Ιδιωτικά υποκαταστήματα που θα «πιστοποιεί» το «μητρικό ίδρυμα» θέλει το υπουργείο Παιδείας
Οι τελικές διατυπώσεις του νομοσχεδίου κάνουν ακόμη πιο σαφείς τις προθέσεις του υπουργείου Παιδείας για τα ιδιωτικά ΑΕΙ
- Γιατί η Βραζιλία έχει μεγάλη οικονομία αλλά απαίσιες αγορές
- «Είναι άρρωστος και διεστραμμένος, όσα μου έκανε δεν τα είχα διανοηθεί» - Σοκάρει η 35χρονη για τον αστυνομικό
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
- Διαρρήκτες «άδειαζαν» το εργαστήριο του γλύπτη Γεώργιου Λάππα στη Νέα Ιωνία
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, όπως κατατέθηκε στη Βουλή, μετά την διαβούλευσή, κάνει ακόμη πιο σαφές ότι αυτό που επιδιώκει είναι να ιδρυθούν ιδιωτικά παραρτήματα-υποκαταστήματα ουσιαστικά πανεπιστημίων του εξωτερικού, με τη συνδρομή επενδυτών, χωρίς πραγματικό έλεγχο και χωρίς ουσιαστική πιστοποίηση, με συμφωνίες που εύκολα θα τα κάνουν στην πράξη κερδοσκοπικά.
Δεν θα είναι franchise, θα είναι «συμφωνία»
Ύστερα από τον θόρυβο που προκλήθηκε το τελικό σχέδιο νόμο δεν περιλαμβάνει αναφορά σε συμφωνία franchise ή πιστοποίησης (validation) που ουσιαστικά θα σήμαινε κάτι που δεν απέχει πολύ από το πώς λειτουργούν σήμερα τα Κολέγια.
Όμως, η διατύπωση που επιλέχτηκε δεν κάνει τα πράγματα πιο σαφή. Η σχέση ανάμεσα στο παράρτημα ορίζεται απλώς με βάση μια εκπαιδευτική συμφωνία που κατοχυρώνει τον έλεγχο του μητρικού ιδρύματος στο παράρτημα ως προς όλες τις πλευρές της λειτουργίας του. Κάτι που παρεμπιπτόντως ισχύει συχνά και στο πλαίσιο μιας συμφωνίας franchising.
Επιπλέον, η ίδρυση του παραρτήματος γίνεται είτε με απόφαση του οργάνου του, είτε «συμφωνία του αρμοδίου οργάνου του μητρικού ιδρύματος με φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων».
Μάλιστα, το άρθρο 137, παρ. (α) κάνει σαφές ότι η σχέση ανάμεσα στο μητρικό ίδρυμα και το παράρτημα δεν είναι απαραίτητο να είναι άμεση, μπορεί να ορίζεται στο πλαίσιο μιας συμφωνίας: «Κάθε παράρτημα – Ν.Π.Π.Ε. αποτελεί παράρτημα του μητρικού ιδρύματος. Το μητρικό ίδρυμα ελέγχει την ακαδημαϊκή διοίκηση και εγγυάται την ορθή τήρηση των ακαδημαϊκών προτύπων σύμφωνα με το παρόν. Το μητρικό ίδρυμα ελέγχει το παράρτημα – Ν.Π.Π.Ε. μέσω: αα) συμμετοχής με απόλυτη πλειοψηφία στο κεφάλαιο και στα όργανα διοίκησης του παραρτήματος – Ν.Π.Π.Ε. ή αβ) εκπαιδευτικής συμφωνίας».
Δηλαδή, ουσιαστικά το μητρικό ίδρυμα μπορεί να κάνει μια συμφωνία με κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων στην Ελλάδα, που προφανώς μπορεί να περιλαμβάνει είτε επενδυτές είτε ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς οργανισμούς. Με αυτή τη συμφωνία και τη συμμετοχή στο κεφάλαιο μπορούν να συγκροτήσουν το ΝΠΠΕ, δηλαδή τη νομική μορφή του παραρτήματος και μέσα από μια συμφωνία ανάμεσα στο μητρικό ίδρυμα και τους εδώ επιχειρηματίες να δηλώνεται ο έλεγχος από το μητρικό ίδρυμα. Αυτό δεν απέχει καθόλου από μια συμφωνία franchise.
Το ερώτημα για τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα
Το νομοσχέδιο επιμένει σε διατυπώσεις που διασφαλίζουν τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα των παραρτημάτων. Όπως αναφέρει η παρ. 9 του άρθρου 134 «Απαγορεύεται στο παράρτημα – Ν.Π.Π.Ε. να διανέμει μέρος των εσόδων του σε οποιοδήποτε πρόσωπο.».
Ως προς το σημείο αυτό έχει ενδιαφέρον ότι η αρχική διατύπωση περιλάμβανε και τη φράση «περιλαμβανομένων των ιδρυτών του», για να υπογραμμίσει ότι ούτε οι ιδρυτές μπορούν να πάρουν μέρος των κερδών, φράση που τώρα παραλείφθηκε, δημιουργώντας εκ των πραγμάτων μια ασάφεια.
Ωστόσο, όπως έχει γραφτεί πολλές φορές τον τελευταίο καιρό ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας αυτών των ιδρυμάτων δεν αναιρεί μπορούν να έχουν κερδοσκοπικές πρακτικές. Αυτό φαίνεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 134 που αναφέρει ότι ένα ΝΠΠΕ μπορεί να: «α) να αποκτά και να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία, β) να συνάπτει συμφωνίες στο πλαίσιο της λειτουργίας του, γ) να αποδέχεται δωρεές, χορηγίες, εισφορές σε χρήματα ή υπηρεσίες ή σε κινητή ή ακίνητη περιουσία, που προέρχονται από ιδιωτικά χρηματοδοτικά εργαλεία και δ) να δανείζεται χρήματα και να επενδύει χρήματα, όταν τα προς επένδυση ποσά δεν είναι αναγκαία για την ικανοποίηση άμεσων αναγκών του.»
Είναι σαφές ότι στο σύνολο αυτό των επιτρεπόμενων οικονομικών συναλλαγών ενός ΝΠΠΕ, εύκολα μπορεί να συγκαλυφθεί η εξασφάλιση ότι όσοι επενδύσουν θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους με κέρδος, συμπεριλαμβανομένων προφανώς των «μητρικών ιδρυμάτων».
Όταν η πιστοποίηση γίνεται ουσιαστικά από το μητρικό ίδρυμα
Μία από τις σοβαρότερες κριτικές που ασκήθηκαν στο αρχικό σχέδιο νόμου, πέραν προφανώς από το υπαρκτό ζήτημα που αφορά την παράκαμψη της συνταγματικής απαγόρευσης και τη θεσμική αντίφαση για πρώτη φορά σε τέτοια κλίμακα να προσπερνάται ρητή διατύπωση του Συντάγματος, ήταν αυτή που αφορούσε το γεγονός ότι επί της ουσίας δεν υπάρχει απαίτηση αυτά τα ιδρύματα να είναι εφάμιλλα των ελληνικών δημοσίων είτε ως προς τα κριτήρια επιλογής του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού τους, είτε ως προς τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα των οργάνων τους σε κάθε επίπεδο, είτε ως προς τη μορφή και διάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών.
Το νομοσχέδιο βρίθει διατυπώσεων που παραπέμπουν στο ότι το βασικό κριτήριο είναι εάν το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό έχει την έγκριση του μητρικού ιδρύματος και εάν το μητρικό ίδρυμα αναγνωρίζει τα προγράμματα σπουδών ως εφάμιλλα αυτών που προσφέρει το ίδιο και άρα τα αναγνωρίζει.
Παραθέτουμε μερικές χαρακτηριστικές διατυπώσεις: «Το παράρτημα – Ν.Π.Π.Ε. προσφέρει προγράμματα σπουδών, που έχουν αναγνωρισθεί και εγκριθεί από το μητρικό ίδρυμα» (άρθρο 145, παρ. 1). «Κάθε παράρτημα – Ν.Π.Π.Ε. οργανώνει προγράμματα σπουδών, που διαρθρώνονται σε τρεις (3) κύκλους, κατά τους όρους και τις προϋποθέσεις που οργανώνονται στο μητρικό ίδρυμα, σε αντιστοιχία με τα επίπεδα 6, 7 και 8 του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων, σύμφωνα με το άρθρο 47 του ν. 4763/2020 (Α΄ 254), περί της αρχιτεκτονικής δομής και των περιγραφικών δεικτών επιπέδων πλαισίου» (άρθρο 145, παρ. 3). «Τα κριτήρια εκλογής και εξέλιξης (ενν. ΔΕΠ) εγκρίνονται από το μητρικό ίδρυμα και τηρούν τις αρχές της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της αξιοκρατίας, της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της ποιοτικής παροχής υπηρεσιών ανώτατης εκπαίδευσης» (άρθρο 153, παρ. 2). «Η επιλογή των μελών του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού του παραρτήματος – Ν.Π.Π.Ε. εγκρίνεται από το μητρικό ίδρυμα» (άρθρο 153, παρ. 5).
Ως προς τη διαδικασία με την οποία όλα αυτά πιστοποιούνται από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, το ερώτημα που δεν απαντά το σχέδιο νόμου είναι ποια είναι ακριβώς τα «συγκεκριμένα, προκαθορισμένα, ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια και δείκτες, εναρμονισμένα με τις Αρχές και Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη Διασφάλιση της Ποιότητας στον Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 4653/2020 (Α’ 12)» (άρθρπ 145, παρ. 4).
Παρότι υποθέτουμε ότι το υπουργείο θα παραπέμψει στα κριτήρια που λίγο πολύ εφαρμόζει η ΕΘΑΑΕ στις πιστοποιήσεις που κάνει προγραμμάτων σπουδών των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων, εντούτοις υπάρχει μια κρίσιμη διαφορά που είναι ότι τα προγράμματα σπουδών των δημοσίων πανεπιστημίων πατάνε πάνω στο συνολικό θεσμικό πλαίσιο για τα δημόσια πανεπιστήμια. Ένα πλαίσιο που αφορά τα αυστηρά κριτήρια για μέλη ΔΕΠ, συγκεκριμένη διάρθρωση ακαδημαϊκών οργάνων και βεβαίως το πλαίσιο για τη διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών. Εδώ όλες οι κρίσιμες αποφάσεις και επί της ουσίας όλα τα κρίσιμα κριτήρια μεταφέρονται στο «μητρικό ίδρυμα», με υπαρκτό κίνδυνο η «έγκριση» του μητρικού ιδρύματος να γίνεται εν τέλει ο βασικός μηχανισμός πιστοποίησης.
Και βέβαια η μικρή διορθωτική παρέμβαση στη διατύπωση για το ακαδημαϊκό όργανο του παραρτήματος όπου πλέον δεν υπάρχει η αναφορά σε «συμβουλευτικό» χαρακτήρα, αλλά στη δυνατότητα τα μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού «αποφασίζουν για τα ζητήματα της καθημερινής ακαδημαϊκής λειτουργίας και προτείνουν στρατηγικές που σχετίζονται με την ερευνητική, εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή αποστολή του» (άρθρο 152, παρ. 1), δεν αναιρεί τη βασική αρχή ότι «το μητρικό ίδρυμα διατηρεί τον αποφασιστικό του ρόλο επί όλων των ακαδημαϊκών ζητημάτων».
Χρειαζόμαστε υποκαταστήματα ανώτατων σπουδών;
Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο πυρήνας της λογικής του σχεδίου νόμου παραμένει. Και δικαιώνει όσους επιμένουν ότι αυτή η βιασύνη παράκαμψης της συνταγματικής αναθεώρησης δεν γίνεται για να διαμορφωθούν υψηλού επιπέδου ακαδημαϊκά ιδρύματα, με χαρακτήρα αυτοδιοικούμενου πανεπιστημίου, αλλά υποκαταστήματα ιδρυμάτων του εξωτερικού που θα λειτουργούν με βασικό κριτήριο τη διεκδίκηση μέρους της υπαρκτής εκπαιδευτικής πελατείας (και της κερδοφορίας που αυτή συνεπάγεται). Κάτι που δεν είναι βέβαιο ότι αντιστοιχεί στις επιθυμίες και της αγωνίες της κοινωνίας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις