Ύπνος: Τι επιπτώσεις έχουν οι ξάγρυπνες νύχτες στην υγεία μας;
Προσέχουμε τι τρώμε, γυμναζόμαστε, αποφεύγουμε τις καταχρήσεις. Τι κάνουμε όμως για τον ύπνο μας;
Πολλοί ίσως υποτιμούμε το πόσο σημαντικός είναι ο ύπνος, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένας από τους πολυτιμότερους παράγοντες για μια παραγωγική, υγιή και ευτυχισμένη ζωή.
Είμαστε όλοι προγραμματισμένοι να κοιμόμαστε, γεγονός αναμφισβήτητο, καθώς ποτέ κανένας άνθρωπος δεν καταφέρνει να μείνει ξύπνιος περισσότερο από κάποιες λίγες μέρες.
Ο ύπνος είναι απαραίτητος για να ξεκουραστεί το σώμα, και κυρίως ο εγκέφαλος.
Με άλλα λόγια ενώ εμείς κοιμόμαστε, ο οργανισμός αποκαθιστά τυχόν βλάβες στα συστήματά του, το ανοσοποιητικό μας σύστημα ενισχύεται και παράλληλα, αναμνήσεις και εμπειρίες που είχαμε μέσα στην ημέρα οργανώνονται στον εγκέφαλό μας.
Ο καλός ύπνος το βράδυ, χωρίς αφυπνίσεις, θα βοηθήσει να ταξινομήσουμε τις εμπειρίες μας και όλα όσα μάθαμε.
Κάνατε τη νύχτα… μέρα;
Παρ’ όλα αυτά όλο και περισσότεροι παραπονιούνται σήμερα για κακή ποιότητα ύπνου και για αϋπνίες.
Ίσως γιατί έχουμε κάνει τη νύχτα μέρα.
Από τότε που μπήκαν στη ζωή μας τα φώτα, το πρώτο θύμα αυτής της εισβολής ήταν ο ύπνος.
Ζώντας επίσης στην κοινωνία των 24 ωρών, όπου οι σύγχρονοι ρυθμοί ζωής απαιτούν να είμαστε ξύπνιοι πολλές ώρες δεν κοιμόμαστε όσο χρειάζεται, ώστε να είμαστε ξεκούραστοι και λειτουργικοί την επομένη.
Παρασυρόμενοι από την τεχνολογία που έχουμε στη διάθεσή μας, μένουμε πολλές ώρες ξύπνιοι μπροστά από μια οθόνη, συχνά ερχόμενοι σε κόντρα με τους βιορυθμούς του σώματός μας, που εδώ και χιλιάδες χρόνια ρυθμίζονται με βάση τις εναλλαγές του φωτός -δηλαδή το ξημέρωμα και το δειλινό- και όχι με βάση τον ηλεκτρικό λαμπτήρα.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι ο σύγχρονος άνθρωπος κοιμάται λιγότερο σε σύγκριση με το παρελθόν.
Τα τελευταία 50 χρόνια η μέση διάρκεια ύπνου στον δυτικό κόσμο έχει μειωθεί κατά δύο ώρες περίπου και ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων κοιμάται πλέον λιγότερο από επτά ώρες.
Οι περισσότεροι δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια μας αν δεν ρίξουμε μια τελευταία ματιά στο email και στο Facebook και αναζητάμε το κινητό μας πριν καλά καλά ξυπνήσουμε.
Ένα μεγάλο ποσοστό επίσης έχουν το smartphone τους ανοιχτό και κατά τη διάρκεια του ύπνου τους.
Παρά λοιπόν τα οφέλη που απολαμβάνει ο οργανισμός από τον ποιοτικό ύπνο, στην πράξη ο σύγχρονος τρόπος ζωής στερεί από τους ανθρώπους την ευεργετική αυτή συνήθεια.
Αυτός είναι και ο λόγος που την τρίτη Παρασκευή κάθε Μαρτίου γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου, αποτελώντας μια αφορμή για την ανάδειξη της αξίας του καλού ύπνου στη διατήρηση της καλής υγείας.
Όταν κοιμάστε καλά
Ο επαρκής ύπνος:
- Βελτιώνει την ευστοχία, την αντοχή και την ταχύτητά μας.
- Μας κάνει πιο αποδοτικούς στη δουλειά και μας βοηθά να συγκεντρωνόμαστε ευκολότερα.
- Παίζει καθοριστικό ρόλο στην ταξινόμηση των εμπειριών, στη μνήμη και στη μάθηση.
- Συμβάλλει και στην ψυχική μας υγεία, αφού όταν έχουμε κοιμηθεί καλά μπορούμε να διαχειριστούμε πιο αποτελεσματικά το στρες και να απομακρύνουμε τη ραθυμία και την κακή διάθεση.
- Γίνεται αναπλήρωση της ενέργειας που χάνουμε κατά τη διάρκεια της ημέρας με τις διάφορες δραστηριότητές μας (ξαναγέμισμα των μπαταριών μας).
- Επιδιορθώνονται οι βλάβες που υφίστανται τα διάφορα όργανά μας από την καταπόνηση των καθημερινών μας δραστηριοτήτων.
Όταν δεν κοιμάστε καλά
Αν ο ύπνος μας είναι κάποιες φορές διαταραγμένος δεν θα πρέπει να μας ανησυχεί, αφού την επόμενη κιόλας νύχτα θα αναπληρώσουμε την έλλειψη.
Όμως οι μακρές περίοδοι αϋπνίας βλάπτουν τη σωματική και ψυχική μας υγεία.
Όταν η αϋπνία είναι συστηματική, τότε ο οργανισμός μας υφίσταται τις επιπτώσεις του χρόνιου στρες.
Αρκετές έρευνες έχουν συσχετίσει τη χρόνια αϋπνία με εμφάνιση υπέρτασης και διαβήτη τύπου 2.
Παχαίνετε
Η έλλειψη ύπνου αυξάνει τα επίπεδα των ορμονών του στρες, γεγονός που έχει διαπιστωθεί ότι συσχετίζεται με την αύξηση του βάρους, ιδιαίτερα στην περιοχή της μέσης. Η άνοδος της κορτιζόλης (ορμόνης του στρες) αυξάνει την επιθυμία μας για πλούσιο σε λίπος και υδατάνθρακες φαγητό, που συνήθως καταναλώνουμε για να αισθανθούμε καλύτερα.
Ο ανεπαρκής ύπνος επίσης αυξάνει την έκκριση της γκρελίνης (ορμόνη που αυξάνει την όρεξη και το λίπος) και της ινσουλίνης (ευνοεί την εναπόθεση λίπους).
Γερνάτε γρηγορότερα
Η χρόνια αϋπνία επηρεάζει το δέρμα μας.
Το χρώμα της επιδερμίδας γίνεται πιο θαμπό και άτονο, ενώ οι ρυτίδες και η χαλάρωση του δέρματος παρουσιάζονται νωρίτερα σε σχέση με όσους κοιμούνται επαρκώς.
Για το καλό του δέρματός μας – και όχι μόνο – οι ειδικοί συμβουλεύουν να κοιμόμαστε 8 ώρες, να πέφτουμε στο κρεβάτι γύρω στις 11 μ.μ. και να κοιμόμαστε σε σκοτεινό χώρο γεγονός που διευκολύνει την έκκριση της μελατονίνης, μια ουσία που θεωρείται ότι έχει αντιγηραντική δράση.
Δεν είναι τυχαίο επίσης που μετά από ένα ξενύχτι, οι μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια μας κάνουν την εμφάνισή τους την επομένη.
Πέφτει η άμυνά σας
Έρευνες δείχνουν ότι λιγότερες από 6 ώρες ύπνου αυξάνουν τις πιθανότητες να κρυολογήσουμε.
Εκτιμάται ότι ο ύπνος παίζει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση των επιπέδων των Τ κυττάρων που καταπολεμούν τις φλεγμονές στο σώμα μας ενισχύοντας την άμυνα στον οργανισμό.
Ξάγρυπνες νύχτες
Η πιο συχνή διαταραχή του ύπνου είναι η αϋπνία.
Αν και αποτελεί την πιο συνηθισμένη ενόχληση, κατά τον ύπνο, η αϋπνία δεν είναι πάθηση, αλλά σύμπτωμα όπως ο πυρετός ή ο πόνος. Ένας στους δύο ή τρεις ενήλικες θα παρουσιάσει αϋπνία σε κάποια φάση της ζωής του.
Αϋπνία, λοιπόν, είναι η δυσκολία να κοιμηθούμε και διακρίνεται σε:
- Αϋπνία, τύπου επελεύσεως (όταν αργεί να έρθει ο ύπνος).
- Αϋπνία, τύπου διατηρήσεως (όταν ξυπνάμε στη μέση της νύχτας και δεν μπορούμε να ξανακοιμηθούμε).
- Αϋπνία, τύπου αφυπνίσεως (όταν ξυπνάμε πολύ νωρίς).
Οι γιατροί την χαρακτηρίζουν παροδική αϋπνία, αν διαρκεί μόνο λίγες μέρες, βραχυπρόθεσμη, αν διαρκεί λίγες εβδομάδες και χρόνια αϋπνία αν το πρόβλημα είναι διαρκές.
Τα αίτια της παροδικής και της βραχυπρόθεσμης αϋπνίας είναι συνήθως προφανή στο άτομο που υποφέρει.
Μπορεί για παράδειγμα, κάποιος να δυσκολεύεται να κοιμηθεί εξαιτίας μια μεγάλης στεναχώριας όπως είναι η απώλεια ενός αγαπημένου του προσώπου ή λόγω άγχους για κάποιο επερχόμενο γεγονός ή αποδιοργάνωσης του βιολογικού κύκλου (jet lag), ή εξαιτίας κάποιας ενόχλησης.
Η χρόνια αϋπνία όμως προέρχεται από φυσικούς παράγοντες που κάνουν δύσκολο τον ύπνο (π.χ. όσοι εργάζονται με άτακτες βάρδιες είναι πιο πιθανό να παρουσιάσουν χρόνια αϋπνία) ή από ψυχολογικά προβλήματα.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση η αϋπνία πρέπει να αντιμετωπίζεται κατάλληλα από τον ειδικό γιατρό.
Πηγή Vita.gr
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις