«Γιατί βουνό ήμουν κι’ εγώ και πιο ψηλό απ’ τ’ άλλα…»
Στο βουνό, δεμένο με τη μυθολογία, την ιστορία και την παράδοση, ιερουργεί ακόμα ένας κόσμος πιστών
«Ο ορειβάτης πέθανε». Ποιος θα του συνθέση το τραγούδι; Του αξίζει ο επιτάφιος θρήνος. […] Ο Ιωσήφ Αποστολίδης έπεσε σε υψόμετρο 2.700 στις πλαγιές του Ολύμπου. Κει πάνω δεν υπάρχουν ηλικίες. Υπάρχουν μικρά και μεγάλα παιδιά. Νέοι και ώριμοι, όλοι με την απλότητα στη νοοτροπία, την ψυχή παιδιού, σχημάτισαν την ομάδα τους, και τις μέρες που εμείς προσκυνούσαμε την Ανάσταση του Κυρίου αυτοί ανέβαιναν προς την κατοικία άλλων θεών, που υπήρξαν οι πρώτοι θεοί της Γης των Ελλήνων.
Παραστράτησαν όμως δυο από την ομάδα, ο αρχηγός (σ.σ. ο Αποστολίδης) και ο φοιτητής Ιωαννίδης. Τους βρήκαν στην περιοχή του Μύτικα. Νεκρός ο πρώτος.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 8.5.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ένας θάνατος στους πολλούς, θα πήτε. Τόσο παστρικός όμως. Τόσο ωραίος, θάλεγα. Έχει κι’ ο θάνατος την ομορφιά και την ασχήμια του. Θάνατοι και θάνατοι. Θάνατος ήταν και της κοπέλλας του Παγκρατίου που της κέντησαν με σουγιά την πλάτη. Θάνατος και της μητέρας που την έρριξαν νεκρή στα Άνω Πατήσια οι σφαίρες του αστυφύλακα. Θάνατος και του ίδιου του αστυφύλακα που έπεσε από τον γκρεμό ενός λατομείου. Θάνατος και αυτός που έρχεται βενζινοκίνητος και τροχοφόρος να μας συνθλίψη κάτω από τις ρόδες αυτοκινήτων και να μας τυλίξη με τ’ ακάθαρτο πετρέλαιό του. Θάνατος και ο χτεσινός του δεκάχρονου αγοριού, θύματος της τσαπατσουλιάς μας.
Εκεί όμως… Στα δύο εφτακόσια μέτρα, κάτω από τη σκιά του Δία, το άσπρο χιόνι έγινε σινδόνη καθαρή που, άσπιλη, αμόλυντη, άχραντη, περιτύλιξε τον νεκρό.
Ένας θάνατος μέσα στα χιόνια, που έρχεται να μας πη ότι πέρα από τη σκονισμένη Ελλάδα που καφενίζεται, χαρτοπαίζει, πολιτικολογεί, ερωτολογεί, σαχλολογεί, κομπινάρει, περνά τις ώρες της σαν τυφλόμυγα σε σκοτεινές αίθουσες κινηματογράφων, υπάρχει και άλλη, η μικρή και παστρική Ελλάδα που περιμένει τη σχόλη για να περάση στα πόδια άρβυλα, να φορέση μπερεδάκι, να ρίξη στον ώμο τον εκδρομικό σάκκο και ν’ αναζητήση σε βουνοκορφές την αγαλλίαση.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 8.5.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Το ευγενικό σπορ. Και τόσο ελληνικό. Είναι και θάλασσα, είναι όμως και βουνό η Ελλάδα. Σειρήνες πλοίων, αλλά και φλογέρες βοσκών. Οι κάμποι αποτελούν τη σύντομη διακοπή των ορεινών συγκροτημάτων μας. Πετάξτε με αεροπλάνο να το δήτε. Ορεινοί οι πρώτοι θεοί μας. Ορεινές οι μούσες μας. Απ’ τα βουνά ροβολά η Κλεφτουριά, βουνήσιο το δημοτικό τραγούδι.
Και αγνοήσαμε τόσο το βουνό. Ένα ξενοδοχείο κάποιας κλάσεως —ένα στις εκατοντάδες των παραθαλάσσιων μεγάρων— χτίσαμε σε βουνό κι’ έπνιξε η οργή το Πανελλήνιο.
Στο βουνό, δεμένο με τη μυθολογία, την ιστορία και την παράδοση, ιερουργεί ακόμα ένας κόσμος πιστών. Ελάχιστοι αλλά και τόσο παθιασμένοι.
Προχτές ακόμα με ξάφνιασε παλιός φίλος του βουνού. Λεβεντόγερος, βουνό κι’ αυτός, στην κορμοστασιά, με φουντωτό το λευκό του μουστάκι ο Γιάννης Λουκόπουλος, ήρθε να φέρη το κύκνειό του. Αποχαιρετισμός στο βουνό. «Επί τη εισόδω μου εις το 74ον έτος της ηλικίας μου και λόγω καρδιακής αρρυθμίας, μη δυνάμενος ν’ ανεβαίνω εις τας κορυφάς των πολυαγαπημένων μου βουνών…» Ακολουθεί το τραγούδι:
«Ορέ βουνά, μην καμαρώνετε, μην τόχετε καμάρι, γιατί βουνό ήμουν κι’ εγώ και πιο ψηλό απ’ τ’ άλλα. Κι’ ενώ με χαίρονταν οι κορφές, οι κάμποι με γελούνε. Γιατί ο δόλιος γέρασα και δεν μπορώ ν’ ανέβω».
Ο Ιωσήφ (Γιώσος) Αποστολίδης (1907-1964)
Δεν προτείνω τους στίχους για το Νόμπελ της ποιήσεως. Νιώθω όμως τον καϋμό και χαίρομαι την αγνότητά τους.
Ο Ιωσήφ Αποστολίδης δεν έζησε για να συνθέση το αποχαιρετιστήριό του. Έπεσε σε στιγμές αναβάσεως στις λευκές επάλξεις. Παστρικά, όμορφα, λεβέντικα, αντρίκια. Οι νύμφες του βουνού καλύπτουν τον νεκρό με τους πέπλους των, θεοί και θεές προεξάρχουν στην εκφορά, και οι ορειβάτες όλου του κόσμου, απλά και σεμνά, βγάζουν τα μπερεδάκια τους και τον κατευοδώνουν.
*Άρθρο του Παύλου Παλαιολόγου, που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» πριν από εξήντα ακριβώς χρόνια, στις 8 Μαΐου 1964, ημέρα Παρασκευή. Το κείμενό του, που επιγράφεται «Σε λευκές επάλξεις», ήταν αφιερωμένο στους λάτρεις των ελληνικών βουνών, στους παθιασμένους φίλους τους.
Στο ίδιο φύλλο του «Βήματος», ακριβώς πάνω από το χρονογράφημα του Παλαιολόγου, αναφέρονταν μεταξύ πολλών άλλων τα εξής:
Ο ριψοκίνδυνος ορειβάτης και άσσος των αναρριχήσεων Ιωσήφ Αποστολίδης, που εύρε τραγικόν θάνατον την Δευτέρα του Πάσχα εις τας χιονισμένας κορυφάς του Ολύμπου, ενταφιάζεται σήμερον την πρωίαν εις την Θεσσαλονίκην. Πάνω εις τον τάφον του θα φυτευθή δενδρύλλιον ελάτου και θα εναποτεθή χώμα που μετεφέρθη από την κορυφήν του Μύτικα υπό δύο ομίλων ορειβατών.
[…]
Έξη ώρες μετά την τραγικήν πτώσιν εις το βάθος της χαράδρας ο αχώριστος σύντροφος των ελληνικών βουνών άφησε την τελευταίαν του πνοήν κάτω από τον Μύτικα, εις υψόμετρον 2.700 μέτρων, κοντά στον θρόνο του Δία. Εις την θέσιν αυτήν ο Αποστολίδης ψυχορραγούσε επί έξη συνεχείς ώρες. Τα βογγητά του έσχιζαν την καρδιά του νεαρού συντρόφου του Δημοσθένη Ιωαννίδη, ο οποίος ευρίσκετο πάνω από το κεφάλι του ετοιμοθάνατου, προσπαθώντας να του προσφέρη κάθε δυνατή βοήθεια. Εκεί, μέσα στη λευκή μοναξιά, κατά τις 6 το απόγευμα, ο Αποστολίδης, σαν να προαισθάνθηκε τον θάνατό του, εσταύρωσε μόνος τα χέρια του και εσφράγισε για πάντα τα χείλη, ενώ πάνω εις το νεκρό πλέον κορμί του έπεφταν τα δάκρυα του νεαρού Δημοσθένη Ιωαννίδη.
- Τραμπ και ελληνοτουρκικά – Τι πιστεύουν οι Έλληνες, ένας πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και ένας πανεπιστημιακός
- Masdar: Με όχημα την ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ σχεδιάζει off shore αιολικά και φωτοβολταϊκά 6 GW σε Ελλάδα και Ισπανία
- Διαγραφή Σαμαρά: Κάνει ζυμώσεις για κόμμα – Όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά
- Μέσω ΑΣΕΠ οι προσλήψεις στη Δημοτική Αστυνομία
- Ο Φουκώ διαβάζει Χέγκελ
- Βατικανό: Μπορείτε να περιηγηθείτε ψηφιακά στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου χάρη στην τεχνητή νοημοσύνη