Άγγελος Τερζάκης: Κατά της αυθάδειας και της εσωτερικής ασυδοσίας
Σοβαρά και ζυγισμένα πράγματα
- Ειδήσεις από την Γάζα: Πώς η Meta περιόρισε τα μέσα από τα παλαιστινιακά εδάφη
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- Πρόστιμα 5,5 εκατ. για αισχροκέρδεια σε 8 πολυεθνικές - Για ποιες εταιρείες χτυπάει η καμπάνα
- O Έλον Μασκ στο μικροσκόπιο για διαρροή κρατικών μυστικών
Στις 16 Φεβρουαρίου 1907 γεννήθηκε στο Ναύπλιο ο συγγραφέας και ακαδημαϊκός Άγγελος Τερζάκης, εθνική φυσιογνωμία στο χώρο των γραμμάτων επί σαράντα και πλέον χρόνια.
Ο Τερζάκης σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά άσκησε τη δικηγορία μόνο δύο έτη (1928-1930), καθώς στη συνέχεια αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία και δημοσίευσε τα πρώτα του μυθιστορήματα (είχαν προηγηθεί δύο συλλογές διηγημάτων σε πολύ νεαρή ηλικία, το 1925 και το 1929). Αφού κέρδισε μια αρχική αναγνώριση με τα δύο πρώτα του μυθιστορήματα, συνέγραψε ακολούθως το σπουδαιότερο αστικό έργο του, τη «Μενεξεδένια Πολιτεία» (1937).
Παράλληλα άρχισε να απασχολείται στο Εθνικό Θέατρο, το οποίο έμελλε να υπηρετήσει στη μακρά θεατρική ζωή του από διάφορες ηγετικές θέσεις. Η σταδιοδρομία του στο Εθνικό Θέατρο κάθε άλλο παρά ανέκοψε τη συγγραφική δραστηριότητά του, την ερωτική σχέση του με τον πεζό λόγο.
Ο πολυγραφότατος Τερζάκης, εξέχουσα προσωπικότητα της Γενιάς του ’30, συνέγραψε πληθώρα θεατρικών έργων (πρώτο εξ αυτών υπήρξε ο «Αυτοκράτωρ Μιχαήλ», που πρωτοπαίχτηκε στο Εθνικό Θέατρο το 1936) και πεζογραφημάτων, μεταξύ αυτών και την «Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ» (1945), ένα από τα πλέον δημοφιλή ιστορικά μυθιστορήματα στον ελλαδικό χώρο, που άνοιξε νέους ορίζοντες στον μεταπολεμικό πεζό λόγο.
Η συγγραφική προσφορά του Τερζάκη επεκτάθηκε στη θεατρική κριτική, στο δοκίμιο, στη μετάφραση και στη δημοσιογραφία (έγραψε κυρίως επιφυλλίδες και υπήρξε βασικός συνεργάτης της εφημερίδας «Το Βήμα» επί σειράν ετών).
Εξάλλου, ο Τερζάκης, πνεύμα ανήσυχο, άνθρωπος με άγρυπνη συνείδηση και βαθύ φιλοσοφικό στοχασμό, διετέλεσε διευθυντής του εξαίρετου περιοδικού «Εποχές» στην προδικτατορική περίοδο, ενώ το 1964 εξέδωσε το ιστορικό κείμενό του «Ελληνική Εποποιία 1940-1941».
Ο Τερζάκης, που είδε πολλά βιβλία του να μεταφράζονται σε ξένες γλώσσες και αρκετά θεατρικά έργα του να παίζονται στο εξωτερικό, εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών το 1974, ενώ τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Θεάτρου, με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος και με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Άγγελος Τερζάκης απεβίωσε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου 1979.
Στο τεύχος του «Ταχυδρόμου» που είχε κυκλοφορήσει στις 14 Ιουλίου 1962, ο Τερζάκης είχε κληθεί —μαζί με τον Αλέξη Σολομό— να σχολιάσει τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις και τις γενικότερες απόψεις που είχε εκφράσει —σε κάθε άλλο παρά καλοπροαίρετο ύφος— στο αμέσως προηγούμενο τεύχος του περιοδικού (της 7ης Ιουλίου 1962) ο διάσημος άγγλος θεατρικός κριτικός και συγγραφέας Κένεθ Τάυναν (Kenneth Tynan, 1927-1980), ύστερα από μια σύντομη επίσκεψή του στη χώρα μας.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 14.7.1962, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο Τερζάκης έγραφε τότε τα εξής:
Έχω τη γνώμη πως δεν πρέπει ν’ αποδώσουμε στο άρθρο του κ. Τάυναν περισσότερη σημασία από αυτήν που πραγματικά έχει. Οι παλαιότεροι, οι άμεσοι πρόγονοί μας, κυριεύονταν από υπερβολική ταραχή σε τέτοιες περιστάσεις, έχαναν την ψυχραιμία τους, κι’ αυτό είχε βέβαια την εξήγησή του: Νεοσύστατο ακόμα τότε το κράτος μας, ένοιωθε να του λείπει το αίσθημα της ασφάλειας, οραματιζόταν παντού φοβερούς κινδύνους. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ναι μεν είμαστε διδαγμένοι όσο και οι παλαιότεροι από τις πολιτικές παλινωδίες και προδοσίες των «μεγάλων», αλλά έχουμε και στερεώσει μέσα μας μιαν αυτοπεποίθηση, μιαν εμπιστοσύνη στις ηθικές μας δυνάμεις, μια γνώση τού πόσο κάποια σημάδια, υπεροχής τάχα, ξένων λαών είναι συμπτωματικά, εξωτερικά κι’ επιπόλαια. Γι’ αυτό και δεν αρμόζει να χάνουμε την ψυχραιμία μας ή να νομίζουμε πως κάτι εθνικό κινδυνεύει επειδή ένας οποιοσδήποτε εκεί αυθάδης, τύπου «οργισμένου νέου», σηκώνεται και λέει και γράφει με περισσή επιπολαιότητα ό,τι του κατέβει για πράγματα που αγνοεί.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 7.7.1962, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο κ. Τάυναν είναι «οργισμένος νέος» τριανταπεντάρης. Το γεγονός ότι εδήλωσε κάποτε ιδιότητα οργισμένου νέου, του επιβάλλει φαίνεται ορισμένες επαγγελματικές υποχρεώσεις. Πρέπει να διατηρήσει οπωσδήποτε τη φόρμα του. Να ενοχλεί, να σκανδαλίζει, να προκαλεί επεισόδια, να κάνει τον δύσκολο, τον απλησίαστο, τον στυφό. Τώρα πιάνει και αποφαίνεται για την Ελλάδα, οχυρωμένος πίσω από την τεχνητή υπεροχή που του εξασφαλίζει το βάθρο του «Ομπσέρβερ» αφ’ ενός και η γλώσσα στην οποία γράφει, γλώσσα διεθνής, αφ’ ετέρου. Χωρίς αυτά τα δύο εξωτερικά πλεονεκτήματα η γνώμη του κ. Τάυναν και ο ίδιος θα είχαν για μας τη σημασία κεντήματος από σκνίπα. Γιατί βέβαια κανένας στον κόσμο πραγματικά μορφωμένος άνθρωπος δεν μπορεί να πάρει στα σοβαρά τα περί «καλλιτεχνικής στειρότητος επί χίλια χρόνια» που γράφει ο κριτικός του «Ομπσέρβερ» για την Ελλάδα.
Είναι περιττό να του αντιτάξουμε τα της κατοχής του τόπου μας από τους Τούρκους επί τετρακόσια χρόνια. Αυτό θα χρειαζόταν ίσως αν πραγματικά, ακόμα και στο διάστημα τούτο, είχε σωπάσει το ελληνικό καλλιτεχνικό δαιμόνιο. Αλλά δεν σώπασε. Τα χίλια χρόνια του αμαθέστατου αποφοίτου της Οξφόρδης και κριτικού του «Ομπσέρβερ» αρχίζουν από την εποχή ακριβώς που δημιουργείται η πρώτη αληθινή Αναγέννηση του νεωτέρου κόσμου — στο Βυζάντιο. Είναι τα χρόνια της βυζαντινής ζωγραφικής — που πολύ φοβάμαι πως ακόμα και σήμερα ο κ. Τάυναν δεν είναι σε θέση να την καταλάβει. Της βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Του Ακριτικού έπους. Των Δημοτικών τραγουδιών. Δεν υπάρχει καλλιτεχνικός τομέας στον οποίο το ελληνικό έθνος, μέσα στην τελευταία χιλιετηρίδα, να μην έδωσε λαμπρά δείγματα παρουσίας, και μάλιστα καθαρά πρωτοποριακής. Μεσάνυχτα έχει λοιπόν για όλ’ αυτά ο αξιότιμος κ. Τάυναν. Του τα διασφαλίζει ο αέρας που του δίνει το τεχνητό βάθρο όπου κατά τύχη βρίσκεται τοποθετημένος.
Όσο για τα περί Θεοτοκόπουλου, που «καταχρηστικά», κατά τον κ. Τάυναν, ονομάστηκε Ελ Γκρέκο, τι να του πει κανένας! Ν’ αναλάβει τώρα να διαπαιδαγωγήσει αισθητικώς τον απόφοιτο αυτόν της Οξφόρδης, που δεν φαίνεται να κατόρθωσε να μάθει πώς διαβάζονται οι Εικαστικές Τέχνες, οι μεγάλοι καλλιτέχνες, τα ρεύματα των σχολών και οι τεχνοτροπίες; Αν ο ίδιος δεν είναι σε θέση να διακρίνει την επαναστατική ιδιοτυπία του Θεοτοκόπουλου, τον αιρετικό της χαρακτήρα μέσα στη Δυτική Αναγέννηση, και ν’ αναρωτηθεί, να εξακριβώσει από πού ξεκινάνε, τι αντιπροσωπεύουν, τι συνεχίζουν και προεκτείνουν, κάθε δική μας απόπειρα να τον διαφωτίσουμε θα είναι περιττή.
Αλλά είπαμε: Ο κ. Τάυναν δεν γράφει για να πει σοβαρά και ζυγισμένα πράγματα. Γράφει για να σκανδαλίσει. Έχει αναλάβει να παίζει διεθνώς —διεθνώς και πάλι χάρη στο προνόμιο της εθνικής του γλώσσας και της μόδας των οργισμένων πρώην νέων— το ρόλο του δυναμιτιστή, του ταραξία. Δεν θα φτάσουμε στο σημείο να πούμε πως η μόδα αυτή, κατά βάθος, αποτελεί ένα είδος πνευματικού τεντυμποϋσμού. Θα περιοριστούμε απλώς να επισημάνουμε το δυσάρεστο για τον κόσμο —όχι για την Ελλάδα— σύμπτωμα που είναι η ανάδειξη σε θέσεις επίκαιρες ανθρώπων με κυριώτερό τους εφόδιο την αυθάδεια και την εσωτερική ασυδοσία.
Ας τα βλέπουν αυτά εκείνοι που νομίζουν πως κάθε καινοτομία, οποιουδήποτε τύπου και ποιού, είναι αξιοζήλευτη, εποικοδομητική, ελπιδοφόρα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις