Στο ίδιο φύλλο του «Βήματος» που αποτέλεσε τον κορμό τού προ ολίγου δημοσιευθέντος άρθρου μας, επ’ αφορμή της σημερινής επίσκεψης Μητσοτάκη στην Άγκυρα, υπήρχε και ένα συναφές δημοσίευμα, το όπως πάντα εξαίρετο χρονογράφημα του Παύλου Παλαιολόγου.

Ο κωνσταντινουπολίτης δημοσιογράφος, ευαίσθητος όσο ελάχιστοι άλλοι στα ελληνοτουρκικά και εν γένει στα εθνικά θέματα, έγραφε την επομένη της επιστροφής των Καραμανλή και Αβέρωφ από την Τουρκία, στις 13 Μαΐου 1959, τα ακόλουθα (το κείμενό του έφερε τον τίτλο «Ανέτοιμες ψυχές»):


Συγκρατημένος ο πολιτικός άνθρωπος, ψυχρός όταν πρόκειται να εκδηλωθή μ’ αυτή την ιδιότητά του, χωρίς υπέρμετρους ενθουσιασμούς, δίχως φωταψίες και σημαιοστολισμούς, παρακολούθησε τις εκδηλώσεις της Άγκυρας και της Πόλης. Ήταν τόσο απότομες οι διακυμάνσεις στις σχέσεις μας με την Τουρκία, τόσο γοργά τα πάνε κι’ έλα από την έχθρα στη φιλία και από τη φιλία στην έχθρα, ώστε να στέκεται επιφυλακτικός εμπρός στο νέο κεφάλαιο της Ιστορίας.

Υπάρχει όμως και ο άλλος άνθρωπος, ο συναισθηματικός, που δέχεται τα γεγονότα χωρίς να τα περνά από το κόσκινο της παγερής κριτικής και, μέσα στα πλήθη κι’ αυτός των διαδηλωτών, συνεπαρμένος από την ατμόσφαιρα, συμμετέχει στο γύρισμα της ιστορικής ταινίας: Δημόσιες περιπτύξεις. Τα πλήθη που επευφημούν στην καρδιά της Τουρκίας τον Έλληνα κυβερνήτη. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως που διασχίζει τα σοκάκια του Φαναριού, ανάβει λαμπάδα στον πατριαρχικό ναό, κι’ εκεί στον ομφαλό της Ορθοδοξίας που είναι και του Γένους ο ομφαλός, «εις τας αυλάς του Κυρίου ένθα διά των αιώνων υφαίνεται και θα πλέκεται συνεχώς η ιστορία και η ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και του ευσεβούς ημών Γένους», δέχεται τον Τίμιο Σταυρό από τα χέρια του Πατριάρχη.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 13.5.1959, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Μεγάλες στιγμές. Κάποια άχνα χαμόγελου ανθίζει πάλι στα χείλη του Ρωμιού της Πόλης. Αν δεν πέρασε κι’ αυτός στιγμές αγωνίας… Δυο χώρες σε κατάσταση που δεν διέφερε πολύ από την κατάσταση πολέμου. Άγριο ματς, ποδόσφαιρο δε ανάμεσα στους δυο αντιπάλους η μειονότητα. Η τύχη της δεμένη με την τύχη του Κυπριακού. Τα Σεπτεμβριανά δεν κράτησαν παρά μία μόνο νύχτα. Το άγχος κράτησε χρόνια. Σκοτεινό το σήμερα, αβέβαιο το αύριο. Αχαλίνωτη η δημαγωγία έρριχνε το λάδι στη φωτιά. Απειλές, προπηλακισμοί, βρισιές. Πολλοί λύγισαν και πήραν το δρόμο του εκπατρισμού, νεοπρόσφυγες που αναζήτησαν την ασφάλεια πέρα από τον τουρκικό χώρο.

Ο κατευνασμός και οι ασπασμοί τώρα. Η κυανόλευκη αδελφωμένη με την ημισέληνο. Το ξάφνιασμα. Ποιος το φανταζόταν; Βέβαιος για την αλλαγή του κλίματος δεν ήταν παρά μόνο ο αρχηγός της Ορθοδοξίας. Το είπε στο χαιρετισμό που απηύθυνε στον Έλληνα κυβερνήτη κατά το προσκύνημά του στο Φανάρι. «Ήμεθα βέβαιοι, κύριε πρόεδρε, ότι θα επανήρχεσθε μίαν ημέραν και δη εν θριάμβω».

Ο μόνος που δεν αμφέβαλλε. Τον είδα με τα μάτια μου την επομένη των Σεπτεμβριανών, τότε που δεν είχε κατακαθήσει ακόμα η σκόνη από την καταστροφή και, με την ψυχή ταραγμένη, ο Ρωμιός αναζητούσε σωσίβιο. Ποιος σε τέτοιες ώρες να συμμερισθή την πίστη του Αθηναγόρα στο καλύτερο αύριο; Έντρομο εμπρός στους διώκτες και παγερό απέναντι του ποιμένα το ποίμνιο. Και οι πιο οικείοι του δίσταζαν να τον παρακολουθήσουν στα προγνωστικά του. Αγάλλεται ο Αθηναγόρας σήμερα. Πανηγυρίζει «ουχί διά την δικαίωσιν της ακλονήτου ημών πίστεως ταύτης, αλλά διά το μέγα τούτο γεγονός».

Θάχη όμως άραγε το γεγονός διάρκεια ανάλογη με τη λαμπρότητά του ή θα σβήση με την ταχύτητα αστραπής; Ανέφελο να κρατήσουν τον κοινό ουρανό καλεί τους Έλληνες και τους Τούρκους ο Πατριάρχης. «Κατοικούμεν τον αυτόν γεωπολιτικόν χώρον. Ας φυλάττωμεν αυτόν ελεύθερον και αδελφωμένον».


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 13.5.1959, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Για να πιάση μια τέτοια ευχή, περισσότερο από τη γεφύρωση της πολιτικής, χρειάζεται η γεφύρωση των ψυχών. Σ’ αυτήν έπρεπε να δοθή η πρώτη σειρά. Η πολιτική είναι ευκίνητη στους ελιγμούς της. Αδέσμευτη από συναισθήματα, έξεις, παραδόσεις, πάθη, κηρύττει τον πόλεμο με όση ευκολία συνομολογεί την ειρήνη. Βραδυκίνητη η ψυχή, βαδίζει διστακτική με μικρά και ασταθή βήματα. Το παρελθόν υψώνει οδοφράγματα και της κόβει το δρόμο. Ανέτοιμες ψυχές αιφνιδίασε η πολιτική. Στη Ζυρίχη τη μια μέρα, στην Άγκυρα την επομένη.

Δυσκολεύεται να την παρακολουθήση σε τέτοια άλματα η Κοινή Γνώμη. Η δε δυσκολία γίνεται ακόμα μεγαλύτερη όταν από τα επίσημα κείμενα, που ήρθαν στη δημοσιότητα, δεν βγαίνει τίποτα το σαφές και συγκεκριμένο. Τίποτα περισσότερο από την έφεση για προσέγγιση και από μια θερμή χειραψία. Σπουδαίο κι’ αυτό, αν η έφεση και η θερμότητα μεταδοθούν και στις ψυχές των μαζών που στέκονται στις δυο ακτές του Αιγαίου γεμάτες αμφιβολία.

Απ’ αυτό, από τη μετάγγιση θερμότητος, έπρεπε να γίνη η αρχή για να πέση σε δουλεμένο χώμα ο σπόρος της πολιτικής. Το αφήσαμε τελευταίο. Τώρα, τουλάχιστον, όσοι πιστεύουν στην αναγκαιότητα της ελληνοτουρκικής φιλίας, να λιπάνουν εντατικά και μεθοδικά τον αγρό που δεν οργώθηκε πριν από τη σπορά.