Ο Γιώργος Γεννηματάς έχει ήδη ένα σπάνιο όσο και τραγικό προνόμιο στην ελληνική πολιτική ιστορία: τιμάται όσο λίγοι για όσα ως πολιτικός διέπραξε· αλλά θρηνείται όσο ακόμα λιγότεροι για τις ελπίδες οι οποίες τον συνόδευαν ως βεβαιότητες για το μέλλον. Γιατί ο Γιώργος Γεννηματάς συμβόλισε όσο κανείς άλλος την ελπίδα όταν αυτή συνδυάζεται με αξιοπιστία.

Σήμερα η απώλεια καθιστά απολύτως σαφές ότι λίγοι πολιτικοί κέρδισαν τόσο πολύ την αγάπη του λαού, συνδεδεμένοι με τη βεβαιότητα μιας καλύτερης πορείας, με την προσωπική αξιοπιστία ενός φερέγγυου πολιτικού λόγου.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 30.4.1994, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Αυτή τη σπάνια και κορυφαία θέση στην ελληνική πολιτική ζωή ο Γιώργος Γεννηματάς δεν την κληρονόμησε ως τιμάριο μιας οικογενειακής παράδοσης· ούτε την απέκτησε ως αποτέλεσμα μιας ειδικής εύνοιας της τύχης. Την κατέκτησε σε μια ανοδική πορεία είκοσι χρόνων, στη διάρκεια της οποίας από στέλεχος ενός ορισμένου κομματικού χώρου, του ΠΑΣΟΚ, μετεβλήθη σε πολιτική προσωπικότητα εθνικής εμβέλειας και διακομματικής αποδοχής.

Το βασικό γνώρισμα της πολιτικής σκέψης του Γιώργου Γεννηματά ήταν η διαλεκτική, η σύνθεση των απόψεων, ώστε η πολιτική να συνδυάζει τη δημοκρατία στη λήψη των αποφάσεων και την αποτελεσματικότητα στην πρακτική εφαρμογή τους.


Ο ίδιος απέδιδε την τάση της σύνθεσης που τον χαρακτήριζε στις οικογενειακές του καταβολές. Εδώ και τρεις γενιές η οικογένεια Γεννηματά είχε ζήσει και τους δύο διχασμούς: εκείνον του Βενιζέλου και τον διχασμό της δεκαετίας του ’40. Ο Γιώργος Γεννηματάς θέλησε εμπράκτως να άρει τον διχασμό από την ελληνική πολιτική ζωή. Και το επέτυχε σε μεγάλο βαθμό υπερνικώντας στην πορεία τον δογματισμό, που είναι ο πυρήνας κάθε διχασμού.

Γιατί πράγματι και ο ίδιος, χάρη στη συγκυρία της χούντας και τους ακραίους ιδεολογισμούς της μεταπολίτευσης, ξεκίνησε την πολιτική του διαδρομή με ένα σύστημα αντιλήψεων που του χάρισε επί μακρόν τον τίτλο του σκληρού μαρξιστή. Ήταν άδικο, από τότε. Διότι η κριτική συνέχεε την αταλάντευτη επιμονή σε αρχές με τη δογματική επιμονή σε προκαταλήψεις· ενώ ο Γιώργος Γεννηματάς σύντομα απέδειξε ότι έχει το χάρισμα του μεγάλου πολιτικού: να διδάσκεται από την εξέλιξη και τα πραγματικά δεδομένα των προβλημάτων και να προσαρμόζει χωρίς υποχώρηση στις αρχές τις πολιτικές του επιλογές σε ένα πλαίσιο ρεαλιστικών αποφάσεων και κατευθύνσεων. Ο ίδιος προσδιόριζε τη σκέψη του ότι κινείται πάντοτε «με λογισμό και όνειρο».


Έτσι, την περίοδο ’81- ’89, είτε με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης είτε στις μεγάλες μεταρρυθμίσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση είτε στο Εθνικό Σύστημα Υγείας είτε στο πρωτοποριακό νομοθετικό έργο στο υπουργείο Εργασίας, ο Γιώργος Γεννηματάς ήταν ανοιχτός στον διάλογο και έτοιμος να αποδεχθεί κάθε δημιουργική κριτική στην πράξη.

Αν αυτό ίσχυε στην κυβερνητική του θητεία, το ίδιο επεδίωξε ο Γιώργος Γεννηματάς στην κομματική του διαδρομή. Συνέβαλε όσο λίγοι στην ιδεολογική και πολιτική ενηλικίωση του ΠΑΣΟΚ και στη μεταβολή του σε ένα ευρωπαϊκού προσανατολισμού σοσιαλιστικό κόμμα.

Στήριξε σταθερά τους κομματικούς θεσμούς δημοκρατίας και διαλόγου στην κομματική ζωή. Πρωτοστάτησε γενικότερα στον εκσυγχρονισμό του πολιτικού λόγου και της κομματικής πρακτικής του ΠΑΣΟΚ· έτσι ώστε δικαίως να κατακτήσει αργά και σταθερά όχι μόνον τη μείζονα κομματική αποδοχή, αλλά να θεωρηθεί από όλους τους κομματικούς χώρους ως ο φυσικός διάδοχος του κ. Ανδρέα Παπανδρέου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ.


Ωστόσο, είναι κοινή συνείδηση ότι η απώλεια του Γιώργου Γεννηματά δεν φτωχαίνει μόνον το ΠΑΣΟΚ, αλλά το σύνολο της πολιτικής μας ζωής. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι ο Γιώργος Γεννηματάς είχε καλλιεργήσει με τεράστια εσωτερική πειθώ την ιδέα ενός εθνικού διαλόγου και μιας μείζονος συναίνεσης για την αντιμετώπιση των μεγάλων θεμάτων της χώρας. Στη διάρκεια της «οικουμενικής» ο Γ. Γ. έδωσε το μέτρο αυτής της αντίληψης, έτσι ώστε να αναδείξει στην πράξη την άποψή του. Ακόμα και χθες, για παράδειγμα, ένας διάλογος του Γ. Γ. με τον κ. Μ. Έβερτ ή τον κ. Γ. Σουφλιά θα είχε ισοδύναμη αμοιβαία αξία όπως αν διαλέγονταν στενοί και δοκιμασμένοι συνεργάτες. Το ίδιο θα ίσχυε με ένα ευρύτατο φάσμα δυνάμεων της Αριστεράς.


Πολιτικός του οράματος και του ονείρου, τίμιος, απλός και αδέκαστος στην προσωπική του ζωή, την κυβερνητική και πολιτική θητεία, ευπρόσιτος, ευπροσήγορος, με έναν πηγαίο ανθρωπισμό, αγαπήθηκε εξίσου πηγαία από τον λαό. Ταυτόχρονα ρεαλιστής και αποδοτικός πολιτικός, ο Γιώργος Γεννηματάς συμβόλιζε το μέλλον και την ελπίδα που συνόδευε την ακεραιότητα και αξιοπιστία την οποία εξέπεμπε. Κατά τούτο, η απώλειά του είναι πραγματικά δυσαναπλήρωτη.


Αλλά ο Γιώργος Γεννηματάς δεν υπήρξε μόνος. Ούτε στον κομματικό του χώρο ούτε στην πολιτική ζωή. Έτσι ώστε η μεγαλύτερη τιμή στη μνήμη του να είναι η δικαίωση στην πράξη της πολιτικής του υποθήκης: ως στάση ζωής, ως δημόσιο ήθος, ως πολιτικός της αποτελεσματικότητας, ως πολιτικός της εθνικής ευαισθησίας, της αξιοπρέπειας που την συνοδεύει και της υπερηφάνειας που δημιουργεί όταν γίνεται πολιτική πράξη.

*Άρθρο του πολιτικού και δημοσιογράφου Πέτρου Ευθυμίου, που έφερε τον τίτλο «Ο θάνατος μιας ελπίδας» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 30 Απριλίου 1994, λίγες μόλις ημέρες μετά το θάνατο του Γιώργου Γεννηματά.


«ΤΑ ΝΕΑ», 26.4.1994, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο Γιώργος Γεννηματάς έφυγε από τη ζωή στις 25 Απριλίου 1994, σε ηλικία 55 μόλις ετών.