«Δώστε χρήμα στο λαό»: Κοντόφθαλμη λιτότητα vs μακρόπνοες δημόσιες επενδύσεις
Πέντε μικρά και μεγάλα παραδείγματα δημόσιων επενδύσεων που αποφέρουν περισσότερα από όσα κοστίζουν, ωφελώντας την κοινωνία
Όταν ακούμε για δημόσιες επενδύσεις το μυαλό των περισσότερων πηγαίνει συνήθως σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα.
Όμως δεν είναι μόνο οι υποδομές.
Αφορούν επίσης δαπάνες σε ανθρώπινο δυναμικό σε τομείς όπως η εκπαίδευση και η υγεία, στην έρευνα και ανάπτυξη κ.α.
Όμως πολλά άλλα πράγματα που είναι επικερδή για την κοινωνία, αγνοούνται με βάση αυτόν τον γνώμονα, στο όνομα της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Στους χαλεπούς καιρούς της ακρίβειας, σχεδόν κανένα άλλο ερώτημα δεν εμποδίζει την κοινωνική ευημερία, όσο αυτό του κόστους.
Σταθερό, το μότο είναι ότι -όπως συμβαίνει, θεωρητικά, με την καθημερινότητα των πολιτών, υπό κανονικές συνθήκες- το κράτος δεν μπορεί να ξοδεύει περισσότερα χρήματα από όσα εισπράττει.
Αυτό ακούγεται λογικό, παρατηρεί σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον και διαφωτιστικό ρεπορτάζ η γερμανική εφημερίδα Der Tagesspiegel.
«Αλλά είναι επίσης τρομακτικά κοντόφθαλμο», γράφει η Φράνκα Παριάνεν.
Κατά πρώτον, γιατί ένα κράτος δεν λειτουργεί όπως ένα νοικοκυριό.
Και κατά δεύτερον, επειδή ένα νοικοκυριό αναγκάζεται από καιρού εις καιρόν να βάζει το χέρι πιο βαθιά στην τσέπη.
Δεν έχει να κάνει μόνο με μια έκτακτη ανάγκη. Μπορεί να είναι για μια αγορά μιας λιγότερο ενεργοβόρας συσκευής. Για την εγκατάσταση ηλιακού στο σπίτι ώστε να μην καίει κάθε τόσο ρεύμα ο θερμοσίφωνας. Για σπουδές. Για ενίσχυση των επαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων.
Είναι μια βραχυπρόθεσμα έξτρα δαπάνη με μακροχρόνια οφέλη.
Και όσον αφορά το κράτος, οι δαπάνες σε κοινωνικές υποδομές είναι μακροπρόθεσμα πολύ πιο κερδοφόρες από ό,τι θεωρείται.
Η δε αντιμετώπιση των προκλήσεων είναι πολύ πιο συμφέρουσα από την αγνόησή τους.
Ενδεικτικό παράδειγμα: η οικονομική ζημία από μη επίτευξη των κλιματικών στόχων του Παρισιού υπολογίζεται στα 36,4 τετράκις εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Στάνφορντ.
Η ταχεία ενεργειακή πράσινη μετάβαση, αντίστοιχα συνδέεται με εξοικονόμηση 12 τρισεκατομμυρίων ευρώ, δείχνει έρευνα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Κοντολογίς, το επιχείρημα περί κόστους έχει δύο αναγνώσεις.
Πέντε απλά παραδείγματα το αποδεικνύουν.
Η πρόληψη ως έλεγχος ρουτίνας
Από τα σοβαρά έως τα λιγότερο σοβαρά προβλήματα υγείας, οι τακτικές εξετάσεις και η έγκαιρη διάγνωση μπορούν να σώσουν ζωές, αλλά και τεράστια κόστη από το σύστημα υγείας.
Παρ’ όλα αυτά, οι προληπτικές εξετάσεις συχνά δεν καλύπτονται από το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.
Ένα παράδειγμα είναι τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, που αυξάνονται και πάλι στην Ευρώπη.
Στην περίπτωση του HIV, τα ποσοστά μόλυνσης έχουν σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια χάρη στην πρόοδο των θεραπειών και την ευαισθητοποίηση για το πρόβλημα.
Όμως η μόλυνση διαγιγνώσκεται συνήθως όταν ο πάσχων είναι πια σοβαρά άρρωστος.
Αντιμέτωπη με το ίδιο πρόβλημα, η αμερικανική υγειονομική αρχή των ΗΠΑ -τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόλησης Νοσημάτων (CDC)- άλλαξε τα δεδομένα.
Οι εξετάσεις για AIDS έχουν γίνει τυπικό μέρος του ετήσιου ελέγχου, με τη συναίνεση του εξεταζόμενου.
Πρόκειται για μια επένδυση αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, με τη χρηματοδότηση εξετάσεων ακόμη και εκτός νοσοκομείου, μέσω π.χ. κατ’ οίκον επισκέψεων ή σε κοινοτικά κέντρα.
Στόχος είναι να προσεγγιστούν άτομα που συχνά είναι στο περιθώριο του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης ή αποφεύγουν τις εξετάσεις.
Μέσα σε διάστημα τριών ετών, έγιναν 2,7 εκατομμύρια εξετάσεις. Το 0,7% ήταν θετικές στον HIV.
Αυτό σημαίνει ότι σε 15.737 άτομα δόθηκε η ευκαιρία για πρώιμη θεραπεία. Άλλοι 3.000 άνθρωποι προστατεύτηκαν, χάρη στα προληπτικά μέτρα.
Η εξοικονόμηση από το κόστος θεραπείας μόνο για τους τελευταίους κάλυψε άνετα τις πρόσθετες δαπάνες για τις εξετάσεις και τη θεραπεία των νεοδιαγνωσθέντων.
Τελικά, για κάθε δολάριο που επενδύθηκε σε προληπτικές εξετάσεις το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης κέρδισε δύο.
Κι αυτό χωρίς να συνυπολογίζεται το κέρδος από την έγκαιρη θεραπεία.
Όχι μόνο για τα ταμεία, αλλά και για τους νοσούντες.
Καταπολεμώντας την παιδική φτώχεια
Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την υποστήριξη ευάλωτων ομάδων είναι «το γοργόν και χάριν έχει».
Δεν υπάρχει ίσως καλύτερη απόδειξη από τα Child Parent Centers, κέντρα γονέων στο Σικάγο.
Από τη δεκαετία του 1980 παρέχουν παιδικούς σταθμούς και σχολική υποστήριξη σε οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, ιδίως στις φτωχότερες γειτονιές.
Εκτός από την καθημερινή φροντίδα των παιδιών, υπάρχει και καλοκαιρινό πρόγραμμα έξι εβδομάδων, με πλήθος δραστηριοτήτων.
Περιλαμβάνουν μαθήματα σε μικρές ομάδες, γεύματα, επισκέψεις στο σπίτι και εκδρομές με τους γονείς.
Το κόστος για το δημόσιο είναι 8.512 δολάρια ανά παιδί το χρόνο.
Αποδεικνύονται «ψίχουλα» συγκριτικά με τα μακροπρόθεσμα οφέλη.
Τα καταγράφει μακροχρόνια μελέτη, που συνέκρινε πάνω από χίλιους νυν 26χρονους, οι οποίοι στηρίχθηκαν ως παιδιά από αυτή την πρωτοβουλία, με συντοπίτες συνομήλικούς τους που δεν είχαν αυτή την ευκαιρία.
Διαπιστώθηκε ότι η πρώτη ομάδα ως επί το πλείστον συνέχισε τις σπουδές της, είχε καλύτερους βαθμούς, δεν έχασε τάξεις.
Ως παιδιά εκτέθηκαν σε λιγότερη κακοποίηση. Ως ενήλικες κάπνιζαν και έπιναν λιγότερο, ενώ είχαν σαφώς μειωμένα ποσοστά κατάθλιψης.
Είχαν επίσης πιο σταθερά εισοδήματα και καλύτερη ασφάλιση υγείας.
Εκτός από όλα τα προσωπικά οφέλη, δε, πληρώνουν περισσότερους φόρους στο κράτος.
Μέσω αυτών και των αποταμιεύσεών τους, επέστρεψαν πάνω από 60.000 δολάρια στην κοινωνία -πάνω από επτά φορές περισσότερα από τα 8.512 δολάρια που επενδύθηκαν σε καθένα.
Το δε δημόσιο εξοικονόμησε επιπλέον χρήματα.
Και στο σχολικό σύστημα, καθώς τα παιδιά του προγράμματος ολοκλήρωσαν έγκαιρα τις σπουδές τους.
Και στο σύστημα δικαιοσύνης και σωφρονισμού, καθώς τα ποσοστά παραβατικότητας και εγκληματικότητας ήταν πολύ χαμηλά στην εν λόγω ομάδα.
Στήριξη στους αστέγους
Εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων, η στέγαση γίνεται απλησίαστη σε ολοένα και περισσότερα μέρη του πλανήτη.
Σε έναν φαύλο κύκλο, δε, το εκρηκτικό κόστος ζωής επιδεινώνει την κρίση των αστέγων.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι κυβερνήσεις αναζητούν λύσεις.
Μια από τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους είναι το πρόγραμμα «πρώτα η στέγαση», που ξεκίνησε από τη Νέα Υόρκη, παρέχοντας κατ’ αρχάς σε άστεγους κατοικία.
Μακροπρόθεσμα, τα ποσοστά επιτυχίας έφτασαν στο εκπληκτικό ποσοστό της τάξης του 80%.
«Αγκαλιάζοντας» το δικαίωμα στη στέγαση -που κινδυνεύει να καταντήσει προνόμιο- η ιδέα έχει πλέον διεθνή απήχηση.
Την εφαρμόζουν στην πράξη πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Μέχρι στιγμής ωστόσο έχει εδραιωθεί μόνο στη Φινλανδία και στη Δανία, καθώς πολλές τοπικές αρχές φοβούνται το κόστος της επένδυσης.
Στον Καναδά εν τω μεταξύ δοκιμάζουν μια διαφορετική προσέγγιση στη μάστιγα της αστεγίας.
Στο πλαίσιο μελέτης, επιλέχθηκαν 50 άτομα που πληρούσαν συγκεκριμένα κριτήρια στην πόλη του Βανκούβερ.
Σε έκαστο δόθηκαν 7.500 καναδικά δολάρια σε μετρητά, όσο και το ετήσιο κοινωνικό βοήθημα στη χώρα.
Δόθηκε εφάπαξ για μεγαλύτερη ευελιξία.
Βοήθησε τους περισσότερους δικαιούχους να σταθούν στα πόδια τους πιο γρήγορα.
Από τον πρώτο μήνα, άρχισαν να περνούν λιγότερες ημέρες στο δρόμο ή σε καταφύγια αστέγων. Κατά το πρώτο τρίμηνο, πολλοί κατάφεραν να μετακομίσουν σε μόνιμη κατοικία.
Άλλοι βρήκαν πρώτα προσωρινό κατάλυμα. Τα υπόλοιπα χρήματα τα επένδυσαν σε τρόφιμα, ενοίκιο, έπιπλα και δημόσιες συγκοινωνίες.
Συνολικά και κατά μέσο όρο, πέρασαν 99 ημέρες λιγότερες από το σύνηθες στο δρόμο. Κάτι που πρακτικά σήμαινε για τους ίδιους ότι ήταν λιγότεροι εκτεθειμένοι σε κίνδυνο βίας, κλοπής, κρυοπαγήματος ή άλλων προβλημάτων υγείας .
Για την πόλη του Βανκούβερ, σήμαινε εξοικονόμηση χρημάτων από το μειωμένο κόστος κάλυψης διαμονής σε καταφύγια, πρόσθετων μέτρων ασφαλείας και νοσηλειών.
Κατέληξε έτσι με κέρδος 777 καναδικών δολαρίων για κάθε άστεγο που συμμετείχε ενεργά στο πρόγραμμα.
Έξυπνη διαχείριση της κλιματικής κρίσης
Καθώς ο πλανήτης υπερθερμαίνεται, οι έντονες βροχοπτώσεις και οι πλημμύρες αυξάνονται.
Στις πόλεις, όπου το έδαφος είναι σφραγισμένο με σκυρόδεμα και άσφαλτο, το νερό της βροχής συχνά δεν μπορεί να αποστραγγιστεί.
Οι πόλεις-«σφουγγάρια» είναι μια από τις προτεινόμενες λύσεις.
Συνίστανται σε ριζικές αναδιαμορφώσεις επιφανειών -από δρόμους, πεζοδρόμια, πάρκα και στέγες κτιρίων- ώστε να μπορούν να απορροφούν κυριολεκτικά το βρόχινο νερό και, μεταφορικά, το κόστος των επαπειλούμενων καταστροφών.
Διάφορες μέθοδοι εφαρμόζονται σε πολλές περιοχές και πόλεις.
Στο Ράκλινγχαουζεν στην περιοχή του Ρουρ, στη Γερμανία, οι αρχές κατέφυγαν σε μια ιδιαίτερη ιδέα για την αποστράγγιση των υδάτων.
Με το τοπικό αποχετευτικό σύστημα υπερφορτωμένο, η επέκτασή του φάνταζε αναπόφευκτη.
Το κόστος: 700.000 ευρώ.
Η εναλλακτική λύση ήταν ο ανασχεδιασμός μιας μεγάλης, αναξιοποίητης έκτασης στον χώρο ενός τοπικού νοσοκομείου.
Με μισό κόστος σε σχέση με εκείνο της αρχικής λύσης, λειτουργεί πλέον ως συλλέκτης του βρόχινου νερού σε γούρνες, λίμνες και λιβάδια.
Από τα τέλη αποχέτευσης, το νοσοκομείο έκανε απόσβεση του δικού του μεριδίου στην επένδυση μέσα σε μόλις λίγα χρόνια.
Όλοι έχουν βγει ωφελημένοι, μαζί με αυτούς και η βιοποικιλότητα.
Αποφεύγοντας τις κακοτοπιές και τις ολισθηρές παγίδες
Όταν πέφτει χιόνι, στις περισσότερες πόλεις το πρώτο που καθαρίζουν τα συνεργεία είναι οι πολυσύχναστοι δρόμοι. Η απόφαση φαντάζει λογική, μπροστά στην ανάγκη της απρόσκοπτης κυκλοφορίας.
Αν εστιάσει όμως κάποιος στον κίνδυνο τραυματισμού, προκύπτει μια εντελώς διαφορετική εικόνα, όπως ανακάλυψε η σουηδική πόλη Καρλσκόγκα.
Στα λίγα εκατοστά χιονιού, οι οδηγοί των αυτοκινήτων απλά κατεβάζουν ταχύτητα. Όμως οι πεζοί είναι πιο πιθανό να σπάσουν γοφούς, χέρια και πόδια.
Ο κίνδυνος τραυματισμού τους είναι εκατό φορές υψηλότερος από αυτόν που διατρέχουν οι οδηγοί αυτοκινήτων υπό αυτές τις συνθήκες.
Πιο ευάλωτοι είναι ηλικιωμένοι και παιδιά.
Το ένα τέταρτο των ατυχημάτων καταλήγουν μάλιστα σε σωματικές αναπηρίες.
Διαπιστώθηκε, δε, ότι το 80% των τραυματισμών από πτώση προκαλείται από μόλις το 5% των ανώμαλων μονοπατιών ή ολισθηρών διαβάσεων.
Τα τρία τέταρτα προκαλούνται από κακοσυντηρημένα πεζοδρόμια.
Το συνολικό ετήσιο κόστος αυτών των ατυχημάτων υπολογίζεται για το σουηδικό δημόσιο σε μισό δισεκατομμύριο ευρώ.
Αυξάνεται περαιτέρω, εάν συνυπολογίσει κανείς τις χαμένες εργατοώρες, τις κλίνες νοσηλείας και το κόστος φροντίδας.
Ως εκ τούτου, οι αρχές στη Καρλσκόγκα αποφάσισαν να αλλάξουν ρότα.
Αντί να καθαρίζουν πρώτα τους δρόμους από τα χιόνια, δίνουν προτεραιότητα σε πεζοδρόμια και ποδηλατόδρομους.
Το αποτέλεσμα; Μειώθηκαν τόσο τα ατυχήματα από πτώση, όσο και το κόστος.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις