Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Η αιολική διαλεκτική ομάδα
Οι αιολικές διάλεκτοι ανέπτυξαν τα περισσότερα διακριτά γνωρίσματά τους μάλλον οψίμως, σαφώς ύστερα από την αναχώρηση Αιολέων της Θεσσαλίας για τη Λέσβο και τη Βοιωτία
Η αιολική, η τέταρτη και τελευταία μεγάλη διαλεκτική ομάδα της 1ης χιλιετίας π.Χ. –έχουμε ήδη εξετάσει τις άλλες τρεις, την αττικοϊωνική, την αρκαδοκυπριακή και τη δυτική ελληνική ή δωρική–, περιλαμβάνει τη λεσβιακή, τη θεσσαλική και τη βοιωτική διάλεκτο. Κατά τα φαινόμενα, από τις τρεις αυτές διαλέκτους εκείνη που παρέμεινε σε μεγαλύτερο βαθμό γνησίως αιολική ήταν η θεσσαλική, δεδομένου μάλιστα ότι η Θεσσαλία ήταν κατά πάσαν πιθανότητα τόπος καταγωγής τόσο των Λεσβίων όσο και των Βοιωτών. Οι δύο άλλες διάλεκτοι είχαν δεχτεί σημαντικές επιδράσεις από εξωγενείς παράγοντες: η μεν λεσβιακή επηρεάστηκε έντονα από την ιωνική –μια και αναπτύχθηκε σε στενή επαφή μαζί της– και τη γλώσσα του Ομήρου, η δε βοιωτική δέχτηκε επιρροές από τις γειτονικές της δυτικές διαλέκτους.
Η διαφοροποίηση αυτή στο εσωτερικό της αιολικής ομάδας σχετίζεται ασφαλώς με το γεγονός ότι οι αιολικές διάλεκτοι ανέπτυξαν τα περισσότερα διακριτά γνωρίσματά τους μάλλον οψίμως, σαφώς ύστερα από την αναχώρηση Αιολέων της Θεσσαλίας για τη Λέσβο και τη Βοιωτία κατά την Υπομυκηναϊκή Περίοδο ή στην αρχή των λεγόμενων Σκοτεινών Αιώνων (11ος-10ος αιώνας π.Χ.). Εντούτοις, μοιάζει να είναι υπερβολικός ο ισχυρισμός ότι η αιολική διαχωρίστηκε από την υπόλοιπη ελληνική μετά τους Μυκηναϊκούς Χρόνους, με άλλα λόγια ότι όλα τα αιολικά διαλεκτικά χαρακτηριστικά είναι μεταμυκηναϊκά. Και τούτο, επειδή οι κοινοί αποκλειστικοί νεωτερισμοί των αιολικών διαλέκτων μπορεί να αναχθούν ασφαλώς σε μια πρωτοαιολική, σύγχρονη με τη γλώσσα των μυκηναϊκών πινακίδων.
Όσον αφορά ειδικότερα τη λεσβιακή διάλεκτο, αυτή ήταν η μόνη ομιλούμενη αιολική με πραγματικό λογοτεχνικό κύρος – αξίζει να αναφερθεί εν προκειμένω ότι για τους αρχαίους ο όρος αιολική ήταν περίπου συνώνυμος με τη λεσβιακή, δηλαδή με την αιολική διάλεκτο που απαντά στα έργα της Σαπφούς και του Αλκαίου, διαπρεπών λυρικών ποιητών του αρχαίου ελληνικού κόσμου (7ος-6ος αιώνας π.Χ.) με καταγωγή από την αιολική αριστοκρατική τάξη της Λέσβου. Γνωρίζουμε μάλιστα ότι η λεσβιακή μελική ποίηση παρέμεινε δημοφιλής καθ’ όλο το μετέπειτα διάστημα, έως και τους Ρωμαϊκούς Χρόνους (1ος-2ος αιώνας μ.Χ.).
Η βοιωτική πάλι, με προσμείξεις παραδοσιακών στοιχείων της επικής και της λυρικής ποίησης, καλλιεργήθηκε από την Κόριννα, ταναγραία δημιουργό αφηγηματικών ποιημάτων μυθολογικού χαρακτήρα, που τοποθετείται από χρονολογικής απόψεως ανάμεσα στον 5ο και τον 3ο αιώνα π.Χ. Οι Αθηναίοι θεωρούσαν τη βοιωτική διάλεκτο χοντροκομμένη και άκομψη, γι’ αυτό και οι αττικοί κωμωδιογράφοι δεν παρέλειπαν συχνά-πυκνά να τη διακωμωδούν. Χαρακτηριστικός επ’ αυτού είναι ο λόγος του θηβαίου εμπόρου στους Αχαρνείς (Αχαρνής κατά την αττική ορθογράφηση) του Αριστοφάνη – όπως και ο μεγαρίτης αγρότης για τον οποίον είχαμε κάνει λόγο στο τελευταίο άρθρο μας, ο βοιωτός αγρότης εμπορεύεται τα προϊόντα του στην ελεύθερη αγορά που έχει δημιουργήσει ο Δικαιόπολης.
Κατά τα άλλα, η θεσσαλική και η λεσβιακή διάλεκτος έχουν κοινά ορισμένα χαρακτηριστικά που δεν τα έχει η βοιωτική. Τα περισσότερα από αυτά τα χαρακτηριστικά υπήρχαν πιθανότατα στην προαναφερθείσα πρωτοαιολική, ενώ η βοιωτική –και εν μέρει η δυτική θεσσαλική– τα απώλεσε επ’ ωφελεία των δωρικών αναλόγων τους.
*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, η Κόριννα, ταναγραία δημιουργός αφηγηματικών ποιημάτων μυθολογικού χαρακτήρα.
- Ειρήνη Μουρτζούκου: «Eίχα καταθέσει από την πρώτη στιγμή πώς έγιναν τα πράγματα»
- Αμαλιάδα: Πέντε νεκρά παιδιά ζητούν δικαίωση
- Ολυμπιακός: Τώρα μετράνε οι νίκες…
- Μαγδεμβούργο: Η στιγμή της σύλληψης του οδηγού που σκόρπισε τον θάνατο
- Μπαρτζώκας: «Περαστικά στον Λεσόρ, μας πλήγωσε όλους αυτό που έγινε»
- Σπεύδουν στο Μαγδεμβούργο ο Σολτς και η υπ. Εσωτερικών – Πρώτες εκτιμήσεις για το αιματηρό συμβάν