«Μην το κάνετε», ήταν το μήνυμα του Αμερικανικού προέδρου Μπάιντεν προς την Τεχεράνη μόλις την περασμένη Παρασκευή, παραμονή της επίθεσης που τελικά εξαπέλυσε το Ιράν κατά του Ισραήλ, αλλάζοντας άρδην τα δεδομένα στη Μέση Ανατολή.

Στην πραγματικότητα ήταν προαναγγελθείσα και προδιαγεγραμμένη, μετά το φονικό πυραυλικό πλήγμα κατά της ιρανικής πρεσβείας στη Δαμασκό, την 1η Απριλίου.

Έγινε σε de facto ιρανικό έδαφος, με θύματα υψηλόβαθμα στελέχη των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης -της ελίτ των ιρανικών ενόπλων δυνάμεων- εν μέσω διεθνούς κατακραυγής και συμμαχικών πιέσεων προς το Ισραήλ για τους έξι μήνες ασύμμετρου πολέμου και αιματοχυσίας αμάχων στη Λωρίδα της Γάζας.

Αν και η κυβέρνηση Νετανιάχου ουδέποτε ανέλαβε επίσημα την ευθύνη για τη επίθεση στη Δαμασκό, υπήρχαν σαφείς ενδείξεις και αναφορές.

Το γεγονός ότι τα ιρανικά αντίποινα-επίδειξη ισχύος ήρθαν 13 ημέρες μετά, με επίκληση του άρθρου 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών περί νόμιμης άμυνας και συνοδεία σαφών προειδοποιήσεων για κατακόρυφη περιφερειακή κλιμάκωση σε περίπτωση αντεπίθεσης, αποτελεί διπλό μήνυμα.

Παραλήπτης φυσικά και δεν είναι μόνο το Ισραήλ, αλλά κυρίως οι δυτικοί του σύμμαχοι, με πρώτες τη τάξει τις ΗΠΑ, η ηγεμονική ισχύς των οποίων δοκιμάζεται εκ νέου -εν προκειμένω κυρίως από τη στάση που θα τηρήσει εφεξής η κυβέρνηση Νετανιάχου.

Αναλόγως δε των εξελίξεων, μένει επίσης να φανεί εάν ο αποστολέας του μηνύματος, το Ιράν, έχει τη στήριξη και σε ποιο βαθμό των ισχυρότερων συμμάχων του.

Αφενός της Ρωσίας, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία και ενώ ελέγχει με τους S-300 τους αιθέρες στη Συρία.

Αφετέρου της Κίνας, που μεσολάβησε στην πρόσφατη επαναπροσέγγιση μεταξύ του σιιτικού Ιράν και της σουνιτικής Σαουδικής Αραβίας, αυξάνει το έρεισμά της στη Μέση Ανατολή και βρίσκεται μονίμως πια σε τροχιά σύγκρουσης με τις ΗΠΑ στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, παρά τις προσπάθεις σταθεροποίησης των διμερών σχέσεων εκ του προσκηνίου.

Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, σε σύσκεψη με τα μέλη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, στην Ουάσιγκτον, τα ξημερώματα της 13ης Απριλίου (White House/Handout via REUTERS)

Στην κόψη του ξυραφιού

Προσώρας άπαντες απευθύνουν έκκληση για αυτοσυγκράτηση, πρωτίστως στην κυβέρνηση Νετανιάχου.

Το «μπαλάκι» να βρίσκεται σε αυτή τη φάση μοιραία στο «τερέν» του Ισραήλ και των ΗΠΑ.

Στην απάντηση του Τελ Αβίβ, κομβικής σημασίας είναι ο χρόνος, το τόπος και η κλίμακα των ισραηλινών αντιποίνων.

Στην πραγματικότητα, η Μέση Ανατολή βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού ενός ευρύτερου πολέμου που σχεδόν κανείς δεν θέλει.

Πολλώ μάλλον στη Δύση, σε μια χρονιά ισχυρών οικονομικών αναταράξεων -όπου η εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου θα βάλει «μπουρλότο»- αλλά και κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων, (ευρωεκλογών στην Ευρώπη, προεδρικών στις ΗΠΑ) ήδη υπό τη βαριά σκιά δύο μεγάλων πολέμων στην Ουκρανία και στη Λωρίδα της Γάζας.

Ακόμη και για την ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου -που πλέον «ποντάρει» πρόδηλα στον πόλεμο για την μακροημέρευσή της- «ζύγι» πλέον αποτελεί το μήνυμα της προεκλογικών ρυθμών κυβέρνησης Μπάιντεν ότι δεν θα στηρίξει έναν πόλεμο με το Ιράν.

Παρά τους πολεμοχαρείς τόνους της ηγεσίας του Τελ Αβίβ, ο κομβικός ρόλος των δυτικών και περιφερειακών δυνάμεων στην αναχαίτιση της ιρανικής επίθεσης-πρόβα τζενεράλε, μεταξύ Σαββάτου και Κυριακής, κατέδειξε ότι τα όρια της ισραηλινής πολεμικής μηχανής κάθε άλλο παρά είναι ανεξάντλητα.

Τουλάχιστον όχι πέραν ενός πυρηνικού «Αρμαγεδδώνα»…

Στον αντίποδα, το θεοκρατικό καθεστώς του σιιτικού Ιράν βρίσκεται ενώπιον των δικών του διλημμάτων, στο πλαίσιο των στρατιωτικών δυνατοτήτων του, των ορίων των συμμαχιών του και των ρευστών ισορροπιών στην περιφέρειά του.

Η ιρανική ηγεσία γνωρίζει ότι «αν το τραβήξουν, μπορεί να χάσουν τα κεφάλια τους» είχε χαρακτηριστικά στην Washington Post και στον αρθρογράφο της, Ντέιβιντ Ιγκνάσιους, ο Καρίμ Σατζαντπούρ, ειδικός αναλυτής σε θέματα Ιράν στη δεξαμενή σκέψης Carnegie Endowment for International Peace.

Γκράφιτι για την ιρανική επίθεση στο Ισραήλ έκαναν ήδη την εμφάνισή τους στους δρόμους της Τεχεράνης (Majid Asgaripour/WANA via REUTERS)

«Παρελθέτω απ’ εμού»

Αν και η Ουάσιγκτον διακηρύττει ότι η στήριξη της στο Ισραήλ είναι «ακλόνητη», το τελευταίο ίσως που θα ήθελε τώρα ο Τζο Μπάιντεν θα ήταν οι ΗΠΑ να συρθούν προεκλογικά σε έναν περιφερειακό πόλεμο στη Μέση Ανατολή, με εν δυνάμει χαρακτηριστικά παγκόσμιας σύρραξης.

Ο πόλεμος του Ισραήλ με τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας έχει ήδη ορατές συνέπειες στην συνοχή των Δημοκρατικών και στην προεκλογική εκστρατεία του Αμερικανού προέδρου.

Η νέα κλιμάκωση έρχεται ενώ φαινόταν να έχει επιτευχθεί μια «σιωπηρή» συναίνεση της Τεχεράνης για «πάγωμα» των επιθέσεων κατά Αμερικανικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή από «πληρεξούσιους» του Ιράν, κυρίως στο Ιράκ και στη Συρία.

Η συμμαχική αξιοπιστία των ΗΠΑ είναι εν τω μεταξύ υπό αμφισβήτηση στον πόλεμο της Ουκρανίας, ένεκα του ρεπουμπλικανικού μπλόκου στο Κογκρέσο και της προοπτικής επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Με εξαίρεση δε την Ιορδανία -που ανακοίνωσε την αναχαίτιση «ιπτάμενων αντικειμένων» για «την ασφάλεια των πολιτών» της, ενώ βρίσκεται εκ νέου αντιμέτωπη με τον κίνδυνο εσωτερικής αποσταθεροποίησης, «δείχνοντας» προς τη Χαμάς- οι υπόλοιπες χώρες της ευρύτερης περιοχής κρατούν σαφείς αποστάσεις.

Η Τουρκία για παράδειγμα τηρεί αμήχανη στάση, καλώντας -όπως και οι υπόλοιποι- σε αυτοσυγκράτηση.

Δεν είναι η μόνη.

Λίγο πριν από την ιρανική επίθεση στο Ισραήλ, αναφέρει σε αποκλειστικό ρεπορτάζ ο ιστότοπος Middle East Eye, «η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ομάν και το Κουβέιτ έθεσαν ερωτήματα σχετικά με τις περίπλοκες λεπτομέρειες των βασικών συμφωνιών, που επιτρέπουν σε δεκάδες χιλιάδες Αμερικανικά στρατεύματα να σταθμεύουν στην πλούσια σε πετρέλαιο Αραβική Χερσόνησο».

Πλέον οι αραβικές μοναρχίες του βαδίζουν σε τεντωμένο σκοινί μεταξύ της συμμαχίας με τις ΗΠΑ, των απειλών του Ιράν και της κοινής γνώμης στο εσωτερικό τους, όπου η λαϊκή οργή κοχλάζει για τους σχεδόν 34.000 νεκρούς Παλαιστινίους στη Λωρίδα της Γάζας.