Ένα όπλο που ίσως ενδέχεται να αλλάξει την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία, θέλει να αποκτήσει ο πρόεδρος της χώρας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι και αυτό δεν είναι άλλο από το νέο ισχυρό λέιζερ υψηλής ισχύος του Ηνωμένου Βασιλείου, το «DragonFire».

Το «DragonFire», σύμφωνα με τον βρετανικό στρατό, μπορεί να αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού στην αεράμυνα, καθώς θα μπορούσε να παρέχει αμυντική θωράκιση απέναντι σε πυραύλους, αεροσκάφη και drones με περίπου 13 δολάρια ανά βολή, εξοικονομώντας έτσι δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε σχέση με το κόστος των αντιπυραυλικών συστημάτων.

«Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να δούμε πώς αυτό θα μπορούσε να είναι χρήσιμο στην Ουκρανία για παράδειγμα»

Ενδεικτικό είναι ότι κάθε πύραυλος αναχαίτισης αμερικανικής κατασκευής, Patriot, στον οποίο η Ουκρανία έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια του πολέμου της με τη Ρωσία, κοστίζει περίπου 4 εκατομμύρια δολάρια για την παραγωγή του.

Το βρετανικό υπουργείο Άμυνας αναφέρει ότι το «DragonFire» είναι αρκετά ακριβές για να πλήξει ένα νόμισμα από απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου.

Το Ηνωμένο Βασίλειο αναπτύσσει το όπλο κατευθυνόμενης ενέργειας για πάνω από επτά χρόνια και πραγματοποίησε την πρώτη επιτυχημένη δοκιμαστική του βολή σε εναέριο στόχο τον Ιανουάριο.

Μάλιστα μετά τη δημοσιοποίηση του βίντεο από τη δοκιμή του νέου υπερόπλου, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικό εάν το λάβουν οι δυνάμεις του Κιέβου, ο Ουκρανός βουλευτής, Ολέξι Γκοντσάρενκο, είχε δηλώσει τότε στο Νewsweek πως η χώρα του είναι «έτοιμη να δοκιμάσει» το «DragonFire» στο πεδίο της μάχης.

Το υπουργείο Άμυνας της Βρετανίας επιτάχυνε τις διαδικασίες κι έτσι το λέιζερ που αρχικά είχε προγραμματιστεί να αναπτυχθεί το 2032, θα είναι τώρα λειτουργικό πέντε χρόνια νωρίτερα από το προγραμματισμένο, δηλαδή το 2027.

Πιέσεις

Όμως με δεδομένο ότι το συγκεκριμένο όπλο μπορεί να αποδειχθεί ένας «game-changer» όσον αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, αυξάνεται κι η πίεση στο Ηνωμένο Βασίλειο, προκειμένου να επιταχύνει το χρονοδιάγραμμα και να δώσει το νέο αυτό όπλο γρηγορότερα στο Κίεβο.

Μάλιστα ο Βρετανός υπουργός Άμυνας, Γκραντ Σαπς δήλωσε στους δημοσιογράφους την Πέμπτη από το κέντρο στρατιωτικής έρευνας Porton Down στο Σόλσμπερι ότι το Ηνωμένο Βασίλειο προσπαθεί να «επιταχύνει» την ανάπτυξη του «DragonFire».

Σύμφωνα μάλιστα με τον ίδιο ενδεχομένως να το παραδώσει στο Κίεβο πριν δοκιμαστεί πλήρως, επικαλούμενο τον αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει στον πόλεμο προσφέροντας στην Ουκρανία μια οικονομικά αποδοτική μέθοδο για την καταστροφή των ρωσικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών.

«Το όπλο DragonFire θα μπορούσε να έχει τεράστιες επιπτώσεις στη σύγκρουση του Κιέβου με τη Ρωσία» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Σαπς σύμφωνα με το Sky News και προσέθεσε πως θα εξετάσει αν ο ρυθμός μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω «προκειμένου οι Ουκρανοί ίσως να το πάρουν στα χέρια τους».

Μπορεί να παραδοθεί πριν να είναι 100% έτοιμο

«Θέλω να επιταχύνουμε την παραγωγή του συστήματος λέιζερ DragonFire, επειδή πιστεύω ότι δεδομένου ότι υπάρχουν δύο μεγάλες συγκρούσεις, μία θαλάσσια και μία ευρωπαϊκή, αυτό θα μπορούσε να έχει τεράστιες επιπτώσεις, αν είχαμε ένα όπλο ικανό να καταρρίψει ιδιαίτερα τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη», δήλωσε χαρακτηριστικά.

«Αυτό που θέλω να κάνω είναι να επιταχύνω αυτό που συνήθως θα ήταν μια πολύ χρονοβόρα διαδικασία προμήθειας για την ανάπτυξη, ενδεχομένως έως και 10 χρόνια, σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα και για να αναπτυχθεί, ενδεχομένως σε πλοία, σε μη επανδρωμένα αεροσκάφη και ίσως στη στεριά», είπε ακόμα ο Σαπς.

«Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να δούμε πώς αυτό θα μπορούσε να είναι χρήσιμο στην Ουκρανία για παράδειγμα. Αυτό που συμβαίνει εδώ είναι πολύ ιδιαίτερο, και ένα επίπεδο που άλλες χώρες είναι απίθανο να αντιγράψουν… Το ίδιο το προϊόν είναι πραγματικά χρόνια μπροστά», προσέθεσε.

«Είναι σχεδιασμένο ώστε να μην περιμένουμε μέχρι να το έχουμε στο 99,9% της τελειότητας πριν πάει στο πεδίο, αλλά να το φτάσουμε στο 70% και μετά να το βγάλουμε εκεί έξω και μετά… να το αναπτύξουμε από εκεί. Σε έναν πιο επικίνδυνο κόσμο, η προσέγγισή μας για τις προμήθειες μεταβάλλεται μαζί του. Πρέπει να είμαστε πιο γρήγοροι, πιο κρίσιμοι και πιο παγκόσμιοι», είπε ακόμα.

«Το 2027 εξακολουθεί να είναι η ημερομηνία, από αυτή τη στιγμή, αλλά φυσικά, θα κοιτάξω να δω τι μπορούμε να κάνουμε για να το επιταχύνουμε», κατέληξε.

Δύσκολη υπόθεση

Υπό την προϋπόθεση ότι το «DragonFire» θα λειτουργήσει όπως αναμένεται, το λέιζερ μπορεί να αποδειχθεί πιο ικανό να πλήξει στόχους που κινούνται πιο γρήγορα από τους πυραύλους αναχαίτισης, οι οποίοι έχουν το μειονέκτημα ότι δεν μπορούν να ταξιδέψουν με την ταχύτητα του φωτός.

Ωστόσο, η παράδοση του όπλου στην Ουκρανία πριν αναπτυχθεί πλήρως και η προσδοκία να αλλάξει την πορεία του πολέμου θα μπορούσε να είναι δύσκολη υπόθεση.

Τα ενεργειακά όπλα κατευθυνόμενα με λέιζερ (LDEW) χρησιμοποιούν μια έντονη δέσμη φωτός για να κόψουν το στόχο τους.

Το υπουργείο Άμυνας της Βρετανίας ευελπιστεί ότι το σύστημα «DragonFire» θα προσφέρει μια εναλλακτική λύση χαμηλού κόστους έναντι των πυραύλων για την κατάρριψη επιθετικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών ή ακόμη και όλμων.

Το κόστος των πυραύλων αεράμυνας έχει γίνει ένα καυτό θέμα στους αμυντικούς κύκλους τα τελευταία χρόνια, καθώς τα χαμηλού κόστους μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους στα πεδία μάχης στην Ουκρανία και στις επιθέσεις των ανταρτών Χούθι εναντίον εμπορικών και στρατιωτικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα και στον Κόλπο του Άντεν.

«Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και οι πύραυλοι χαμηλού κόστους έχουν αλλάξει τον οικονομικό υπολογισμό της επίθεσης και της άμυνας υπέρ εκείνων που χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες φθηνών μη επανδρωμένων συστημάτων και πυρομαχικών για να υπερνικήσουν τις πιο εξελιγμένες αεροπορικές και πυραυλικές άμυνες», είχε γράψει το Ιανουάριο ο Τζέιμς Μπλακ, βοηθός διευθυντή άμυνας και ασφάλειας του think tank RAND Europe.

Το «DragonFire» θα μπορούσε να βοηθήσει να αλλάξει αυτός ο υπολογισμός προς όφελος του Ηνωμένου Βασιλείου, ανέφερε ακόμα ο Μπλακ.

Δεν έχει ακόμα δοκιμαστεί στο πεδίο

Ωστόσο, σύμφωνα με το CNN, τόσο ο Μπλακ όσο και άλλοι σημειώνουν ότι ένα τα λέιζερ όπως το «DragonFire» δεν έχουν ακόμη δοκιμαστεί στο πεδίο της μάχης και θα έχουν περιορισμούς. Γράφοντας για το The Conversation τον περασμένο μήνα, ο Ίαν Μπόιντ, διευθυντής του Κέντρου Πρωτοβουλιών Εθνικής Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, απαρίθμησε ορισμένα προβλήματα με τα λέιζερ.

Η βροχή, η ομίχλη και ο καπνός διασκορπίζουν τις φωτεινές ακτίνες και μειώνουν την αποτελεσματικότητα- τα όπλα λέιζερ απελευθερώνουν πολλή θερμότητα, οπότε απαιτούνται μεγάλα συστήματα ψύξης- τα κινητά λέιζερ, τοποθετημένα σε πλοία ή αεροσκάφη, θα χρειάζονται επαναφόρτιση της μπαταρίας- και τα λέιζερ πρέπει να παραμείνουν κλειδωμένα σε κινούμενους στόχους για έως και 10 δευτερόλεπτα για να τους ανοίξουν τρύπες.

Οι Βρετανοί δεν είναι οι πρώτοι που αναπτύσσουν ένα λέιζερ που μπορεί να καταρρίψει έναν εναέριο στόχο. Ο αμερικανικός στρατός αναπτύσσει εδώ και δεκαετίες όπλα λέιζερ και άλλα όπλα κατευθυνόμενης ενέργειας, καταρρίπτοντας ακόμη και με επιτυχία μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε δοκιμαστικές βολές, αλλά δεν έχει ακόμη αναπτύξει πραγματικά κανένα από αυτά στο πεδίο της μάχης.

Οι δοκιμές των ΗΠΑ σε όπλα λέιζερ

Το 2014, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ δοκίμασε και ανέπτυξε με επιτυχία ένα οπλικό σύστημα λέιζερ στο USS Ponce στον Περσικό Κόλπο. Το σύστημα ήταν ικανό να προσβάλει μη επανδρωμένα αεροσκάφη, μικρά αεροσκάφη και μικρά σκάφη. Το 2020 και το 2021, το Πολεμικό Ναυτικό δοκίμασε ένα πιο προηγμένο σύστημα λέιζερ στο USS Portland.

Το 2022, ένα σύστημα λέιζερ εγκαταστάθηκε στο αντιτορπιλικό USS Preble. Το σύστημα αυτό εξακολουθεί να υποβάλλεται σε δοκιμές, δήλωσε ο υποναύαρχος Φρεντ Πάιλ.

Επίσης, το 2022, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ δοκίμασε με επιτυχία ένα σύστημα λέιζερ υψηλής ενέργειας εναντίον ενός στόχου που αντιπροσώπευε έναν πύραυλο κρουζ.

Αλλά ένας απολογισμός του Πολεμικού Ναυτικού για τη δοκιμή αυτή ανέφερε ότι δεν υπάρχει σχέδιο να δοθεί στο πεδίο της μάχης, προσθέτοντας ότι «προσφέρει μια ματιά στο μέλλον των όπλων λέιζερ».

Μια έκθεση του 2023 από την Υπηρεσία Λογοδοσίας της Κυβέρνησης  των ΗΠΑ (GAO) σημείωσε την επιτυχία του Πενταγώνου στις δοκιμές όπλων λέιζερ, αλλά ανέφερε ότι πρέπει να κάνει περισσότερα για να τα παραδώσει στα στρατεύματα, συμπεριλαμβανομένης της εύρεσης των ακριβών αποστολών τους και των στρατηγικών απόκτησής τους.