Μέσα στο ευρύ φάσμα του έργου του Δημοσθένη Βουτυρά βρίσκουμε διηγήματα που εγγράφονται στον ψυχολογικό ρεαλισμό, στο κοινωνικό δράμα, στη φανταστική λογοτεχνία, στη σάτιρα, στην υπαρξιακή κατάσταση… Πολλά, ωστόσο, εντάσσονται στη μαύρη λογοτεχνία, στο αφήγημα τρόμου και συγγενεύουν με το ύφος gothic.


Αρκετοί μελετητές έχουν παρομοιάσει διηγήματα του Βουτυρά με το ύφος του Πόε. Ο Θωμάς Γκόρπας γράφει ότι στο έργο του Βουτυρά «υπάρχουν και φαντάσματα κι άλλα μακάβρια και γλυκά… Ο μπαρμπα-Δημοσθένης έρχεται κι από τον Πόε κι από τους άλλους μαύρους λογοτεχνικούς πατέρες… Ο Βουτυράς με τις καταπληκτικές κι απότομες ιστορίες μάς λέει για ένα κόσμο που έφυγε ή μόλις τώρα ήρθε». Ο Πάνος Ταγκόπουλος έγραφε το 1923 ότι κάποια διηγήματα του Βουτυρά συγγενεύουν «με την παραδοξολογία και τον φρικιαμό των Ουέλς και Πόε». Ο Απόστολος Σαχίνης χαρακτήρισε τον Βουτυρά ως «τη δαιμονικότερη ίσως μορφή της νεοελληνικής πεζογραφίας».


Ο Βουτυράς διά χειρός Κόντογλου

Μαύρη λογοτεχνία, αφήγημα τρόμου, ύφος gothic, λοιπόν. Κυρίαρχα στοιχεία σε αυτά τα διηγήματα είναι οι συνθήκες σκότους, η υποβλητική παρουσία της σκιάς και τα «τινάγματα» του νου των ηρώων του. Σε αυτό το είδος ο Βουτυράς συνθέτει εξπρεσιονιστικά στοιχεία, μεταφυσικές υποβολές και ψυχιατρικές κλινικές εικόνες. Και ακόμα ισορροπεί πάνω στη «γεφύρωση του διχασμού μεταξύ υλικού και πνευματικού». Υπάρχουν εκεί όχι μόνο Ουέλς και Πόε, αλλά και ανίατες καταστάσεις, ονειρικές ατμόσφαιρες μέσα σε μια εντυπωσιακή κινηματογραφική εικονοποιία.


Ο Βουτυράς μαζί με τη σύζυγό του

Τα διηγήματα αυτά έχουν μια πεισιθάνατη αγριότητα. Θα βρούμε εκεί νεκροταφεία, τελετουργίες αίματος, δολοφονίες, τρομακτικά όνειρα, θαμπά φώτα, προαισθήματα, εμμονές και παραισθήσεις. Ένα μυστικό σκοτεινό κόσμο που μέσα του οι ήρωες των ιστοριών παραδίδονται αφού παλέψουν μάταια. «Με κείνο που κρυφά διευθύνει αυτά τα χτυπήματα πώς του ήτανε δυνατό να πολεμήσει; Αυτό κρύβεται παντού, στο φως της ημέρας, στο σκοτάδι, στον αέρα!» σκέφτεται κάποιος απ’ αυτούς. Είναι ένας κόσμος ζωντανών νεκρών που όμοιός του δεν υπάρχει στην ελληνική λογοτεχνία.

[…]


Τα διηγήματα του Δημοσθένη Βουτυρά είναι ένα εκρηκτικό μείγμα που συνδυάζει την ανατομική ακρίβεια της παρατήρησης με την οργιώδη φαντασία. Τα μαύρα διηγήματά του ακολουθούν τα ίχνη του νου μέσα στα σκοτάδια και τα νεκροταφεία, τα ταξίδια του στους κόσμους του θανάτου, της τρέλας, του φόβου, του εγκλήματος, της υποβολής και των εφιαλτικών ονείρων. Σίγουρα δεν απευθύνονται μόνο στους λάτρεις του είδους. Η πλούσια λογοτεχνικότητά τους και η υπαρξιακή τους βάση τα βγάζει από το καθορισμένο πλαίσιο του είδους και τους χαρίζει ευρύτερη αναγνωστική εμβέλεια.

*Αποσπάσματα από την Εισαγωγή του βιβλίου «Δημοσθένης Βουτυράς – Το καράβι του θανάτου και άλλες ιστορίες» (ανθολόγηση – εισαγωγή – επιμέλεια: Βάσιας Τσοκόπουλος, εκδόσεις «Τόπος», 2009). Ο συντάκτης του κειμένου, ο Βάσιας Τσοκόπουλος, είναι ιστορικός και συγγραφέας, που έχει εντρυφήσει στη μελέτη του έργου του Δημοσθένη Βουτυρά.


Ο Βάσιας Τσοκόπουλος

Ο Δημοσθένης Βουτυράς, εξόχως παραγωγικός διηγηματογράφος του περασμένου αιώνα, έφυγε από τη ζωή στις 27 Μαρτίου 1958, σε ηλικία 86 ετών, ύστερα από μακρά και οδυνηρή ασθένεια.


Ο Βουτυράς είχε τιμηθεί με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, καθώς και με το Αριστείο του Δήμου Πειραιά.


Διηγήματά του είχαν μεταφραστεί και δημοσιευτεί σε ξένες ανθολογίες και περιοδικά, ενώ πολλά άρθρα ξένων ελληνιστών ήταν αφιερωμένα στο έργο του.