Παντελής Πρεβελάκης: Το δράμα του Αρκαδιού
Η ιερή θυσία του Αρκαδιού και το πνεύμα του δημοτικισμού
Πριν λίγες μέρες εξεδόθη ένα νέο θεατρικό έργο του κ. Παντελή Πρεβελάκη, «Το ηφαίστειο» —δράμα σε τέσσαρες πράξεις—, με θέμα το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Στον εκτενή πρόλογο που συνοδεύει το έργο αυτό, ο συγγραφεύς του «Ήλιου του θανάτου» σημειώνει μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Τι είναι το Αρκάδι για μένα δεν ξέρω αν μπορεί να το εκφράσει ο λόγος. Αφότου ένιωσα τον κόσμο, το Αρκάδι μεγαλώνει μέσα μου. Το αντίκρυσα πρώτη μου φορά παιδί όταν με πήρε ο συχωρεμένος ο πατέρας μου μαζί με το μεγαλύτερο αδερφό μου και μας πήγε να προσκυνήσουμε… Τον χρόνο που ήταν να αποφοιτήσω από το Γυμνάσιο, ένας από τους καθηγητές, παρακινημένος από τον αείμνηστο γυμνασιάρχη μας, πήρε την τελευταία τάξη και την οδήγησε στο μεγαλώνυμο μοναστήρι. Μου έλαχε ο κλήρος (πήγαινα για δεύτερη φορά) να μιλήσω στους συμμαθητές μου και τους μοναχούς από το κεφαλόσκαλο του Ηρώου, σε γλώσσα δημοτική φυσικά (αυτό είχε κάποια σημασία στα 1925). Η ιδέα μιας αποστολής χάραξε τότε στο νου μου: μήπως ήμουν ταγμένος να εκφράσω με το λόγο το ιστορικό αυτό δράμα; Από την ιερότητά του είχε κι όλας κριθεί η ζωή μου. Μήπως ήτανε το χρέος μου να μυσταγωγήσω προς την αφιέρωση και τη θυσία εκείνους που δεν είχαν αξιωθεί να το προσεγγίσουν;
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 4.1.1963, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
»Το μεσημέρι της ίδιας μέρας οι καλόγεροι κι οι μαθητές συγκάθισαν σε γεύμα που πρόσφερε το μοναστήρι μέσα στην ίδια εκείνη Τράπεζα όπου κορυφώθηκε το δράμα του Αρκαδιού. Ο καθηγητής μας με παρακίνησε να πω μια προσευχή. Δεν ξέρω πώς μου ήρθαν στα χείλη οι στίχοι του Αλέξαντρου Πάλλη:
Άλλοι να φάνε θεν αμέ ψωμί δεν έχουν, κι άλλοι
όσο κι αν θες έχουν ψωμί μα δεν μπορούν να φάνε…
»Το ψωμί, εκείνη τη στιγμή, πήρε στο νου μου ένα άλλο νόημα: ήτανε το ψωμί της ιστορίας, που πολλοί λαοί το στερούνται, κι άλλοι που τόχουν στο τραπέζι τους δεν μπορούν να το αγγίξουν, γιατί το μαγάρισε η καπηλεία των λόγων. Ένιωσα να δυναμώνει μέσα μου η ιδέα της αποστολής που είχε χαράξει το πρωί στο νου μου. Η ιερή θυσία του Αρκαδιού και το πνεύμα του δημοτικισμού —που τον είχαμε θρησκεία μας κείνα τα χρόνια— έριχναν στην ψυχή μου το σπόρο της δημιουργίας.
»Την επαύριο του Εικοσιένα, οι Έλληνες συγγραφείς, αφιονισμένοι από τον ρομαντισμό και την καθαρεύουσα, στάθηκαν ανίκανοι να αφομοιώσουν και να εκφράσουν το κορυφαίο γεγονός της νεοελληνικής Ιστορίας. Παρά το δίδαγμα του Σολωμού, το απαράμοιαστο, δεν αξιώθηκαν να καταλάβουν το μοναδικό χρέος τους. Ο νέος ελληνισμός έμεινε αμυθοποίητος, αλύτρωτος από την ποίηση, όπως είχε μείνει κι ο βυζαντινός. Αν έλειπαν τ’ Απομνημονεύματα των Αγωνιστών και μάλιστα ο Μακρυγιάννης κι ο Κασομούλης, ο νεοελληνικός χαρακτήρας θάχε απομείνει ολότελα πες αναπόγραφος: συσκοτισμένος σήμερα από τις δυτικές επιδράσεις, θα μας ήταν σχεδόν ασύλληπτος…»
Επηρεασμένος από την «Νουμάνθια» του Θερβάντες, ο κ. Πρεβελάκης σκέφθηκε ότι και ο ελληνικός λαός θα μπορούσε να «αποκτήση ένα θέατρο ικανό να του εμπνεύση γενναία και υψηλά αισθήματα».
«Αποθύμησα συνάμα», εξηγεί ακόμη, «να συμβάλω κατά δύναμη στη δημιουργία ενός δραματολογίου κατάλληλου για το υπαίθριο θέατρο. Είναι κοινό μυστικό πως, αν εξαιρέσεις την αρχαία τραγωδία, το δραματολόγιο αυτό είναι σχεδόν ανύπαρχτο. Για να το διαπιστώσεις, φτάνει ν’ αναπολήσεις τα τελευταία χρόνια. Ύστερα από το Λάζαρο προσφέρω σήμερα το Ηφαίστειο, το δράμα του Αρκαδιού. Γνωρίζω πολύ καλά πως μπορεί να παρθεί ή να διασυρθεί σαν πατριωτική ποίηση. Πράγματι, η πατριωτική ποίηση έχει καταντήσει αναξιόπιστη έπειτα από καταχρήσεις μιας εκατονταετίας. Αλλά έχω τη βεβαιότητα πως θα βρεθούν άντρες που θ’ αναγνωρίσουν εδώ μερικά γνήσια βιώματα και μερικές στέρεες ιδέες. Μπορεί κι όλας, σε καμιά κρίσιμη ώρα, οι Έλληνες να εγκαρδιωθούν από την έξαρση της δικής τους φιλοπατρίας και ηρωισμού. Γνωρίζω συνάμα πως μέσα στην αρρωστημένη λογοτεχνία του καιρού μας τα έργα της υγείας παραγνωρίζονται. Αλλά οι άρρωστοι πεθαίνουν, οι γεροί είναι οι περισσότεροι. Μήτε δυσκολεύουμαι να προβλέψω τα στραβομουριάσματα των πεζοπόρων του νατουραλισμού.
»Τι δουλειά έχουν εδώ —μπορεί να πουν— οι προσωποποιήσεις της Κρήτης, του Ψηλορείτη και της Δόξας; Τη δουλειά που έχει —θ’ αποκριθώ— η προσωποποίηση του Θανάτου στην Ερωφίλη. Οι προσωποποιήσεις της Φωτιάς, του Νερού, ακόμα και της Αγια-Τριάδας στο ισπανικό κλασικό θέατρο».
*Άρθρο που αφορούσε τον Παντελή Πρεβελάκη και το θεατρικό έργο του «Το ηφαίστειο». Είχε δημοσιευτεί στο φύλλο του «Βήματος» που είχε κυκλοφορήσει την Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 1963.
Ο Παντελής Πρεβελάκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στις 3 Μαρτίου (18 Φεβρουαρίου σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο) 1909 και απεβίωσε στην Εκάλη στις 15 Μαρτίου 1986.
Ο Πρεβελάκης, άνθρωπος βαθιά καλλιεργημένος, πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο των γραμμάτων το 1928 με το μονόπρακτο θεατρικό έργο «Ο μίμος» και το μακροσκελές ποίημα «Στρατιώτες», εμπνευσμένο από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Το έργο με το οποίο καθιερώθηκε ο Πρεβελάκης στο χώρο της πεζογραφίας ήταν «Το χρονικό μιας πολιτείας», που εκδόθηκε το 1938.
Στο ποιητικό και πεζογραφικό έργο του Πρεβελάκη, ο οποίος ανήκει στη Γενιά του ’30, κυριαρχεί η εμπλοκή ιστορικής και λογοτεχνικής πραγματικότητας, η εμμονή σε μεγάλα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις