Ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της Βρετανίας, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Φράνσις Μπέικον είχε ένα ταμπεραμέντο. Αλλά το βάθος της απέχθειάς του για τους ίδιους τους εμπόρους τέχνης του στην γκαλερί Marlborough του Λονδίνου αποκαλύφθηκε μέσα από άγνωστες μέχρι σήμερα μαγνητοφωνήσεις, τις οποίες έφερε στο φως η Dalya Alberge του Guardian.

Υπενθύμισε την πικρή μάχη του Μπέικον το 1987 με το Marlborough για την προτεινόμενη έκθεσή του στη Μόσχα, η οποία πραγματοποιήθηκε το επόμενο έτος με μεγάλη επιτυχία, παρά τις έντονες αντιρρήσεις τους: «Παραλίγο να τους εγκαταλείψει το 1987. Δεν ήθελαν επίμονα να γίνει και προσπάθησαν πολύ σκληρά να τη σταματήσουν. Η καταγεγραμμένη οργή του Μπέικον είναι από τις πιο έντονες που άκουσα ποτέ από τα χείλη του ζωγράφου»

Σε μια συνομιλία με έναν φίλο του το 1982, ο καλλιτέχνης ακούγεται να τους χαρακτηρίζει «άπληστους» και «πονηρούς», καθώς αναφέρει σαστισμένος ότι στερούνται «κάποιας ευγένειας» απέναντι του.

Ο Μπέικον συγκαταλέγεται στους πιο διάσημους καλλιτέχνες της χώρας. Κάποτε εκμυστηρεύτηκε σε έναν άλλο φίλο του: «Όταν πεθάνω, οι πίνακές μου δεν θα αξίζουν τίποτα, θα με ξεχάσουν». Αλλά όπως φαίνεται, έπεσε έξω στις προβλέψεις του.

Το πορτραίτο του 1969 «Three Studies of Lucian Freud», πουλήθηκε το 2013 για το αστρονομικό ποσό των 89 εκατομμυρίων λιρών.

«Δεν θα το δουν ποτέ αυτό»

Παρόλα αυτά, όπως αποκαλύπτουν οι κασέτες, δεν αισθανόταν ότι τον εκτιμούσαν οι έμποροι του. Όταν ο φίλος του υποστηρίζει ότι το Marlborough τον θέλει απλώς «να δουλεύει, να παράγει πίνακες γι’ αυτούς ασταμάτητα και … να σε κρατάει φυλακισμένο σε ένα ήσυχο, απομονωμένο μέρος», ο Μπέικον αναφωνεί: «Ναι».

«Η μόνη φορά που έχω μετανιώσει που δεν ήμουν στο Marlborough ήταν όταν κοίταξα τον κατάλογό σας και συνειδητοποίησα ότι είχα μια παράξενη επιθυμία να δω τη νέα σας έκθεση, αλλά δεν μπορούσα»

Ο θυμός του ήταν τέτοιος που σχεδίαζε να τους αποκρύψει έναν από τους πιο πρόσφατους πίνακες του: «Δεν θα το δουν ποτέ αυτό».

Συζητώντας για την τελευταία του έκθεση στο Marlborough, η οποία είχε χαρακτηρίσει όλους τους πίνακές του ως πωλημένους, ο Μπέικον λέει: «Δεν μπορείς ποτέ να τους εμπιστευτείς. Λένε ότι έχουν πουλήσει πράγματα που δεν έχουν πουλήσει. Τα αγοράζουν οι ίδιοι, βλέπετε – ποτέ δεν ξέρεις με αυτούς».

Ο φίλος στον οποίο εκμυστηρευόταν την απογοήτευσή του ήταν ο Μπάρι Τζουλ, ο οποίος ήταν γείτονας του Μπέικον στο Σάουθ Κένσινγκτον του Λονδίνου. Το 1978, οι δυο τους ανέπτυξαν μια φιλία που συνεχίστηκε μέχρι το θάνατο του καλλιτέχνη το 1992. Έκαναν διακοπές μαζί και ο καλλιτέχνης συμφώνησε να ηχογραφήσει μια σειρά συνομιλιών τους, υπογράφοντας μια δήλωση ότι ο Τζουλ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το υλικό δώδεκα χρόνια μετά το θάνατό του.

«Δεν ξέρω γιατί μένετε με αυτή τη συμμορία κλεφτών»

Νωρίτερα φέτος, η γκαλερί Marlborough επιβεβαίωσε ότι θα κλείσει τον Ιούνιο. Ιδρύθηκε από τους αείμνηστους Φρανκ Λόιντ και Χάρι Φίσερ το 1946, οι οποίοι τη μετέτρεψαν σε μία από τις σπουδαιότερες γκαλερί παγκοσμίως. Όμως, παρά τις καταξιωμένες εκθέσεις, το ιστορικό της δεν ήταν αψεγάδιαστο. Στη δεκαετία του 1970, αποκαλύφθηκε ότι οι διαχειριστές της περιουσίας του Μαρκ Ρόθκο είχαν πουλήσει πίνακες στην γκαλερί σε τιμή πολύ χαμηλότερη από την αγοραία αξία. Ο Λόιντ καταδικάστηκε αργότερα για παραποίηση στοιχείων σε σχέση με την υπόθεση.

Όταν ο Τζουλ ρωτά τον Μπέικον αν ο Λόιντ αγόραζε ο ίδιος τους πίνακες, ο καλλιτέχνης απαντά: «Ναι. Ποτέ δεν ξέρεις με αυτούς – είναι μια πολύ δύσκολη γκαλερί».

Ενοχλημένος που ο Λόιντ του είχε τηλεφωνήσει επανειλημμένα από το Νασάου στις Μπαχάμες, προσπαθώντας να τον πείσει να μετακομίσει στον φορολογικό παράδεισο, ο Μπέικον αστειεύεται: «Μπορείτε να φανταστείτε κάτι πιο γελοίο από το να χοροπηδάω στην άμμο μιας παραλίας στις Μπαχάμες;».

Στις ηχογραφήσεις, ο Μπέικον ακούγεται επίσης να διαβάζει αποσπάσματα από μια επιστολή ενός πρώην υπαλλήλου της Marlborough που είχε μετακομίσει στο εξωτερικό: «Γράφει… “Η μόνη φορά που έχω μετανιώσει που δεν ήμουν στο Marlborough ήταν όταν κοίταξα τον κατάλογό σας και συνειδητοποίησα ότι είχα μια παράξενη επιθυμία να δω τη νέα σας έκθεση, αλλά δεν μπορούσα».

Και συνεχίζει: «Δεν ξέρω γιατί μένετε με αυτή τη συμμορία κλεφτών».

Σε άλλο σημείο της συζήτησής τους, ο Τζουλ λέει στον Μπέικον ότι άκουσε από Αμερικανούς φίλους του ότι η έκθεση του Marlborough στη Νέα Υόρκη έχει προκαλέσει σάλο και είναι γεμάτη κάθε μέρα.

Ο Μπέικον απαντά: «Γι’ αυτό θα ήταν αρκετά ενδιαφέρον να είχαμε ακούσει από αυτούς [το Marlborough], ποιες ακριβώς ήταν οι αντιδράσεις … Αυτό είναι το θέμα της απλής ευγένειας – μια κάποια ευγένεια».

«Είναι τόσο άπληστοι»

Ο Τζουλ δήλωσε στον Guardian ότι οι περισσότερες από τις επικρίσεις του Μπέικον για το Marlborough είναι «αρκετά καταδικαστικές».

«Ωστόσο, ο Φράνσις δεν τους άφησε ποτέ τελείως για πάνω από τριάντα χρόνια. Πρέπει να αναλογιστώ ότι κάποιοι από τους πίνακες του που πουλήθηκαν εκτός της δικαιοδοσίας του Ηνωμένου Βασιλείου -κυρίως στην Ελβετία χωρίς να καταβληθεί φόρος- και ίσως αυτό χρησιμοποιήθηκε ως μοχλός πίεσης προς το πρόσωπό του, σε περίπτωση που επιθυμούσε να εγκαταλείψει τον Φρανκ Λόιντ και τους συνεργάτες του».

Υπενθύμισε την πικρή μάχη του Μπέικον το 1987 με το Marlborough για την προτεινόμενη έκθεσή του στη Μόσχα, η οποία πραγματοποιήθηκε το επόμενο έτος με μεγάλη επιτυχία, παρά τις έντονες αντιρρήσεις τους: «Παραλίγο να τους εγκαταλείψει το 1987. Δεν ήθελαν επίμονα να γίνει και προσπάθησαν πολύ σκληρά να τη σταματήσουν. Η καταγεγραμμένη οργή του Μπέικον είναι από τις πιο έντονες που άκουσα ποτέ από τα χείλη του ζωγράφου».

Αναφερόμενος σε μία από τις διευθύντριες του Marlborough, ο Μπέικον θυμάται ότι της ανέφερε τη Ρωσία: «[Είπε] «πρέπει να είσαι τρελός». Της είπα, «σίγουρα δεν είμαι τρελός». Είπε, «η Marlborough δεν θα δανείσει ποτέ». Και της είπα, «θα έχω πολλά δικά μου πράγματα μέχρι τότε».

Όταν ο Τζουλ επικροτεί την απάντησή του, λέγοντας ότι οι Marlborough θέλουν «100% έλεγχο» πάνω του, ο Μπέικον λέει: «Είναι τόσο άπληστοι».

Πηγή: Guardian | Dalya Alberge | Κεντρική φωτογραφία θέματος: Ρόαλντ Νταλ, Μπέικον και Τζουλ. Οι τρεις άνδρες πέρασαν το Σαββατοκύριακο του 1982 στο εξοχικό σπίτι του Νταλ στο Great Missenden | Copyright: Barry Joule