Με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, πριν από δύο χρόνια, η Δύση καταδίκασε ομόθυμα τη ρωσική εισβολή ως κατάφορη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου.

Είναι «μια μάχη μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχίας, ελευθερίας και καταπίεσης, μιας τάξης που βασίζεται σε κανόνες και μιας που διέπεται από ωμή βία», είχε διακηρύξει ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν ένα μήνα μετά, τον Μάρτιο του 2022, από την Πολωνία.

Εκείνη η επίσκεψη υπογράμμισε, κατά τον Λευκό Οίκο, τη δέσμευση των ΗΠΑ κατ’ αρχάς απέναντι στους νατοϊκούς συμμάχους.

Υποχρέωση που ο Τζο Μπάιντεν έχει χαρακτηρίσει πολλές φορές «ιερή», σε αντίθεση με τον σχεδόν βέβαιο αντίπαλό του στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, Ντόναλντ Τραμπ.

Μέσα στην τελευταία διετία ο κόσμος έχει ήδη αλλάξει βίαια και ριζικά, ακολουθώντας προς το παρόν μια απροσδιόριστη, υπό διαμόρφωση τροχιά.

Σε αντίθεση με τους αρχικούς υπολογισμούς του Κρεμλίνου για μια γρήγορη νίκη, ο πόλεμος συνεχίζεται -αν και η δυτική βοήθεια προς το Κίεβο πλέον φθίνει, όπως και οι αντοχές της Ουκρανίας, εν μέσω προεκλογικού πολιτικού αδιεξόδου στην Ουάσιγκτον και σχεδόν εξαντλημένων δυτικών αποθεμάτων σε όπλα και πυρομαχικά.

Το ΝΑΤΟ έχει επεκταθεί κι άλλο δίπλα στα ρωσικά σύνορα, με την προσθήκη της Φινλανδίας και τη Σουηδία στο κατώφλι της ένταξης, αλλά πλέον βρίσκεται σε αναταραχή με την προοπτική επανεκλογής του Τραμπ.

Απέναντι στην επιθετικότητα της Μόσχας, η Ευρώπη απεξαρτήθηκε από το ρωσικό φυσικό αέριο και αύξησε τις αμυντικές δαπάνες, παρά την οικονομική κρίση, χωρίς όμως να πετύχει είτε ενεργειακή, είτε αμυντική αυτονομία.

Οι δυτικές κυρώσεις έπληξαν, αλλά δεν γονάτισαν τη ρωσική οικονομία, στρέφοντας τη Μόσχα στη σφυρηλάτηση στενότερων δεσμών με την Κίνα και χώρες του Παγκόσμιου Νότου, με επέκταση και των BRICS.

Τα δε όρια της αμερικανικής ισχύος δοκιμάζονται από τον περασμένο Οκτώβριο έτει περαιτέρω με τον πόλεμο μεταξύ του -στενού συμμάχου των ΗΠΑ- Ισραήλ και της Χαμάς στην αιματοβαμμένη Λωρίδα της Γάζας, εν μέσω διεθνούς κατακραυγής.

Κρανίου τόπος από τους συνεχιζόμενους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στη Λωρίδα της Γάζας (REUTERS/Mohammed Salem)

Πολιτική δύο μέτρων και σταθμών

Απέναντι στους δύο καταστροφικούς αυτούς πολέμους, οι διεθνείς θεσμοί δείχνουν να έχουν παραλύσει.

Πρώτα και κύρια τα Ηνωμένα Έθνη.

Τα μεν ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ μένουν στα χαρτιά.

Στο δε Συμβούλιο Ασφαλείας του διεθνούς οργανισμού -που ιδρύθηκε στις «στάχτες» του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου με αποστολή τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας- μαίνεται ένας νεο-ψυχροπολεμικός «πόλεμος» βέτο.

Η Ρωσία εμποδίζει εδώ και δύο χρόνια την έκδοση καταδικαστικής απόφασης ή λήψης μέτρων για τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Οι ΗΠΑ μπλοκάρουν μέχρι και σήμερα την έγκριση ψηφίσματος για άμεση ανθρωπιστική εκεχειρία στη Λωρίδα της Γάζας, παρά τη σφαγή και τη λιμοκτονία των αμάχων στον απομονωμένο παλαιστινιακό θύλακα.

Η στάση αυτή, με έμπρακτη στήριξη της κυβέρνησης Μπάιντεν στη στρατιωτική επιχείρηση του Ισραήλ -παρά τις βαθιές διαφωνίες με την ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου- έχει πλέον εξοργίσει ακόμη και συμμάχους των ΗΠΑ.

Μετά και το τελευταίο αμερικανικό βέτο μάλιστα στο Σ.Α. του ΟΗΕ, οι ΗΠΑ βρέθηκαν «απομονωμένες» στην σύνοδο των ΥΠΕΞ των G-20, στις 21-22 Φεβρουαρίου στη Βραζιλία, όπως γράφει ο απεσταλμένος της Washington Post.

Το μαρτύρησαν τα ξεχασμένα ανοιχτά μικρόφωνα, αφήνοντας να ακουστούν φωνές αγανάκτησης και οργισμένες επικρίσεις, με αποδέκτη τον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Άντονι Μπλίνκεν.

Πέρυσι, ο ίδιος είχε επικαλεστεί τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών για να καταδικάσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, κατά τη σύνοδο των G20 στην Ινδία.

Στη φετινή σύνοδο στο Ρίο Ντε Τζανέιρο -αναφέρει το δημοσίευμα- «οι διπλωμάτες επικαλέστηκαν τις ίδιες αρχές για να επικρίνουν τον συνεχιζόμενο πόλεμο στη Γάζα, στον οποίο οι ΗΠΑ έχουν παράσχει στο Ισραήλ πολιτική κάλυψη, βόμβες και στρατιωτικό εξοπλισμό αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων».

Ο Βραζιλιάνος ΥΠΕΞ και προεδρεύων της συνόδου, Μάουρο Βιέιρα, έθεσε θέμα μεταρρύθμισης του ΟΗΕ.

Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Ζοζέπ Μπορέλ, προειδοποίησε ότι η πολυμέρεια «βρίσκεται σε κρίση».

Μεθεόρτια ρωσικής επίθεσης σε κατοικημένη περιοχή στο Ντνίπρο, λίγες ώρες πριν από τη συμπλήρωση δύο ετών πολέμου στην Ουκρανία (REUTERS/Mykola Synelnykov)

Διεθνής… αταξία;

Ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας, που πυροδότησε η φρικαλέα επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ και συνεχίστηκε με ασύμμετρα αντίποινα από το Τελ Αβίβ -με απολογισμό σχεδόν 30.000 Παλαιστίνιους νεκρούς μέσα σε λιγότερο από πέντε μήνες, απόλυτη καταστροφή στον παλαιστινιακό θύλακα και μια εφιαλτική ανθρωπιστική κρίση- κάνει πλέον ακόμη πιο ρευστό το γεωπολιτικό σκηνικό, το οποίο είχε ήδη αλλοιώσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Προκαλεί φόβους γενίκευσης της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, κινδύνους περιφερειακής αποσταθεροποίησης, περαιτέρω τριγμούς  σε συμμαχίες και έντονες επικρίσεις κατά της Δύσης για πολιτική δύο μέτρων και σταθμών όσον αφορά τις διακηρύξεις της περί προάσπισης του Διεθνούς Δικαίου.

Πυροδοτεί ανησυχία για τη δημιουργία παράλληλων κρίσεων εν μέσω ρηγματώσεων στη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες.

Είναι ήδη ορατές εστίες έντασης στον Καύκασο μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας, στην Ταϊβάν ή στην κορεατική χερσόνησο από την όλο και πιο προκλητική Πιονγιάνγκ.

Αυτά, ενώ πλέον δοκιμάζεται η αξιοπιστία της Δύσης απέναντι και στην αμυνόμενη Ουκρανία. Ειδικά των ΗΠΑ.

Στις τελευταίες δηλώσεις του, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν έχει αντικαταστήσει το «για όσο χρειαστεί», με το «για όσο μπορούμε» για την παροχή στήριξης στο Κίεβο.

Σε ένα διαρκή πολιτικό πόλεμο φθοράς, οι Ρεπουμπλικανοί μπλοκάρουν την έγκριση νέου πακέτου βοήθειας στο Κογκρέσο, ενώ η ηγεσία της Ρωσίας δείχνει να τηρεί στάση αναμονής για το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών και την πιθανή επανεκλογή του Τραμπ.

Όψιμα δε -ένεκα και της εξαιρετικά αμφίρροπης εκλογικής μάχης του Νοεμβρίου- η κυβέρνηση Μπάιντεν φέρεται τώρα να πιέζει για συνολική διευθέτηση της ισραηλινο-παλαιστινιακής διένεξης, στο πλαίσιο ευρύτερων ανακατατάξεων μιας «θολής» Pax Americana στη Μέση Ανατολή, καθώς το γεωπολιτικό βάρος της Ουάσιγκτον έχει μετατοπιστεί εδώ και καιρό στην Ασία και στην Κίνα.

Ισραηλινοί στρατιώτες εκτοξεύουν όλμο στα σύνορα με την κεντρική Γάζα (REUTERS/Amir Cohen)

Επιμύθιο

«Η σημερινή διπλωματική συνενοχή στην καταστροφική κρίση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα είναι το αποκορύφωμα μιας πολυετούς διάβρωσης του διεθνούς κράτους δικαίου και του παγκόσμιου συστήματος ανθρωπίνων δικαιωμάτων», επισημαίνει σε άρθρο της στο Foreign Affairs η Γενική Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας, Ανιές Καλαμάρ.

«Η αποσύνθεση αυτή», εξηγεί, «άρχισε σοβαρά μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, όταν οι ΗΠΑ ξεκίνησαν τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Μια εκστρατεία που εξομάλυνε την ιδέα ότι τα πάντα είναι επιτρεπτά στην καταδίωξη των «τρομοκρατών»».

Τα τελευταία 20 χρόνια κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο έχουν υιοθετήσει παρόμοιες μεθόδους, αναφέρει, μνημονεύοντας ειδικά τη Ρωσία, την Κίνα και το Ισραήλ.

Τώρα, τονίζει, «ο κίνδυνος γενοκτονίας, η σοβαρότητα των παραβιάσεων που διαπράττονται και οι σαθρές δικαιολογίες των εκλεγμένων αξιωματούχων στις δυτικές δημοκρατίες προειδοποιούν για αλλαγή εποχής».

«Η βασισμένη σε κανόνες τάξη που διέπει τις διεθνείς υποθέσεις από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκεται στο δρόμο της εξόδου και ίσως δεν υπάρχει επιστροφή».

«Οι συνέπειες αυτής της εγκατάλειψης είναι ολοφάνερες: περισσότερη αστάθεια, περισσότερη επιθετικότητα, περισσότερες συγκρούσεις και περισσότερη δυστυχία».