Στο φύλλο του «Ελευθέρου Βήματος» που είχε κυκλοφορήσει την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 1938, στη δεύτερη σελίδα του, υπήρχε ένα άρθρο που έφερε την υπογραφή του δημοσιογράφου, συγγραφέα και θεατρικού κριτικού Μιχαήλ Ροδά (1884-1948). Στο εν λόγω κείμενο του Ροδά, που αφορούσε τον Δημήτριο Βικέλα, διαβάζουμε τα ακόλουθα:

Ο κ. Ζαχαρίας Παπαντωνίου, σε ένα από τα τελευταία μνημειώδη άρθρα του για την πατρίδα του «Γκρέκο», απεκάλυψε ευρύτερα στον ελληνικό κόσμο, και προ παντός στον νεώτερο, ότι μέχρι του 1888 ήταν άγνωστη η καταγωγή του, ή μάλλον ο κατάλογος της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου τον τοποθετούσε «σε μια από τις ενετικές επικράτειες». Η αοριστία αυτή ισοδυναμούσε και με την άγνοια για την πραγματική καταγωγή του Θεοτοκόπουλου. Την αυτή εποχή ο Καρλ Γιούστι (Carl Justi, 1832-1912, γερμανικής καταγωγής), ιστορικός της τέχνης, έφερνε στο φως της δημοσιότητος την καταγωγή του Γκρέκο από την Κρήτη. Συγχρόνως την οριστική σφραγίδα για την κρητική καταγωγή του την έβαλε αυθεντικά και επίσημα ο Δημήτριος Βικέλας, ο οποίος εδιάβασε καθαρά στον πίνακα «Το μαρτύριο του Αγίου Μαυρικίου» στο Εσκουριάλ την λέξιν «Κρης». Από τότε είνε ξεκαθαρισμένο το μυστήριο της καταγωγής του Θεοτοκοπούλου, από τότε το μέγα καλλιτεχνικό του έργο το συντροφεύει η ελληνική παράδοσις και το ελληνικό πνεύμα. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια νέα θέσιν για την αξία και την εθνική φυσιογνωμία του Βικέλα. […]


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 27.10.1938, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Το άρθρο του Παπαντωνίου στο οποίο αναφέρεται ο Ροδάς είχε δημοσιευτεί λίγες ημέρες νωρίτερα, στο φύλλο της εφημερίδας που είχε κυκλοφορήσει την Κυριακή 23 Οκτωβρίου 1938. Στο κείμενό του, που έφερε τον τίτλο «Η πατρίδα του Γκρέκο», ο αείμνηστος ευρυτάνας λογοτέχνης και ακαδημαϊκός έγραφε τα εξής:

«Κρης». Το συμμετρικό τούτο λεξίδιο με τα τέσσερα γράμματα, τέρμα κομψό και πιστή συνοδεία της μακρυάς υπογραφής του Θεοτοκοπούλου, είχε λάβει ολόκληρους αιώνες την τιμή των αδιάβαστων επιγραφών. Για να διαβαστή έπρεπε να έρθουν ο ιστορικός της τέχνης Καρλ Γιούστι και ο δικός μας Δημήτριος Βικέλας. Ως τότε ο Γκρέκο δεν είχε γενέθλιο τόπο. Και όπως ήταν τόσα άλλα άγνωστα του έργου του και της ζωής του δυσνόητα ή κακομεταχειρισμένα, έτσι και την ιδιαίτερη πατρίδα του την αγνοούσαν ή την τοποθετούσαν όπου ήθελαν. Ο κατάλογος λόγου χάριν της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου του 1888 αναφέρει πως ο Γκρέκο γεννήθηκε «σε μια από τις ενετικές επικράτειες». Σήμερα αυτό μας φαίνεται χοντρή άγνοια. Τότε όμως ήταν κάτι δικαιολογημένο. Ας είμαστε ευχαριστημένοι που ο συντάκτης του καταλόγου του μεγάλου Μουσείου πλησίασε τουλάχιστον, από την πολιτική άποψη, στην ακρίβεια, με το ν’ αναφέρη ενετικές επικράτειες. Μπορούσε να τοποθετήση το γενέθλιο τόπο του Γκρέκο σε όποιο μέρος της υφηλίου ήθελε, αφού ο ελληνισμός ήταν και είνε παντού σπαρμένος. Ποιος θα τον εμπόδιζε;


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 23.10.1938, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τον ίδιο όμως χρόνο, στα 1888, ο ιστορικός της τέχνης Καρλ Γιούστι έκαμε λόγο για κρητική καταγωγή του Γκρέκο. Λίγο αργότερα, ίσως και την ίδια εποχή, ο Βικέλας διάβαζε στο Εσκουριάλ, στον πίνακα του Γκρέκο «Το μαρτύριο του Αγίου Μαυρικίου», τη λέξη «Κρης», πρώτος αυτός, όσον αφορά τουλάχιστον τον πίνακα του Εσκουριάλ. Περισσότερο κι’ απ’ τα λογοτεχνικά του έργα, ο Δημήτριος Βικέλας, εμπορευόμενος και λόγιος, προικισμένος από τη φύση με το τάλαντο της κοινωφελείας, έγινε γνωστός με τρία αντικειμενικά έργα του: με τους Ολυμπιακούς Αγώνας του 1896, που τους χρωστούμε στην έμπνευσή του και την επιμονή του, με το Σύλλογο προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων και με το άρθρο του περί Θεοτοκοπούλου στο περιοδικό «Εστία» της 10 Μαρτίου του 1894. Ήταν το πρώτο ελληνικό άρθρο με πληροφορίες ακριβολογημένες. Μ’ αυτό δόθηκε μια σωστή και γενικώτερη ιδέα του ζωγράφου στην Ελλάδα. Ως τότε οι Έλληνες δεν είχαν διαβάσει παρά στο σεβάσμιο «Ελληνομνήμονα» του Μουστοξύδη του 1843 (σ.σ. Ανδρέας Μουστοξύδης, «Ελληνομνήμων» ή «Σύμμικτα Ελληνικά») το όνομα του Θεοτοκοπούλου, στρεβλωμένο όμως κι’ αυτό σε «Θεοσκόπολιν», από λανθασμένο διάβασμα της υπογραφής του. Και οι πλάνες του Μουστοξύδη μόνο στο 1894, μετά πενήντα χρόνια, διορθώθηκαν, χάρις στο άρθρο του Βικέλα.


Ελ Γκρέκο, «Το μαρτύριο του Αγίου Μαυρικίου»

Από την εποχή της σχετικής εργασίας του Γιούστι και του Βικέλα ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος είνε Κρης. Τέτοιο ήταν το σκοτεινό άστρο του. Καταβύθισμα στη λήθη, θαμπό ξαναφανέρωμα, αγωνιώδες ανέβασμα στη δόξα και τέλος εκτυφλωτικό ηλιοβασίλεμα.

Αν διαβάσαμε όμως τη λέξιν, δεν ξέρομε και το περιεχόμενό της. Τι να εννοούσε γράφοντας με τόση επιμονή την αγαπητή του λέξιν; Την περηφάνειά του μόνο πως κατάγεται από την Κρήτη; Ή μας έδινε και την πληροφορία πως πέρασεν εκεί ένα μέρος της ζωής του, πως η Κρήτη τού έδωκε τις πρώτες συγκινήσεις και τις πρώτες γνώσεις; Αν το δεύτερο, τότε το «Κρης» παύει να είνε απλώς μια ληξιαρχική πληροφορία. Σκοτάδι τριγύριζε τα τέσσερα αυτά γράμματα. Ο Βικέλας είνε επιφυλακτικός, όπως και ο Γιούστι, και γράφει στο άρθρο του πως είνε πιθανόν ο Κρης να μη γεννήθηκε καν στην Κρήτη.


Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Εδώ είχαν μείνη τα πράγματα, όταν ένας σοφός ερευνητής δικός μας, ο Κωνσταντόπουλος, δημοσίευσε στην «Αρμονία» (σ.σ. επιστημονικόν περιοδικόν σύγγραμμα κατά τον εκδότη της) του 1900 σχετική μελέτη. Αφού συνώψισε με σαφήνεια την ως τότε εργασία των ιστορικών του Γκρέκο, μας πληροφόρησε πρώτος αυτός πως το όνομα Θεοτοκόπουλος είνε βυζαντινής καταγωγής, καθώς εξάγεται από ένα μολυβδόβουλλο του Νομισματικού Μουσείου. Το μολυβδόβουλλο, δημοσιευμένο από τον Κωνσταντόπουλον, έργο του 14ου αιώνος, περιέχει το επώνυμον Θεοτόκος ο Θεοτόκος, όνομα σύμφωνον με το πνεύμα των Βυζαντινών, μεταφερμένο από την Θεοτόκον σε θνητούς, όπως λόγου χάριν ο Παναγιώτης και είνε το αρχαιότερο μνημείο με αυτό το όνομα. Αμφιβολία λοιπόν δεν υπάρχει πως πρόκειται για βυζαντινή οικογένεια. Ο Θεοτόκοι έγιναν δυο ή τρεις κλάδοι. Τον ένα τον βρίσκομε στην Κέρκυρα. Άλλος πήγε στην Κρήτη μετά την κατάκτησίν της από τη Βενετιά. Από την ανακάλυψιν αυτή ωδηγήθηκεν ο ερευνητής στο συμπέρασμα πως ο Θεοτοκόπουλος, καταγόμενος από την άνω βυζαντινή οικογένεια της Κρήτης, πιθανώτατα στην Κρήτη γεννήθηκε και πήρε τα πρώτα μαθήματα, όχι στη Βενετιά.

Η μελέτη του Κωνσταντοπούλου, που αναφέρεται από όλους τους ξένους ιστορικούς όσοι ασχολήθηκαν με το μεγάλο ζωγράφο, έδωκε νέα τροπή στην έρευνα. Εφώτισε τη λέξιν του Γκρέκο κι’ έδωκε στη ληξιαρχική πληροφορία του το ιστορικό βάθος. Από τότε η έρευνα για τον Γκρέκο αρχίζει και κυττάζει προς το βυζαντινό πολιτισμό και προς τη μεταβυζαντινή τέχνη. Το μολυβδόβουλλο βοήθησε το ξάπλωμα της γοητευτικής θεωρίας για τη βυζαντινότητα της ζωγραφικής του, ακόμη περισσότερο ελκυστικής, αφού έτυχε να συμπέση με την άνθησιν των βυζαντινών μελετών.


Ο ποιητής και πεζογράφος Δημήτριος Βικέλας γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου στις 15 Φεβρουαρίου 1835.

Πατέρας του ήταν ο βεροιώτικης καταγωγής έμπορος Εμμανουήλ Βικέλας και μητέρα του η μορφωμένη και φιλομαθής Σμαράγδα, κόρη του εμπόρου Γεωργίου Μελά και αδελφή του συγγραφέα Λέοντος Μελά, η οποία φρόντισε όσο μπορούσε για την πνευματική καλλιέργεια του τέκνου της.


Ο Βικέλας εγκαταστάθηκε από πολύ μικρή ηλικία αρχικά στο Ναύπλιο και ακολούθως στην Κωνσταντινούπολη.

Το 1852, σε ηλικία 17 ετών, ο Βικέλας μετέβη στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος σε εμπορικό κατάστημα, αλλά και ως συνέταιρος στον εμπορικό οίκο των θείων του, αδελφών Μελά.

Εκεί παρέμεινε έως το 1876, αποσπώντας το σεβασμό των εμπορικών κύκλων της βρετανικής πρωτεύουσας και αναπτύσσοντας φιλική σχέση με τον πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο, Σπυρίδωνα Τρικούπη, και το γιο του Χαρίλαο, μετέπειτα πρωθυπουργό της Ελλάδας.

Παράλληλα, ο νεαρός Βικέλας μελετούσε φιλολογία και ιστορία, επιδιδόταν σε μεταφράσεις και στη συγγραφή διηγημάτων, ενώ έγραφε και ποιήματα, τα οποία δημοσιεύονταν σε εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας ή υποβάλλονταν σε ποιητικούς διαγωνισμούς.


Το 1859, κατά τη διάρκεια ατμοπλοϊκού ταξιδιού του προς την Αγγλία, ο Βικέλας γνωρίστηκε με τον περίφημο γάλλο συγγραφέα Αλέξανδρο Δουμά.

Στην Αγγλία ο Βικέλας νυμφεύτηκε την Καλλιόπη Γεραλοπούλου, που καταγόταν επίσης από οικογένεια μεγαλεμπόρων.

Ο Βικέλας επέστρεψε μαζί με τη σύζυγό του στην Αθήνα το 1876, σε ηλικία 41 ετών, έχοντας λάβει την απόφαση να εγκαταλείψει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και να στρέψει το ενδιαφέρον του αποκλειστικά προς τα γράμματα και την κοινωνική δράση.

Όμως, η επιδείνωση της ήδη διαταραγμένης ψυχικής υγείας της Καλλιόπης ανάγκασε το ζευγάρι να αναχωρήσει για το Παρίσι, το 1877.

Εκεί ο Βικέλας ασχολήθηκε εκ νέου με τη μετάφραση (ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι έμμετρες μεταφράσεις έργων του Σαίξπηρ) και έγραψε, μεταξύ άλλων, το γνωστότερο λογοτεχνικό έργο του, το ιστορικό μυθιστόρημα «Λουκής Λάρας», που τον καθιέρωσε στο χώρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας.


Ο «Λουκής Λάρας» πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εστία» το 1879 και τον ίδιο χρόνο εκδόθηκε αυτοτελώς, ενώ σύντομα μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.

Ο «Λουκής Λάρας» θεωρείται έργο σημαντικό για την εξέλιξη της νεοελληνικής πεζογραφίας, καθώς σε αυτό ανιχνεύονται οι απαρχές της ηθογραφικής και ρεαλιστικής πεζογραφικής παραγωγής της γενιάς του 1880.

Ο Δημήτριος Βικέλας θεωρείται, μαζί με το θρακιώτη Γεώργιο Βιζυηνό, ο εισηγητής του ηθογραφικού διηγήματος στην Ελλάδα.

Εξάλλου, ο Βικέλας έγινε γνωστός για τη συμμετοχή του στην επιτροπή διοργάνωσης των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων (Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο των Παρισίων, 1894) και την καθοριστική συμβολή του, ώστε αυτοί να διεξαχθούν τελικά στην Αθήνα, το 1896.

Υπήρξε, μάλιστα, ο πρώτος πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ), πριν τον διαδεχθεί ο βαρόνος Πιερ ντε Κουμπερτέν, το 1896.


Το 1897 ο Βικέλας εγκαταστάθηκε και πάλι στην Αθήνα, όπου έμελλε να παραμείνει έως το τέλος του βίου του.

Αξιόλογη υπήρξε, πέραν της συγγραφικής – δημοσιογραφικής, και η κοινωφελής δράση του Βικέλα.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Βικέλας ασχολήθηκε με τη συγγραφή των απομνημονευμάτων του, τα οποία εκδόθηκαν το 1908.

Ο Δημήτριος Βικέλας απεβίωσε στην Κηφισιά στις 7 Ιουλίου 1908, χτυπημένος από την επάρατη νόσο.