Η λαϊκή αγορά ήταν «το κάποτε της παιδικότητας»: πολύχρωμη, πολύκοσμη, πολύμορφη, πολύοσμη, φωτεινή.

Σαν τα παιχνίδια εκείνα που μαγνήτιζαν με χρώματα τους μικρούς μας εαυτούς και τα φέρναμε στο στόμα για να γευτούμε τη συνάντηση με τη ζωή.

Μια προβολή στο αθώο ξάφνιασμά μας είναι οι πάγκοι με τα πρασινοκόκκινα λαχανικά, μία ζωηρή έξαψη το άρωμα από εσπεριδοειδή πορτοκάλι, λεμόνι, περγαμόντο, μανταρίνι όταν οι πωλητές τα ξεφλουδίζουν για να επαινέσουν τη φρεσκάδα τους.

Η λαϊκή αγορά, τόπος συνάντησης των ανθρώπων της γειτονιάς, κάτι δεκάδες μέτρα λιτανείας και προσκυνήματος στον βωμό της τροφής, έγινε σήμερα μνημείο πεσόντων αγωνιστών της επιβίωσης.

Αφού τα τρυφερά χορταρικά, τα φρούτα, οι ρίζες, οι βολβοί – εφοδιαστές βιταμινών και ιχνοστοιχείων που θωρακίζουν την άμυνα κάθε πνευματώδους νου – πέρα από τη χρυσοποίκιλτη θέση τους στη θρεπτική κλίμακα της διατροφής απέκτησαν και υψηλή χρηματική αξία.

Και μονομιάς το στοιχείο εκείνο που την έκανε οικεία, προσφιλή και προσβάσιμη τη μετέτρεψε σε μπουτίκ επινόησης του εαυτού μας με τα βασικά αγαθά να ανάγονται σε πρώτες ύλες του «διατροφικού μας στυλ».

Μα πόσο αλλάζουν οι λέξεις και πόσο γρήγορα μας φανερώνουν τις αλλαγές που διστάζουμε να παραδεχτούμε ότι συμβαίνουν.

Στο εναρκτήριο κείμενό του στο «Επινοώντας την καθημερινή πρακτική» ο Μισέλ ντε Σερτό γράφει: «Το παρόν δοκίμιο αφιερώνεται στον συνηθισμένο άνθρωπο. Ο ανώνυμος αυτός ήρωας έρχεται από πολύ μακριά. Είναι το μουρμουρητό των κοινωνιών».

Αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος που περιγράφει ο γάλλος φιλόσοφος αναπτύσσει την επινοητικότητά του ώστε να βρίσκει τρόπους για να πορεύεται μέσα στο δάσος των προϊόντων που του επιβάλλονται, να χειρίζεται τα γεγονότα, ώστε να τα μετατρέψει σε «ευκαιρίες».

Μία ευκαιρία αναζητά στην καθημερινότητά του για τον επιούσιο ο σημερινός συνηθισμένος καταναλωτής για να γίνει χειραφετημένος.

Αρκεί όμως μία υποψία γνώμης για τα πράγματα για να αφαιρέσει από το δέρμα του λέπια της αδράνειας και από παθητικό καταναλωτικό κοινό να γίνει παραγωγός της ευκαιρίας;

Παραδόξως οι επίσημοι θεσμοί δηλώνουν ότι ο έλληνας καταναλωτής είναι ικανός.

Αλλά η γλώσσα της αγοράς το αρνείται.

Premium έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»