Το προεκλογικό σκηνικό στις ΗΠΑ έχει πλέον αρχίσει να αποκτά… διαστάσεις εμφυλίου.

Αιτία ή αφορμή δεν είναι η οικονομία, η εξωτερική πολιτική, τα ατομικά δικαιώματα ή οι διευρυνόμενες κοινωνικές ανισότητες.

Το πολιτικό ζήτημα που έχει αρχίσει να κυριαρχεί ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου είναι το μεταναστευτικό και η αστυνόμευση των αμερικανικών νότιων συνόρων.

Είναι το θέμα που φαίνεται να κινητοποιεί περισσότερο τους ψηφοφόρους, κυρίως των Ρεπουμπλικανών, που ποντάρουν πολλά -και ψηφοθηρικά- στην αντιμεταναστευτική ατζέντα τους.

«Όταν είπα ότι χρειαζόμαστε ένα εθνικό διαζύγιο, αυτό είναι ακριβώς αυτό για το οποίο μιλάω και ένα σοβαρό παράδειγμα για το γιατί», έγραψε στο X η ακροδεξιά βουλευτής από τη Τζόρτζια και «μαζορέτα» του τραμπισμού, Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν.

Είναι ένα από τα προβεβλημένα μέλη των Ρεπουμπλικανών που καλούν στα χαρακώματα τις «κόκκινες» (ελεγχόμενες από το κόμμα) πολιτείες, έναντι των «μπλε», όπου κυβερνούν οι Δημοκρατικοί.

Στο επίκεντρο είναι η υπερσυντηρητική πολιτεία του Τέξας, η «γη των πετρελαιάδων» με την ισχυρή οικονομία, όπου τα πάθη ακόμη και για απόσχιση από τις ΗΠΑ δεν έχουν καταλαγιάσει.

Εδώ και ημέρες ο σκληροπυρηνικός κυβερνήτης της νότιας πολιτείας, Γκρεγκ Άμποτ βρίσκεται σε ανοιχτή ρήξη με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν και τους αμερικανικούς θεσμούς.

Η διαμάχη μαίνεται μετά τη μονομερή απόφαση του Άμποτ να προσθέσει συρματόπλεγμα στα σύνορα του Τέξας με το Μεξικό, για να αποτρέψει την είσοδο παράτυπων μεταναστών, μέσω της πολιτείας του, στις ΗΠΑ.

Επιδεικτικά, δήλωσε ότι αψηφά ακόμη και την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, που έδωσε οριακά -με ψήφους 5 έναντι 4- το «πράσινο φως» στη συνοριοφυλακή των ΗΠΑ να αφαιρέσει το συρματόπλεγμα.

Η άρνηση υπακοής του Τεξανού κυβερνήτη έχει φέρει τη συνοριοφυλακή απέναντι στην Εθνοφρουρά του Τέξας, την κυβέρνηση Μπάιντεν σε μετωπική με τους Ρεπουμπλικανούς και τις ΗΠΑ στα πρόθυρα μιας δυσεπίλυτης θεσμικής κρίσης.

Μετανάστες που ζητούν άσυλο στις ΗΠΑ πίσω από το συρματόπλεγμα στο Τέξας, στην πλευρά του Μεξικού. (REUTERS/Jose Luis Gonzalez)

 Πολιτικά «χαρακώματα»

Με τον αέρα του σίγουρου νικητή στην κούρσα για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να πάρει θέση στο πολιτικό «ρινγκ».

Επαινεί δημόσια τον κυβερνήτη του Τέξας για τη στάση του, συντασσόμενος μαζί του.

«Θα το πολεμήσω μέχρι τέλους», δήλωσε σε προεκλογική συγκέντρωση στο Λας Βέγκας, καταχειροκροτούμενος από ένα ακροατήριο που ήταν σε μεγάλο ποσοστό ισπανόφωνοι ψηφοφόροι.

«Θα χρησιμοποιήσω κάθε μέσο και εξουσία του προέδρου», είπε σε προεκλογικούς τόνους, «για να υπερασπιστώ τις ΗΠΑ από τη φρικτή εισβολή που συντελείται αυτή τη στιγμή».

Με τον όρο «εισβολή», εννοεί τα καραβάνια απελπισμένων προσφύγων και μεταναστών που συνωστίζονται στα νότια σύνορα των ΗΠΑ.

Αλλά ο Τραμπ δεν είναι ο μόνος.

Καταδεικνύοντας τον βαθύ διχασμό στις ΗΠΑ, 25 κυβερνήτες -όλοι τους Ρεπουμπλικάνοι, πολλοί από τον νότο- προσέφεραν πλήρη υποστήριξη στον Άμποτ.

«Προστατεύει τους Αμερικανούς πολίτες από επίπεδα ρεκόρ παράνομων μεταναστών», ανέφεραν σε κοινή δήλωση, «από θανατηφόρα ναρκωτικά, όπως η φαιντανύλη, και από τρομοκράτες που εισέρχονται στη χώρα».

Στο δε Κογκρέσο, οι Ρεπουμπλικανοί βουλευτές εργαλειοποιούν το μεταναστευτικό για να αποδομήσουν το προφίλ του προέδρου Μπάιντεν, σε μια κρίσιμη εκλογική χρονιά. Παζαρεύουν εδώ και καιρό την έγκριση νέας στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία με την επιβολή σκληρών αντιμεταναστευτικών μέτρων.

Όχι ότι η στάση της κυβέρνηση Μπάιντεν είναι στο θέμα είναι χαλαρή…

Έχει σαφώς σκληρύνει, διχάζοντας περαιτέρω τους Δημοκρατικούς.

Τώρα επιδιώκει διακομματική συμφωνία επί νομοσχεδίου, που θα δίνει έκτακτη χρηματοδότηση για την ασφάλεια των νότιων συνόρων και τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να τα κλείσει, όταν οι παράτυπες  διελεύσεις ξεπεράσουν έναν συγκεκριμένο όριο.

Γίνεται λόγος για 5.000 ημερησίως. Αριθμός, που έχει πολλάκις τους τελευταίους μήνες ξεπεραστεί.

Το τραμπικό στρατόπεδο τορπιλίζει τη συζήτηση, χαρακτηρίζοντας τα υπό συζήτηση μέτρα ανεπαρκή.

«Αν ήταν σήμερα νόμος, θα έκλεινα τα σύνορα αμέσως», υπερθεμάτισε σε προεκλογική συγκέντρωση ο Μπάιντεν, που προ της εκλογής του στηλίτευε τον Τραμπ για την πολιτική κλειστών συνόρων.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, επί προεδρίας του, σε παλαιότερη σύσκεψη για τη συνοριακή ασφάλεια στο Τέξας (Brandon Bell/Pool via REUTERS/File Photo)

Φαρ Ουέστ ενόψει;

Πέρα από την πολιτική σύγκρουση που έχει στηθεί με επίκεντρο το μεταναστευτικό και το Τέξας, στην κρίση αυτή διακυβεύονται πολύ σημαντικά νομικά και συνταγματικά ζητήματα στις ΗΠΑ.

Υπάρχει μια σαφής απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, που ξεκαθαρίζει ότι η μεταναστευτική πολιτική και ο έλεγχος των συνόρων ασκείται από την  ομοσπονδιακή κυβέρνηση και όχι μεμονωμένα από τις πολιτείες.

Ο κυβερνήτης του Τέξας ωστόσο επιμένει ότι έχει τον νόμο με το μέρος του. Για την ακρίβεια έχει υπογράψει έναν, ποινικοποιώντας τις παράτυπες διελεύσεις.

Επικαλούμενος «παραθυράκια» στο Σύνταγμα των ΗΠΑ και του Τέξας, κατηγορεί την κυβέρνηση Μπάιντεν ότι απέτυχε να προστατεύσει κάθε πολιτεία «από εισβολή» και, σε αυτό το πλαίσιο, επικαλείται «το δικαίωμα στην αυτοάμυνα» κάθε πολιτείας.

«Αυτή η εξουσία είναι ο υπέρτατος νόμος της χώρας και υπερισχύει οποιουδήποτε αντίθετου ομοσπονδιακού νόμου», υποστηρίζει.

Διέταξε την Εθνοφρουρά του Τέξας (τεχνικά τμήμα του αμερικανικού στρατού) να συνεχίσει να τοποθετεί συρματόπλεγμα, μην αφήνοντας τη συνοριοφυλακή των ΗΠΑ να περάσει.

Δήλωσε έτοιμος για σύγκρουση με τις ομοσπονδιακές αρχές, λέγοντας ότι έχει ενισχύσεις και από άλλες πολιτείες.

Εν μέσω αναφορών σε συντηρητικά ΜΜΕ για κλίμα εμφυλίου, στο Τέξας έχουν ξαναρχίσει να ακούγονται φωνές μέχρι και για…Texit, με απόσχιση από τις ΗΠΑ.

Αναλόγως των εξελίξεων, αναφέρουν ΜΜΕ στο Τέξας, αυτή «θα μπορούσε να είναι η αρχή μιας συνταγματικής κρίσης» και μια νέα «απειλή» για την αμερικανική δημοκρατία.