Μικροπλαστικά ανιχνεύονται πλέον στον πλακούντα «όλων των εγκύων»
Μικροσκοπικά κομμάτια πλαστικού βρέθηκαν και στους 62 πλακούντες που εξετάστηκαν στις ΗΠΑ. Οι ερευνητές ανησυχούν για πιθανές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων και όλων των θηλαστικών.
Μια πληθώρα πρόσφατων μελετών έχουν ανιχνεύσει μικροσκοπικά κομμάτια πλαστικού στον αέρα, το χώμα, το νερό που πίνουμε, ακόμα και στο κρέας και τα λαχανικά.
Τώρα, νέα αμερικανική μελέτη επιβεβαιώνει ότι σημαντικές ποσότητες μικροπλαστικών καταλήγουν ακόμα και στον πλακούντα των εμβρύων.
Μικροπλαστικά βρέθηκαν και στους 62 πλακούντες, με τις συγκεντρώσεις να κυμαίνονται από τα 6,5 μέχρι τα 790 μικρογραμμάρια ανά γραμμάριο ιστού, αναφέρουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση Toxicological Science.
Τα ευρήματα έρχονται έτσι να επιβεβαιώσουν προηγούμενα ευρήματα, όπως αυτή τη μελέτη του 2021.
«Άλλα όργανα του σώματος συσσωρεύουν μικροπλαστικά για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα»
Αν και τα νούμερα φαίνονται μικρά (ένα μικρογραμμάριο ισούται με ένα εκατομμυριοστό του γραμμαρίου), οι ερευνητές δηλώνουν ανησυχούν για πιθανές επιπτώσεις ενός αυξανόμενου όγκου μικροπλαστικών στο περιβάλλον.
Για τους τοξικολόγους, «η δόση κάνει το δηλητήριο» σχολίασε σε δελτίο Τύπου ο Μάθιου Κάμπεν του Πανεπιστημίου του Νιου Μέξικο, επικεφαλής της μελέτης.
«Αν η δόση συνεχίζει να ανεβαίνει, αρχίζουμε να ανησυχούμε. Αν βλέπουμε επιδράσεις στον πλακούντα, τότε όλα τα θηλαστικά του πλανήτη μπορεί να επηρεαστούν» επισήμανε.
Τα μικροπλαστικά «δεν περνούν στον οργανισμό μόνο μέσω της κατάποσης αλλά και μέσω της αναπνοής» πρόσθεσε ο Μάρκους Γκαρσία του ίδιου πανεπιστημίου. «Δεν επηρεάζει μόνο τους ανθρώπους αλλά και όλα τα ζώα μας και όλα τα φυτά. Τα βρίσκουμε παντού».
Ποσοτική ανάλυση
Σε προηγούμενες μελέτες για την παρουσία μικροπλαστικών στα ανθρώπινα όργανα, οι ερευνητές συνήθως μετρούσαν τα κομματάκια πλαστικού στο μικροσκόπιο. Αναπόφευκτα, κάποια διέφευγαν.
Αυτή τη φορά, οι ερευνητές εφάρμοσαν μια πιο αξιόπιστη μέθοδο ποσοτικής ανάλυσης. Συνέλεξαν δείγματα από τους πλακούντες που είχαν παραχωρηθεί στην επιστήμη και χρησιμοποίησαν χημικά για να προκαλέσουν «σαπωνοποίηση», μια αντίδραση που μετατρέπει τα λίπη και τις πρωτεΐνες σε ένα είδος σαπουνιού.
Στη συνέχεια τα δείγματα τοποθετήθηκαν στη φυγόκεντρο, οπότε τα μικροπλαστικά συγκεντρώθηκαν στον πάτο του δοκιμαστικού σωλήνα. Στη συνέχεια το υλικό αυτό μεταφέρθηκε σε ένα μεταλλικό δοχείο που θερμάνθηκε στους 600 βαθμού Κελσίου.
Κάθε διαφορετικό είδος πλαστικού πυρολύθηκε σε διαφορετική θερμοκρασία και απελευθέρωσε αέρια που εξετάστηκαν με φασματοσκοπία μάζας για να ταυτοποιηθεί κάθε πολυμερές.
Μεγαλύτερες ήταν οι ποσότητες πολυαιθυλενίου (PET), το οποίο χρησιμοποιείται σε πλαστικά μπουκάλια και σακούλες. Αντιστοιχούσε στο 54% του συνόλου των πλαστικών κατά βάρος.
Το πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC) και το νάιλον αντιστοιχούσαν σε ποσοστό 10% των καθένα και το υπόλοιπο σε εννιά διαφορετικά πολυμερή.
Η παρουσία μικροπλαστικών στον πλακούντα, τόνισε ο Κάμπεν, είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς το όργανο αυτό, το οποίο συνδέει τη μητέρα με το έμβρυο, έχει μέγιστη ηλικία εννέα μηνών.
«Άλλα όργανα του σώματος συσσωρεύουν μικροπλαστικά για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα» είπε.
Προειδοποίησε επίσης ότι το φαινόμενο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εύκολα λόγω της ανθεκτικότητας των πλαστικών στο περιβάλλον:
«Ακόμα και αν σταματούσαμε [τη ρύπανση] σήμερα, το 2050 θα υπάρχουν τρεις φορές περισσότερα πλαστικά στο περιβάλλον από ό,τι σήμερα».