Παλμίρο Τολιάτι: Η Αριστερά της δημιουργίας και όχι της καταγγελίας
Ο συνταγματικός λόγος του Τολιάτι, διακοσμημένος όσο χρειαζόταν με ιδεολογικά, κάποτε και οραματικά στοιχεία, δεν ήταν ο τυφλός καταγγελτικός λόγος της ελληνικής Αριστεράς
- Νέο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας: Χτύπησε τη γυναίκα του και την έσερνε με το αυτοκίνητο
- Κατεπείγουσα εισαγγελική παρέμβαση από τον Άρειο Πάγο μετά την αποκάλυψη in – Για το χαμένο υλικό από τις κάμερες στα Τέμπη
- Έβαλαν κουτάβια σε τσουβάλια, τα έδεσαν και τα πέταξαν στον Αλφειό
- Όταν ο μισθός δεν φτάνει – Ακρίβεια και φόροι ροκανίζουν το εισόδημα
Μία παρέκβαση: ο Παλμίρο Τολιάττι και το ιταλικό Σύνταγμα.
Θα μπορούσε όμως μία Αριστερά άξια του ονόματός της να ενδιαφέρεται για την οικονομική ανασυγκρότηση της ελληνικής αστικής δημοκρατικής καπιταλιστικής πολιτείας μετά την λήξη του πολέμου, ακόμη και του εμφύλιου, χωρίς αυτό να είναι μία ανεπίτρεπτη απεμπόληση αρχών, ιδανικών και εν γένει του καταστατικού λόγου της ύπαρξής της;
Στο σημείο αυτό ας μου δικαιολογηθεί μια παρέκβαση. Όταν, στα μέσα της δεκαετίας του ’70, έγραφα την διδακτορική μου διατριβή με θέμα την νομική θέση των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, ανέτρεξα τα πρακτικά της ιταλικής συντακτικής συνέλευσης που ψήφισε το και σήμερα ισχύον ιταλικό Σύνταγμα του 1948. Έπεσα με βουλιμία ιδιαίτερα πάνω στις παρεμβάσεις των εκπροσώπων της ιταλικής Αριστεράς. Με παρέσυραν γρήγορα οι γοητευτικές, νομικά και πολιτικά, συζητήσεις στη συνέλευση αυτή, οι οποίες, όπως επίσης γρήγορα διαπίστωσα, ανήκαν στις μεγάλες πολιτικές και νομικές μορφές του ιταλικού συνταγματικού λόγου – ενός λόγου που δεν έχει ίσως μελετηθεί και εκτιμηθεί στη χώρα μας όσο δικαιολογεί η υψηλή ποιότητα του επιχειρήματος και η εξαιρετική λεπτότητα και πολιτική ευαισθησία της συνταγματικής σκέψης και της εκφοράς της, αλλά και το επί πάνω από μισό αιώνα αποτέλεσμά του.
Στάθηκα ιδιαίτερα στις παρεμβάσεις του Τολιάτι. Για όσους τυχόν δεν το γνωρίζουν, ο Παλμίρο Τολιάττι δεν ήταν «μόνο» ο Γραμματέας του μεγαλύτερου τότε κομμουνιστικού κόμματος της Ευρώπης (με εξαίρεση το σοβιετικό), αλλά και Γραμματέας της Κομμουνιστικής Διεθνούς στην εκρηκτική και αιματηρή δεκαετία του ’30. Ανήκε στον στενότατο, τον προσωπικό κύκλο του Στάλιν και κατά τα σκοτεινά χρόνια της μεγαλύτερής του ακμής. Όποιος έχει και μικρή ακόμη γεύση της ιστορίας των γεγονότων της εποχής εκείνης μπορεί να συμπεράνει τα αναγκαία.
Ο Τολιάττι, αντιπρόεδρος της πρώτης μεταπολεμικής ιταλικής κυβέρνησης υπό την πρωθυπουργία του μεγάλου αντιπάλου του και ιδρυτή του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας Αλτσίντε Ντε Γκάσπερι, μίλησε αρκετές φορές στο συντακτικό σώμα που επεξεργαζόταν και τελικά ψήφισε το ιταλικό Σύνταγμα. Γνώριζε, με κάθε βεβαιότητα από πρώτο χέρι, ότι η χώρα του, για καιρό, για πολύ, για πάρα πολύν καιρό, θα παρέμενε γεωπολιτικά αναπόσπαστο κομμάτι της Δύσης, θεσμικά μία αστική δημοκρατία και κοινωνικά μια καπιταλιστική οικονομία της ελεύθερης αγοράς. Θα ήταν δηλαδή ό,τι ακριβώς ο ίδιος και το πανίσχυρό κόμμα του δεν ήθελαν να είναι. Και όμως, ο συνταγματικός λόγος του, διακοσμημένος όσο χρειαζόταν με ιδεολογικά, κάποτε και οραματικά στοιχεία, δεν ήταν ο τυφλός καταγγελτικός λόγος της ελληνικής Αριστεράς. Την εποχή που θεμελιωνόταν η μεταπολεμική ιταλική δημοκρατία και κοινωνία, ο Τολιάττι δεν άφησε την τεράστια κοινωνική, οργανωτική και ηθική ισχύ της πολιτικής δύναμης της οποίας ηγείτο να τον παρασύρει σε τυχοδιωκτισμούς ούτε έτρεξε να χωθεί πίσω από μεγαλοπρεπείς φωνασκίες. Αντίθετα, συνέλαβε ότι η μεγάλη δύναμη που εκπροσωπούσε και καθοδηγούσε είχε και αυτή δικό της μερίδιο συμμετοχής στην δημιουργία της νέας (τότε) ιταλικής κοινωνίας και πολιτείας. Συνέλαβε ότι αν η συμμετοχή της δύναμης αυτής στην συνταγματική κατασκευή του πολιτεύματος της χώρας του απέληγε απλώς σε μια αυτιστική καταγγελία του διαμορφωνόμενου πολιτεύματος, τότε η δύναμη αυτή θα είχε σπαταληθεί και ουσιαστικά χαθεί όχι μόνο για την αστική ιταλική δημοκρατία –ποιος νοιάζεται άλλωστε για μια τέτοια δημοκρατία;– αλλά και για την σοσιαλιστική δυναμική που ενυπάρχει και αναπτύσσεται μόνο όταν δημιουργεί κανείς τα μείζονα γεγονότα κι όχι όταν παραπονιέται επειδή δημιουργούνται χωρίς αυτόν.
Ήταν μία στάση, νομίζω, βαθύτατα μαρξιστική με την πιο παραδοσιακή χρήση του όρου: ο Τολιάττι δεν αρκέσθηκε απλώς να παρακολουθεί κριτικώς φιλοσοφώντας μια διαμορφωνόμενη από άλλους κοινωνία της χώρας του. Επιχείρησε να μετάσχει στην διαμόρφωση της μεταφασιστικής Ιταλίας, με συνείδηση των ιστορικών, κοινωνικών και πολιτικών ορίων της συμμετοχής του αυτής, αλλά και με συναίσθηση της υποχρέωσής του να εξαντλήσει τις δυνατότητές τους και να μην παγιδεύσει την πολιτική ύπαρξη των ιταλών κομμουνιστών σε μόνο το γεγονός της καταγγελίας ότι οι εχθροί είναι κακοί άνθρωποι.
*Απόσπασμα από άκρως ενδιαφέρον κείμενο του ομότιμου καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ Γιάννη Ζ. Δρόσου (συγχώνευση σε γραπτή απόδοση προγενέστερων ομιλιών του). Το κείμενο του Δρόσου, που τιτλοφορείται «Συνταγματικός λόγος, πολιτειακή κρίση και Αριστερά», είχε δημοσιευτεί στο The Books’ Journal (τεύχος 30, Απρίλιος 2013).
Ο Γιάννης Δρόσος
Ο Παλμίρο Τολιάτι (Palmiro Togliatti), εξέχων ιταλός πολιτικός, γεννήθηκε στη Γένοβα στις 26 Μαρτίου 1893 και απεβίωσε στη Γιάλτα στις 21 Αυγούστου 1964.
Ο Τολιάτι, η σημαντικότερη μετά τον Αντόνιο Γκράμσι προσωπικότητα στην ιστορία του ιταλικού κομμουνιστικού κινήματος, διετέλεσε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας από το 1927 έως το θάνατό του.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις