Πόσο έτοιμοι είμαστε;
Πολλά μέτρα από το παρελθόν συνεχίζουν να αποδίδουν γεμίζοντας τα δημόσια ταμεία, ενώ οι δαπάνες παρά το γεγονός ότι έχουν αυξηθεί, ακόμα δεν πλησιάζουν στο «κόκκινο».
- Δημοσκόπηση: Πάνω από τους μισούς Ουκρανούς θέλουν τερματισμό του πολέμου ακόμα και με εδαφικές παραχωρήσεις
- Δημήτρης Σούρας: Τι έλεγε για τους ανθρώπους και τον θάνατο ο γνωστός ψυχίατρος
- Είμαστε συντετριμμένοι: Οι One Direction και η οικογένεια στην κηδεία του Λίαμ Πέιν
- Βίλες «διαμάντια» και ιστορικές επιχειρήσεις στα αζήτητα των πλειστηριασμών
Διακυβεύονται αυτές τις μέρες πολύ περισσότερα πράγματα από ό,τι φαινόταν αρχικώς, από τη διένεξη μεταξύ Ιράν και Ισραήλ. Αυτό ισχύει ακόμα και αν δεν γίνει τίποτα άλλο στο θέατρο των επιχειρήσεων.
Η αστάθεια που προκαλούν και μόνο τα γεγονότα του Σαββατοκύριακου ενισχύει το ενδεχόμενο στασιμοπληθωρισμού (ύφεσης και ανεργίας) στην παγκόσμια οικονομία, σε μια εποχή που τα δημοσιονομικά εργαλεία που υπήρχαν για να τον αποτρέψουν, όπως έγινε μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, έχουν πλέον εξαντληθεί.
Επιπλέον οι περισσότερες οικονομίες δεν έχουν ξεμπερδέψει με τον πληθωρισμό και αναγκάζονται να ζουν με τα υψηλά επιτόκια, προκαλώντας μεγαλύτερη ανάσχεση στις οικονομίες τους. Για όσους δεν κατάλαβαν, τα χαρακτηριστικά μιας κρίσης αρχίζουν και σχηματίζονται.
Το θέμα είναι πόσο προετοιμασμένοι είμαστε εμείς στην Ελλάδα να αντιμετωπίσουμε αυτήν την κατάσταση. Δημοσιονομικά, δηλαδή το ταμείο, δείχνει ισχυρό. Πολλά μέτρα από το παρελθόν συνεχίζουν να αποδίδουν γεμίζοντας τα δημόσια ταμεία, ενώ οι δαπάνες παρά το γεγονός ότι έχουν αυξηθεί, ακόμα δεν πλησιάζουν στο «κόκκινο». Το τραπεζικό μας σύστημα δείχνει ισχυρό κεφαλαιακά και μάλλον ανθεκτικό ακόμα και σε κάποιας μορφής κρίση. Tο ίδιο ισχύει και για τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις.
Τα πιθανά προβλήματα στην οικονομία θα μπορούσαν να προέλθουν από μια μακρά περίοδο με υψηλές τιμές πετρελαίου λόγω της σταθερά υψηλής μας εξάρτησης, αλλά και με ανάσχεση του τουριστικού ρεύματος. Ακόμα είναι νωπές οι μνήμες από το «κλείσιμο» του τουρισμού και τις επιπτώσεις του, την περίοδο της πανδημίας. Τότε ωστόσο υπήρχαν πολλά ευρωπαϊκά λεφτά, που τώρα δεν φαίνονται στον ορίζοντα.
Το άλλο μεγάλο πρόβλημα που μας καθιστά ευάλωτους είναι ότι ξέραμε πως έπρεπε να αλλάξουμε, αλλά στην πράξη φαίνεται ότι δεν αλλάξαμε αρκετά. Από το 2019 έγινε πράξη η προσπάθεια ανάκαμψης στα επίπεδα του 2010 και σε σημαντικό βαθμό επετεύχθη. Αλλά εδώ και καιρό αυτό δεν είναι αρκετό, καθώς όλοι οι άλλοι (χώρες ΕΕ) έχουν τρέξει. Ήδη έπρεπε να έχει τεθεί ο νέος στόχος, που θα μας φέρει κοντά στα 500 δισ. ΑΕΠ που έχουν χώρες με παρόμοιο μέγεθος, όπως η Ιρλανδία ή με κατά κεφαλήν ΑΕΠ ανάλογο της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, με τους οποίους ήμασταν στο ίδιο επίπεδο παλαιότερα.
Παράλληλα με τον στόχο, έπρεπε να αλλάξει και ο τρόπος. Πλέον πράγματα αυτονόητα και ευπρόσδεκτα πριν από πέντε χρόνια, όπως η εξαγορά μιας μεγάλης ελληνικής εταιρείας από μια ξένη, δεν λέει κάτι αν δεν συνοδεύεται και από άλλες συνθήκες. Δεν μπορούν να μας αντιμετωπίζουν ως «αποικία» οι επενδυτές.
Για το θέμα αυτό, ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης έκανε στο πρόσφατο Φόρουμ των Δελφών ίσως την πιο σημαντική παρατήρηση του τελευταίου διαστήματος: «Σε πολλές περιπτώσεις μιλάμε για ώριμες εταιρείες που έρχεται κάποιος και εκμεταλλεύεται τη δεσπόζουσα θέση τους. Μα αν δεν προβεί σε κεφαλαιακές δαπάνες, εάν αντιμετωπίζει την επιχείρηση ως cash cow (αγελάδα που γεννά μετρητά) και φθάνει στο σημείο οι ξένοι μέτοχοι να λαμβάνουν περισσότερα μερίσματα από τις εξαγωγές που θα κάνει η ίδια η εταιρεία, ποιο θα είναι το όφελος για την ελληνική οικονομία; Κανένα!».
Και το εύλογο ερώτημα είναι πώς θα συμπεριφερθούν οι συγκεκριμένοι μέτοχοι εταιρειών στο ενδεχόμενο μιας νέας κρίσης, γιατί στην προηγούμενη όλοι θυμόμαστε ότι έφευγαν άρον άρον.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις