Οι τοίχοι του σαλονιού του σερ Έντμουντ Χίλαρι είναι, όπως θα περίμενε κανείς, γεμάτοι βουνά. Βλέπεις φωτογραφίες των Ιμαλαΐων και των Νοτίων Άλπεων της Νέας Ζηλανδίας, του παγωμένου όρους Χέρσελ της Ανταρκτικής. Ένα έργο αφηρημένης τέχνης με το Κατμαντού κρέμεται επάνω από το τζάκι. Δεν βλέπεις όμως καμία φωτογραφία του Χίλαρι στην κορυφή του όρους Έβερεστ. Φαίνεται απίθανο, όμως τέτοια φωτογραφία δεν υπάρχει. Όταν ο Χίλαρι με τον Τενζίνγκ Νοργκάι έγιναν πριν από σχεδόν 50 χρόνια, στις 29 Μαΐου 1953, οι πρώτοι άνθρωποι που ανέβηκαν στο Έβερεστ, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να φωτογραφίσει όλα τα μονοπάτια και τις κορυφογραμμές που είχαν ακολουθήσει, για να αποδείξει την επιτυχία τους. Ύστερα τράβηξε μια φωτογραφία του Τενζίνγκ να κρατάει μια ραβδοσκαπάνη και μερικές σημαίες. Δεν έδωσε όμως τη φωτογραφική μηχανή στον σέρπα σύντροφό του. «Δεν το σκέφτηκα» λέει, πνίγοντας ένα γέλιο. «Ήμουν ίσως λίγο αφελής. Δεν ήταν όμως σημαντικό για μένα».


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 16.4.2003, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Εκείνες οι εποχές ήταν ευγενέστερες. Σήμερα οι κυνηγοί της περιπέτειας έχουν ψηφιακές κάμερες για να μπορούν οι θαυμαστές τους να παρακολουθούν κάθε βήμα τους μέσω του Internet. Η παράλειψη όμως ήταν χαρακτηριστική για τον Χίλαρι, ο οποίος τις τελευταίες πέντε δεκαετίες αρνείται πεισματικά τη λατρεία της διασημότητας. «Είμαι ένας πολύ συνηθισμένος άνθρωπος, με μέτριες ικανότητες» λέει, καθισμένος αναπαυτικά στην πολυθρόνα του ευάερου σπιτιού του στο Όκλαντ. «Αρνήθηκα σταθερά να επιτρέψω στον εαυτό μου να θεωρηθεί ήρωας. Ήξερα ότι δεν ήμουν ήρωας».


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 16.4.2003, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο υπόλοιπος κόσμος είδε τα πράγματα διαφορετικά. Η κατάκτηση του Έβερεστ συνέπεσε με τη στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ, και ο 33χρονος ορειβάτης αποτέλεσε το καμάρι της Κοινοπολιτείας. Χρίστηκε ιππότης από τη νέα βασίλισσα και τιμήθηκε από προέδρους και πρωθυπουργούς. Τεράστια πλήθη συγκεντρώνονταν όπου και αν πήγαινε. Το όνομά του εμφανίστηκε σε γραμματόσημα και νομίσματα. Δεχόταν προτάσεις γάμου από άγνωστες γυναίκες. Η Βρετανία αποτίναξε τη μεταπολεμική κατήφειά της και ένιωσε ξανά Μεγάλη (δεν είχε σημασία που ο Χίλαρι ήταν από τη Νέα Ζηλανδία και ο Τενζίνγκ από το Νεπάλ: η αποστολή ήταν βρετανική). Το κατόρθωμα ήταν τεράστιο, τόσο συναρπαστικό και ιστορικό όσο ο περίπατος του Νιλ Άρμστρονγκ στη Σελήνη δεκαέξι χρόνια αργότερα. Ο Σέρπα και ο μελισσοκόμος είχαν μπει στη μυθολογία του 20ού αιώνα.

Ο Χίλαρι είχε μείνει «απολύτως άναυδος» από την αντίδραση. Πίστευε ότι η πρώτη ανάβασή του στο Έβερεστ θα ενδιέφερε μόνο τους ορειβάτες. Μόνο όταν κατέβηκαν στη βάση τους, άρχισε να καταλαβαίνει τον αντίκτυπο: «Κάποιος άνοιξε ένα ραδιόφωνο και ο παρουσιαστής του BBC είπε: Σας ανακοινώνω με χαρά ότι δύο μέλη της βρετανικής αποστολής έφθασαν στην κορυφή. Είπα: Θεέ μου, πρέπει να τα καταφέραμε. Το BBC το επιβεβαιώνει» (ένα ακόμη γέλιο).


Μισό αιώνα μετά εξακολουθεί να δείχνει απορημένος από όλον εκείνο τον θόρυβο. Η αδύνατη σιλουέτα του έχει γεμίσει κάπως, όμως στα 83 του εξακολουθεί να αποτελεί μια υπέροχη παρουσία: ένας άνδρας ψηλός σαν αρκούδα με χειραψία σφιχτή σαν τανάλια και ατσάλινα μάτια. Είναι ένα περίεργο μείγμα αντιθέσεων. Ήταν τόσο ντροπαλός που, όταν επέστρεψε από το Έβερεστ, έβαλε τη μέλλουσα πεθερά του να κάνει πρόταση γάμου στην αρραβωνιαστικιά του, τη Λουίζ Ρόουζ, η οποία και δέχθηκε. Ωστόσο, λίγους μήνες μετά, στο Οβάλ Γραφείο, ο Χίλαρι διόρθωσε τον πρόεδρο Αϊζενχάουερ, όταν ο τελευταίος αποκάλεσε τον αρχηγό της αποστολής, τον Τζον Χαντ, σερ Έντμουντ Χαντ.


Ο κοινωνικά αδέξιος νεαρός ήταν εξαιρετικά ανταγωνιστικός και είχε και μια σκληρή, ανελέητη πλευρά. Καταλαβαίνοντας ότι οι διοργανωτές δεν θα δέχονταν δύο Νεοζηλανδοί να ανεβούν στο Έβερεστ μαζί, συνεργάστηκε με τον Τενζίνγκ, αφήνοντας πίσω τον παλιό φίλο και σύντροφό του στην ορειβασία Τζορτζ Λόου. Η στρατηγική δούλεψε, και ο Λόου που περίμενε τρώγοντας ντοματόσουπα ήταν ο πρώτος που έμαθε τα νέα. Οι δύο άνδρες παρέμειναν ωστόσο καλοί φίλοι.


Ο Χίλαρι τόνιζε πάντα ότι η αποστολή αυτή αποτελούσε μια ομαδική προσπάθεια. Πόσο σημαντικό ήταν όμως γι’ αυτόν το να φθάσει πρώτος στην κορυφή; «Δεν μπορώ να σκεφθώ τίποτε που να προσφέρει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να πετύχεις κάτι που κανένας δεν είχε μπορέσει να κάνει πριν» λέει. Θα ασχολούνταν με το Έβερεστ αν κάποιος άλλος είχε ήδη ανεβεί εκεί; Σκέφτεται… «Οπωσδήποτε δεν θα ήταν τόσο ελκυστικό». Ούτε ο ίδιος ούτε ο Τενζίνγκ σκέφθηκαν ποτέ να ανεβούν ξανά εκεί. «Θεωρούσαμε ότι είχαμε κάνει την πρώτη ανάβαση και ότι δεν υπήρχε λόγος να την ξανακάνουμε».


Η τραχιά σεμνότητα αυτός και ο Τενζίνγκ «έκαναν μάλλον καλή δουλειά» είναι αυθεντική. Παρ’ ότι όμως προσπαθεί να μειώσει τα κατορθώματά του, τα διαφυλάσσει με τη λύσσα μιας αρκούδας των βουνών. Την προηγούμενη χρονιά μια ελβετική αποστολή είχε ανεβεί στο ψηλότερο ως τότε σημείο στο Έβερεστ. Δύο ημέρες πριν από την έφοδο Χίλαρι – Τενζίνγκ δύο από τους συντρόφους τους είχαν ξεκινήσει για την κορυφή, αλλά έμειναν στη μέση λόγω του ελαττωματικού εξοπλισμού τους. Έπαιζαν κάποιο ρόλο η τύχη και η χρονική στιγμή; Ο ηλικιωμένος άνδρας με κοιτάζει με σχεδόν δολοφονικό βλέμμα. «Πολλοί άνθρωποι είχαν ανεβεί σε σημαντικό υψόμετρο πριν και σταμάτησαν εκεί» λέει κοφτά. «Εξαντλήθηκαν και γύρισαν πίσω. Ο Τενζίνγκ και εγώ είχαμε και οι δύο πολύ καλή φυσική κατάσταση, μεγάλη θέληση και ήμασταν αποφασισμένοι να προσπαθήσουμε να φθάσουμε στην κορυφή. Όταν είχαμε ανεβεί ψηλά, δεν σκεφθήκαμε ποτέ να γυρίσουμε πίσω».


Πολλοί ορειβάτες μιλούν με μεγάλο λυρισμό για την ομορφιά των βουνών. Όχι ο Χίλαρι. Ανέβηκε για να αποδείξει ότι μπορούσε να το κάνει. «Η πρόκληση ήταν η κινητήριος δύναμη. Έψαχνα διαρκώς για νέες προκλήσεις. Συχνά φοβόμουν, έπεσα σε χαράδρες και σαρώθηκα από χιονοστιβάδες. Είδα όμως ότι ο φόβος μπορεί να είναι διεγερτικός παράγων. Σεβόμουν τα βουνά. Συνειδητοποίησα ότι αν ένα βουνό δεν θέλει να ανεβείς αν ο καιρός είναι κακός, για παράδειγμα, δεν ανεβαίνεις. Τα βουνά πρέπει να σ’ αφήσουν να τα κατακτήσεις».


Όταν, έπειτα από αρκετές δοκιμές και έχοντας περπατήσει επί 17 ημέρες από το Κατμαντού, ετοιμαζόταν με τον Τενζίνγκ για την τελική ανάβαση, ξύπνησε και βρήκε τις μπότες του εντελώς παγωμένες. «Τις έψησα στην γκαζιέρα, ώσπου να μαλακώσουν αρκετά, για να μπορέσω να τις φορέσω» θυμάται. Όταν έφθασαν στην κορυφή, «δεν πετούσα από τη χαρά μου, παρ’ ότι είχα μια βαθιά αίσθηση ικανοποίησης». Εκείνο που τον συνεπήρε, καθώς στεκόταν 8.850 μέτρα επάνω από το επίπεδο της θάλασσας, ήταν μια μεγάλη κορυφή στον ορίζοντα ονόματι Μακάλου, στην οποία ως τότε δεν είχε ανεβεί κανένας. Κοιτούσε την επόμενη πρόκλησή του. Άρχισαν να κατεβαίνουν με τον Τενζίνγκ, ώσπου συνάντησαν τον Λόου, τον οποίο ο Χίλαρι χαιρέτησε με την εξής φράση: «Λοιπόν, τον συντρίψαμε τον μπάσταρδο». (Η μητέρα του ένιωσε τρομερή ντροπή, όταν η φράση αναμεταδόθηκε σε όλον τον κόσμο.)


*Άρθρο αφιερωμένο στον Έντμουντ Χίλαρι, τον κατακτητή του Έβερεστ, της ψηλότερης κορυφής του κόσμου. Έφερε τον τίτλο «Τα βουνά πρέπει να σ’ αφήσουν να τα κατακτήσεις» και είχε δημοσιευτεί στο φύλλο του «Βήματος» που είχε κυκλοφορήσει την Τετάρτη 16 Απριλίου 2003.


Η διαδρομή (κατά προσέγγιση) που ακολούθησαν ο Χίλαρι και ο Νοργκάι το 1953

Ο σερ Έντμουντ Χίλαρι (Edmund Hillary) γεννήθηκε στο Ώκλαντ της Νέας Ζηλανδίας στις 20 Ιουλίου 1919 και απεβίωσε στην ίδια πόλη στις 11 Ιανουαρίου 2008.