Παναγιώτης Φωτέας: Η ποίηση ως συμπύκνωση του πόνου υπέρ ελευθερίας
Προφήτες της εποχής μας υπήρξαν περισσότερο ο Κάφκα και ο Όργουελ παρά όσοι, τάζοντας Εδέμ, γέμισαν τον πλανήτη γκούλαγκ και κρεματόρια
- Μπακογιάννη: Η Σακελλαροπούλου θα μπορούσε να προταθεί για την Προεδρία της Δημοκρατίας
- Εργαζόμενοι στο αεροδρόμιο του Σικάγο έπαιξαν ξύλο με... τις πινακίδες «προσοχή βρεγμένο δάπεδο»
- «Πρέπει να κάνουν δήλωση ότι σέβονται το πολίτευμα» - Οι όροι για να πάρουν την ιθαγένεια οι Γλύξμπουργκ
- Ο εφιάλτης των Χριστουγέννων: Πέντε διάσημοι που σιχαίνονται τις γιορτές που αγαπούν όλοι
Η ποίηση είναι μια ριζική λειτουργία. Εγγίζει ή και συνιστά τις ρίζες της ύπαρξης, είτε της προσωπικής είτε της συλλογικής. Δεν μπορεί να νοηθεί ποίηση που δεν είναι αναγωγή και συνάμα συμπύκνωση. Για να επιτευχθεί ο ποιητικός λόγος πρέπει να αναχθεί στις καταβολές του ανθρώπου, να εγγίζει το απώτατο παρελθόν του, όχι τόσο το ιστορικό όσο το άχρονο και υπαρξιακό του παρελθόν — να το συμπυκνώσει για να μπορέσει να το εκφράσει.
Η ποίηση λοιπόν βρίσκεται στο επίκεντρο της ανθρώπινης ύπαρξης, αποτελώντας και την διαχρονική έκφρασή της. Υπ’ αυτή την έννοια, η ποίηση όχι μόνο γράφει ή ερμηνεύει την ιστορία, την γενική ή την εθνική, αλλ’ αποτελεί την συνείδησή της. Αυτό φυσικά ισχύει αν θεωρούμε την ιστορία όχι απλώς μια ασυνάρτητη παράθεση αιματηρών, κατά βάση, γεγονότων, αλλά μια καταγραφή της αγωνίας του ανθρώπου μέσα στο χρόνο. Χωρίς την αυθεντικότητα της ποίησης και των υπερβάσεων που επιτυγχάνει, η ζωή ολόκληρη και η ιστορική καταγραφή της θα ήταν ένας φονικός παραλογισμός. Η ποίηση κάνει παρούσα την αληθινή ζωή, για να παραλλάξω τον στίχο του Ρεμπώ, κι εκεί βρίσκεται ο παιδαγωγικός της χαρακτήρας.
Το κύριο χαρακτηριστικό της ποίησης είναι η οικουμενικότητά της, επειδή η μοίρα του ανθρώπου είναι η ίδια παντού, παρά τις παραλλαγές των εξωτερικών γεγονότων ή των ειδικών συνθηκών. Έχει φυσικά πατρίδα η ποίηση, τις επί μέρους πατρίδες των ποιητών, αλλά αν θέλει να είναι αυθεντική και όχι συνθηματολογική στιχοπλοκία, πρέπει να έχει σπέρματα παγκοσμιότητας, να αποβλέπει στον κόσμο μέσα από την ύπαρξη του ανθρώπου. Η αυθεντική ποίηση, ποίηση δηλαδή που δίνει ταυτότητα και σε όσους την γράφουν αλλά και σε όσους απευθύνεται, είναι και εθνοκεντρική και παγκόσμια. Όσο και να λέγεται ότι ορισμένοι ποιητές είναι αμετάφραστοι ή δεν μπορούν να εγγίσουν άλλους λαούς, μολαταύτα, στο σημείο που κατεβαίνουν στα βάθη της ψυχής, ανασύρουν την αγάπη προς την πατρίδα (όχι τον εθνικισμό, αλλά τον πατριωτισμό), που είναι αίτημα και αίσθημα κάθε λαού. Η αγάπη προς την γη της πατρίδας είναι παγκόσμιο και υπαρξιακό αίσθημα και δημιουργεί τις προϋποθέσεις της ειρήνης. Προϋποθέτει δηλαδή ότι δεν μπορείς να επιβουλεύεσαι την πατρίδα του άλλου, ακριβώς διότι του αναγνωρίζεις ότι οφείλει ή έχει δικαίωμα να την αγαπά, όπως εσύ την δική σου.
Ο αυθεντικός ποιητής όσο αναφέρεται στο έθνος αναφέρεται και στον κόσμο, όχι με εκβιασμένες ποσοστώσεις, αλλά μέσα από μια αλληλοτροφοδοσία ποιητικού υλικού με καίριο στόχο την ελευθερία, πράγμα που σημαίνει και την πολύπτυχη απελευθέρωση του ανθρώπου. Ακριβώς σ’ αυτό το στοιχείο έγκειται και η ουσία της ελληνικότητας. Η ελληνικότητα εμπνέει την ελληνική ποίηση, η οποία με την σειρά της την υπηρετεί. Υπηρετεί την ελληνικότητα ως συμπύκνωση του πόνου υπέρ ελευθερίας. Όλη η ελληνικότητα είναι μια δοκιμασία γύρω από το νόημα και τα πάθη της ελευθερίας. Γύρω απ’ αυτόν τον πυρήνα περιστρέφονται οι αγώνες, τα δημιουργήματα της τέχνης, τα έργα του πολιτισμού. Δεν είναι ελληνοκεντρισμός αν ισχυρισθούμε ότι η ελληνικότητα, με όσα κομίζει, μας συνδέει περισσότερο από κάθε άλλη ποιητική παράδοση με την οικουμενικότητα. Ακριβώς διότι νόημά της είναι η ελευθερία, η οποία κατά τρόπο τελείως πρωτότυπο μέσα στην παγκόσμια ιστορία συνδέεται με την ομορφιά.
Απ΄αυτή την ταύτιση προέκυψε ο ελληνικός πολιτισμός, ως δημιουργός έργων κάλλους με τα οποία ο άνθρωπος αντιπαρατίθεται στην κοινή μοίρα του θανάτου. Με την τέχνη και τον πολιτισμό, προεχόντως με την ποίηση, αντεπεξέρχεται στο προσωπικό και συλλογικό πεπρωμένο ή την αγωνία της θνητότητας. Αυτή ακριβώς η υπέρβαση δημιουργεί στον Έλληνα και γενικά τον άνθρωπο τις δυνάμεις να διαρρήξει το κέλυφος του εαυτού του και να δοθεί σε σκοπούς που τον ξεπερνούν — και που έτσι ή αλλιώς έχουν και αυτοί ως βάση τους την ομορφιά και την ελευθερία. […] Μέσα από τον πολιτισμό επιτυγχάνεται η διασταύρωση χρόνου και αιωνιότητας και αποκτά η ανθρώπινη ζωή αξία πέρα από την πρόσκαιρη διάρκειά της.
[…]
Οι μεγάλοι προφήτες όλων των εποχών, και δεν εννοούμε το «προφήτης» με την θρησκευτική έννοια, ήταν φύσεις βαθύτατα ποιητικές, οι οποίες προέβλεψαν το κράτος του ζόφου που μπορεί να εγκατασταθεί στις ψυχές και τις κοινωνίες, αν περιφρονηθούν ή εξαντληθούν τα όρια. Οι αμιγείς πολιτικές προσωπικότητες μάλλον έρρεπαν ανέκαθεν στο να υπόσχονται παραδείσους, όταν οι ποιητές τούς προέτρεπαν να ακούν «την μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων». Προφήτες της εποχής μας υπήρξαν περισσότερο ο Κάφκα και ο Όργουελ παρά όσοι, τάζοντας Εδέμ, γέμισαν τον πλανήτη γκούλαγκ και κρεματόρια.
[…]
Δύο πράγματα κορυφώνουν τον χρόνο και τον συμπυκνώνουν εντατικά: η απόφαση (με πρωτεύουσα μορφή την πολιτική, επειδή συνθέτει πολλά δεδομένα και αναφέρεται σε πολλούς) και η καλλιτεχνική έμπνευση όταν αδράχνεται ο σπινθήρας και έχει προηγηθεί η γόνιμη προπαρασκευή. Σ’ αυτό το επίπεδο, όταν έμπνευση και απόφαση βρίσκουν κοινές ρίζες, μέσα σ’ ένα ιδιότυπο πύρωμα ψυχής και μέθεξης, η πολιτική μπορεί να παίρνει χαρακτήρα πράξης ποιητικής (ποιώ=δημιουργώ) με την υψηλότερη έννοια της δημιουργίας. Στην Ελλάδα ειδικά η ποιητική και η πολιτική παράδοση πρέπει να συνυπάρχουν, γιατί στις υψηλότερές τους κατακτήσεις έχουν κοινή υπόβαση την ελευθερία, άλλως θα μιλούμε διαρκώς για την εγγενή βαθύτερη κρίση μας και η πολιτική θα κατολισθαίνει διαρκώς σε ανυποληψία. Η ποίηση μπορεί να δώσει όραμα στην πολιτική, και η πολιτική με την σειρά της υψηλούς στόχους στο έθνος.
Σ’ αυτήν την ουδέποτε επιτυγχανόμενη αυτογνωσία μας, μπροστά στην πρόκληση της Ευρώπης η έμπνευση του πολιτικού μας λόγου από τα διδάγματα του ποιητικού είναι πρώτ’ απ’ όλα πράξη σύνεσης και μετά αυτοϋπέρβασης. Ποιος άλλος λόγος μπορεί επιτέλους να μας πείσει όλους ότι «Έλληνες εσμέν» και ότι, ακριβώς ως Έλληνες, γι’ αυτό ανήκουμε στον κόσμο;
*Εισήγηση του Παναγιώτη Φωτέα στο «Δέκατο τρίτο συμπόσιο ποίησης – Έθνος και ποίηση» (Πανεπιστήμιο Πατρών, 2-4 Ιουλίου 1993). Το κείμενο του αειμνήστου Φωτέα έφερε τον τίτλο «Οι ποιητές εμπνέουν το έθνος».
Ο Παναγιώτης Φωτέας γεννήθηκε στην Καρδαμύλη της Μεσσηνιακής Μάνης το 1939. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα, πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι, ενώ αναγορεύτηκε διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου.
Διετέλεσε, μεταξύ άλλων, νομάρχης Ροδόπης (1974-1981), γενικός γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού και βουλευτής Μεσσηνίας με τη ΝΔ.
«ΤΑ ΝΕΑ», 23.3.1998, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Υπήρξε ο πρώτος αιρετός νομάρχης της Μεσσηνίας, από το 1994 έως το θάνατό του.
Ο Παναγιώτης Φωτέας, που κατέλιπε αξιόλογο συγγραφικό έργο (πεζά και δοκίμια), έφυγε από τη ζωή το Σάββατο 21 Μαρτίου 1998.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις