Μπένι Γκαντς: Σχεδιάζοντας από την Ουάσιγκτον την επόμενη ημέρα στο Ισραήλ;
Νυν μέλος του πολεμικού συμβουλίου του Ισραήλ, αλλά πολιτικός αντίπαλος του πρωθυπουργού Νετανιάχου, ο Μπένι Γκαντς πυροδοτεί με το ταξίδι του στις ΗΠΑ όργιο σεναρίων
«Το να είσαι ηγέτης σε περίοδο κρίσης είναι μεγάλη ευθύνη». «Οι πολίτες του Ισραήλ αξίζουν περισσότερα από εμάς». «Σκεφτείτε πού καταλήξαμε και γιατί»…
Το ημερολόγιο έδειχνε 6 Φεβρουαρίου, παραμονή της συμπλήρωσης τεσσάρων μηνών από την επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ και την έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, όταν ο Μπένι Γκαντς έκανε δημόσια αυτές δηλώσεις.
Ο πρώην επιτελάρχης, υπουργός Άμυνας και αντιπρόεδρος της προηγούμενης κυβέρνησης Νετανιάχου, ηγέτης του αντιπολιτευόμενου κεντροδεξιού κόμματος «Εθνική Ενότητα» και τώρα εκτάκτως μέλος του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου του Ισραήλ δεν μάσησε τα λόγια του.
«Η επιστροφή των ομήρων είναι αναπόσπαστο μέρος της νίκης και δεν αντικαθιστά το καθήκον μας να εξαλείψουμε την απειλή της Χαμάς», είχε τονίσει τότε.
«Αν καταλήξουμε σε μια συμφωνία, θα είναι ένα βήμα στον δρόμο προς τη νίκη»…
Τα φραστικά «βέλη» του ήταν σαφές ότι στέφονταν κατά του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Μπενιαμίν Νετανιάχου, και των ακροδεξιών εταίρων του.
Ένα μήνα μετά, εν μέσω διεθνούς κατακραυγής για τη συνεχιζόμενη σφαγή στη Γάζα και αυξανόμενων έξωθεν πιέσεων για κατάπαυση του πυρός μέχρι την οσονούπω έναρξη του Ραμαζανιού, ο Ισραηλινός υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου πραγματοποιούσε σόλο επίσκεψη στις ΗΠΑ.
Με τη Βρετανία ως επόμενο σταθμό της μίνι περιοδείας του, δεν είχε καν την έγκριση του πρωθυπουργικού γραφείου.
Ο Λευκός Οίκος επικαλέστηκε αίτημα του Γκαντς για τις συναντήσεις που είχε από τις 4 Μαρτίου στην Ουάσιγκτον: από την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις και τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Τζέικ Σάλιβαν, μέχρι τον Αμερικανό ΥΠΕΞ, Άντονι Μπλίνκεν και στελέχη Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο.
Ήταν ωστόσο σαφές ότι πρόκειται για μήνυμα της -προεκλογικών ρυθμών και δεινών- κυβέρνησης Μπάιντεν προς τον Νετανιάχου.
Πολιτικός «εμφύλιος»
Καταδεικνύοντας το διευρυνόμενο πολιτικο-κοινωνικό ρήγμα στο Ισραήλ, η κυβέρνηση Νετανιάχου διέταξε τον Ισραηλινό πρέσβη στις ΗΠΑ -και ανιψιό του Ισραηλινού προέδρου- Μάικ Χέρτσογκ να μποϊκοτάρει την επίσκεψη.
Ο ακροδεξιός υπουργός Οικονομικών, Μπεζαλέλ Σμότριχ, χαρακτήρισε τον Γκαντς «εργαλείο» στα σχέδια της κυβέρνησης Μπάιντεν για επανεκκίνηση της ειρηνευτικής διαδικασίας, με στόχο την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους.
Ως «Δούρειο Ίππο» των Αμερικανών «για να ηγηθεί της διακοπής των μαχών στο Γάζα» τον περιέγραψε ο βουλευτής του δεξιού κόμματος Λικούντ και στενός συνεργάτης του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Νταβίντ Αμσάλεμ.
Την αποπομπή του Γκαντς από την κυβέρνηση έκτακτης ανάγκης του Ισραήλ ζήτησε ο ακροδεξιός υπουργός Εθνικής Ασφάλειας, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, έποικος ο ίδιος στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, όπως και ο Σμότριχ.
Προς το παρόν, το γραφείο του Νετανιάχου έχει αρκεστεί να απορρίψει ως fake news αναφορές ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν αρντείται να δεχτεί τηλεφώνημα του Ισραηλινού πρωθυπουργού, μετά την πρόσφατη «σφαγή του ψωμιού» στην πόλη της Γάζας.
«Μιλώντας τυπικά -αν και αυτό δεν ισχύει κατά κανόνα για τον πρωθυπουργό- ο Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει απόλυτο δίκιο» για το ταξίδι Γκαντς, παρατηρεί ο αρθογράφος της ισραηλινής εφημερίδας Haaretz, Γιόσι Βέρτερ.
«Το άρθρο 70α (2) των κυβερνητικών κανονισμών ορίζει ότι τα επίσημα ταξίδια των υπουργών στο εξωτερικό μπορούν να γίνουν μόνο με την έγκριση του πρωθυπουργού και εν γνώσει του υπουργικού συμβουλίου», αναφέρει.
Η επίσκεψη του Γκαντς σε Ουάσιγκτον και Λονδίνο «δείχνει πόσο τεταμένες έχουν γίνει οι σχέσεις του με τον Νετανιάχου», επισημαίνει.
Σε πρώτη φάση, πάντως, καταδεικνύει τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει προεκλογικά η κυβέρνηση Μπάιντεν στις ΗΠΑ, έπειτα από πέντε μήνες στήριξης του Ισραήλ στον πόλεμο με τη Χαμάς στην αιματοβαμμένη Γάζα.
Ίσως ουδόλως τυχαία, δε, η επίσκεψη Γκαντς συνέπεσε με την εκλογικά κρίσιμη -με «ούριο άνεμο» για τον Ντόναλντ Τραμπ– «Σούπερ Τρίτη».
Όψιμο ενδιαφέρον
Ήταν σε αυτό το πλαίσιο -και υπό την έντονη πια δυσφορία των ψηφοφόρων των Δημοκρατικών- που οι ΗΠΑ άρχισαν τις ρίψεις από αέρος ανθρωπιστικής βοήθειας στους λιμοκτονούντες αμάχους της Λωρίδας της Γάζας.
Μια έμμεση επιβεβαίωση ότι το Ισραήλ παρεμποδίζει ακόμη και τώρα την εισροή επαρκούς βοήθειας στον αποκλεισμένο, σφυροκοπούμενο και σε σπειροειδή ανθρωπιστική κρίση παλαιστινιακό θύλακα.
Χρειάστηκε να φτάσει σχεδόν ο πέμπτος μήνας της σφαγής, για να ζητήσει δημόσια η Αμερικανίδα αντιπρόεδρος Χάρις την άμεση παύση των εχθροπραξιών και την αύξηση της βοήθειας στη Γάζα.
Το έκανε, δε, σε προεκλογική εκστρατεία στην Αλαμπάμα, καθώς εκφράζονται φόβοι ότι ο 81χρονος Τζο Μπάιντεν χάνει στη μάχη της ψήφου των μειονοτήτων.
Στην κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Μπένι Γκαντς στην Ουάσιγκτον, δε, η -χαρακτηριζόμενη ευρέως ως ανεπαρκής- αντιπρόεδρος των ΗΠΑ προέτρεψε το Ισραήλ, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, να εκπονήσει ένα «αξιόπιστο και εφαρμόσιμο ανθρωπιστικό σχέδιο», πριν πραγματοποιήσει στρατιωτική εισβολή στη μαρτυρική Ράφα, στα σύνορα της Λωρίδας της Γάζας με την Αίγυπτο.
Σε κάθε περίπτωση, υπερασπίστηκε εκ νέου το «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα απέναντι στην τρομοκρατική απειλή της Χαμάς».
Οι πιέσεις πάντως προς την κυβέρνηση Νετανιάχου -μακράν την πιο ακροδεξιά στα χρονικά του Ισραήλ- εντείνονται, έστω μιθριδατικά.
Προς αυτή την κατεύθυνση ήταν οι αμερικανικές κυρώσεις σε μια χούφτα Ισραηλινών εποίκων, που εμπλέκονται στη βία κατά Παλαιστινίων στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.
Ή η όψιμη διαπίστωση της κυβέρνησης Μπάιντεν ότι οι οικισμοί των εποίκων αντιβαίνουν στο Διεθνές Δίκαιο, χωρίς ωστόσο να ανατρέψει πλήρως το «δόγμα Πομπέο» επί προεδρίας Τραμπ.
Ή ακόμη η πρόσφατη προειδοποίηση του ίδιου του Τζο Μπάιντεν ότι το Ισραήλ κινδυνεύει να «χάσει την υποστήριξη από όλο τον κόσμο», εάν «συνεχίσει με αυτή την απίστευτα συντηρητική κυβέρνηση».
Κατά τα λοιπά, η οικονομική και στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ προς το Ισραήλ συνεχίζεται κανονικότατα και αδρά.
Παρασκηνιακές «ζυμώσεις»
«Ο Νετανιάχου ολοκλήρωσε μια στροφή 360 μοιρών για να καταλήξει στο ίδιο σημείο που βρισκόταν πριν από ένα χρόνο», γράφει ο Γιόσι Βέρτερ.
«Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν του έχει καμία εμπιστοσύνη».
«Τον Μάρτιο του 2023, προσπαθούσε να εξαλείψει τη δημοκρατία» με μια κατ’ όνομα δικαστική μεταρρύθμιση, που στόχο είχε να τον «θωρακίσει» έναντι μιας καταδίκης για διαφθορά.
«Τον Μάρτιο του 2024, αιτία είναι η διαχείριση του πολέμου».
Όχι τυχαία, ο βασικός πολιτικός του αντίπαλος, Μπένι Γκαντς, γίνεται όλο και πιο δημοφιλής.
«Ενώ θα έχει αναμφίβολα προσέγγιση “γερακιού” έναντι των Παλαιστινίων, δεν έχει τη λερωμένη φήμη του Νετανιάχου», σημειώνει ο ανταποκριτής της Haaretz στην Ουάσιγκτον, Μπεν Σάμιουελς.
Τον χαρακτηρίζει μάλιστα «μηχανισμό αυτοδιόρθωσης» για τον Τζο Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς.
Κατά τους Financial Times, το ταξίδι στις ΗΠΑ «είχε στόχο την ενίσχυση των δεσμών με την Ουάσιγκτον, τη διασφάλιση της συνέχισης της στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ και τη συζήτηση διάφορων διπλωματικών πρωτοβουλιών».
Φαίνεται, δε, να υπάρχει «άμεση σύνδεση μεταξύ του ταξιδιού του Γκαντζ και της συνέντευξης Τύπου από τον υπουργό Άμυνας, Γιοάβ Γκαλάντ για το θέμα της επιστράτευσης των υπερορθόδοξων, που έγινε επίσης πίσω από την πλάτη του Νετανιάχου», συμπληρώνει το παζλ ο Βέρτερ.
Κοντολογίς, οι πιέσεις εντείνονται συνδυαστικά εντός και εκτός του Ισραήλ.
«Μόλις υποχωρήσουν οι σφοδρές μάχες», αναφέρει η ανταποκρίτρια του πρακτορείου AP στην Ιερουσαλήμ, «ο Γκαντς αναμένεται ευρέως να εγκαταλείψει την κυβέρνηση μόλις υποχωρήσουν οι σφοδρές μάχες, σηματοδοτώντας το τέλος της περιόδου εθνικής ενότητας» και την επανέναρξη των μαζικών αντικυβερνητικών διαδηλώσεων, αυτή τη φορά με αίτημα τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Όμως όλα γίνονται ακόμη στο κενό, παρατηρεί στο New Yorker ο Αμερικανοϊσραηλινός ακαδημαϊκός και συγγραφέας Μπερνάρντ Αβισάι, «ελλείψει ενός προέδρου των ΗΠΑ που να περιγράφει λεπτομερώς ένα σχέδιο, να αποδεικνύει την υποστήριξη των Αράβων συμμάχων και να προειδοποιεί το Ισραήλ για τις ολέθριες συνέπειες εάν τον αψηφήσει».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις