Ισπανικός Εμφύλιος: Ιστορίες αυτοθυσίας
Ο Ισπανικός Εμφύλιος των ετών 1936-1939 είναι προέκταση των δραματικών γεγονότων που αρχίζουν με την πτώση του δικτάτορα Πρίμο ντε Ριβέρα τον Ιανουάριο του 1930
Τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, που έληξε πριν 50 χρόνια (τον Απρίλιο του 1939), οι νέες γενιές των Ισπανών, αλλά και των Ευρωπαίων, λίγο τον ξέρουν ή θέλουν να τον ξεχάσουν, σαν εφιαλτική ανάμνηση μιας βάρβαρης και οπωσδήποτε ξεπερασμένης πια εποχής.
Ορισμένοι, ιδίως όσοι συχνάζουν στα μουσεία και βλέπουν τον περίφημο πίνακα του Πικάσο «Γκουέρνικα», ψάχνοντας βρίσκουν ότι πρόκειται για την καταστροφή αυτής της μικρής πόλης της Βόρειας Ισπανίας από τα γερμανικά αεροπλάνα του Χίτλερ στις 27 Απρίλη 1937, με 2.000 νεκρούς. Μια μέσα σε τόσες άλλες θηριωδίες, άξιες του πινέλου ενός Γκόγια. Άλλοι αναφέρονται στον Ισπανικό Πόλεμο συνδέοντάς τον στη μνήμη τους με τις περίφημες Διεθνείς Ταξιαρχίες, που σχηματίστηκαν τον Οκτώβριο του 1936 και απεχώρησαν από την Ισπανία τον Σεπτέμβριο του 1938, ύστερα από αίτηση της περίφημης αγγλογαλλικής Επιτροπής «Μη Επέμβασης», ενώ συνεχιζόταν η στρατιωτική ανάμειξη των γερμανών και ιταλών φασιστών στο πλευρό του Φράνκο.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 9.4.1989, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Μερικούς μήνες αργότερα έπεφτε η Βαρκελώνη (σ.σ. η κατάληψη της καταλανικής πρωτεύουσας από τις δυνάμεις του Φράνκο στις 26 Ιανουαρίου 1939 αποτέλεσε την αφορμή για τη σύνταξη του παρόντος άρθρου), και μετά η Μαδρίτη (σ.σ. η εισβολή των εθνικιστών στην ισπανική πρωτεύουσα στις 28 Μαρτίου 1939 σηματοδότησε το τυπικό τέλος του ανελέητου Ισπανικού Εμφυλίου). Ο εμφύλιος πόλεμος 1936-1939 είναι προέκταση των δραματικών γεγονότων που αρχίζουν με την πτώση του δικτάτορα Πρίμο ντε Ριβέρα τον Ιανουάριο του 1930. Ξεκινά από τότε μια επαναστατική περίοδος που ουσιαστικά τερματίζεται με τη νίκη του Φράνκο τον Απρίλιο του 1939.
Η Ισπανία είναι εκείνη την εποχή μια πολύ καθυστερημένη χώρα, αλλά όχι πια στο επίπεδο που γνώρισε έως τις αρχές του 19ου αιώνα. Χαρακτηρίζεται από μια μεγάλη μάζα φτωχών αγροτών (70% του πληθυσμού), από την εκμετάλλευση της οποίας ζει ολόκληρο το κρατικό σύστημα, η Εκκλησία, ο Στρατός, η δικαστική γραφειοκρατία κ.λπ.
Η έλλειψη γης, νερού, μηχανικού οπλισμού και πιο εκσυγχρονισμένων μορφών καλλιέργειας, παράλληλα με τις υψηλές τιμές του μισθώματος της γης, τους φόρους, την ακρίβεια των βιομηχανικών προϊόντων, συνθλίβουν τον αγροτικό πληθυσμό και εξαθλιώνουν ολόκληρα στρώματά του.
Όμως, ταυτόχρονα έχει δημιουργηθεί μια εθνική βιομηχανία, με περίπου ενάμισι εκατομμύριο βιομηχανικούς και άλλους εργάτες (σε ένα σύνολο πληθυσμού, τότε, 23 εκατομμυρίων) και σχεδόν άλλους τόσους αγροτικούς εργάτες. Είναι η εξέγερση των εργατών αυτών στις πόλεις και τα χωριά τον Δεκέμβριο του 1931 που προκαλεί την πτώση της μεταβατικής κυβέρνησης του Μπερενγκίρ και οδηγεί στις δημοτικές εκλογές του Απριλίου.
Οι δημοκρατικοί σχηματισμοί σημειώνουν σαρωτική νίκη, αναγκάζοντας τον βασιλιά Αλφόνσο να παραιτηθεί. Ο Αλκαλά Θαμόρα γίνεται πρωθυπουργός, και στη νέα μεγάλη δημοκρατική νίκη των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου 1931 γίνεται πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Αθάνια πρωθυπουργός.
Έως τον Νοέμβριο του 1933 οι εργαζόμενες μάζες με αλλεπάλληλους αγώνες σημειώνουν σοβαρές δημοκρατικές κατακτήσεις. Η Καταλωνία το 1932 κηρύσσεται αυτόνομη περιοχή. Όμως, από τα τέλη του 1933 έως τις αρχές του 1936, στο διάστημα της «μαύρης διετίας», η Δεξιά επανέρχεται στην εξουσία, εξουδετερώνει τις περισσότερες από τις κατακτήσεις αυτές και πνίγει στο αίμα λαϊκές εξεγέρσεις, όπως η περίφημη Κομμούνα της Αστουρίας τον Οκτώβριο του 1934. Σ’ όλο αυτό το διάστημα οι δυνάμεις του επίσημου κομμουνιστικού κινήματος, πολύ περιορισμένες σε αριθμό και επιρροή, παίζουν μικρό ρόλο. Τόσο περισσότερο μάλιστα όσο ακολουθούν τη σεχταριστική πολιτική της λεγόμενης «τρίτης περιόδου», που απέκλειε ενιαίο μέτωπο με τους σοσιαλιστές, αποκαλούμενους «σοσιαλφασίστες».
Αντίθετα, το παραδοσιακό αναρχοσυνδικαλιστικό κίνημα της Ισπανίας βρίσκεται στις πρώτες γραμμές των κοινωνικών αγώνων. Τον Αύγουστο του 1935 το 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς εγκαταλείπει την πολιτική αυτή και στρέφεται προς εκείνη του «Λαϊκού Μετώπου», δηλαδή συνεργασίας με τους σοσιαλιστές αλλά και τη λεγόμενη «φιλελεύθερη», «εθνική», «προοδευτική» αστική τάξη.
Το 1936 αρχίζει η δεύτερη και αποφασιστική φάση της «Ισπανικής Επανάστασης». Οι εκλογές του Φεβρουαρίου ανεβάζουν στην εξουσία τον σχηματισμό του «Λαϊκού Μετώπου» υποστηριζόμενο από τους αναρχικούς και το POUM, το «Εργατικό Κόμμα Μαρξιστικής Ενοποίησης», που ιδρύθηκε το 1935 στην Καταλωνία και είναι «τροτσκιστικής» απόκλισης. H νίκη του «Λαϊκού Μετώπου» συνοδεύτηκε από θεαματική άνοδο του μαζικού κινήματος των εργαζομένων. Άνοιξαν οι φυλακές, ενώ στα εργοστάσια επιβάλλεται «εργατικός έλεγχος» και σε ορισμένες περιπτώσεις «εργατική αυτοδιαχείριση». Η έκταση των κατακτήσεων αυτών ανησυχεί τα κόμματα του «Λαϊκού Μετώπου», που θέλουν να περιοριστούν σε μια «ειρηνική» και μόνο «δημοκρατική επανάσταση».
Η κυβέρνηση αντιτίθεται στην αγροτική μεταρρύθμιση, τις απεργίες και καταλήψεις εργοστασίων και κτημάτων, τον χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους, την απελευθέρωση των αποικιών, ιδιαίτερα του Μαρόκου. Τις πρωινές ώρες της 17ης Ιουλίου 1936 ο στρατηγός Φράνκο αναλαμβάνει την αρχηγία των Λεγεωναρίων στο Μαρόκο και με ένα μανιφέστο στους Ισπανούς κηρύσσει τον ανοιχτό πόλεμο εναντίον της Δημοκρατίας.
Το κύριο μέρος του Στρατού, αλλά και των γαιοκτημόνων, των βιομηχάνων, της Εκκλησίας, συσπειρώνεται γύρω από το φασιστικό πρόγραμμα του Φράνκο. Οι ελάχιστοι δημοκρατικοί ηγέτες που συμμετέχουν στην κυβέρνηση του «Λαϊκού Μετώπου» έχουν χάσει την πραγματική τους κοινωνική βάση και παραμένουν στην εξουσία χάρη στην υποστήριξη των σοσιαλιστών και των κομμουνιστών. Η κοινή τους κυβέρνηση προσπαθεί για ένα διάστημα να υποτιμήσει τη σημασία και την έκταση του πραξικοπήματος του Φράνκο και υπόσχεται ότι είναι σε θέση χάρη στη «στρατιωτική δύναμη του Κράτους» να αποκαταστήσει γρήγορα την «ομαλότητα».
Όμως, οι μάζες αυθόρμητα αναλαμβάνουν οι ίδιες να υπερασπίσουν πραγματικά τη Δημοκρατία. Στις 19 Ιουλίου τα άοπλα πλήθη των εργαζομένων της Βαρκελώνης καταλαμβάνουν τους στρατώνες και το απόγευμα της επόμενης μέρας κυριαρχούν στην πόλη. Παρόμοια γεγονότα διαδραματίζονται και στη Μαδρίτη, καθώς και στη Βαλένθια και σε περιοχές της Αστουρίας. Σε πολλά σημεία, επίσης, της υπαίθρου οι ακτήμονες χωρικοί καταλαμβάνουν τη γη και οργανώνονται σε «κολεκτίβες», εμπνεόμενοι από διδάγματα της αναρχικής ιδεολογίας και αριστερών σοσιαλιστών. Οργανώνεται έτσι ανεπαίσθητα ένα σύστημα δυαδικής εξουσίας, ιδιαίτερα ισχυρό στην Καταλωνία, όπου σχηματίζεται η «Κεντρική Επιτροπή των Αντιφασιστικών Πολιτοφυλάκων της Καταλωνίας», στην οποία κυριαρχούν αναρχοσυνδικαλιστές.
Όμως, γρήγορα και ο οργανισμός αυτός παρασύρεται προς την αστική εξουσία. Υπό την πίεση των γεγονότων αυτών, σχηματίζεται τον Σεπτέμβριο του 1936 η ριζοσπαστικότερη κυβέρνηση που γνώρισε στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου η Ισπανία, με πρωθυπουργό τον αριστερό σοσιαλιστή Λάργκο Καμπαλέρο, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι σχηματισμοί του φάσματος του «Λαϊκού Μετώπου», και που δημιουργεί τον «Λαϊκό Στρατό». Όμως, και η κυβέρνηση αυτή διστάζει να προβεί σε ριζικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που απαιτεί επίμονα η βάση της και επιβάλλει μια τακτική απομόνωσης του Φράνκο.
Τον Αύγουστο του 1936 η Γαλλία και η Αγγλία τάσσονται υπέρ της «μη επέμβασης» στην Ισπανία, ενώ ο Φράνκο αρχίζει την πολιορκία της Μαδρίτης. Προ του κινδύνου να νικήσει ο Φράνκο και να εκτεθεί η αδυναμία της ΕΣΣΔ στην αντίστασή της εναντίον του φασισμού, από την οποία ο Στάλιν προσμένει συμμαχία με τις Δημοκρατίες της Ευρώπης (τη Γαλλία και την Αγγλία), ο τελευταίος αρχίζει να στέλνει περιορισμένη ποσότητα όπλων στην ισπανική κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα αρχίζει ο σχηματισμός των περίφημων Διεθνών Ταξιαρχιών, στις οποίες εθελοντικά συμμετέχουν κομμουνιστές, επαναστάτες και ριζοσπαστικοί δημοκράτες από τον κόσμο ολόκληρο. Με την κραυγή «Ας σκάψουμε τον τάφο του φασισμού» περίπου 40.000 εθελοντές πολέμησαν ηρωικά σε όλα τα μέτωπα και ιδίως εκείνα της Μαδρίτης και της Βαρκελώνης, έως τα τέλη του 1938, οπότε επεβλήθη η αποχώρησή τους από την Ισπανία. Ο Στάλιν στέλνει στελέχη του πρώτης γραμμής για να διευθύνουν και να ελέγχουν το κίνημα των Διεθνών Ταξιαρχιών, όπως τον Τίτο, τον Αντρέ Μαρτί, τον Ούλμπριχτ, τον Αντόνοβ-Οβσένκο.
Το 1937 χαρακτηρίζεται από την διαρκή υποχώρηση των δημοκρατικών, την καταδίωξη των ριζοσπαστικών τους τμημάτων, όπως οι συλλήψεις και οι σφαγές των αναρχοσυνδικαλιστών και των POUM στην Καταλωνία (τον Μάιο), την πτώση της κυβέρνησης του Καμπαλέρο, τον ολοκληρωτικό έλεγχο του σταλινικού μηχανισμού πάνω στο δημοκρατικό στρατόπεδο που καταρρέει και οδεύει προς την ήττα του. Το όργιο της σταλινικής τρομοκρατίας στην Ισπανία αποκαλύπτει τώρα σιγά-σιγά και η σοβιετική περεστρόικα.
Διάφορα δημοκρατικά προπύργια όπως η Μάλαγα και το Μπιλμπάο περνούν στα χέρια του Φράνκο. Αντίθετα, η Μαδρίτη, αμυνόμενη με επαναστατικές μεθόδους από δρόμο σε δρόμο, από σπίτι σε σπίτι, χάρη στην αφάνταστη αυτοθυσία, εκτός άλλων, και των ανθρακωρύχων της Αστουρίας και των Διεθνών Ταξιαρχιών, αντιστέκεται έως το τέλος του Μαρτίου 1939.
Η νέα κυβέρνηση υπό τον Νεγκρίν μεταφέρεται από τα τέλη του 1937 στη Βαρκελώνη, ο βομβαρδισμός της οποίας αρχίζει τον Ιανουάριο του 1938 και η πτώση της πραγματοποιείται ακριβώς ένα χρόνο αργότερα: τον Φεβρουάριο του 1939. Η Γαλλία και η Αγγλία αναγνωρίζουν τη νίκη του Φράνκο, ενώ οι δημοκρατικοί κατέχουν ακόμα το ένα τρίτο της χώρας.
Τον Μάρτιο σχηματίζεται ο Σύνδεσμος Εθνικής Άμυνας, που διώχνει το Κομμουνιστικό Κόμμα από το «Λαϊκό Μέτωπο» και διαπραγματεύεται την παράδοση στον Φράνκο.
*Άρθρο του Μιχάλη Ράπτη για τον Ισπανικό Εμφύλιο, που έφερε τον τίτλο «Γκουέρνικα» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 9 Απριλίου 1989.
Ο Μιχάλης Ράπτης (1911-1996), ευρέως γνωστός ως Πάμπλο (Michel Pablo), υπήρξε ηγετική μορφή του διεθνούς τροτσκιστικού κινήματος, ενώ διετέλεσε επί μακρόν γραμματέας της 4ης Διεθνούς, τηρώντας σαφείς αποστάσεις από το σταλινισμό και τα καθεστώτα του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού.
Ο Ισπανικός Εμφύλιος, η μέχρις εσχάτων αναμέτρηση της «κόκκινης» και της «μαύρης» Ισπανίας, που είχε ξεσπάσει τον Ιούλιο του 1936, έληξε τυπικά ύστερα από δύο χρόνια και 254 ημέρες, στις 28 Μαρτίου 1939, με βαρύτατο τίμημα για τα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα: οι συνολικές απώλειες (πεσόντες σε μάχες, φονευθέντες σε βομβαρδισμούς και εκτελεσθέντες) υπολογίζονται –κατ’ ελάχιστον– σε περισσότερες από 400.000.
- Η ΕΚΤ προειδοποιεί για πιθανή φούσκα στην τεχνητή νοημοσύνη
- Super League: Αλλαγή ώρας στο ΠΑΟΚ – Athens Kallithea της 13ης αγωνιστικής
- Βυρώνας: Συνελήφθη μετά από καταδίωξη 22χρονος που οπλοφορούσε
- Στη φυλακή ο 19χρονος που σκότωσε το 5χρονο παιδί στο Μαρκόπουλο
- Τασούλας για εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ: Είναι στενάχωρο, πρώτη φορά δεν ισχύει η ψήφος του εκλογικού σώματος
- Πλατεία Εξαρχείων: Ξηλώνονται οι παράνομες λαμαρίνες του Μετρό μετά από δικαστική απόφαση