Η «φλεγόμενη» Μέση Ανατολή και το μέλλον της Παλαιστίνης
Παρά το τελευταίο αμερικανό βέτο στον ΟΗΕ, οι πιέσεις για διεθνή αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους εντείνονται σε θολό τοπίο
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- Πρόστιμα 5,5 εκατ. για αισχροκέρδεια σε 8 πολυεθνικές - Για ποιες εταιρείες χτυπάει η καμπάνα
- O Έλον Μασκ στο μικροσκόπιο για διαρροή κρατικών μυστικών
Δεδομένης της «ακλόνητης» στήριξης της κυβέρνησης Μπάιντεν στο Ισραήλ από την αρχή του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, -όπως και πριν εξάλλου- κανείς επί της ουσίας δεν έπεσε από τα σύννεφα με τη στάση των ΗΠΑ στην κρίσιμη ψηφοφορία στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για την Παλαιστίνη τα ξημερώματα της 19ης Απριλίου.
Και δη, μόλις λίγες ώρες προτού το Τελ Αβίβ απαντήσει στην πυραυλική επίθεση που είχε δεχθεί πέντε ημέρες νωρίτερα από το Ιράν.
Το βέτο που άσκησαν οι Αμεριακανοί στην ένταξη της Παλαιστίνης ως κράτους-πλήρους μέλους στον ΟΗΕ ήταν προδιαγεγραμμένο.
Κι όμως, την Παλαιστίνη ήδη αναγνωρίζουν σήμερα 139 από τα 193 μέλη του ΟΗΕ, συν το Βατικανό που έχει καθεστώς «κράτους μη μέλους παρατηρητή».
Αντίστοιχα, 165 έχουν αναγνωρίσει το Ισραήλ ως κράτος.
Καθώς ο πόλεμος μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς στη μαρτυρική Λωρίδα της Γάζας συνεχίζεται για έβδομο μήνα, εν μέσω διεθνούς κατακραυγής για τη σφαγή αμάχων και τη σπειροειδή ανθρωπιστική κρίση, οι φωνές για διεθνή αναγνώριση της Παλαιστίνης όλο και πυκνώνουν.
Το μείζον ερώτημα είναι πώς, πότε και σε ποιο πλαίσιο.
Παρά τις διαψεύσεις του Ισραήλ περί σχεδίου βίαιου μαζικού εκτοπισμού των Παλαιστινίων, οι ακροδεξιοί κυβερνητικοί εταίροι στην κυβέρνηση Νετανιάχου συνεχίζουν να μιλούν ανοιχτά για αυτό ακριβώς δημόσια.
Οι φόβοι εντείνονται εκ νέου με την επικείμενη επέκταση της ισραηλινής εισβολής στη Ράφα, στα σύνορα της Λωρίδας της Γάζας με την Αίγυπτο, όπου σήμερα στιβάζεται πάνω από το ήμισυ των περίπου 2,3 εκατομμυρίων κατοίκων του παλαιστινιακού θύλακα.
Στη συντριπτική πλειονότητα είναι ήδη εσωτερικά εκτοπισμένοι.
Στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, εν τω μεταξύ, η υφιστάμενη κυβέρνηση του Ισραήλ -όπως και όλες οι προηγούμενες υπό τον Μπενιαμίν Νετανιάχου- δημιουργεί διαρκώς νέα τετελεσμένα επί του εδάφους.
Γίνεται με τον χαρακτηρισμό παλαιστινιακών εδαφών «κρατική γη» του Ισραήλ, την ανέγερση όλο και περισσότερων παράνομων ισραηλινών οικισμών και, πλέον, με τον εξοπλισμό εβραίων εποίκων.
«Πολύ λίγo, πολύ αργά» ή «ποτέ δεν είναι αργά»;
Παρά τις δημόσιες διακηρύξεις της κυβέρνησης Μπάιντεν περί στήριξης της λύσης των δύο κρατών -με ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος στα σύνορα προ του 1967 δίπλα στο Ισραήλ- δεν έχει πράξει μέχρι σήμερα τίποτε προς αυτή την κατεύθυνση.
Αντιθέτως.
Δεν έχει αναιρέσει καν την απόφαση επί προεδρίας Τραμπ για αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως «αδιαίρετης πρωτεύουσας» του Ισραήλ, αν και ο ανατολικός τομέας της είναι κατεχόμενος.
Παρά τις σχετικές δεσμεύσεις, δεν έχει επαναλειτουργήσει το Γενικό Προξενείο των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, που μέχρι το 2018 εξυπηρετούσε τους Παλαιστίνιους.
Μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο -εν μέσω διεθνούς κατακραυγής για το αιματοκύλισμα στη Γάζα και εμφανών πολιτικών παρενεργειών στην προεκλογική εκστρατεία του Τζο Μπάιντεν για την επανεκλογή του τον Νοέμβριο- ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Άντονι Μπλίνκεν, υπαινίχθηκε αλλαγή του «δόγματος Πομπέο».
Κοντολογίς επαναβεβαίωσε το πρόδηλο: ότι η επέκταση των οικισμών εβραίων εποίκων στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη συνιστά παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Όψιμα, οι ΗΠΑ και η Βρετανία δηλώνουν πλέον ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο αναγνώρισης του κράτους της Παλαιστίνης μετά τη λήξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, ενόσω αυτός κινδυνεύει να επεκταθεί στη Μέση Ανατολή.
Στην Ευρώπη ωστόσο έχουν πλέον αρχίσει να εκδηλώνονται μεμονωμένα σχετικές, πρωτοβουλίες προ μιας διεθνούς συμφωνίας επί του παλαιστινιακού, που χάσκει εδώ και τρεις δεκαετίες, μετά τις Συμφωνίες του Όσλο.
Μπροστάρης σε αυτή την κατεύθυνση έχει μπει η Ισπανία.
Η κυβέρνηση υπό τον Σοσιαλιστή Πέδρο Σάντσεθ ενεργοποίησε αυτή τη συζήτηση στις αρχές Μαρτίου.
Συμφώνησε με τους ηγέτες της Ιρλανδίας, της Μάλτας και της Σλοβενίας να προωθήσουν στην ΕΕ την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους.
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση της Μαδρίτης -η μοναδική εκ των «27» που έχει αποφασίσει εμπάργκο όπλων στο Ισραήλ- επιμένει στο χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει.
Όπως ανακοίνωσε πρόσφατα ο Σάντσεθ, η Ισπανία θα αναγνωρίσει μονομερώς το κράτος της Παλαιστίνης πριν από τον Ιούλιο.
Η διχασμένη (και πάλι) Ευρώπη
Κατά τα λοιπά επικρατεί η γνωστή «κακοφωνία» στην ΕΕ, κορυφαίο οικονομικό εταίρο του Ισραήλ και μεγαλύτερο δωρητή στην Παλαιστινιακή Αρχή.
Μέχρι στιγμής, λίγα μέλη της έχουν αναγνωρίσει μεμονωμένα την Παλαιστίνη.
Σε αυτά δεν συγκαταλέγεται η Ελλάδα.
Η Σουηδία είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που το έχει πράξει ως μέλος της ΕΕ.
Άλλα οκτώ νυν κράτη μέλη της -συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου- έκαναν την κίνηση πριν ενταχθούν στην Ένωση.
Όμως, ως σύνολο, η ΕΕ δεν αναγνωρίζει την Παλαιστίνη.
Για ιστορικά προφανείς λόγους, ένεκα Ολοκαυτώματος, η Γερμανία στηρίζει αναφανδόν το Ισραήλ.
Για την ακρίβεια, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πωλητής όπλων στο Τελ Αβίβ, μετά τις ΗΠΑ και πριν από την Ιταλία.
Από τα μεγάλα κράτη της ΕΕ, μόνο η Γαλλία έχει αφήσει ακροθιγώς ανοιχτό το ενδεχόμενο αναγνώρισης της Παλαιστίνης, με τον πρόεδρο Μακρόν να δηλώνει τον Φεβρουάριο ότι το θέμα «δεν είναι ταμπού».
Στους σφοδρούς επικριτές του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας ανήκει αντίθετα το Βέλγιο, που ασκεί το τρέχον εξάμηνο την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ.
Οι εκκλήσεις για την επιβολή κυρώσεων από τους Ευρωπαίους στο Ισραήλ, με αναστολή των εμπορικών σχέσεων ή την επιβολή εμπάργκο όπλων, πέφτουν πάντως στο κενό.
Στο φόντο είναι οι φόβοι αρνητικών επιπτώσεων στις σχέσεις με τις ΗΠΑ -τον κορυφαίο σύμμαχο του Ισραήλ- εν μέσω ενός όλο και πιο αδιέξοδου πολέμου στην Ουκρανία.
Μόλις στις 19 του μήνα ανακοινώθηκαν ευρωπαϊκές κυρώσεις σε βάρος εξτρεμιστών εποίκων στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη και στην επίσης κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Πρόκειται ωστόσο μόλις για τέσσερα πρόσωπα και δύο οντότητες, που κατηγορούνται για «σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος Παλαιστινίων».
Έπονται δε ανάλογων, εξίσου μικρής έκτασης κυρώσεων που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση Μπάιντεν κατά εξτρεμιστών εποίκων.
Εγκλωβισμένη έτσι στις διαφωνίες της και στο ρόλο του ουραγού, η Ευρώπη κρατά στάση αναμονής για το αμερικανικό σχέδιο που θα διαμορφώσει την επόμενη ημέρα στο παλαιστινιακό και στη Μέση Ανατολή.
Η αραβική «συνενοχή»
Στον αραβικό κόσμο επικρατεί εν τω μεταξύ ένα περίεργο μούδιασμα.
Σε αντίθεση με τις δυτικές πρωτεύουσες -και με μοναδική ίσως εξαίρεση την Ιορδανία– οι δρόμοι στις χώρες της Μέσης Ανατολής δεν κατακλύζονται από διαδηλωτές κατά του Ισραήλ και υπέρ της Παλαιστίνης.
Ένας λόγος είναι η καταστολή.
Ένας δεύτερος είναι η στάση των ηγεσιών τους και η γενικευμένη αίσθηση ενός αδιεξόδου.
Από την υπογραφή των -αμερικανικής εμπνεύσεως- Συμφωνιών του Αβραάμ το 2020 και μέχρι την 7η Οκτωβρίου, η γενικότερη αίσθηση ήταν ότι το παλαιστινιακό θάβεται «κάτω από το χαλί».
Μοιραία, η επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ και ο μετέπειτα πόλεμος στη Γάζα έβαλε στον «πάγο» τη δρομολογούμενη ιστορική εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας, «κορωνίδα» μιας συνολικότερης διευθέτησης.
Επί της ουσίας το αμερικανικό σχέδιο γεωπολιτικής αναδιάταξης στη Μέση Ανατολή με την αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ από τον αραβικό κόσμο -που ξεκίνησε επί προεδρίας Τραμπ και συνεχίστηκε επί Μπάιντεν- περιελάμβανε μόνο θεωρητικά την επίλυση του παλαιστινιακού, χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα και χωρίς καν τη συμμετοχή των ίδιων των Παλαιστινίων.
Δημιούργησε πρόσφορο έδαφος για τη ριζοσπαστικοποίηση, σε συνδυασμό με τους περιφερειακούς γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και την ισραηλινή πολιτική «διαίρει και βασίλευε» στα παλαιστινιακά εδάφη.
Το τέλμα των ισραηλινο-παλαιστινιακών ειρηνευτικών συνομιλιών συνέβαλε στην απονομιμοποίηση της Παλαιστινιακής Αρχής, μαζί με τις δικές της ευθύνες για τη χρόνια μη διεξαγωγή εκλογών και για την ενδημική διαφθορά.
Τώρα, τα σχέδια για την επόμενη ημέρα παραμένουν εξαιρετικά θολά, με τη Μέση Ανατολή σε αναβρασμό.
Με τις ΗΠΑ σε μια κρίσιμη εκλογική χρονιά, με «στραπατσαρισμένη» την ηγεμονική ισχύ τους και ορατή την προοπτική επανόδου του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Με το Ισραήλ διχασμένο, υπό μια κλυδωνιζόμενη ακροδεξιά κυβέρνηση και έναν πρωθυπουργό που δίνει μάχη πολιτικής επιβίωσης, ενώ δικάζεται για διαφθορά.
Και κυρίως, με αναπάντητα τα αίτια που κατέστησαν την εξτρεμιστική ισλαμιστική Χαμάς «πρωταγωνιστή» στις εξελίξεις.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις