Γεράσιμος Αρσένης: Η επιβίωση του δικού μας πολιτισμού θα εξαρτηθεί από την ποιότητα της παιδείας μας
Οι μεγάλες στιγμές του ελληνικού πολιτισμού ήταν οι στιγμές που οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με άλλους πολιτισμούς
Θέλω, πρώτα απ΄ όλα, να σας ευχαριστήσω για την πρόσκλησή σας και να σας συγχαρώ για την επιλογή του θέματος. Σπανίζουν οι περιπτώσεις που έχουμε σημαντικά θέματα και τα ανοίγουμε σε διάλογο. Σας εξομολογούμαι ότι, τελευταία, σπανίως αποδέχομαι προσκλήσεις για ομιλίες, γιατί η επιλογή των θεμάτων είναι τέτοια που ή διαφωνούμε κάθετα και, κατά συνέπεια, ο διάλογος δεν έχει κανένα νόημα ή είναι αυτονόητα, και όλοι συμφωνούμε, οπότε ο διάλογος είναι περιττός. Η επιλογή όμως του θέματος νομίζω ότι ανοίγει ουσιαστικά θέματα που θα έπρεπε να είχαμε συζητήσει, θέματα που πρέπει να συζητήσουμε.
Το θέμα μού έκανε εντύπωση και θέλω να μείνω σε κάποιες λέξεις: «Η διάσωση της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας μέσα στην ΕΕ». Η «διάσωση» είναι έννοια αμυντική, και πολύ σωστά οι διοργανωτές της συνάντησης αισθάνονται ότι υπάρχει πρόβλημα, ζήτημα επιβίωσης της πολιτιστικής μας ταυτότητας, και πρέπει να σκεφθούμε και κάτι να κάνουμε γι’ αυτό. Εξισορροπεί βέβαια ο τίτλος αυτό το αμυντικό μήνυμα με την εξεύρεση ενός άλλου «καταφυγίου», που είναι ο πόλος της Ευρώπης. Μέσα σε μια Ευρώπη πολυ-πολιτισμική θα αποφευχθεί η πολιτιστική ισοπέδωση και θα ζήσουμε ισότιμα με τον δικό μας πολιτισμό πλάι πλάι στους άλλους ευρωπαϊκούς πολιτισμούς. Με αυτή τη θέση μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει κανείς, αλλά σίγουρα ανοίγει ένα διάλογο.
Εγώ δεν θα αρχίσω με τον ορισμό της πολιτιστικής ταυτότητας. Ο πρύτανης, ο κ. Μπαμπινιώτης, έδωσε έναν γενικό ορισμό με τον οποίο όλοι θα συμφωνήσουμε, αλλά, εάν προσπαθήσουμε να εφαρμόσουμε αυτόν τον ορισμό σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, τότε προκύπτουν σοβαρά προβλήματα, γιατί δεν υπάρχει λειτουργικός ορισμός της πολιτιστικής ταυτότητας που μπορεί να εφαρμοσθεί σε πολυ-επίπεδες έννοιες στις οποίες αναφέρεται η έννοια του πολιτισμού.
Εγώ θα ήθελα να φυτέψω μερικά «ζιζάνια» στη συζήτησή μας, βάζοντας τρία θέματα και προχωρώντας μετά σε κάποιες διαπιστώσεις όσον αφορά την ΕΕ. Η πρώτη παρατήρηση που θέλω να κάνω είναι ότι για πολιτισμούς με μεγάλη παράδοση, όπως είναι ο ελληνικός πολιτισμός, πολλά στοιχεία του πολιτισμού αυτού έχουν πάψει να είναι αποκλειστικά στοιχεία του δικού μας πολιτισμού και έχουν γίνει στοιχεία του παγκόσμιου πολιτισμού. Ο Αριστοτέλης, οι τραγωδίες, η Ακρόπολη, οι κοινωνικοί θεσμοί της Δημοκρατίας δεν είναι στοιχεία μόνο του ελληνικού πολιτισμού, δεν είναι στοιχεία μόνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, είναι στοιχεία του παγκόσμιου πολιτισμού. Όταν οι ξένοι αναφέρονται σ’ εμάς, δεν παραπέμπουν στον Αριστοτέλη, αλλά σε άλλα στοιχεία. Έτσι, ο πνευματικός πολιτισμός, η πνευματική καλλιέργεια, είναι ένα στοιχείο που μεταφέρεται σε άλλους πολιτισμούς, μπολιάζει άλλους πολιτισμούς, και σε τελευταία ανάλυση μοιραζόμαστε αυτές τις αξίες με άλλους πολιτισμούς. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα εμείς είναι όταν στοιχεία της πολιτιστικής μας παράδοσης έχουν ενσωματωθεί σε άλλους πολιτισμούς κι εμείς, λίγο πολύ, τα έχουμε ξεχάσει. Είναι πραγματικά στοιχεία του ζώντος ελληνικού πολιτισμού ο Παλαμάς, ο Σολωμός ή ο Παπαδιαμάντης;
Όταν μιλάμε σε άλλους, οι άλλοι δεν μας ορίζουν με τις πνευματικές αξίες της κλασικής Ελλάδας ή με τα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού που είναι στοιχεία του παγκόσμιου πολιτισμού, μας ορίζουν με το σουβλάκι, με το συρτάκι, με διάφορες άλλες «ιδιότητες» της καθημερινής μας συμπεριφοράς, άντε και με τον Θεοδωράκη. Η μεγάλη επιτυχία που έκανε η αμερικανική ταινία «Γάμος αλά ελληνικά», κάπως έτσι έχει μεταφρασθεί, είναι γιατί ακριβώς προβάλλει στοιχεία του λαϊκού, καθημερινού ελληνικού, έστω ελληνοαμερικανικού, πολιτισμού, που ενδιαφέρουν τον ξένο όχι για να τα αφομοιώσει, αλλά τον ενδιαφέρουν γιατί θέλει αυτά τα στοιχεία να τα δει και, συγκρίνοντας τον εαυτό του με αυτά τα στοιχεία, να αποκτήσει ο ίδιος αυτογνωσία, να δει τη δική του ιδιαιτερότητα σε σχέση με κάτι άλλο που δεν είναι δικό του. Αυτό έχει σημασία, γιατί αυτός ο πολιτισμός, ο λαϊκός πολιτισμός, της καθημερινότητάς μας, ούτε μοιράζεται ούτε μεταφέρεται ούτε τεμαχίζεται. Είναι δικός μας πολιτισμός και ανεβαίνει και κατεβαίνει ανάλογα με την άνοδο και την παρακμή της δικής μας ιστορίας. Αυτά είναι στοιχεία που πρέπει να τα έχουμε υπόψη μας όταν θέλουμε να ανοίξουμε μια συζήτηση για την επιβίωση του πολιτισμού και να είμαστε συγκεκριμένοι.
Το δεύτερο είναι ότι η πολιτιστική ταυτότητα δεν είναι κάτι στατικό, αλλάζει. Άλλη ήταν η ελληνική πολιτιστική ταυτότητα 90 χρόνια πριν, άλλη θα είναι 90 χρόνια μετά. Φανταστείτε να γινόταν μια συζήτηση σ’ αυτή την αίθουσα για την ελληνική πολιτιστική ταυτότητα 90 χρόνια πριν, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή. Οι προβληματισμοί, τα προβλήματα που θα έμπαιναν για συζήτηση θα ήταν πολύ διαφορετικά από αυτά που συζητάμε σήμερα. Και 90 χρόνια από σήμερα, η ίδια η πολιτιστική ταυτότητα θα έχει εξελιχθεί και οι προβληματισμοί θα είναι πολύ διαφορετικοί από αυτούς που υποπτευόμαστε σήμερα. Θα πρέπει λοιπόν, όταν μιλάμε για πολιτιστική ταυτότητα, να μην τη δούμε μουσειακά, στατικά, αλλά δυναμικά, μέσα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, που εκφράζει τη δική μας τη ζωή και την προσωπικότητα.
Το τρίτο στοιχείο που θέλω να τονίσω, και πιστεύω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό, είναι ότι μιλάμε για την πολιτιστική μας ταυτότητα σε εποχές κρίσης ή όταν ερχόμαστε σε αντιπαράθεση, σε επαφή με άλλους πολιτισμούς, ή όταν αμφισβητείται η δική μας ταυτότητα. Ένας χωρικός απομονωμένος σ’ ένα νησί του Αιγαίου δεν ανησυχεί για την πολιτιστική του ταυτότητα, την ξέρει, την έχει και ζει με αυτήν. Η αμφισβήτηση έρχεται όταν ερχόμαστε σε επαφή με άλλους πολιτισμούς και αναρωτιόμαστε ποιοι είμαστε. Έχω προσωπικές αναμνήσεις από αυτό όταν, χρόνια πριν, ήρθα μαθητής στο Βαρβάκειο από την Κεφαλονιά, τότε που το πρότυπο σχολείο μάζευε τους αριστούχους από όλη την Ελλάδα, ήρθα με μεγάλο ενθουσιασμό, αλλά με την επτανησιώτικη προφορά μου η τάξη γελούσε. Και ήταν η πρώτη φορά που στην Πρώτη Γυμνασίου απόκτησα συνείδηση της πολιτιστικής μου ταυτότητας, ότι είμαι Επτανήσιος. Χρόνια αργότερα, όταν πήγα στην Αμερική ως φοιτητής, ήταν πραγματικά η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα βαθιά ότι είμαι Έλληνας ορθόδοξος, γιατί ήρθα σε επαφή, μου αμφισβήτησαν την ταυτότητα, είχα την υποχρέωση να σταθώ στα πόδια μου με τη δική μου πολιτιστική ταυτότητα και να ζήσω με άλλους πολιτισμούς.
Αυτή τη στιγμή, στην Ευρώπη, βρισκόμαστε σε αυτό το σταυροδρόμι. Συγκρίνονται, έρχονται σε επαφή διαφορετικοί πολιτισμοί και γι’ αυτό προκύπτει αυτό το θέμα. Το ζητούμενο είναι τι κάνουμε γι’ αυτό το θέμα.
Μοντέλα συμβίωσης πολιτισμών έχουμε πολλά από την ιστορία. Το σημαντικότερο, ίσως, είναι το παράδειγμα των ΗΠΑ, μια χώρα που κτίστηκε από μετανάστες από διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς. Και η Αμερική λειτούργησε σαν ένα χωνευτήρι των πολιτισμών, με κυρίαρχο όμως τον πολιτισμό και τις αξίες τις αγγλοσαξονικές. Οι Αγγλοσάξονες δεν ήταν η πλειοψηφία στην Αμερική, ήταν όμως η κυρίαρχη τάξη που διαμόρφωσε το πολιτιστικό πλαίσιο των άλλων που συγχωνεύθηκαν σε έναν νέο αμερικανικό πολιτισμό. Η συγχώνευση αυτή δεν έχει πετύχει. Και δεν μπορούμε καθαρά να μιλήσουμε για έναν αμερικανικό πολιτισμό, μπορούμε να μιλήσουμε καλύτερα για ένα μωσαϊκό αμερικανικό που έχει μία κυρίαρχη πολιτιστική κουλτούρα, αλλά κάτω από αυτήν συνυπάρχουν πολλές διαφορετικές κουλτούρες.
Ένα άλλο μοντέλο χρησιμοποιήθηκε στην Αυστραλία, το πολυ-πολιτισμικό μοντέλο. Εκεί όχι μόνο αφέθηκαν, αλλά ενθαρρύνθηκαν οι διάφοροι λαοί με διαφορετικές πολιτιστικές παραδόσεις να ζήσουν με το δικό τους τον πολιτισμό. Έτσι ξεκίνησε, αλλά σήμερα βλέπουμε και εκεί ν’ αρχίζει μια κουλτούρα να επικρατεί γλωσσικά, πολιτιστικά, και να δημιουργείται ένα μωσαϊκό πολιτισμών, αλλά πάντοτε με μία κυρίαρχη από πάνω κουλτούρα.
Τα λέω αυτά, για να έρθω τώρα στο ευρωπαϊκό θέμα. Στην Ευρώπη είχαμε πολλούς πολιτισμούς, μιλάμε για ευρωπαϊκό πολιτισμό, αλλά, με όλο το σεβασμό στους πανεπιστημιακούς σας, δεν υπάρχει καθαρά ευρωπαϊκός πολιτισμός, υπάρχουν πολιτισμοί μέσα στην Ευρώπη. Δεν είναι ίδιος ο πολιτισμός της Γερμανίας, της Ισπανίας, της Ιταλικής Αναγέννησης και η αγγλοσαξονική προσέγγιση στη ζωή και την τεχνολογία. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Τι έγινε με αυτούς τους πολιτισμούς της Ευρώπης; Ισότιμοι όπως ήταν και ισοδύναμοι κοινωνικά και πολιτικά, αλληλοσφάχτηκαν. Οι πόλεμοι ήταν πόλεμοι ανάμεσα στη Γαλλία, την Γερμανία, την Ιταλία, τις διάφορες ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες που ήταν σε σύγκρουση μεταξύ τους. Είχαμε σύγκρουση πολιτισμών. Η μεγάλη αλλαγή έγινε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όχι με απόφαση να φτιάξουμε έναν καινούργιο, ενιαίο, ευρωπαϊκό πολιτισμό, αλλά για να φτιάξουμε μια ενιαία οικονομία, μια κοινή αγορά, μια ενιαία κοινωνική πολιτική. Το ότι από εκεί πάμε στα πολιτιστικά θέματα έχει σημασία. Η θέση που όλες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν δεχθεί –και είναι μια θέση νομίζω πολύ σωστή– είναι ότι θα ζήσουμε σε μια Ευρώπη πολυ-πολιτισμική, όπου το κάθε κράτος-έθνος θα κρατήσει την πολιτισμική του ταυτότητα και θα λειτουργήσει πλάι πλάι με τους άλλους πολιτισμούς.
Ευρωπαϊκός πολιτισμός δεν θα αναπτυχθεί σύντομα, νομίζω δεν θα τον δείτε κι εσείς στα γεράματά σας. Νομίζω ότι μπορεί να πάρει και 100 χρόνια για να αναπτυχθεί ένας ενιαίος ευρωπαϊκός πολιτισμός. Αυτός ο ενιαίος ευρωπαϊκός πολιτισμός, πιστεύω, θα επιτευχθεί με επικράτηση μιας κουλτούρας, μπορεί και να είναι δικέφαλος, αλλά, εν πάση περιπτώσει, δεν θα είναι πολυ-πολιτισμικός, γιατί η δυναμική των πολιτισμών είναι οι επικρατέστεροι να επικρατούν. Και το βλέπετε ήδη τώρα στην Ευρώπη, η κοινή γλώσσα στα οικονομικά και πολιτικά ζητήματα είναι η αγγλοσαξονική. Οι Εγγλέζοι δεν είναι η πλειοψηφία της Ευρώπης, αλλά αυτή η γλώσσα επικρατεί. Όταν όμως μπούμε σε θέματα κοινωνικής πολιτικής, της έννοιας του κράτους και άλλων θεσμών, είναι η ηπειρωτική Ευρώπη που προβάλλεται περισσότερο. Τώρα τι θα επικρατήσει στο μέλλον είναι κάτι που δεν το ξέρουμε. Αυτό που ενδιαφέρει όμως εμάς, είναι εμείς πώς θα ζήσουμε μέσα σ’ αυτό το χώρο. Εδώ θέλω να πω μερικά πράγματα που πιστεύω ότι είναι αισιόδοξα.
Η νέα εποχή βοηθάει την προώθηση της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας. Και τη βοηθάει για δύο λόγους. Πρώτα απ’ όλα, γιατί είναι μια εποχή ανοικτών κοινωνιών και ανοικτών οριζόντων. Δεύτερον, γιατί η σύγχρονη τεχνολογία φεύγει από τη μαζική παραγωγή και την πειθαρχία της βιομηχανίας και της μαζικότητας και πηγαίνει σε μια εξειδικευμένη απο-μαζικοποιημένη παραγωγή, όπου το άτομο, η πρωτοβουλία και η φαντασία του παίζουν καθοριστικό ρόλο. Και αυτά πιστεύω ότι είναι στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού που έχουν μεγάλη σημασία και είναι δύο «χαρτιά» δυνατά για εμάς. Και εξηγώ.
Πρώτα απ΄ όλα, όσον αφορά την κοινωνία των ανοικτών οριζόντων: οι μεγάλες στιγμές του ελληνικού πολιτισμού ήταν οι στιγμές που οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με άλλους πολιτισμούς. Η μεγάλη ικανότητα του Έλληνα να έχει τις κεραίες του ανοικτές, να δέχεται ιδέες και ρεύματα από άλλους πολιτισμούς και από άλλους λαούς, να συνθέτει αυτές τις ιδέες και να δημιουργεί κάτι που είναι πρωτότυπο, καινούργιο και σημαντικό είναι μια ιδιότητα που την έχουμε διατηρήσει μέσα στους αιώνες. Η εποχή των κλειστών κοινωνιών έχει ξεπεραστεί, η ανοικτή εποχή είναι μια εποχή που μας δίνει τη δυνατότητα να τεντώσουμε τις κεραίες μας, να πάρουμε στοιχεία από άλλους πολιτισμούς, άλλες ιδέες και άλλα ρεύματα, και να συνεχίσουμε την πορεία μας, στη δική μας προσφορά στον παγκόσμιο πολιτισμό.
Δεν είναι τυχαίο, όπου να πάτε θα δείτε πού είναι οι Έλληνες, πού ήταν οι εστίες του ελληνικού πολιτισμού. Ήταν στο σταυροδρόμι των μεγάλων ρευμάτων, των μεγάλων πολιτισμών, στις μεγάλες αγορές, στα μεγάλα παζάρια, στους χώρους που έγιναν οι μεγάλες ανταλλαγές ιδεών και φιλοσοφιών. Και δεν είναι τυχαίο ακόμη ότι και οι μετανάστες οι αγράμματοι που έφυγαν από την Ελλάδα για την Αμερική δεν έγιναν αγρότες στη Μινεσότα και στο Ουισκόνσιν που πήγαν άλλοι, πήγαν στα μεγάλα αστικά κέντρα, στη Νέα Υόρκη, στο Σικάγο, στο Σαν Φρανσίσκο, εκεί που είναι η πολλή φασαρία, εκεί που είναι οι μεγάλες αγορές, εκεί που υπάρχουν τα πολυ-πολιτισμικά κέντρα και ανταλλάσσονται ιδέες. Ακόμα και σήμερα μπορεί να δείτε έναν κτηματομεσίτη στο Σαν Φρανσίσκο τέταρτης γενιάς, που ελάχιστα μιλάει ελληνικά, θα δείτε ότι ο τρόπος που αντιμετωπίζει τη ζωή, η φιλοσοφία του, ο τρόπος που δέχεται νέες ιδέες, ο τρόπος που αντιμετωπίζει τον πόνο, τον φόβο, την ίδια τη ζωή, δεν είναι διαφορετικός από τον δικό μας, δεν είναι διαφορετικός από τα στοιχεία του πολιτισμού που χαρακτήρισαν εμάς, μέσα από τους αιώνες. Αυτό λοιπόν είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα για εμάς.
Το δεύτερο είναι η τεχνολογία, κι εδώ θέλω να επιμείνω. Εμείς δεν είμαστε καλοί στην οργάνωση, δεν είμαστε καλοί στη μαζική παραγωγή, δεν είχαμε ποτέ βιομηχανική ανάπτυξη. Αυτά είναι για λαούς που είναι πολύ πιο πειθαρχημένοι, που ομαδοποιούνται πολύ πιο γρήγορα. Ο χαρακτήρας του Έλληνα είναι χαρακτήρας αναρχικός, θέλει με τις δικές του δυνάμεις να είναι αφεντικό πάνω στο αντικείμενό του, στο εργαλείο του, στη δική του δουλειά. Οι νέες τεχνολογίες που δεν προσφέρουν αύξηση της μυϊκής δύναμης του ανθρώπου, όπως οι τεχνολογίες της βιομηχανικής περιόδου, αλλά αύξηση της πνευματικής του δύναμης, από την πληροφορική ως τα νέα συστήματα, είναι τεχνολογίες που μας ταιριάζουν στο χαρακτήρα και στον πολιτισμό.
Έτσι λοιπόν, πιστεύω ότι έχοντας κάποια στοιχεία που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στη νέα εποχή, μπορούμε να δούμε το μέλλον με αισιοδοξία και μπορούμε να δούμε την επιβίωση αλλά και την προώθηση της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας μέσα στην Ευρώπη, αρκεί όμως να έχουμε γερές, δικές μας, πολιτιστικές βάσεις. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχουμε μια γερή παιδεία, που ακουμπά στη δική μας την ιστορία, στο δικό μας τον πολιτισμό, μια παιδεία πνευματική κι επιστημονική που θα μας επιτρέψει να σταθούμε στα δικά μας πόδια, ισότιμα με τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς.
Σε τελευταία δηλαδή ανάλυση, η επιβίωση του δικού μας πολιτισμού θα εξαρτηθεί από την ποιότητα της παιδείας μας. Αυτό είναι ένα σημαντικότατο θέμα, που μπορούμε να συζητήσουμε μια άλλη φορά.
*Ομιλία του Γεράσιμου Αρσένη σε εκδήλωση που είχε πραγματοποιήσει το 2003 η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ σε αμφιθέατρο της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ με θέμα: «Η διάσωση της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας μέσα στην ΕΕ» (πηγή: garsenis.gr).
Ο διακεκριμένος πολιτικός και οικονομολόγος Γεράσιμος Αρσένης, κεφαλονίτικης καταγωγής, διετέλεσε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και ανέλαβε σημαντικά υπουργικά χαρτοφυλάκια επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ.
Ο Γεράσιμος Αρσένης απεβίωσε στις 19 Απριλίου 2016, σε ηλικία 85 ετών.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις