Πυρά ΔΣΑ κατά Αρείου Πάγου για το ψήφισμα του ευρωκοινοβουλίου για το Κράτος Δικαίου
«Το Κράτος Δικαίου δεν υπηρετείται με αξιωματικού τύπου διακηρύξεις ότι δεν αυτό δεν πάσχει», τονίζεται μεταξύ άλλων στο ψήφισμα του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Πυρά κατά της διοικητικής ολομέλειας του Αρείου Πάγου σχετικά με την τοποθέτηση που πραγματοποίησε επί του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα εξαπέλυσε ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών μέσω ψηφίσματος που υιοθέτησε κατά πλειοψηφία από το διοικητικό συμβούλιό του.
Όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στο ψήφισμα του ΔΣΑ, «το Ανώτατο Ακυρωτικό Πολιτικό Δικαστήριο έσπευσε να εκδώσει σχετικό Δελτίο Τύπου πριν καν τη δημοσίευση του σκεπτικού της απόφασης, την ώρα που τέτοια σπουδή ουδέποτε έχει επιδείξει μέχρι σήμερα το Ανώτατο Δικαστήριο σε ζητήματα που πράγματι ανήκουν στη δικαιοδοτική αρμοδιότητά του».
«Εντύπωση προκαλεί ο πρωτοφανής τρόπος αντίδρασης της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου»
Παράλληλα τονίζεται ότι «το Κράτος Δικαίου δεν υπηρετείται με αξιωματικού τύπου διακηρύξεις ότι δεν αυτό δεν πάσχει», αλλά, όπως αναφέρεται στο ψήφισμα «υπηρετείται με διαρκή εγρήγορση και ανάληψη πρωτοβουλιών για την υπέρβαση των παθογενειών, όπου και αν εντοπίζονται και όχι με επικοινωνιακού τύπου κινήσεις, που προφανώς φιλοδοξούν να μείνει η Δικαιοσύνη στο απυρόβλητο έναντι πάσης κριτικής».
Αναλυτικά όσα αναφέρει το ψήφισμα του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών:
«Η δικαστική ανεξαρτησία δεν αποτελεί δικαστικό προνόμιο, αλλά εγγύηση υπέρ των πολιτών και πυλώνα του Κράτους Δικαίου.
Η συνταγματική πρόβλεψη του διορισμού της ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία δημιουργεί εύλογους δικαιοπολιτικούς προβληματισμούς, καθώς δίνει την αίσθηση δημιουργίας σχέσης εξάρτησης ανάμεσα στις δύο εξουσίες και έτσι δημιουργεί σκιές στην εντύπωση της κοινωνίας για την πραγματική ισχύ της δικαστικής ανεξαρτησίας.
Περαιτέρω, σύμφωνα με την πάγια θέση του δικηγορικού σώματος, η αδικαιολόγητη σύμφυση εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας μέσω του πρόσφατα εκδηλωθέντος φαινομένου αθρόας τοποθέτησης σε υψηλά αμειβόμενες θέσεις του Δημόσιου χώρου και των Ανεξάρτητων Αρχών αφυπηρετούντων ανωτάτων δικαστικών λειτουργών και μάλιστα αμέσως μετά την αφυπηρέτησή τους, υπονομεύει de facto και απροκάλυπτα τη δικαστική ανεξαρτησία.
Κατ’ αρχάς, οι δικαστικές αποφάσεις μπορούν και πρέπει να κρίνονται ως προς την επάρκεια και την τεκμηρίωσή τους.
Εξίσου θεμιτή είναι και η κριτική, πολλώ δε μάλλον όταν εκφράζεται από θεσμικά όργανα, που εστιάζει στο οργανωτικό πλαίσιο και στους συστημικούς όρους απονομής της Δικαιοσύνης (αναγκαία επιτάχυνση, οργανωτικός εξορθολογισμός, διασφάλιση των απαραίτητων ανθρώπινων και υλικών πόρων κοκ), σύμφωνα και με την πάγια νομολογία του ΕΔΔΑ (βλ. απόφ. Tavares de Almeida Fernandes and Almeida Fernandes κατά Πορτογαλίας, 29-5-2017, σκ. 63).
Στο πλαίσιο του συστήματος θεσμικών ελέγχων και εξισορροπήσεων σε ενωσιακό επίπεδο (άρθρα 2 & 7 ΣυνθΕΕ) το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει όχι μόνον δικαίωμα θεσμικής κριτικής εντός των ορίων που εκτέθηκαν ανωτέρω, αλλά και ειδική αρμοδιότητα για τη λειτουργία του Κράτους Δικαίου και την ορθή και ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης στα κράτη μέλη, υπό τον αυτονόητο όρο ότι δεν θίγεται η δικαστική ανεξαρτησία, με υποδείξεις και παρεμβάσεις επί της ουσίας των υποθέσεων που έχουν αχθεί και εκκρεμούν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Το Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Φεβρουαρίου 2024 σχετικά με το Κράτος Δικαίου και την ελευθερία των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα εστιάζει ιδίως σε θεσμικές αδυναμίες της Ελληνικής Δικαιοσύνης (καθυστερήσεις, θεσμική εξάρτηση από την Κυβέρνηση, λόγω της επιλογής της ηγεσίας από αυτήν κλπ), ενώ, όπου γίνεται μνεία συγκεκριμένων υποθέσεων, η κριτική εντοπίζεται σε αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και στην στασιμότητα των δικαστικών ερευνών, που συντείνουν στη διολίσθηση του Κράτους Δικαίου.
Εντύπωση προκαλεί δε, ο πρωτοφανής τρόπος αντίδρασης της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η οποία εξέδωσε απόφαση, για να «απαντήσει» στο Ψήφισμα του Ε.Κ., προβαίνοντας σε εξαιρετικά διευρυμένη ερμηνεία των αρμοδιοτήτων της και επιδεικνύοντας έναν παράδοξο και επιλεκτικό δικαστικό ακτιβισμό. Μάλιστα, το Ανώτατο Ακυρωτικό Πολιτικό Δικαστήριο έσπευσε να εκδώσει σχετικό Δελτίο Τύπου πριν καν την δημοσίευση του σκεπτικού της απόφασης, την ώρα που τέτοια σπουδή ουδέποτε έχει επιδείξει μέχρι σήμερα το Ανώτατο Δικαστήριο σε ζητήματα που πράγματι ανήκουν στην δικαιοδοτική αρμοδιότητά του εξαιρουμένης της πολύκροτης πρόσφατης υπόθεσης των Τραπεζών / Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων.
Το δικηγορικό σώμα θα ανέμενε από την ηγεσία της Ελληνικής Δικαιοσύνης να επιδείξει τα αναγκαία θεσμικά αντανακλαστικά για την υπέρβαση των αδυναμιών, όπου αυτές πράγματι εντοπίζονται, και να λάβει επιβεβλημένα μέτρα ώστε η ορθή και ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης να μην μένει γράμμα κενό και να μην αποφλοιώνεται το δικαίωμα δικαστικής προστασίας των πολιτών.
Το Κράτος Δικαίου δεν υπηρετείται με αξιωματικού τύπου διακηρύξεις ότι δεν αυτό δεν πάσχει. Υπηρετείται με διαρκή εγρήγορση και ανάληψη πρωτοβουλιών για την υπέρβαση των παθογενειών, όπου και αν εντοπίζονται και όχι με επικοινωνιακού τύπου κινήσεις, που προφανώς φιλοδοξούν να μείνει η Δικαιοσύνη στο απυρόβλητο έναντι πάσης κριτικής.
Ο Δ.Σ.Α. πιστός στο θεσμικό του ρόλο επαναλαμβάνει την ακλόνητη τοποθέτησή του ότι θα συμβάλλει με κάθε πρόσφορο τρόπο, ασκώντας θεμιτή κριτική και αναλαμβάνοντας όποτε απαιτείται ενεργό δράση, για την διασφάλιση και προαγωγή του Κράτους Δικαίου, των δημοκρατικών ελευθεριών και ατομικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις