Γεραπετρίτης: «Άκαιρη» επίσκεψη Ράμα – Στόχος, κατανόηση και στοιχειώδης ειλικρίνεια στα ελληνοτουρκικά
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης επισήμανε ότι «τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία υπάρχουν βασικές θέσεις, από τις οποίες δεν πρόκειται να αποκλίνουμε»
Την Δευτέρα, κατά τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στην Άγκυρα, θα πρέπει να περιμένουμε μια «ειλικρινή συζήτηση», στην οποία θα τεθούν τα θέματα που πρέπει, ακόμη και «ακανθώδη», μεταξύ των δύο ηγετών και θα χαραχθεί ένα χρονοδιάγραμμα για τα επόμενα βήματα, που αφορούν στη θετική ατζέντα, τον πολιτικό διάλογο και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στον ρ/σ Σκάι.
«Είναι κρίσιμο να μη δραματοποιούμε τις συναντήσεις που γίνονται μεταξύ των ηγετών της Ελλάδας και της Τουρκίας και να τις αντιλαμβανόμαστε ως κανονικές επισκέψεις εργασίας, αυτές που γίνονται μεταξύ των δύο χωρών», επισήμανε ο υπουργός Εξωτερικών και σημείωσε πως δεν πέρασε από το μυαλό της κυβέρνησης να αλλάξει κάτι στην επίσκεψη, παρά την «εξαιρετικά απογοητευτική εξέλιξη» με την μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί.
«Ήταν απογοητευτική για τον χρονισμό στον οποίο συνέβη, κυρίως όμως για την ουσία», προσέθεσε και τόνισε πως το ζήτημα θα τεθεί ενώπιον του Τούρκου προέδρου και του υπουργού του των Εξωτερικών, «ακριβώς για να αντιληφθούν και εκείνοι την πόσο πολύ μεγάλη σημασία έχει όχι μόνο για την Ελλάδα, για την οικουμένη ολόκληρη».
«Βασικές θέσεις των δύο χωρών δεν πρόκειται να αλλάξουν»
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης επισήμανε ακόμη ότι «τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία υπάρχουν βασικές θέσεις, από τις οποίες δεν πρόκειται να αποκλίνουμε».
Και εξήγησε πως «ήταν εξαρχής μία βασική παραδοχή, ότι οι βασικές θέσεις δεν πρόκειται να αλλάξουν, όχι επειδή είναι εδραιωμένες από μακρού χρόνου, αλλά είναι μέρος της εθνικής στρατηγικής των δύο χωρών που καλλιεργείται για δεκαετίες και το οποίο θα συνεχίσει να καλλιεργείται», προσθέτοντας πως «εκείνο το οποίο επιδιώκουμε μέσω της ελληνοτουρκικής προσέγγισης είναι πρώτα από όλα να έχουμε μία περίοδο ησυχίας».
«Όσο υφίσταται το αγκάθι της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης δεν μπορούμε να θεωρούμε δεδομένο ότι θα έχουμε μια μακρά ειρήνη στην περιοχή μας»
Σημείωσε δε πως, τον τελευταίο χρόνο, έχουν σχεδόν μηδενιστεί οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου, ενώ ανέφερε πως διατηρεί μία «ανοιχτή και ειλικρινή επικοινωνία» με τον Τούρκο ομόλογό του και συζητά για όλα τα θέματα τα οποία προκύπτουν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ακόμα και για τα μικρά. Τόνισε, άλλωστε, πως είναι εξαιρετικής σημασίας η πρόληψη των κρίσεων.
Επιπλέον, παρατήρησε πως, τον τελευταίο χρόνο, έχουμε μία «δραματική μείωση» στις μεταναστευτικές ροές, καθώς υπάρχει ένα κανάλι συνεργασίας και επικοινωνίας, ώστε να συνεργάζονται οι ελληνικές και τουρκικές αρχές στην καταπολέμηση των δικτύων.
«Όλες αυτές οι συνθήκες είναι πολύ σημαντικές για να μπορέσουμε να έχουμε ένα επίπεδο, όχι κατ’ ανάγκη συμφωνία σε όλα, αλλά να έχουμε ένα επίπεδο αμοιβαίας κατανόησης και στοιχειώδους ειλικρίνειας», υπογράμμισε.
«Η τουρκική εμμονή είναι μέρος της δικής της ατζέντας»
Παράλληλα, ο υπουργός Εξωυερικών σημείωσε πως υπάρχει «μία εμμονή στις βασικές θέσεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, είναι ένα μέρος της δικής τους ατζέντας. Όπως κι εμείς έχουμε πολύ συγκεκριμένες θέσεις, οι οποίες βασίζονται στο διεθνές δίκαιο και από τις οποίες δεν πρόκειται να αποκλίνουμε ποτέ».
«Υπάρχουν σημεία για τα οποία δεν θα μπούμε καν σε διαπραγμάτευση», τόνισε και προσέθεσε πως «τα ζητήματα της δικής μας κυριαρχίας δεν είναι ζητήματα διαλόγου. Η κυριαρχία αποτελεί ένα εσωτερικό, αδιαπραγμάτευτο, αναπαλλοτρίωτο στοιχείο, το οποίο δεν πρόκειται ποτέ να θέσουμε σε συζήτηση», υπογραμμίζοντας ότι «δεν πρόκειται ποτέ να μιλήσουμε ούτε για αποστρατιωτικοποίηση, για θέματα τα οποία έχουν να κάνουν με την προστασία της θρησκευτικής μειονότητας, για θέματα που ανήκουν στον σκληρό πυρήνα του κράτους».
Για το ζήτημα της ένταξης της «Γαλάζιας Πατρίδας» στα σχολικά βιβλία ανέφερε πως επρόκειτο για μία ανάρτηση, μια δημόσια διαβούλευση ενός σχεδίου προγράμματος, και πως η Ελλάδα θα περιμένει να δει τι θα ενταχθεί στο τέλος της ημέρας και θα πράξει τα αναγκαία.
«Είμαστε έτοιμοι να πράξουμε τα αναγκαία, δεν πρόκειται να απεμπολήσουμε κανένα δικαίωμά μας. Από την άλλη πλευρά, είναι προτιμότερο να έχουμε μία ήσυχη γειτονιά σε ένα διεθνές ασταθές περιβάλλον, παρά να βρισκόμαστε ανά πάσα στιγμή με το δάχτυλο στη σκανδάλη και να περιμένουμε», είπε χαρακτηριστικά.
«Αν δεν λύσουμε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, δεν είναι δεδομένη μια μακρά ειρήνη»
«Η ετοιμότητά μας αποτυπώνεται στη μείζονα ενίσχυση της εθνικής μας άμυνας τα τελευταία χρόνια, την οποία δεν είχε γνωρίσει ποτέ η Ελλάδα. Η ενίσχυση υπάρχει, μας δίνει μια ασφάλεια και αυτοπεποίθηση πολύ περισσότερη», σημείωσε και πρόσθεσε: «Από την άλλη, είναι χρέος μας προς τις επόμενες γενιές να αφήσουμε μια παρακαταθήκη ησυχίας στην ευρύτερη περιφέρειά μας».
Ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως «η ηρεμία, η εθνική ασφάλεια η εθνική αυτοπεποίθηση δεν περνάει μέσα από ανέξοδους βερμπαλισμούς, ούτε από επικίνδυνους ελιγμούς στο πεδίο. Περνά μέσα από το διάλογο, περνά μέσα από τη διαβούλευση, μέσα από την ισχύ και την αυτοπεποίθηση».
«Όσο υφίσταται το αγκάθι της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης δεν μπορούμε να θεωρούμε δεδομένο ότι θα έχουμε μια μακρά ειρήνη στην περιοχή μας», τόνισε ωστόσο, σημειώνοντας πως, για το λόγο αυτό, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο ίδιος έχουν τονίσει ότι είναι μέσα στις επιδιώξεις τους κάποια στιγμή να συζητήσουν και το υποκείμενο αυτό ζήτημα.
«Έχουν γίνει σημαντικά βήματα, διότι πρώτη προϋπόθεση είναι να υπάρχει στοιχειώδης κατανόηση και ειλικρίνεια. Από την άλλη πλευρά, θα περιμένω να δω και τα αποτελέσματα των συμφωνιών που έχουμε κάνει, να δούμε ότι υπάρχουν πράγματι θετικά αποτελέσματα», ανέφερε.
Τα επόμενα βήματα, όπως είπε, είναι η Δευτέρα οπότε θα συναντηθούν οι δύο ηγέτες και, ακολούθως, τον Ιούλιο που θα βρεθούν στο πλαίσιο της διάσκεψης του ΝΑΤΟ.
«Η προσδοκία μας είναι να μπορέσουμε να ανοίξουμε ξανά τα φώτα της ειρήνης τόσο στην περιοχή μας όσο και στον κόσμο ολόκληρο», τόνισε.
«Παρακολουθούμε από κοντά τις εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία»
Ερωτηθείς για το αποτελέσμα των εκλογών στη Βόρεια Μακεδονία και την επικράτηση του ακροδεξιού VMRO, ο Γιώργος Γεραπετρίτης επισήμανε πως η Ελλάδα παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις και προετοιμάζεται για όλα τα σενάρια.
«Από την άλλη πλευρά, ευελπιστώ ότι δεν θα υπάρξει αλλαγή στην εξωτερική πολιτική, αλλά και στα εσωτερικά θέματα της Βόρειας Μακεδονίας», σημείωσε.
Ανέφερε πως πράγματι έχουμε μία μάλλον συντριπτική νίκη του VMRO και η προεκλογική ατζέντα εστιάστηκε και πάνω στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών και στο κατά πόσον η Συμφωνία συνιστά μία αξιοπρεπή λύση για τους πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας.
«Η Νέα Δημοκρατία, ως αντιπολίτευση, είχε θέσει τα γκρίζα σημεία της Συμφωνίας των Πρεσπών. Από την άλλη πλευρά, ερχόμενοι στην κυβέρνηση έχουμε τόσο την νομική όσο και την πολιτική υποχρέωση όχι μόνο να σεβαστούμε την Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και να υπάρξει πιστή εφαρμογή της», υπογράμμισε και πρόσθεσε πως ακόμη και να ήθελε η Ελλάδα ή η Βόρεια Μακεδονία δεν μπορούν μονομερώς να τροποποιήσουν την Συμφωνία των Πρεσπών.
«Δεν μπορεί μονομερώς η Βόρεια Μακεδονία να τροποποιήσει την Συμφωνία των Πρεσπών»
«Είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να τηρούμε τα συμφωνηθέντα», ανέφερε, εξηγώντας πως «μολονότι πράγματι υπήρξαν ορισμένες προεκλογικές εξάρσεις, αισθάνομαι ότι δεν θα διαταραχθεί το κλίμα για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί ένα τυπικό προαπαιτούμενο για την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι το οποίο νομίζω ότι δεν αμφισβητείται από την ηγεσία της γείτονος χώρας».
Σημείωσε ακόμη πως η Ελλάδα είναι πάντοτε υπέρ της ένταξης στην ευρωπαϊκή οικογένεια όλων των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, διότι θεωρεί ότι με τον τρόπο αυτό εδραιώνεται η ειρήνη και η ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή μας.
Από την άλλη πλευρά, υπενθύμισε, ειδικά για την Βόρεια Μακεδονία, το μεγάλο πρόβλημα σήμερα δεν είναι τόσο το ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών, όσο το ζήτημα της Βουλγαρίας και της συνταγματικής αναγνώρισης της βουλγαρικής μειονότητας στην Βόρεια Μακεδονία. Η ένταξη στο σύνταγμα της βουλγαρικής μειονότητας, όπως και η Συμφωνία των Πρεσπών, αποτελεί προτεραιότητα για την ενταξιακή διαδικασία, υπογράμμισε.
«Άρα, λοιπόν, η νέα κυβέρνηση και η νέα πρόεδρος στην Βόρεια Μακεδονία θα βρεθούν μπροστά σε σημαντικά διλήμματα. Πεποίθησή μου είναι ότι η γειτονική χώρα θα συνεχίσει τον ευρωπαϊκό δρόμο και δεν θα έχουμε αναζωπύρωση των εθνικισμών του παρελθόντος», εκτίμησε ο κ. Γεραπετρίτης.
«Η ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας περνάει μέσα από την Ελλάδα»
Αναφερόμενος στην υπόθεση Μπελέρη και τις διμερείς σχέσεις με την Αλβανία, με αφορμή και την επικείμενη επίσκεψη του Έντι Ράμα στην Αθήνα και τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης απέναντι στην κυβέρνηση, ο Γιώργος Γεραπετρίτης τόνισε πως για να ανοίξουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Αλβανίας, το πρώτο κεφάλαιο για το οποίο θα αξιολογηθεί η χώρα αυτή είναι τα θεμελιώδη, δηλαδή κράτος δικαίου, η συμφωνία με τις δημοκρατικές αρχές και με το ενωσιακό κεκτημένο.
«Αντιλαμβανόμαστε ότι ο σεβασμός στο κράτος δικαίου περνά μέσα και από τις εγγυήσεις που παρέχει το υποψήφιο κράτος μέλος στους πολίτες του, όσον αφορά την άσκηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, άρα το ζήτημα του Φρέντι Μπελέρη και της διαχείρισης της οποίας έτυχε, το οποίο είναι προφανές ότι έχει ένα στοιχείο δυσαναλογίας, συνδέεται όχι με τις σχέσεις Ελλάδας – Αλβανίας αλλά με το κατά πόσο το ευρωπαϊκό κεκτημένο βρίσκεται σε συμπόρευση με τα όσα συμβαίνουν στην Αλβανία», ανέφερε.
Και τόνισε πως «αν θέλουμε να δούμε αντικειμενικά τα πράγματα, είχαμε σοβαρότατες ενδείξεις ότι δεν υπήρξε σεβασμός σε θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου», ενώ όπως είπε χαρακτηριστικά η ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας «περνάει μέσα από την Ελλάδα».
«Άκαιρη η επίσκεψη Ράμα στην Αθήνα»
Χαρακτήρισε «άκαιρη» την απόφαση του πρωθυπουργού της Αλβανίας, Έντι Ράμα, να επισκεφθεί τη χώρα μας την Κυριακή και να συναντηθεί με την αλβανική διασπορά ενόψει των αλβανικών εκλογών του 2025».
Σημείωσε όμως πως «η Ελλάδα είναι μία χώρα με βαθιά εδραιωμένη τη δημοκρατική συνείδηση, τη λειτουργία του κράτους δικαίου. Αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι ουδέποτε θα μπορούσε να θέσει εμπόδιο στο να έρθει οποιοσδήποτε ξένος ηγέτης για να απευθυνθεί στη δική του διασπορά, τους δικούς τους συμπατριώτες. Άρα, ουδέποτε θα θέταμε εμείς τέτοιο ζήτημα».
«Εκείνο που πράγματι ισχύει είναι ο άκαιρος χαρακτήρας αυτής της επίσκεψης, δεδομένου του γεγονότος ότι οι αλβανικές εκλογές δεν είναι πριν από το 2025. Από την άλλη πλευρά, βρισκόμαστε σε μία προεκλογική περίοδο ενόψει ευρωπαϊκών εκλογών», προσέθεσε.
Σημείωσε όμως ότι «δεν θα επηρεάσει επ’ ουδενί τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την δική μας πορεία προς τις ευρωεκλογές» και πρόσθεσε πως «βεβαίως δεν θα παρεμποδίσουμε, βεβαίως θα παρέχουμε όλη την ασφάλεια η οποία απαιτείται, δεν εκτιμούμε ότι θα υπάρξει οποιοδήποτε πρόβλημα στην επίσκεψη αυτή».
Τυπικά, όπως ανέφερε, το υπουργείο Εξωτερικών ενημερώθηκε για αυτή την επίσκεψη μόλις προχθές την Τρίτη. Σε ό,τι αφορά τον τόπο όπου θα διεξαχθεί η εκδήλωση, σημείωσε πως είναι ένα θέμα το οποίο «αφορά στην ίδια την αλβανική κυβέρνηση και την αλβανική πρεσβεία, διότι αφορά μία επίσκεψη ιδιωτικού χαρακτήρα, δεν είναι μια επίσκεψη που έρχεται κατόπιν πρόσκλησης της ελληνικής κυβέρνησης, δεν είναι μια επίσκεψη για την οποία έχει ζητηθεί οποιαδήποτε επισημότητα, άρα τα σημεία τα οποία έχουν να κάνουν με την διαχείριση του γεγονότος ανήκουν αμιγώς στην αλβανική πλευρά».
«Η Ελλάδα πυλώνας ασφάλειας»
Καταλήγοντας, ο υπουργός Εξωτερικών επισήμανε ότι ζούμε σε έναν εξαιρετικά ασύμμετρο κόσμο, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν εν δυνάμει πολλές εστίες που μπορούν να αποδειχθούν καταστροφικές.
«Σε αυτό τον ασύμμετρο κόσμο, προσπαθούμε να οικοδομήσουμε έναν πυλώνα ασφαλείας στην Ελλάδα, έναν πυλώνα που δεν θα επηρεάζεται από εξωτερικά γεγονότα», σημείωσε.
«Χαίρομαι για το γεγονός ότι μολονότι συμβαίνουν όλα όσα συμβαίνουν στην διεθνή αρένα – και είναι ζητήματα τα οποία έχουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και επηρεάζουν όλη την οικουμένη – εντούτοις, βλέπω στις δημοσκοπήσεις ότι οι Έλληνες πολίτες δεν ανησυχούν για την θέση της Ελλάδος, για την εθνική της θέση, για την υπόστασή της και την ασφάλειά της», ανέφερε, προσθέτοντας χαρακτηριστικά «αυτός είναι ο δικός μου στόχος, να αισθάνονται οι Έλληνες ασφαλείς και να είναι περήφανοι για τη χώρα τους».
«Αυτή τη στιγμή», προσέθεσε, «βρίσκονται σε εξέλιξη διεθνείς συνέργειες πάρα πολύ σημαντικές, υπάρχουν πολλές προσπάθειες να αποκατασταθεί η διεθνής αρχιτεκτονική ασφάλειας, κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά δύσκολο, πρώτον διότι υπάρχουν πολλοί ηγέτες ανά την υφήλιο οι οποίοι αναπτύσσουν επιθετικά και αναθεωρητικά χαρακτηριστικά. Και από την άλλη πλευρά, επειδή ο λαϊκισμός φαίνεται να επικρατεί σε πολλές γωνιές του κόσμου. Το μείγμα αυτό των δύο, δηλαδή ηγέτες αναθεωρητικοί και λαϊκισμός, είναι πράγματι ένα εκρηκτικό μείγμα», υπογράμμισε.
«Για εμάς, είναι μείζονος σημασίας η Ελλάδα να είναι πυλώνας ασφαλείας, μία ισχυρή χώρα η οποία θα μπορεί να συνομιλεί με όρους αξιοπρέπειας και ευθυκρισίας», σημείωσε καταληκτικά ο Γιώργος Γεραπετρίτης.
- Προμηθέας – Μαρούσι 63-76: Πήρε το διπλό και βαθιά… ανάσα (vid)
- Δώδεκα αποφάσεις για το κλίμα που μπορούμε και πρέπει να πάρουμε το 2025
- Γιατί τόσος χαμός; – Ο σκηνοθέτης του «Nosferatu» αποκαλύπτει τα μυστικά της επιτυχίας μιας ταινίας
- Νάξος: Δεν κατάφερε να δέσει στο λιμάνι το Blue Star Delos – Θυελλώδεις άνεμοι και σβηστός φάρος στον κυματοθραύστη
- Ντόναλντ Τραμπ: Πώς θα μεταμορφώσει τον πλανήτη το 2025
- Ισραήλ: Στο χειρουργείο ο Νετανιάχου – Θα υποβληθεί σε αφαίρεση προστάτη