Νίκος Κρανιδιώτης: Ο πόθος και το δίκαιον της ελευθερίας
Η ποίηση ως πνευματική και ηθική λύτρωση
Αυτές τις μέρες εκυκλοφόρησαν δύο νέα βιβλία με ποιήματα του Νίκου Κρανιδιώτη. Το ένα με τίτλο «Ποιήματα» εξέδωσε το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών και περιλαμβάνει επιλογή παλιών και νέων ποιημάτων του Ν. Κρανιδιώτη, τα οποία δημοσιεύονται στο πρωτότυπο και σε ιταλική μετάφραση, την οποίαν έχει κάμει η Μαργαρίτα Δαλμάτη. Το άλλο του βιβλίο περιέχει εντελώς νέα ποιήματα και έχει τον τίτλο «Επιστροφή». Το εξέδωσε το βιβλιοπωλείον της «Εστίας» και, όπως δηλώνει ο τίτλος του, με το βιβλίο αυτό ο ποιητής «επιστρέφει» στην ποίηση ύστερα από απουσία 23 ετών.
Ο πρέσβυς της Κύπρου στην Ελλάδα κ. Ν. Κρανιδιώτης είναι μια εξέχουσα λογοτεχνική φυσιογνωμία της Κύπρου. Η δραστηριότητά του ως ποιητού, αλλά και ως μελετητού του παλιού και νέου κυπριακού πολιτισμού, τον έχει κάμει γνωστό από πολλά χρόνια στον ευρύτερο ελληνικό χώρο. Γεννήθηκε το 1911 στην Κερύνεια, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και διορίσθηκε καθηγητής μέσης εκπαιδεύσεως. Το 1934 εξέδωσε μαζί με τον Αντώνη Ιντιάνο και τον Κώστα Προυσή το λογοτεχνικό περιοδικό «Κυπριακά Γράμματα», του οποίου την διεύθυνση είχε από το 1948 και μετά μόνος του. Το 1956 έβγαλε το τελευταίο τεύχος του περιοδικού αυτού, που ήταν ένα αφιέρωμα στην ελληνικότητα της Κύπρου.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 7.3.1974, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Έχει εκδώσει: «Χρονικά» (διηγήματα) 1945, «Το νεοελληνικό θέατρο» (μελέτη) 1950, «Σπουδές» (ποιήματα) 1951, «Μορφές του Μύθου» (διηγήματα) 1954, «Ο ποιητής Γ. Σεφέρης» (μελέτη) 1955, «Ο εθνικός χαρακτήρ της Κυπριακής λογοτεχνίας» (μελέτη) 1958, «Η Κύπρος εις τον Αγώνα της Ελευθερίας» (μελέτη) 1958, «Εισαγωγή στην ποίηση του Γ. Σεφέρη» (μελέτη) 1964, «Κύπρος – Ελλάς» (μελέτη) 1966, «Η κυπριακή ποίηση» (μελέτη) 1969, «Τα Κυπριακά Γράμματα» (μελέτη) 1970.
Σε μια πρόσφατη συνομιλία με τον κ. Κρανιδιώτη έθεσα το πρώτο ερώτημα:
— Γιατί αυτό το «κενό», κ. Κρανιδιώτη, 20 και πλέον χρόνια από τότε που τυπώσατε τα πρώτα σας ποιήματα;
Στο διάστημα αυτό είχα ασχοληθή με το διήγημα και ιδιαίτερα με την ιστορία και τη δοκιμιογραφία. Στα χρόνια που μεσολάβησαν δημοσίευσα μελέτες γύρω απ’ αυτά τα θέματα.
— Δεν τυπώνατε ποιήματα ή δεν γράφατε;
Έγραφα ποιήματα, πολλά από τα οποία δημοσιεύονταν σε περιοδικά όπως είναι η «Πνευματική Κύπρος» στη Λευκωσία και η «Νέα Εστία» στην Αθήνα.
— Πότε αρχίσατε να γράφετε;
Από 17 ετών άρχισα να δημοσιεύω ποιήματα στις καθημερινές εφημερίδες της Κύπρου.
— Το λογοτεχνικό σας έργο πώς το αντιμετωπίζετε, τώρα που είστε, φαντάζομαι, υπεραπασχολημένος με τα καθήκοντα του πρεσβευτού; Σαν πάρεργο, ας πούμε;
Είναι μια ασχολία η οποία αυτή τη στιγμή ικανοποιεί ορισμένες εσωτερικές ανάγκες. Είναι μια διέξοδος στον κόσμο των αναζητήσεων και των ιδεολογικών επιδιώξεων που είναι φυσικό ν’ απασχολούν κάθε πνευματικό άνθρωπο. Από της απόψεως αυτής, η ποίηση προσφέρει αυτό που ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει σαν «Κάθαρση» και το οποίο εμείς θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε πνευματική και ηθική λύτρωση. Παλιότερα εξέδιδα τα «Κυπριακά Γράμματα» και φυσικά η λογοτεχνία ήταν στον ενεργό κύκλο των ενδιαφερόντων μου και όχι στα πάρεργά μου. Από το 1934 έως το 1956 εξεδίδοντο συνεχώς τα «Κυπριακά Γράμματα», οπότε η έκδοσή τους διεκόπη λόγω συλλήψεως και φυλακίσεώς μου από τους Άγγλους.
— Το περιοδικό σας είχε βραβευθή από την Ακαδημία Αθηνών. Ποιοι ήταν οι στόχοι των «Κυπριακών Γραμμάτων» τότε, ιδίως στην περίοδο του απελευθερωτικού αγώνος του κυπριακού λαού;
Τα «Κυπριακά Γράμματα» αντελήφθησαν το ρόλο τους σαν μια εθνική αποστολή. Είδαν την Κυπριακή λογοτεχνία σαν μια τοπική εκδήλωση της ευρύτερης ελληνικής λογοτεχνίας και καλλιέργησαν πάντοτε με πίστη τις ελληνικές εθνικές αξίες και τα ελληνικά εθνικά ιδεώδη. Κατά την περίοδο του απελευθερωτικού αγώνος η στάση των «Κυπριακών Γραμμάτων» υπήρξε θερμή, θαρραλέα και απερίφραστη. Στο τεύχος 1.2.1950, αμέσως μετά το Ενωτικό δημοψήφισμα, έγραφα: «Το αίτημα της ελευθερίας είναι βαθύτατα ριζωμένο στην ψυχή όλων των Ελλήνων Κυπρίων, και καμμιά δύναμη δεν είναι δυνατόν να τους αποσπάση από αυτό. Διότι δεν είναι μόνον τα ιστορικά και εθνικά δίκαια και δεν είναι μόνον οι επίσημες συμμαχικές διακηρύξεις και διαβεβαιώσεις που επιβάλλουν τη λύση του Κυπριακού ζητήματος: την Ένωση του Νησιού με την Μητέρα Ελλάδα. Περισσότερο απ’ όλα την επιβάλλει ο πόθος και το δίκαιον της ελευθερίας, που δεν μπορεί να μην αναγνωρισθή σ’ ένα λαό με 40 αιώνες πολιτισμό, σ’ ένα λαό που απέδειξε έμπρακτα πόσο το εκτιμά και το σέβεται».
Εξ άλλου, στο τεύχος Φεβρουαρίου 1955, στην ανασκόπηση των γεγονότων του μηνός, έγραφα: «Ο δεσμός μεταξύ της πνευματικής ζωής και του απελευθερωτικού αγώνος του Νησιού είναι βαθύτατος. Το αίτημα της ελευθερίας είναι στην αφετηρία του πνευματικόν αίτημα. Υπό την μορφήν αυτήν επηρεάζει και κινεί ξεχωριστά τους πνευματικούς ανθρώπους του τόπου, οι οποίοι κατέχουν, ως επί το πλείστον, ηγετικές θέσεις στην όλη κίνηση. Οι πνευματικοί άνθρωποι της Κύπρου πιστεύουν ότι τίποτε το ευγενές και υψηλόν δεν μπορεί να δημιουργηθή και να ζήση χωρίς ελευθερίαν. Γι’ αυτό αγωνίζονται επικεφαλής των συμπατριωτών των: για την απόκτηση του αγαθού αυτού που υπήρξε σ’ όλες τις εποχές ο φορεύς των μεγαλυτέρων πνευματικών αξιών και ο παρορμητής των ωραιοτέρων πνευματικών εξορμήσεων. Και το αγαθό αυτό δεν είναι άλλο από την Ένωση της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα».
— Σε ποια στάθμη βρίσκεται η Κυπριακή λογοτεχνία, κ. Κρανιδιώτη;
Η Κυπριακή λογοτεχνία αποτελεί εκδήλωση της ευρύτερης ελληνικής λογοτεχνίας. Κινείται μέσα στα πλαίσια και τις παραδόσεις της και εντάσσεται οργανικά σ’ αυτήν όπως ακριβώς εντάσσεται η Κρητική ή η Επτανησιακή λογοτεχνία. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η πρώτη αναγέννηση των νεοελληνικών γραμμάτων αρχίζει ουσιαστικά στην Κύπρο τον 15ο αιώνα, ήτοι δύο αιώνες πριν από την άνθιση της Κρητικής λογοτεχνίας. Ζουν τότε στο νησί διαπρεπείς χρονογράφοι, όπως ο Λεόντιος Μαχαιράς και ο Γεώργιος Βουστρώνιος, μεταφράζονται στη δημώδη ελληνική οι «Ασίζες», δηλαδή η νομοθεσία των Φράγκων βασιλέων της Ιερουσαλήμ, και γράφονται τα περίφημα μεσαιωνικά ερωτικά τραγούδια, τα οποία είναι επηρεασμένα από την ποίηση του Πετράρχη και φέρουν τη σφραγίδα της Αναγεννήσεως.
Η Κυπριακή λογοτεχνία και σήμερα ακολουθεί τα γενικώτερα ελληνικά πρότυπα, υπηρετεί τις ίδιες ηθικές αξίες και εμπνέεται από τα ίδια ιδεώδη και τις ίδιες εθνικές επιδιώξεις.
— Υπάρχει κανένα είδος του έντεχνου λόγου που ανθεί περισσότερο σήμερα στην Κύπρο;
Το είδος που ευδοκιμεί περισσότερο είναι η ποίηση. Υπάρχει πράγματι στην ποίηση των Κυπρίων της τελευταίας γενιάς μία καταπληκτική ευαισθησία και ένα ισχυρό ανανεωτικό πνεύμα.
* Άρθρο του Γ. Κοντογιάννη, που έφερε τον τίτλο «Η Κυπριακή λογοτεχνία απόλυτα συνδεδεμένη με τα ελληνικά πρότυπα» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» ακριβώς πριν από μισόν αιώνα, στις 7 Μαρτίου 1974, ημέρα Πέμπτη και τότε.
Στα ερωτήματα του Κοντογιάννη είχε κληθεί να απαντήσει ο διακεκριμένος κύπριος λογοτέχνης Νίκος Κρανιδιώτης (1911-1997), τότε πρέσβης της Κύπρου στην Ελλάδα.
Γνωστός ως ποιητής της Κερύνειας, ο Νίκος Κρανιδιώτης, πατέρας του αειμνήστου διεθνολόγου, διπλωμάτη και πολιτικού Γιάννου Κρανιδιώτη, υπήρξε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’.
Κατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού Αγώνα ο Κρανιδιώτης υπέστη διώξεις από τις βρετανικές αποικιακές δυνάμεις. Την περίοδο 1960-1979 διετέλεσε πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα.
Ο Κρανιδιώτης υπήρξε συνεκδότης του περιοδικού «Κυπριακά Γράμματα» και διευθυντής του κατά την περίοδο 1948-1956, ενώ συνεργάστηκε με πολλά κυπριακά και αθηναϊκά έντυπα.
Εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του, τις «Σπουδές», το 1951. Αργότερα η ποιητική του έκφραση εμπλουτίστηκε με στοιχεία από την ποίηση του Γ. Σεφέρη, τα οποία μετουσιώνονται επιτυχώς και συναιρούνται με την τραγικά βιωμένη ιστορία του γενέθλιου χώρου (συλλογές «Επιστροφή», 1974, «Ταξίδι στο νησί του νότου», 1983, «Ο μικρός μας κόσμος», 1986).
Πέραν της ποιήσεως, ο Κρανιδιώτης ασχολήθηκε και με την πεζογραφία, ενώ δημοσίευσε πληθώρα μελετών και δοκιμίων, δίνοντας έμφαση στην πρόσφατη πολιτική και διπλωματική ιστορία της Κύπρου.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις