Διαβάζω συχνά ότι η τέχνη του ηθοποιού είναι μια τέχνη εφήμερη, που χάνεται μετά την παράσταση. Μεγάλοι ηθοποιοί μάς είναι γνωστοί μόνο από φήμες και αναμνήσεις, ακόμα περισσότερο όταν είναι αποκλειστικά ηθοποιοί του θεάτρου. Μαζί με τη θεατρική παράσταση χάνονται όμως και τα σκηνικά. Πώς είναι δυνατόν να διατηρηθεί η μαγεία του σκηνικού, η υποβολή των φωτισμών, οι εναλλαγές των εικόνων, οι κατασκευές των «πρατικάμπιλε» (σ.σ. παταράκια) και τα ζωγραφισμένα «σπετσάτα» (σ.σ. τελάρα με ζωγραφισμένα πανιά); Οι μακέτες δεν αρκούν για να ζωντανέψουν το θέαμα και πολύ συχνά καταστρέφονται κι αυτές, μια και σπάνια κάποιος φροντίζει να τις περισώσει.


«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 18.10.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Το ίδιο συμβαίνει και με τα κοστούμια. Ακολουθούν κι αυτά τη μοίρα των σκηνικών. Οι μακέτες σκορπίζονται δώθε-κείθε, μοιράζονται σε διάφορους γνωστούς, φίλους, και στην καλύτερη περίπτωση τις βλέπουμε κρεμασμένες στα σπίτια ανθρώπων που αγαπούν την τέχνη.


«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 18.10.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τα ίδια τα κοστούμια έχουν ακόμα πιο θλιβερή τύχη. Καταλήγουν στα βεστιάρια των θεάτρων, όπου τεμαχίζονται για να ξανασυντεθούν με διάφορους τρόπους και να υπηρετήσουν την καινούργια παράσταση. Εγώ ο ίδιος έχω δανεισθεί και μεταποιήσει σημαντικά κοστούμια, για να φτιάξω κάτι καινούργιο, το οποίο με τη σειρά του θα ξαναδιαλυθεί, για να μη μείνει ούτε καν η υποψία του πρώτου σχεδίου. Μόνο τα κρατικά θέατρα κάνουν μια προσπάθεια να συγκροτήσουν ένα σκηνογραφικό ενδυματολογικό αρχείο και όχι πάντοτε.


«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 18.10.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η έκπληξή μου λοιπόν ήταν μεγάλη, όταν αντίκρυσα εφτά κοστούμια που είχα σχεδιάσει στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος πριν είκοσι-εικοσιπέντε περίπου χρόνια, σκηνογραφώντας «Το παιχνίδι της τρέλας και της φρονιμάδας» του Γ. Θεοτοκά, με τον Μίνω Βολανάκη, και τη «Σιμωνίδα» της Ζ. Καρέλλη, με τον Σ. Ευαγγελάτο.


«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 18.10.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ακόμα δώδεκα κοστούμια από τον «Ερωτόκριτο» που ανέβηκε στο Ηρώδειο το 1965, με τα μπαλέτα της Ραλλούς Μάνου σε σκηνοθεσία Α. Σολομού.


«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 18.10.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Κάποτε θα υπάρξει ένα Θεατρικό Μουσείο, που θα συγκεντρώσει ό,τι αξιόλογο υπάρχει στο είδος αυτό, ώστε να δημιουργηθεί μια χειροπιαστή παράδοση. Η «Εταιρία Φίλων του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά» έχει κάνει εδώ το χρέος της, με την έκθεση αυτών των κοστουμιών στο Δημοτικό Θέατρο. Οι νεώτεροι πρέπει να διδάσκονται όχι μόνο τι πρέπει να κάνουν, αλλά και τι πρέπει να αποφεύγουν σ’ αυτή τη δύσκολη και γοητευτική δουλειά.


«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 18.10.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Οι φωτογραφίες που σκηνοθετήσαμε με τον έξοχο Τάσο Βρεττό είναι μια προσπάθεια να συντηρήσουμε μ’ έναν ελεύθερο και ποιητικό τρόπο όχι την οποιαδήποτε μουσειακή παρουσίαση των κοστουμιών, αλλά την ανάμνηση και τη γεύση μιας θεατρικής παρουσίας ούτως ή άλλως ξεχασμένης.

*Κείμενο του διεθνώς καταξιωμένου ζωγράφου, σκηνογράφου και ενδυματολόγου Δημήτρη Μυταρά, που έφερε τον τίτλο «Θεατρικά κοστούμια – Η ξεχασμένη μαγεία» και είχε δημοσιευτεί στον «Ταχυδρόμο» της 18ης Οκτωβρίου 1990. Ο Μυταράς είχε σκηνοθετήσει μαζί με τον Τάσο Βρεττό τις φωτογραφίες που δημοσιεύτηκαν στον «Ταχυδρόμο», με την ευκαιρία μιας έκθεσης έργων του στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.

Ο Δημήτρης Μυταράς, πολυδιάστατη καλλιτεχνική μορφή με δεσπόζουσα παρουσία στην ελληνική εικαστική σκηνή επί σειράν δεκαετιών, γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1934.


Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ακολούθως δε σκηνογραφία και εσωτερική διακόσμηση στο Παρίσι.


Διετέλεσε καθηγητής και πρύτανης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, ενώ εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών το 2008.


Ο Δημήτρης Μυταράς απεβίωσε στις 16 Φεβρουαρίου 2017.