Κώστας Βάρναλης: Ρωμηός ως το κόκκαλο
Ο αριστοτέχνης του πεζού λόγου
Ύστερα από τον Άγγελο Σικελιανό, το Νίκο Καρβούνη (σ.σ. δημοσιογράφος, λογοτέχνης και διανοούμενος, 1880-1947), το Νίκο Καζαντζάκη, το Μάρκο Αυγέρη χάνεται τώρα κι ο τελευταίος της δοξασμένης πεντάδας, ο Κώστας Βάρναλης. Στάθηκαν όλοι μεγάλες μορφές των Γραμμάτων μας κι ο καθένας, με τον τρόπο του και στη δική του περιοχή, χάραξε νέους δρόμους στη σκέψη και στην τέχνη της νέας Ελλάδας. Είχαν όλοι τους γεννηθεί γύρω στα 1884 κι είχαν όλοι πρωτοεμφανιστεί στα γράμματα γύρω στα 1904 μέσα από τον «Νουμά», το μαχητικό περιοδικό του Ταγκόπουλου (σ.σ. Δημήτρης Ταγκόπουλος, λογοτέχνης, δημοσιογράφος και εκδότης), που πρωταγωνιστούσε για την επικράτηση της εθνικής μας γλώσσας. Έτσι, η πεντάδα αυτή εκφράζει βασικά την ορμή της ελληνικής αστικής τάξης, που ανεβαίνει κι ανυπομονεί να πάρει στα χέρια της την εξουσία για την ολοκλήρωση των στόχων της: την εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από τα φεουδαρχικά στοιχεία, την αναδιάρθρωση της οικονομίας, τον εκσυγχρονισμό της Παιδείας και την εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών. Μετά πέντε χρόνια, η Επανάσταση του Γουδί αυτή τη θέληση διαδηλώνει. Και οι πέντε, λίγο ή πολύ, αυτούς τους πόθους εκφράζουν τότε μέσα από το έργο τους. Κι αν αργότερα όλοι, άλλος πιο νωρίς, όπως ο Βάρναλης, ύστερα από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή, και οι άλλοι αργότερα, πριν ή μετά από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη φασιστική Κατοχή της Ελλάδας, προχωρούν μοιραία σε πιο ριζοσπαστικές ή και επαναστατικές κοσμοθεωρίες, το φταίξιμο βρίσκεται στην ίδια την αστική τάξη, που από κακούς χειρισμούς απέτυχε ή κουράστηκε και τελικά εγκατέλειψε το στόχο της ολοκληρωμένης δημοκρατίας και της ενοποίησης σ’ ένα ελεύθερο κράτος όλου του υπόδουλου Ελληνισμού. Έτσι, ένα τμήμα της τουλάχιστο, παραιτήθηκε και από το κύριο χαρακτηριστικό κάθε άρχουσας αστικοδημοκρατικής τάξης, την εθνική ανεξαρτησία, και υποτάχθηκε στη θέληση των ξένων για να ικανοποιήσει τα στενά ατομικά της συμφέροντα.
Ο Κώστας Βάρναλης προέρχεται από εκείνο τον πλατύτερο Ελληνισμό (γεννήθηκε στα 1884 στον Πύργο της Βουλγαρίας — Ανατολικής Ρωμυλίας τότε) που μας έδωσε και τον Καβάφη, κι ίσως για τούτο στους δυο τους και σ’ έναν τρίτο, το Σεφέρη, ο «φυλετισμός» ή ο «καημός της Ρωμηοσύνης», δηλαδή ο άδολος αλλά μαχητικός πατριωτισμός, ήταν οξύτερος, καθώς έβλεπαν το χώρο όπου μιλούσαν την «ελληνική λαλιά» να συρρικνώνεται αδιάκοπα.
[…]
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.12.1974, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στην «Αληθινή Απολογία του Σωκράτη» (1931), αυτό το πεζογραφικό αριστούργημα, οι μορφές του Σωκράτη και του Αριστοφάνη έχουν μια τόσο έντονη παρουσία, που θαρρεί κανείς ότι ο Βάρναλης, όταν πηγαίνει στην αγορά ή κάθεται στο καφενείο, αυτούς έχει για συνομιλητές του. Τόσο παραστατικά μπορεί και κάνει τα παλιά να μοιάζουν σαν σημερινά, πράγμα που δεν είναι άσχετο με την τεράστια εξοικείωσή του με τον πνευματικό κόσμο και τους προβληματισμούς τόσο της αρχαίας Ελλάδας όσο και της σύγχρονης Ευρώπης.
«Ζωντανοί Άνθρωποι» (1938), «Ημερολόγιο της Πηνελόπης» (1946), «Δικτάτορες» (1956). Ο Βάρναλης είναι πάντα ο αριστοτέχνης του πεζού λόγου κι ο βιρτουόζος διαπομπευτής όλων των στραβών και ανάποδων της αρχαίας και της σύγχρονης άρχουσας τάξης.
[…]
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.12.1974, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο Βάρναλης έκανε πάντοτε υψηλή τέχνη, ήταν αφάνταστα απαιτητικός από τον εαυτό του και άκουγε με ταπεινοφροσύνη την κριτική και του πιο άσημου ομότεχνου. Έκανε όμως τέχνη που με μέσα απλά και καθαρά γινόταν αμέσως προσιτή στο λαό. Με τους ομότεχνούς του ήταν αυστηρός κυρίως όταν ξεστράτιζαν στις σφαίρες της μεταφυσικής ή της ασάφειας, αλλά απλός και γλυκός στις ανθρώπινες σχέσεις του. Ένας από τους πιο παλιούς και πιο πιστούς του φίλους έμεινε πάντα ο Γιώργος Κατσίμπαλης, που ιδεολογικά και ταξικά βρίσκεται κάπως μακριά από το Βάρναλη. Αγαπούσε τους απλούς ανθρώπους και αυτοί του το ανταποδίνανε. Τον καμάρωναν και τον χαίρονταν. Πολύ τους άρεσε ν’ ακούν το Βάρναλη να τους λέει πως, αν ήταν θεολόγος, θα μπορούσε ν’ αποδείξει την ύπαρξη του Παντοδύναμου μ’ αυτά τα τρία θαύματα: τη θάλασσα, τη γυναίκα και τη φασουλάδα! Ρωμηός ως το κόκκαλο και μαζί αφιερωμένος αγωνιστής για τα δίκια του λαού του, για την ειρήνη του κόσμου και τη Δημοκρατία. Ευτύχησε να δει τη Μοναρχία —που τόσα φαρμακερά βέλη τής κάρφωσε στο κορμί— να γκρεμίζεται μέσα σ’ ένα παλλαϊκό ξέσπασμα χαράς και συναδέλφωσης. Κι αυτός, που αγαπούσε τη ζωή με τόσο πάθος, ίσως γι’ αυτό να μην έφυγε και πολύ πικραμένος.
*Αποσπάσματα από κείμενο-κατευόδιο του σημαντικότατου λογοτέχνη Στρατή Τσίρκα (φιλολογικό ψευδώνυμο του Γιάννη Χατζηανδρέα, 1911-1980) για τον Κώστα Βάρναλη. Είχε γραφτεί στις 17 Δεκεμβρίου 1974 και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την επομένη, Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 1974, ημέρα της κηδείας του Βάρναλη.
Ο Κώστας Βάρναλης, εξέχουσα μορφή των ελληνικών γραμμάτων, γεννήθηκε στον Πύργο της Ανατολικής Ρωμυλίας (νυν Μπουργκάς της Βουλγαρίας) στις 14 Φεβρουαρίου 1884 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 16 Δεκεμβρίου 1974.
Αφού αποφοίτησε από τα Ζαρίφεια Διδασκαλεία της Φιλιππούπολης, σπούδασε φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας και προσχώρησε ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια στο κίνημα του δημοτικισμού.
Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε τον Αύγουστο του 1904, στην πολιτικοκοινωνική και φιλολογική εφημερίδα «Ο Νουμάς», ενώ η πρώτη ποιητική συλλογή του («Κηρήθρες») δημοσιεύτηκε το 1905.
Ο Βάρναλης εργάστηκε ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση και ως δημοσιογράφος.
Οι σπουδές του ως υποτρόφου στο Παρίσι, στα πεδία της φιλοσοφίας, της φιλολογίας και της κοινωνιολογίας, καθώς και η εκεί στενή επαφή του με το χαράκτη Γιάννη Κεφαλληνό, στάθηκαν καθοριστικές για τη μύησή του στη μαρξιστική ιδεολογία και στο διαλεκτικό υλισμό.
Αφού προηγήθηκε, το 1919, η δημοσίευση του ποιήματος «Προσκυνητής», που ήταν αφιερωμένο στον αποκαλούμενο πατέρα της ελληνικής λαογραφίας, Νικόλαο Γ. Πολίτη, ακολούθησαν δύο σπουδαία δημιουργήματα του Βάρναλη, εξόχως δηλωτικά του λογοτεχνικού διαμετρήματός του: «Το φως που καίει» (1922) και «Σκλάβοι πολιορκημένοι» (1927).
Το 1929 ο Βάρναλης νυμφεύτηκε την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου.
Ξεχωριστή θέση στο συνολικό έργο του Βάρναλη κατέχουν το δοκίμιο «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» (1925) και τα πεζά «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη» (1932), «Το ημερολόγιο της Πηνελόπης» (1946).
Τη λογοτεχνική δημιουργία του Βάρναλη διακρίνουν η δεκτικότητα απέναντι σε νέες ιδέες και η συνύπαρξη αντιθετικών στοιχείων, τα πολιτικά και κοινωνικά θέματα, τα αντιπολεμικά και επαναστατικά μηνύματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Βάρναλης, κομμουνιστής συνεπής προς τις αρχές του και με ενεργό συμμετοχή στους αγώνες της εργατικής τάξης, εξορίστηκε το 1935 στη Μυτιλήνη και στον Άγιο Ευστράτιο, τιμήθηκε δε με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Λένιν (1959).
- Είναι εφικτή η απαγόρευση των social media στους ανηλίκους – Τι προσπαθεί να κάνει η Αυστραλία;
- World Pass powered by Telekom: Δύο τυχεροί συνδρομητές COSMOTE σε συναυλία του Justin Timberlake στο T-Mobile Center στις ΗΠΑ
- Καιρός: Έρχονται χιόνια και θερμοκρασίες υπό το μηδέν – Από πού θα περάσει ο παγερός βοριάς
- Στην Ευελπίδων η Ειρήνη Μουρτζούκου – Εν αναμονή άσκησης δίωξης από τον εισαγγελέα
- Μπαρτσελόνα: Ο Γιαμάλ χάνει και το παιχνίδι με τη Θέλτα
- Στο στόχαστρο της Amazon και της SpaceX τα εργασιακά δικαιώματα, με τις ευλογίες του Τραμπ