Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Ο μετασχηματισμός της από την αρχαία στη σύγχρονη μορφή της (Μέρος Β’)
Οι αλλαγές που παρατηρούνται στο διάστημα μεταξύ Ύστερης Κλασικής και Πρώιμης Ελληνιστικής Περιόδου έθεσαν κατ’ ουσίαν τα θεμέλια της νέας ελληνικής
- Συγκλονίζει ο 95χρονος γιατρός του Πολυτεχνείου: Καμιά αμφιβολία για τους νεκρούς – Πολλοί τραυματίστηκαν από σφαίρες
- Πώς υποδέχτηκαν την επικοινωνία Σολτς - Πούτιν σε Λονδίνο και Παρίσι - Κινήσεις τακτικής στην σκακιέρα
- «Δεν θα καλύπτω εγώ τους πάντες, θα πω τα πράγματα με το όνομά τους» λέει η Ειρήνη
- Παρέλαση μασκοφόρων ενόπλων νεοναζί στο Οχάιο
Ιδιαίτερα σημαντικές όσον αφορά την κατανόηση των απαρχών της νέας ελληνικής γλώσσας είναι οι αλλαγές (συντακτικές, μορφοσυντακτικές, φωνολογικές) που παρατηρούνται στο διάστημα μεταξύ Ύστερης Κλασικής και Πρώιμης Ελληνιστικής Περιόδου, αλλαγές οι οποίες έμελλε να εξαπλωθούν και να καθιερωθούν στην ελληνική. Οι εξελίξεις αυτές, που εμφανίστηκαν κατά τους Ελληνιστικούς Χρόνους ως νεωτερισμοί ανταγωνιστικοί των καθιερωμένων κανόνων χρήσης, έθεσαν κατ’ ουσίαν τα θεμέλια της νέας ελληνικής. Ειδικότερα από μορφολογικής απόψεως, πολλά φαινόμενα της κοινής έχουν την αφετηρία τους στην κλασική ελληνική. Με διαφορετική διατύπωση, τα φαινόμενα αυτά είναι στην πραγματικότητα επέκταση και γενίκευση νεωτερισμών της κλασικής ελληνικής, που προμηνύουν μάλιστα τους τελικούς νεοελληνικούς τύπους, τη σημερινή μορφή της ελληνικής.
Χαρακτηριστική περίπτωση τάσεων αυτού του είδους –που επικράτησαν, δηλαδή, στην κοινή και συνεχίστηκαν στη νέα ελληνική– είναι το βοηθητικό ρήμα ειμί (είμαι), και πιο συγκεκριμένα δύο χρόνοι του, ο ενεστώτας και ο παρατατικός. Στην κλασική ελληνική, όπως γνωρίζουμε, ο ενεστώτας και ο παρατατικός του ρήματος ακολουθούσαν την ενεργητική φωνή (ειμί, ει, εστί, εσμέν, εστέ, εισί και η/ην, ήσθα, ην, ήμεν, ήτε, ήσαν). Όμως, στις αρχές των Ελληνιστικών Χρόνων, στον ώριμο 4ο αιώνα π.Χ., απαντά και ένας τύπος παρατατικού μέσης φωνής, το α’ ενικό πρόσωπο ήμην, ενώ αργότερα συναντώνται στην ελληνιστική κοινή και άλλοι μέσοι τύποι. Η πορεία αυτή του ρήματος ειμί προς τη μέση φωνή, που ξεκίνησε από τον παρατατικό, είχε ως κατάληξη τους γνωστούς μας σύγχρονους τύπους, οι οποίοι κλίνονται ως επί το πλείστον σύμφωνα με τη μέση φωνή (είμαι, είσαι, ήμουν, ήσουν κ.ά.).
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε αφενός ότι δεν ανάγονται στην κοινή όλες ανεξαιρέτως οι αλλαγές που διακρίνουν τη νέα ελληνική από τις παλαιότερες μορφές της ελληνικής –η παραδοχή αυτή δεν αναιρεί ασφαλώς τη βαρύνουσα σημασία των γλωσσικών νεωτερισμών που εμφανίστηκαν στη μετάβαση από τους Κλασικούς στους Ελληνιστικούς Χρόνους– και αφετέρου ότι πολλές από τις αλλαγές που πρωτοεμφανίστηκαν στην Ελληνιστική Περίοδο επικράτησαν πλήρως στην ελληνική πολύ αργότερα, σε κάποια κατοπινή εξελικτική φάση της. Ασφαλώς, σε συνάρτηση με τα ανωτέρω, δεν πρέπει να λησμονούμε και το ρόλο που διαδραμάτισαν στην εξέλιξη και στο σταδιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οι γλωσσικές επαφές, η συνεχής αλληλεπίδραση ομιλητών της ελληνικής και άλλων γλωσσών, ακόμα και σε περιοχές καθαρά ελληνόφωνες.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις