NEETs, οι νέοι στη Βρετανία είναι πολύ φτωχοί για να εργαστούν
Μια «χαμένη γενιά» νέων στη Βρετανία της τεχνικής ύφεσης, της κρίσης του κόστους διαβίωσης και των διευρυνόμενων κοινωνικών ανισοτήτων
Το φαινόμενο των NEETs δεν είναι νέο. Ούτε στη Βρετανία -περί ης ο λόγος- ούτε και αλλού…
Πρόκειται για νέους ηλικίας 16-25 ετών, που βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης, απασχόλησης ή κατάρτισης.
Τα στοιχεία στο Ηνωμένο Βασίλειο δείχνουν ότι όλο και περισσότεροι εντάσσονται σε αυτή την ομάδα.
Όχι από επιλογή, αλλά εξαιτίας μιας στρεβλής πραγματικότητας που υπαγορεύουν οι αντίξοες οικονομικές συνθήκες.
Τη συνολική εικόνα καταγράφει νέα έρευνα του Prince’s Trust -φιλανθρωπικού ιδρύματος του βασιλιά Καρόλου Γ’- αποτυπώνοντας πρώτη φορά τον αντίκτυπο που έχει στη Βρετανία ο πληθωρισμός στις φιλοδοξίες μιας ολόκληρης γενιάς.
Σχεδόν το ένα πέμπτο των ερωτηθέντων νέων δήλωσαν ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο να επισπεύσουν τις σπουδές τους, ώστε να αρχίσουν να αποκτούν εισόδημα.
Τέσσερις στους δέκα ανέφεραν ότι τα οικονομικά προβλήματα ήταν ένας βασικός ανασταλτικός παράγοντας στο να επικεντρωθούν στην εκπαίδευσή τους.
Το 5% είπε ότι απουσίασε από το σχολείο ή τη δουλειά τον περασμένο χρόνο λόγω έλλειψης χρημάτων για μετακινήσεις.
Ένας στους δέκα νέους αναγκάστηκε μέσα στο 2023 να απορρίψει μια θέση εργασίας, επειδή δεν μπορούσε να αντέξει το συνεπαγόμενο… κόστος.
Είτε αυτό σχετίζεται με το ενοίκιο και τις μετακινήσεις, είτε με την αγορά απαραίτητου για τη δουλειά ρουχισμού και εξοπλισμού.
Σε έναν φαύλο κύκλο, δε, τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν ότι οι νέοι που είναι ΝΕΕΤ είναι πιο πιθανό να βιώνουν κακή ψυχική υγεία και να ανησυχούν περισσότερο για το κόστος ζωής, από ό,τι όσοι συνομήλικοί τους εργάζονται, εκπαιδεύονται ή ασκούνται.
Όμως «αυτό με τη σειρά του», επισημαίνεται, «μπορεί να επηρεάσει την ικανότητά τους να βρουν απασχόληση».
Μάλιστα όσο περισσότερο καιρό βρίσκονται εκτός της αγοράς εργασίας, τόσο δυσκολότερη λένε ότι θεωρούν την επανένταξή τους σε αυτή.
Μια ανατροφοδοτούμενη κρίση
Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους.
Το 32% των νέων NEET στη Βρετανία δηλώνουν ότι έχουν αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας, λόγω ανεργίας.
Σε ποσοστό 41% αισθάνονται ότι δεν αξίζουν τίποτα, επειδή δεν έχουν δουλειά.
Ένας στους τέσσερις (27%) τονίζει θα ήθελε να εργαστεί, αλλά δεν μπορεί λόγω επιβαρυμένης ψυχικής υγείας.
Περισσότερο από τα δύο πέμπτα (44%) διαπιστώνει σημαντική επιβάρυνση της ψυχικής υγείας, εξαιτίας της οικονομικής ανασφάλειας.
Το αντίστοιχο ποσοστό στις τάξεις των νέων που εργάζονται, εκπαιδεύονται ή καταρτίζονται είναι 32%.
Οι μισοί νέοι NEET (51%) λένε ότι η αβεβαιότητα των τελευταίων ετών τους έχει κάνει να αισθάνονται απελπισμένοι για το μέλλον τους, έναντι 39% της άλλης ομάδας.
Το 52% αναφέρει ότι όσο περισσότερο είναι στην ανεργία, τόσο πιο δύσκολο είναι να βρει δουλειά.
Για το 45%, η ανεργία τους έχει οδηγήσει στο να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στις δεξιότητές τους.
Σχεδόν τέσσερις στους δέκα (38%) δηλώνουν πεπεισμένοι ακόμη κι ότι θα αποτύχουν στη ζωή τους, έναντι 26% των νέων που εργάζονται, εκπαιδεύονται ή καταρτίζονται και αισθάνονται το ίδιο.
Συνολικά, πάνω από τους μισούς νέους Βρετανούς (53%) ανησυχούν ότι εξαιτίας του κόστους ζωής δεν θα είναι ποτέ στη ζωή τους οικονομικά ασφαλείς.
Αυτό θα μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες για το μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το μαρτυρεί, επισημαίνουν ειδικοί, το γεγονός ότι η κρίση του κόστους διαβίωσης αναγκάζει όλο και περισσότερους νέους για γίνουν ή να παραμείνουν NEETs.
Είναι η «πρώτη ύλη», επισημαίνουν, για την αύξηση του κοινωνικού αποκλεισμού και την αναπαραγωγή και διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Κοινωνικός ντετερμινισμός;
Με τη Βρετανία ωστόσο να διολισθαίνει στην ύφεση και στην πολιτική κρίση, κάτω από τη «μύτη» αρμοδίων και αρχών φαίνεται να δημιουργούνται ήδη οι επόμενες ορδές ΝΕΕΤς.
Σύμφωνα με νέα έρευνα της οργάνωσης Action for Children, περισσότερες από 300.000 βρετανικές οικογένειες με ανήλικα παιδιά ζουν σήμερα σε συνθήκες φτώχειας, παρά το γεγονός ότι τα ενήλικα μέλη τους είναι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης.
Δουλεύουν κυρίως στους κλάδους υγειονομικής και κοινωνικής περίθαλψης, εμπορίου και κατασκευών.
Μια στις πέντε από αυτές τις οικογένειες ζει στο Λονδίνο.
Σχεδόν οι μισές (46%) είναι μονογονεϊκές.
Καταγράφεται ως δυσανάλογα πιθανό να έχουν φυλετικό ή μειονοτικό υπόβαθρο.
Ως έχουν τα πράγματα, υπογραμμίζεται στην έκθεση, οι γονείς θα έπρεπε να εργάζονται… οκτώ ημέρες την εβδομάδα στις θέσεις που κατέχουν, προκειμένου οι οικογένειές τους να μπορέσουν να βγουν από το όριο της φτώχειας.
Αυτό ορίζεται όταν το καθαρό ετήσιο οικογενειακό εισόδημα είναι μικρότερο από το 60% του μέσου όρου, μείον το κόστος στέγασης.
Το τελευταίο ήταν και παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα έξοδα για τις φτωχότερες οικογένειες.
Όμως πλέον η οικονομικά προσιτή στέγη -έως 30% του εισοδήματος- γίνεται και αυτή… είδος προς εξαφάνιση.
Τελευταία μελέτη της οργάνωσης Generation Rent καταγράφει πόσο απίστευτα ακριβό έχει γίνει το Λονδίνο για ενοικιαστές, που ανήκουν σε κρίσιμες ομάδες εργαζομένων, όπως νοσοκόμες και φροντιστές.
Για ένα δυάρι φερ’ ειπείν στο κέντρο της βρετανικής πρωτεύουσας και πέριξ αυτού, το μέσο ενοίκιο αντιστοιχεί στο 106% του μέσου μισθού ενός βοηθού καθηγητή, στο 97% μιας καθαρίστριας και στο 82% ενός εργαζόμενου στον κλάδο της φροντίδας.
Για την ακρίβεια, η ευρύτερη περιοχή χαρακτηρίζεται απλησίαστη για 15 βασικούς κλάδους εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων αυτών της εκπαίδευσης, της υγειονομικής περίθαλψη, του εμπορίου και της φιλοξενίας.
«Κινδυνεύουν να εκδιωχθούν από την πόλη», προειδοποιεί ο διευθύνων σύμβουλος της Generation Rent, Μπεν Τουόμεϊ.
Προοπτική, παρατηρεί εύστοχα, στην οποία «κανείς δεν θα μπορεί να είναι κερδισμένος»…
* Κεντρική photo: Unsplash/Ross Sneddon
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις