Δεν χρειαζόμαστε σούπερ-μάρκετ πτυχίων
Ο τρόπος που προωθείται η υπόθεση των ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν έχει καμία σχέση με αναβάθμιση των πτυχίων και συνολικά της ανώτατης εκπαίδευσης
Στη ζωή έρχεται πάντα μία στιγμή κατά την οποία οι διακηρύξεις περνάνε τη δοκιμασία της πραγματικότητας. Αυτό ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή με το ζήτημα των ιδιωτικών πανεπιστημίων, που η κυβέρνηση για επικοινωνιακούς λόγους ονομάζει «μη κρατικά», πιστή πάντως στη νεοφιλελεύθερη ορολογία και ιδεολογία, που οτιδήποτε κρατικό είναι τουλάχιστον αναχρονιστικό και δυσκίνητο.
Μέχρι τώρα όλες οι διακηρύξεις και η ρητορική που είχε αναπτυχθεί παρουσίαζε τη σχετική μεταρρύθμιση ως «ιστορική» και «αναγκαία αλλαγή» που θα επιτρέψει να έρθουν στη χώρα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού ή να κινητοποιηθούν πόροι στο εσωτερικό της χώρας για τη δημιουργία υψηλού κύρους σπουδών και να ενισχυθεί συνολικά ο ακαδημαϊκός χάρτης της χώρας.
Όμως, μετά τα αποκαλυπτήρια του νομοσχεδίου αποδεικνύεται ότι αυτό που σχεδιάζεται να φτιαχτεί καμιά σχέση δεν έχει με αυτό, που με σπουδή διαφημίζει τόσο καιρό η κυβέρνηση επιμένοντας μάλιστα να μιλά για «γενικευμένο αίτημα της κοινωνίας».
Αυτό που πάει να δημιουργηθεί είναι ιδιωτικά πανεπιστήμια που απλώς θα διεκδικήσουν ένα μέρος της αγοράς των φοιτητών που αποτυγχάνουν να περάσουν σε μια «καλή» σχολή, αλλά έχουν την οικονομική δυνατότητα να πάνε σε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο. Σε μια δεύτερη δε προσεκτική ανάγνωση διαπιστώνει κανείς ότι επιταχύνεται μεθοδικά η ιδιωτικοποίηση πλευρών της λειτουργίας και των ίδιων των δημόσιων πανεπιστημίων. Άλλωστε κάτι τέτοιο θα ταίριαζε και με το κυβερνητικό αφήγημα του «γινόμαστε Ευρώπη», αφού στις περισσότερες χώρες για να φοιτήσεις στα προπτυχιακά προγράμματα των δημόσιων πανεπιστημίων πληρώνεις δίδακτρα και τέλη. Η χώρα μας μέχρι σήμερα αποτελεί θετική εξαίρεση ως προς τις δωρεάν παροχές σε φοιτητές. Εξού και τα φοιτητικά δάνεια, που σε άλλες χώρες πληρώνεις μέχρι την πολύ ώριμη εφηβεία, δεν είναι διαδεδομένα στην Ελλάδα.
Αυτό δεν σημαίνει πραγματική αναβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας στη χώρα μας.
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας δεν είναι φτιαγμένο για να φέρει τα μεγάλα πανεπιστήμια.
Ούτε διαμορφώνει όρους για να διευκολύνει έναν συνασπισμό Ελλήνων σύγχρονων ευεργετών που θα ήθελαν να φτιάξουν κάτι για το μέλλον της χώρας.
Δεν επικεντρώνει καν στις συνεργασίες των δημόσιων ελληνικών πανεπιστημίων και των πανεπιστημίων του εξωτερικού.
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των επιχειρηματιών εκείνων που βλέπουν μια εμπορική ευκαιρία και ελπίζουν να βγάλουν υψηλά κέρδη προσφέροντας εκπαιδευτικές υπηρεσίες που δεν θα είναι ανώτερες των σημερινών Κολεγίων, μέσα από ιδρύματα που θα απέχουν αρκετά από το να αποτελούν πραγματικά πανεπιστήμια.
Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα μπορούν απλώς να στηρίζονται σε μια συμφωνία franchise με το «μητρικό ίδρυμα», από την απουσία ακαδημαϊκών οργάνων ανάλογων με αυτά που υπάρχουν στα δημόσια πανεπιστήμια και φυσικά από την πολύ χαμηλή βάση με την οποία θα μπορεί ένας φοιτητής να εισαχθεί.
Για να μπεις σήμερα στην Ιατρική σχολή χρειάζεσαι 19.000 μόρια, για να μπεις στην Ιατρική μιας ιδιωτικής σχολής θα χρειάζεσαι 9.000 μόρια και κάποιες χιλιάδες ευρώ, θα έλεγε κανείς σχηματικά. Στην πράξη μαθητές και απόφοιτοι διαχωρίζονται με οικονομικά κριτήρια σε κατηγορίες, και με εντελώς άνισο τρόπο θα εισάγονται στα δημόσια και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αναλόγως του ύψους του τραπεζικού λογαριασμού κάποιος θα μπορεί να εξασφαλίσει και συλλογή πτυχίων και κατ’ επέκταση «εντυπωσιακό» βιογραφικό με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αγορά εργασίας, την αξιοκρατία, και την απαξίωση των πτυχίων.
Όμως, προβλήματα γεννά και η ίδια η μεθόδευση. Μέχρι τώρα ξέραμε ότι για να ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια χρειαζόταν συνταγματική αναθεώρηση. Μια διαδικασία που απαιτεί ευρύτερη συναίνεση και ουσιαστική διαδικασία. Μέχρι περίπου προχτές αυτό θεωρείτο αυτονόητο, ακριβώς επειδή το Σύνταγμα είναι πάρα πολύ σαφές επί του θέματος.
Τώρα, έρχεται η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και λέει ότι μπορεί να παρακαμφθεί το Σύνταγμα επειδή υπερισχύει το ευρωπαϊκό δίκαιο. Όμως, φαντάζομαι ότι το ευρωπαϊκό δίκαιο υπερίσχυε του εθνικού δικαίου και πριν από ένα χρόνο, όταν κανένας δεν φαινόταν διατεθειμένος, ούτε καν ο ίδιος ο πρωθυπουργός, να παρακάμψει τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης. Για αναθεώρηση του Συντάγματος μιλούσε το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ του 2023 όχι για νομοσχέδιο.
Γνωρίζω ότι έχουν υπάρξει γνωμοδοτήσεις συνταγματολόγων υπέρ της παράκαμψης του Συντάγματος. Όμως, την ίδια στιγμή υπάρχει ισχυρή και στέρεη επιχειρηματολογία από άλλους συνταγματολόγους που τεκμηριώνουν ότι δεν μπορεί να παρακαμφθεί το Σύνταγμα.
Σε τελική ανάλυση, μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι όταν υπάρχει ανοιχτή δυνατότητα συνταγματικής αναθεώρησης δεν υπάρχει λόγος για μια τέτοια βιασύνη.
Ιδίως όταν συνταγματική αναθεώρηση σημαίνει αναλυτική συζήτηση, οικοδόμηση συναινέσεων, εξασφάλιση ότι δεν μιλάμε απλώς για ένα εμπόριο πτυχίων.
Άλλωστε, δεν είμαι βέβαιος ότι είναι καλή υπηρεσία προς τη δημοκρατία να έρχεται η ίδια η κυβέρνηση και να λέει ότι μπορεί να παρακαμφθεί το Σύνταγμα.
Και την ίδια στιγμή υπάρχει και η αντίδραση των φοιτητών. Ας μη γελιόμαστε: είναι σαφές ότι το νομοσχέδιο απορρίπτεται πλειοψηφικά από τους φοιτητές και τη νεολαία. Ακόμη και οι περισσότεροι από αυτούς που είναι αντίθετοι στις καταλήψεις δεν το κάνουν επειδή συμφωνούν με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά επειδή αγχώνονται για την εξεταστική και το εξάμηνο, με αρκετούς να παρατηρούν ότι δεν επιλέχθηκε τυχαία ο χρόνος ανάδειξης του θέματος και της παρουσίασης του νομοσχεδίου.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάνει μεγάλο λάθος η κυβέρνηση όταν προσπαθεί να παρουσιάσει ως «αυτονόητη» τη συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία.
Δεν είναι και δεν έχει αυτή τη στιγμή την επαρκή νομιμοποίηση.
Το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να την αποσύρει, να επιτρέψει έτσι να εκτονωθεί η ένταση στα πανεπιστήμια και να εντάξει το ζήτημα των μη κρατικών πανεπιστημίων στη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης και του διαλόγου γύρω από αυτήν.
Διαφορετικά, απλώς θα χρεωθεί το κόστος και της αναστάτωσης και μιας αποτυχημένης θεσμικής πρωτοβουλίας.
- Γαλλία: Ιστορικά χαμηλό ποσοστό δημοτικότητας για τον Φρανσουά Μπαϊρού στη Γαλλία
- Γιορτές στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
- Αγρίνιο: «Συνήθως οι σεισμοί στην Τριχωνίδα έχουν συνέχεια» λέει ο Λέκκας – «Χρειάζεται επιτήρηση»
- Παράταση στην άφιξη Μενσά
- «Good Luck, Babe!»: Πώς το κομμάτι της Chappell Roan έγινε o ύμνος της γενιάς των situationships
- Μπρίτνεϊ Σπίαρς: «Έχω βαριά μελαγχολία, έχω σιχαθεί τόσο πολύ τους ανθρώπους»