Γκαίτε: Η αδιαφορία του και η προφητεία του για τον απελευθερωτικό αγώνα της ελληνικής φυλής
«Στο στήθος μου ζουν δυο ψυχές· η μια θέλει να χωρισθή απ' την άλλη»
- Αίθριος ο καιρός την Πέμπτη, καταιγίδες από την Παρασκευή - Έρχονται «λευκά» Χριστούγεννα
- Τον απόλυτο εφιάλτη έζησε μαθητής από την Πάτρα σε πενθήμερη - Του έδωσαν ποτό με ούρα και τον χτύπησαν
- Νεκρός ανασύρθηκε από τα συντρίμμια γάλλος υπήκοος στο Βανουάτου μετά τον σεισμό των 7,3 Ρίχτερ
- Η Νικόλ Κίντμαν απαντά με «αγένεια» στο κόκκινο χαλί της πρεμιέρας του Babygirl και διχάζει
Θα ήταν τόλμη ή και κάτι χειρότερο αν, έπειτα από τόσες μελέτες εμπνευσμένων συγγραφέων για τον Γκαίτε, θα επιχειρούσα να εκφράσω γνώμη πάνω στο έργο μιας τόσο υπέροχης Μεγαλοφυΐας. Το θέμα μου περιορίζεται αυστηρά στη θέσι που… δεν πήρε ο Γκαίτε στον Αγώνα για την Απελευθέρωσή μας.
[…]
Σήμερα, με την ευκαιρία που μας δίνει ο γιορτασμός στα διακόσια χρόνια απ’ τη γέννησι του Γκαίτε, ο κόσμος επαναλαμβάνει τα ίδια πράματα για την αναμφισβήτητη Μεγαλοφυΐα του ποιητή, την επίδρασή του πάνω στο σημερινό ευρωπαϊκό πνευματικό πολιτισμό, αλλά και πολλές λεπτομέρειες αξιόλογες και ασήμαντες της εφήμερης ζωής του, που η δίψα της περιέργειας τις παίρνει πολλές φορές απ’ την κλειδαρότρυπα των αποκρύφων του Μεγαλοφυούς. Ο πλούσιος όμως πέπλος της πνευματικής του Μεγαλειότητος τα σκεπάζει στον εξαφανισμό τους, άνετα και απόλυτα.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 6.9.1949, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γάλλος βιογράφος και θαυμαστής του Γκαίτε αναφέρει ότι ο πρόπαππος του ποιητή, ο ράπτης της Φραγκφούρτης Γκαίτε, ήταν Εβραίος και ότι τ’ όνομά του έχει ετυμολογία απ’ το Γκέτο των εβραϊκών συνοικιών, έξω απ’ τα τείχη των πόλεων του Μεσαίωνα. Μ’ αυτά τελειώνει η ανασκόπησις κι’ ο προλογισμός του άρθρου μου.
Τώρα θα προσπαθήσω να εξηγήσω την απόλυτη αδιαφορία που έδειξε ο Γκαίτε, η ολοκληρωμένη αυτή εξαιρετική και πολύπλευρη Αριστοτέλειος διάνοια, για τον υπεράνθρωπο, μεγαλειώδη και τραγικό αγώνα της Ελληνικής Φυλής, που τόσο συγκίνησε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα δε τα γερμανικά κρατίδια που μέσα σ’ αυτά γεννήθηκε αυτή η κυρίαρχος φύσις, η υπέροχη παγκόσμια φυσιογνωμία, που σε κάθε ευκαιρία αφειδώς σκόρπιζε με τόσες εκδηλώσεις τα δώρα του ταλέντου της. Πώς ο θαυμαστής του αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος δεν βρίσκει δυο καλά λόγια γι’ αυτή; Οι Έλληνες μελετητές, απ’ ό,τι ξέρω, ποτέ δεν θίξανε αυτό το ζήτημα, που ιστορικώς παρέχει για μας τους Έλληνες κάποιο ενδιαφέρον. Απ’ την τεράστια βιβλιογραφία για τον Γκαίτε και την αυτοβιογραφία του «Ποίησις και Αλήθεια» βγαίνει μια ολόγλυφη εικόνα του χαρακτήρα του, απ’ την εμφάνισί του, τα στάδια της εξέλιξής του και της όλης σταδιοδρομίας του.
Προσπάθεια μιας απόλυτης εξακρίβωσης δεν θα ήταν δυνατή ή ακριβής, αλλ’ αν ακολουθήση κανείς προσεκτικά τα όσα γράφτηκαν για τον ποιητή και τα γύρω του, μπορεί οπωσδήποτε να μορφώση αν όχι απόλυτη, αλλά κάποια γνώμη για το χαρακτήρα και γενικά για τις αντιλήψεις του μεγάλου ποιητή και φιλοσόφου.
Ο Γκαίτε, παρ’ όλη τη μεγαλοφυΐα και τη ρωμαλέα του διάνοια, πέραν μιας στιγμής των λίγων φοιτητικών του χρόνων που η νεανική του διάθεσις τον παρέσυρε σε ζωηρούς ενθουσιασμούς, πολύ γρήγορα γύρισε πλησίστιος στον άκρο συντηρητισμό της εποχής του και του περιβάλλοντός του. Μεγάλη σημασία έδινε στο αξίωμα της Αυλής του μικρού εκείνου πρίγκηπα, κι’ η εθιμοτυπία ήταν γι’ αυτόν, αντίθετα με τις άλλες μεγάλες διάνοιες του καιρού του, Μπετόβεν, Σίλλερ, Χάινε κι’ άλλους, που συγκινήθηκαν κι’ επηρεάστηκαν απ’ τη Γαλλική Επανάστασι, μια Ιεροτελεστία.
Για το λαό, τη μεγάλη αυτή μάζα, ο ίδιος ομολογεί ότι αυτός είνε κάτι το κατώτερο κι’ ασχημάτιστο, επί λέξει δε «Θεμέλιο άστατο κατά κανόνα εφ’ όσον το πλήθος άγεται και φέρεται τήδε κακείσε υπό στιγμιαίων ορμών». Οι μελετηταί του βγάζουν συμπέρασμα ότι ο Γκαίτε δεν είχε ψυχικό σύνδεσμο με τα ευρύτερα στρώματα του γερμανικού λαού. Η πτώσις του Ναπολέοντος, τον οποίον εθαύμαζε μόνον για την ικανότητα που είχε να δαμάση τις Επαναστάσεις, πυρήνες που τρομοκρατούσαν κι’ από μακρυά τα γερμανικά κρατίδια. «Και τότε αν προχωρήσουν οι επαναστάσεις, τι θα γίνη με το στεμματάκι μου;» γράφει ο πρίγκηπας του Γκαίτε στην εξαδέλφη του Βικτώρια της Αγγλίας όταν αυτή ανέβηκε στο θρόνο.
Αυτά απασχολούσαν τον Γκαίτε περισσότερο απ’ τον πόνο των συνανθρώπων του. Η αίγλη επίσης της Ιεράς Συμμαχίας, που φάνηκε στον μεταναπολεόντειο κόσμο με αρχηγό και πρωτομάγειρά της τον Μέττερνιχ, τον επηρέασε πολύ περισσότερο απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς από μια ανεξάρτητη σκέψι. Τις αντιλήψεις του Μέττερνιχ για τις Επαναστάσεις της εποχής του τις έχουμε στα απομνημονεύματά του που έγραψε στο Λονδίνο μετά τη φυγή του, έπειτα απ’ το λιθοβολισμό του παλατιού του στη Βιέννη το 1848. […]
Κάθε λοιπόν κίνημα, είτε στην Ισπανία, είτε στην Ιταλία, είτε στην Τουρκία, δημιουργούσε μια ανησυχία και μια αντιπάθεια. Επίστευε βαθειά στην «Θείω Ελέω Βασιλεία», ήταν στενός αριστοκράτης Τάξεως και Πνεύματος. Πολλές φορές ωρισμένες εκδηλώσεις κάνουν εντύπωση «σνομπ». Η φιλία του με τον Σίλλερ, που τόσο αγάπησε και τόσο εθρήνησε το θάνατό του, στην αρχή ήταν φιλία κατά… συγκατάβασι. Τους ένωνε το Πνεύμα, τους χώριζε η κοινωνική προέλευσις. Ούτε δευτερόλεπτο δεν ξεχνούσε ότι ήταν μυστικοσύμβουλος, και με μεγάλη αυταρέσκεια καμάρωνε τα παράσημα που κρεμούσε στο στήθος του. Η αισθηματική του ζωή είχε βέβαια πολλές μεγάλες πνοές λυρισμού, αλλά κάτι τον τραβούσε στα πίσω. Σε καμιά απ’ τις εκδηλώσεις του, και τις πιο ασήμαντες, δεν διακρίνεται κάτι το πέραν του αυστηρού «τακτ». Και στα ελάχιστα ήταν πάντοτε ο άκρως συντηρητικός Γκαίτε. Πού ο Χάινε!
Απολυταρχικός κατά βάθος, δεν έδειχνε καμιά επιείκεια, κι’ η φιλοσοφική του σκέψις, χωρίς να είνε επιγραμματική, είνε επηρεασμένη απ’ τις κοινωνικές του αντιλήψεις. Ο ίδιος διαισθάνεται και την τρωτή αυτή πλευρά. «Στο στήθος μου ζουν δυο ψυχές· η μια θέλει να χωρισθή απ’ την άλλη». Ένας απ’ τους καϋμούς του ήταν η υπεροχή του Σαίξπηρ, αν και το μεγαλούργημα του δεύτερου Φάουστ, η φιλοσοφία του όλου έργου, ο αγώνας μεταξύ του «Καλού» και του «Κακού» τον έφερε πολύ κοντά στον Άγγλο μεγαλουργό. Οι καθολικώτερες αντιλήψεις του περί του Κόσμου δεν τον εμπόδιζαν να μιλή για τη γερμανική του καταγωγή γενικά, το δε κήρυγμα του Φίχτε προς τον γερμανικό λαό, η απαρχή του Πανγερμανισμού, είχε ποτίσει αρκετά βαθειά τη σκέψι του.
[…]
Απ’ τα δύο ταξίδια του στην Ιταλία έχομε έναν νέο Γκαίτε. Η Ιταλία, η πνοή του Νότου, τον αφυπνίζει, τον ανακαινίζει. Δεν αναπνέει τον μολυσμένο αέρα της σφηγκοφωληάς του δούκα του και του κουτσομπολιού της Βαϊμάρης, αλλά τον καθαρό της Ιταλίας. Παίρνει το λουτρό της Παλιγγενεσίας. Έχει μπρος στα μάτια του τη σύγκρισι, κι’ ο χαιρετισμός του προς την Ιταλία «Ξέρεις τη χώρα π’ ανθίζει η λεμονιά;» είνε το συμβόλαιο που θα τον δεσμεύση ν’ αλλάξη ρυθμό ζωής· κι’ αντιλήψεις για να δυναμώσουν τα φτερά του σ’ ανώτερες εξορμήσεις, για ό,τι συνεχίζοντας ανώτερο εδημιούργησε. Η Ιταλία φώτισε ό,τι ήταν κρυμμένο μέσ’ τα βάθη της ψυχής του. Ο Γκαίτε έφθασε στην Ιταλία σαν ένας σπαρμένος αγρός, που ο ήλιος τού έδωσε τη θερμότητα για να ωριμάσουν οι καρποί του. Αυτά διαφαίνονται απ’ την αυτοβιογραφία του, απ’ την αλληλογραφία του, απ’ τη χαρά της αλλαγής.
Ο άκρος λοιπόν συντηρητισμός και όχι πεποίθησις ήταν εκείνο που επηρέασε τον Γκαίτε, του έκλεισε τα μάτια και δε θέλησε να πάρη μέρος σε μια τόσο βαθειά ανθρώπινη προσπάθεια, που γινόταν κάτω απ’ τη μύτη του, σ’ όλα τα γερμανικά κρατίδια, για τη βοήθεια κι’ απελευθέρωσι ενός στενάζοντος λαού. Πάγος αδιαφορίας. Μόνον έπειτα από χρόνια, με την κάθοδο του Καποδίστρια στην Ελλάδα, σε μια απ’ τις συγκεντρώσεις της Βαϊμάρης, προφητεύει πραγματικά την προσεχή αποτυχία της εκλογής του κυβερνήτη.
«Λαός», λέει, «που βγαίνει ύστερα από μια επανάστασι, απ’ το σίδερο και τη φωτιά, έχει ανάγκη από ηγεσία στρατιώτου αρχηγού κι’ όχι φρακοφόρου διπλωμάτη. Θα αποτύχη!» Η μετάφραση ελληνικών τραγουδιών απ’ τη Συλλογή του Φωριέλ δεν ήταν καμιά ιδιαίτερη προτίμησις, αφού απ’ την ίδια Συλλογή πήρε κι’ άλλα μη ελληνικά.
Στα γεράματά του, που λύγισε η ορμή του σωματικού και πνευματικού αυτού Ταύρου, πετιέται μια φλόγα τρυφερότητος που ποτέ δεν γνώρισε στα νειάτα του. Έρχεται να διεκδικήση το υπόλειμμα απ’ το δικαίωμα της ζωής. Ζητάει να πάρη την τελευταία γουλιά απ’ το νάμα της ζωής. Ερωτεύεται, παντρεύεται, για να επιφωνήση «Απόλαυσα την επίγειο ζωή, αγάπησα κι’ έζησα», κι’ όταν ο Χάρος τον αρπάζει στην αγκαλιά του και τον τραβά προς το αιώνιο σκοτάδι του τέλους του, αυτός διαμαρτύρεται, φωνάζει: Φως! Φως!
*Κείμενο του φημισμένου εκδότη, συγγραφέα και διανοουμένου Κώστα Ελευθερουδάκη (1877-1962) για τον Γκαίτε και τη στάση του απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση. Είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 1949, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης δύο αιώνων από τη γέννηση του Γκαίτε.
Ο μέγας Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (Johann Wolfgang von Goethe) γεννήθηκε στη Φραγκφούρτη στις 28 Αυγούστου 1749 και απεβίωσε στη Βαϊμάρη στις 22 Μαρτίου 1832.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις