Επιστρέφοντας από την Ευρώπη τον Απρίλιο του 1933, ο Νίκος Καζαντζάκης πηγαίνει στην Αίγινα, τον τόπο που είχε ήδη διαλέξει για μόνιμη εγκατάσταση. Εξακολουθεί να δουλεύει την Οδύσσεια και συγχρόνως συνθέτει τα κάντα για τις Τερτσίνες του, μεταφράζει Δάντη, Κοκτώ, Χάουπτμαν, Σαίξπηρ, Πιραντέλο, Γκαίτε και γράφει τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις, θεατρικά έργα και μυθιστορήματα στα γαλλικά.

Το 1936 ξεκινά να χτίζει το δικό του σπίτι στο νησί και ένα χρόνο αργότερα εγκαθίσταται με την Ελένη, πριν ακόμη τελειώσουν οι εργασίες. Από την Αίγινα φεύγει σπάνια, για να ταξιδέψει (Ιαπωνία-Κίνα, Ισπανία, Αγγλία) ή για να επιβλέψει την έκδοση της Οδύσσειας (1938).

Η καθημερινότητα του Καζαντζάκη στρεφόταν γύρω από τη μελέτη και τη συγγραφή. Ξυπνούσε πολύ νωρίς το πρωί και δούλευε στο γραφείο του ως το μεσημέρι. Μετά από μια σύντομη ανάπαυση, συνέχιζε τη μελέτη του και συνήθως, την ώρα του δειλινού, έβγαινε να περπατήσει.

Photo: YouTube

Photo: YouTube

Η επαφή με τη φύση 

Ο Νίκος Καζαντζάκης αγαπούσε τους μεγάλους περιπάτους στην εξοχή και σε ερημικά ακρογιάλια, κυρίως όμως τις ανηφορικές διαδρομές, επειδή ο ανήφορος σήμαινε τον διαρκή αγώνα για την εκπλήρωση του χρέους. Προτιμούσε να μένει σε τόπους με μεγάλο υψόμετρο και το γραφείο του σπανίως βρισκόταν σε ισόγειο χώρο.

Ενώ μετέφραζε Πιραντέλο για το Βασιλικό Θέατρο, ο Καζαντζάκης συνέθεσε μια μοντέρνα κωμωδία, πιραντελικού ύφους κωμωδία, με τίτλο Ο Οθέλλος ξαναγυρίζει (1936). Το έργο παρέμεινε ανέκδοτο μέχρι το 1962. Το 1937, μετά από ένα ταξίδι στην Πελοπόννησο, γράφει την τραγωδία Μέλισσα, που δημοσιεύεται στις αρχές του 1937 στη Νέα Εστία.

Αρχές του 1936, ο Καζαντζάκης γράφει στα γαλλικά το μυθιστόρημα Le Jardin des Rochers (Ο βραχόκηπος).

Το είχε παραγγείλει ο εκδότης Grethlein της Λειψίας, αλλά δεν κατάφερε να το εκδώσει εξαιτίας του ναζιστικού καθεστώτος. Έτσι, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1939, μεταφρασμένο στα ολλανδικά.Το γαλλικό κείμενο εκδόθηκε αργότερα, το 1959.

Αμέσως μετά, ξεκινά το μυθιστόρημα Mon père, επίσης στα γαλλικά. Το επεξεργάζεται εκ νέου το 1940 στην Αίγινα, και τελικά το αξιοποιεί αργότερα στον Καπετάν Μιχάλη.

Ο Νίκος Καζαντζάκης αγαπούσε τους μεγάλους περιπάτους στην εξοχή και σε ερημικά ακρογιάλια, κυρίως όμως τις ανηφορικές διαδρομές, επειδή ο ανήφορος σήμαινε τον διαρκή αγώνα για την εκπλήρωση του χρέους

Photo: YouTube

Photo: YouTube

Η ιστορία του σπιτιού 

Τον Ιούλιο του 1935, ο Καζαντζάκης και ο Τάκης Καλμούχος αγοράζουν στην Αίγινα ένα χωράφι, στη θέση «Λιβάδι», έξω από τη χώρα. Το Μάιο του 1936, θεμελιώνεται το σπίτι, το «Κουκούλι», όπως λέει ο Καζαντζάκης, σε σχέδιο του αρχιτέκτονα Βασίλη Δούρα.

Την άνοιξη του 1937, οπότε εγκαθίσταται το ζεύγος Καζαντζάκη, είναι ακόμα ημιτελές. Η κατασκευή ολοκληρώνεται με την προσωπική τους εργασία. Ο Νίκος βοηθά τους χτίστες, αρμολογεί, επιβλέπει.

Στο βορειοδυτικό υπόστεγο, θα μπει αργότερα μια ξυλόγλυπτη γοργόνα, που ο Καζαντζάκης είχε δει σ’ ένα ταρσανά του νησιού, και στο ανώφλι, ο ιερός τροχός του Σιντοϊσμού, φτιαγμένος με μαύρες και χρυσές ψηφίδες.

Στο «κουκούλι», το ζεύγος Καζαντζάκη θα μείνει μέχρι το 1946. Εκεί θα φιλοξενήσουν το Σικελιανό, τον Πρεβελάκη, τον Κακριδή και δεκάδες άλλους φίλους κι εκεί ο Νίκος θα γράψει μεγάλο μέρος του έργου του.

Δείτε το σχετικό βίντεο 

*Με στοιχεία από kazantzaki.gr