του προϋπολογισμού απέναντι στο “I want my money back” της Μάργκαρετ Θάτσερ, θα τον κάνουν ιδανικό υποψήφιο για να ηγηθεί της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Έχει, άλλωστε, το βασικό πλεονέκτημα να είναι Γάλλος αλλά να τον προτιμά ο Χέλμουτ Κολ και να τον αποδέχεται η Θάτσερ. Έτσι το καλοκαίρι του 1984 αποφασίζεται ότι από το 1985 επικεφαλής της Κομισιόν θα είναι ο Ντελόρ.
Ο Ντελόρ αποτύπωσε την αντιφατικότητα του «ευρωπαϊκού οράματος» και τελικά την ασύμβατη σχέση ανάμεσα στις οικονομικές και τις κοινωνικές προτεραιότητες
Η πορεία προς το Μάαστριχτ και η –ακόμη– ανεύρετη «κοινωνική Ευρώπη»
Η δεκαετία του Ζακ Ντελόρ σηματοδότησε ουσιαστικά το πέρασμα από την ΕΟΚ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι μια περίοδος που γίνονται οι μεγάλες τομές και οι μεγάλες συμφωνίες που όρισαν την πορεία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος για αρκετά χρόνια, στη διαδρομή από τη συμφωνία Σένγκεν μέχρι τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και από το πρόγραμμα Erasmus μέχρι την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Ο Ντελόρ σε όλη αυτή την περίοδο προσπαθεί να συνδυάσει προτεραιότητες που στην πράξη αποδείχτηκαν ασύμβατες.
Από τη μια πίστευε ότι έπρεπε να ολοκληρωθεί η ενιαία αγορά και να συμπεριλάβει και την ελεύθερη μετακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών, επιχειρήσεων και ανθρώπων.
Σε αυτό προσέθετε και την ανάγκη για κοινό νόμισμα θεωρώντας ότι αυτό θα ήταν η εγγύηση της συνοχής και της ευημερίας της Ευρώπης.
Σε αυτή την κατεύθυνση είχε εκείνη την εποχή την πλήρη στήριξη των βασικών εκπροσώπων του επιχειρηματικού κόσμου, αφού εκτός των άλλων σήμαινε και ένα μεγάλο κύμα απελευθέρωσης των αγορών που θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια.
Από την άλλη, ο Ντελόρ είχε και ένα όραμα για μια κοινωνική Ευρώπη, μέσα από την προσπάθεια για μια αναγνώριση βασικών κοινωνικών δικαιωμάτων στο σύνολο της Ευρώπης και μέτρα για τη συνοχή της Ευρώπης σε περιφερειακό επίπεδο.
Αυτό το τμήμα του οράματός του θα είναι που θα προχωρήσει λιγότερο, καθώς στην πραγματικότητα το οικονομικό μέρος της ενοποίησης ήταν πολύ περισσότερο συμβατό με μέτρα «απορρύθμισης» της αγοράς εργασίας και του κοινωνικού κράτους. Ωστόσο, θα είναι επί της δικής του προεδρίας που θα καθιερωθούν τα μεγάλα πακέτα μέτρων για την ενίσχυση των περιοχών που είχαν χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης, τα περίφημα «Πακέτα Ντελόρ», που στη συνέχεια θα συνεχιστούν ως ΚΠΣ.
Ωστόσο, δεν είναι τυχαίο ότι ενώ η Ευρώπη θα καταφέρει να διαμορφώσει μια συμφωνία για τη μετάβαση στο ενιαίο νόμισμα, που θα αποτυπωθεί στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, με όλη την έμφαση στην ονομαστική σύγκλιση, ποτέ δεν θα μπορέσει να έχει μια συμφωνία για την πραγματική σύγκλιση.
Με έναν τρόπο παρότι ο Ζακ Ντελόρ θα παίξει ενεργό ρόλο στο να ηττηθεί στις διαπραγματεύσεις η Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία κιόλα λίγο αργότερα θα χάσει και την πρωθυπουργία, εντούτοις θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ήταν το νεοφιλελεύθερο πνεύμα της Θάτσερ που κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή πολιτική.
Η άρνηση να είναι υποψήφιος πρόεδρος
Παρότι ήταν μπροστά στις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές του 1995, ο Ντελόρ θα επιλέξει να μην είναι. Τότε θα επικαλεστεί την ηλικία του (πλησίαζε τα 70) και την απουσία μιας σαφούς πλειοψηφίας γύρω από τη γραμμή που ήθελε να ακολουθήσει. Αυτή η απόφαση έβαλε τέλος ουσιαστικά στην πολιτική του σταδιοδρομία όπως θα παραδεχτεί και ο ίδιος είκοσι χρόνια αργότερα.
Βεβαίως, θα ζήσει για άλλα 28 χρόνια και θα διατηρήσει όλο αυτόν τον καιρό ένα πολύ μεγάλο κύρος. Σε αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι η δική του προεδρία της Κομισιόν συνέπεσε με μια περίοδο όπου η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έδινε την εντύπωση ότι προχωρούσε με σημαντικές τομές, μια κατάσταση αρκετά διαφορετικά από αυτή που θα κυριαρχήσει μετά την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος, τη κρίση του ευρώ και τη διαρκή αναβολή της συζήτησης για το τι πρέπει να αλλάξει στην Ευρώπη.
Ένας αντιφατικός απολογισμός
Οποιαδήποτε αποτίμηση της συνεισφοράς του Ζακ Ντελόρ δεν μπορεί παρά να σταθεί στη μεγάλη αντίφαση που διαπέρασε τη θητεία. Και αυτή αφορά τον τρόπο που –όπως αποδείχτηκε– το μέρος της ενοποίησης που τελικά προωθήθηκε, δηλαδή η ενιαία αγορά, η απελευθέρωση των αγορών και φυσικά το ευρώ, με τις απαιτήσεις δημοσιονομικής πειθαρχίας που απαιτούσε, ερχόταν σε σύγκρουση με το όραμα μιας κοινωνικής και αλληλέγγυας Ευρώπης που αντιστοιχούσε περισσότερο στις σοσιαλιστικές και χριστιανικές καταβολές του.
Με έναν τρόπο ο Ντελόρ αποτύπωσε την ίδια την αντιφατικότητα του «ευρωπαϊκού οράματος» και τελικά την ασύμβατη σχέση ανάμεσα στις οικονομικές και τις κοινωνικές προτεραιότητες.
Μια αντίφαση ακόμη πιο οξυμμένη σε μια εποχή από την οποία ολοένα και περισσότερο απουσιάζουν στο ευρωπαϊκό τοπίο οι προσωπικότητες του δικού του βεληνεκούς και αντιθέτως κυριαρχούν οι τεχνοκράτες, οι ειδικοί της επικοινωνίας ή ακόμη χειρότερα οι αποτελεσματικοί «χειριστές» των περιστρεφόμενων θυρών μεταξύ επιχειρήσεων και πολιτικής.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις