Τρίτη ηλικία: Σε ποια ηλικία ξεκινάει;
Οι άνθρωποι σήμερα πιστεύουν ότι τα γηρατειά αρχίζουν σε μεγαλύτερη ηλικία από ό,τι παλαιότερα, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Ο ορισμός του γήρατος δεν είναι σταθερός από βιολογικής, δημογραφικής (συνθήκες θνησιμότητας και νοσηρότητας), εργασιακής, συνταξιοδοτικής και κοινωνιολογικής άποψης. Αλλά για στατιστικούς και δημόσιους διοικητικούς σκοπούς, η τρίτη ηλικία λέγεται ότι ξεκινά από 60 ή 65 έτη.
Ωστόσο νέα έρευνα από την Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία (American Psychological Association = APA) δείχνει ότι η αντίληψη των ανθρώπων για τα γηρατειά έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια.
Συγκεκριμένα, ερευνητές από τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες ρωτήσαν 14.000 άτομα «σε ποια ηλικία θα περιγράφατε κάποιον ως ηλικιωμένο;». Οι περισσότεροι 60άρηδες απάντησαν από 75 ετών και άνω.
Σύμφωνα με τη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Psychology and Aging, οι αντίληψη διέφερε μεταξύ των γενεών. Όσο μεγαλύτεροι ήταν οι συμμετέχοντες, τόσο πιο «μακριά» τοποθετούσαν το όριο του γήρατος, υπογραμμίζουν οι συγγραφείς της μελέτης.
To προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί τον τελευταίο αιώνα κατά 6,2 χρόνια χάρη στην πρόοδο της υγειονομικής περίθαλψης και της ιατρικής, καθώς και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Η ερευνητική ομάδα υποστηρίζει ότι αυτό παίζει σημαντικό ρόλο στη «μετατόπιση» του γήρατος.
Ήδη, οι άνθρωποι ζουν δύο φορές περισσότερο απ’ ό,τι ζούσαμε πριν από 150 χρόνια, λόγω της αυξημένης γνώσης για τις ασθένειες και την εξάπλωσή τους.
Ο Richard Faragher, καθηγητής Βιογεροντολογίας του Πανεπιστημίου του Μπράιτον, γράφει σε μια μελέτη ότι «το 1921 οι άνθρωποι δεν έφταναν τα 105 έτη». «Η εκτίμηση των ορίων της μακροζωίας έχει έκτοτε επικριθεί επειδή κάθε «μέγιστο όριο» ζωής που έχει προταθεί μέχρι σήμερα έχει ξεπεραστεί», εξηγεί.
Για παράδειγμα, ο γηραιότερος άνθρωπος που υπήρξε ποτέ έφτασε τα 122 χρόνια και 164 ημέρες. Η Jeanne Calment πέθανε το 1997 και το ρεκόρ της δεν έχει ακόμη ξεπεραστεί. Οι περισσότεροι επιστήμονες συμφωνούν ότι το σημερινό όριο της διάρκειας ζωής μας είναι περίπου 120 χρόνια, κυρίως λόγω των τρόπων που λειτουργεί το ανθρώπινο σώμα.
Μπορούμε να «παγώσουμε» τον χρόνο;
Ένα τεράστιο νέο βήμα στη μάχη ενάντια στη γήρανση και στις (πολλές) νόσους που σχετίζονται μαζί της έκαναν επιστήμονες της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ σε συνεργασία με συναδέλφους τους από το Πανεπιστήμιο του Μέιν και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), όπως ανέφεραν στο επιστημονικό περιοδικό Aging. Οι ερευνητές ανέπτυξαν την πρώτη χημική προσέγγιση αναπρογραμματισμού των ανθρώπινων κυττάρων η οποία μπορεί να τα κάνει να… ξανανιώσουν, κάτι που ως σήμερα ήταν δυνατόν να συμβεί μόνο με εφαρμογή ισχυρής – και πολύ πιο σύνθετης – γονιδιακής θεραπείας.
«Μέχρι πρόσφατα το καλύτερο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να επιβραδύνουμε τη γήρανση. Νέες ανακαλύψεις μαρτυρούν ότι θα μπορούσαμε τώρα να την αναστρέψουμε» ανέφερε ο Ντέιβιντ Σινκλέρ, καθηγητής στο Τμήμα Γενετικής, συνδιευθυντής του Κέντρου για τη Βιολογία και την Ερευνα στη Γήρανση Paul F. Glenn στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και επικεφαλής της μελέτης.
Η ομάδα του Χάρβαρντ οραματίζεται ένα μέλλον στο οποίο οι νόσοι του γήρατος θα μπορούν να θεραπεύονται αποτελεσματικά, τα τραύματα θα επουλώνονται ταχύτερα και καλύτερα και το όνειρο της αναζωογόνησης ολόκληρου του ανθρώπινου οργανισμού θα αποτελέσει πραγματικότητα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις