Συνέδριο Λιβάνου: Ούτε τον Μάιο του 1944 δεν ήταν πολύ αργά
Μια μεγάλη ώρα της νεοελληνικής ιστορίας
- Τικ τοκ, τικ τοκ: «Ρολόι του θανάτου» υπολογίζει πότε θα πεθάνουμε
- Αποζημίωση ζητά η οικογένεια της Έμμας από τον 28χρονο οδηγό που την παρέσυρε
- Ανατροπή στην υπόθεση του νεκρού βρέφους που βρέθηκε σε κάδο - Ελεύθερος ο 25χρονος, δεν είναι ο πατέρας
- Μύλος στον «Μύλο των Ξωτικών» για το «Απαγορευμένο» - Ο Γιώργος Τσαλίκης απαντάει και «αδειάζει» τον δήμαρχο Τρικάλων
Το Συνέδριο του Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944) ήταν μια μεγάλη —πολύ βαρειά— ώρα της νεοελληνικής ιστορίας. Όσοι ελάβαμε μέρος στο συνέδριο εκείνο, είχαμε —όλοι, χωρίς εξαίρεση— το αίσθημα ότι η τύχη του Ελληνικού Λαού κρεμόταν από μια λεπτή κλωστή, που την κρατούσαμε στα χέρια μας, άλλοι σφιχτότερα, με τον κίνδυνο να κοπεί, και άλλοι πιο απαλά, πράγμα εξίσου επικίνδυνο, γιατί μπορούσε να μας ξεφύγει. Αυτό ήταν το αίσθημά μας. Αλλά κρατούσαμε, τάχα, μόνο εμείς την κλωστή αυτή στα χέρια μας;
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος υποδέχεται αντιπροσώπους που είχαν προσκληθεί στο συνέδριο του Λιβάνου (πηγή: Φωτογραφικό Αρχείο του ΕΛΙΑ – ΜΙΕΤ, «Δημήτρης Παπαδήμος – Ταξιδιώτης φωτογράφος», έκδοση ΜΙΕΤ)
Στο προσκήνιο βρισκόμασταν μόνο εμείς. Στην κορυφή των τραπεζιών, που είχαν συνενωθή, σχηματίζοντας ένα Π, ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου. Δεξιά του καθόταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος και αριστερά του καθόμουν εγώ. Δεξιά από τον Βενιζέλο ήταν οι Κωνσταντίνος Ρέντης, Γεώργιος Εξηντάρης, Γεράσιμος Βασιλειάδης, Αλ. Μυλωνάς, Ιωάννης Σοφιανόπουλος, Γεώργιος Καρτάλης, Κωνστ. Βεντήρης, Α. Σταθάτος, Κομνηνός Πυρομάγλου, Σταύρος Μεταξάς και ο γιος του Αριστείδης. Αριστερά από μένα ήταν οι Δημ. Λόντος, Σπύρος Θεοτόκης, Γ. Σακαλής, Φίλιππος Δραγούμης, Πέτρος Ρούσσος, Αλ. Σβώλος, Μιλτιάδης Πορφυρογένης, Στέφανος Σαράφης, Άγγελος Αγγελόπουλος, Δημ. Στρατής.
Αλλά κάπου πιο πέρα από το ξενοδοχείο όπου είχαμε συγκεντρωθή, και που ήταν στημένο ολομόναχο στο όρος Λίβανος, σε ύψος που ξεπερνούσε τα χίλια μέτρα, βρισκόταν κάποιος άλλος. Ήταν ο πρεσβευτής της Μεγάλης Βρεταννίας Sir Reginald Leeper. Μήπως κρατούσε κι’ αυτός στα χέρια του, περισσότερο ίσως από εμάς τους Έλληνες, την κλωστή που από την λεπτή υφή της ήταν εξαρτημένο το μέλλον της Ελλάδος;
«ΤΑ ΝΕΑ», 27.10.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Δεν αμφισβήτησα, τότε, μέσα μου —ούτε και σήμερα, εκ των υστέρων, μπορώ να αρνηθώ— το δικαίωμα που είχε η Μεγάλη Βρεταννία να ενδιαφέρεται για τα ελληνικά πράγματα. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, που στην πιο κρίσιμη καμπή του είχαν οι Βρεταννοί την τιμή να αντιμετωπίσουν ολομόναχοι τις τρομερές πολεμικές δυνάμεις του Χίτλερ, δεν είχε ακόμα μπη στην τελευταία φάση του, ούτε στη Ρωσία, ούτε στη Δυτική Ευρώπη, ούτε στον Ειρηνικό. Η στρατηγική του πολέμου, την άνοιξη του 1944, εξακολουθούσε να αποτελεί, στην περιοχή της Ελλάδος, της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, αποκλειστική ή κύρια ευθύνη —με παρεμβάσεις του Ρούζβελτ, που δεν ήταν όλες ορθές— του Λονδίνου. Ο Στάλιν, στην συνδιάσκεψη των τριών Μεγάλων στην Τεχεράνη (28 Νοεμβρίου-3 Δεκεμβρίου 1943) δεν είχε αμφισβητήσει την ιδιαίτερη αυτή ευθύνη των Βρεταννών. Είχε ενδιαφερθή μόνον —ή προπάντων— για την ταχύτερη δυνατή απόβαση των Αγγλοαμερικανών στη Γαλλία και για τα μεταπολεμικά ευρωπαϊκά σύνορα της Σοβιετικής Ενώσεως. Στα «ελεύθερα βουνά» της Ελλάδος, στα στρατηγεία του ΕΛΑΣ και του Ζέρβα, υπήρχαν βρεταννικές στρατιωτικές αποστολές. Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής —ή εκείνες που, με ορμητήριο τη Μέση Ανατολή, εκπληρούσαν πολεμικές αποστολές αλλού— ήταν ενταγμένες (χωρίς να πάψουν ποτέ να υπάγωνται διοικητικά στην «εξόριστη» Ελληνική Κυβέρνηση) σε πολύ ευρύτερους στρατιωτικούς, ναυτικούς και αεροπορικούς σχηματισμούς των Βρεταννών. Και ο ανεφοδιασμός τους, σε πολεμικό υλικό, γινόταν από τους Βρεταννούς.
[…]
Η Σοβιετική Ένωση ενδιαφερόταν για τα ελληνικά πράγματα, αλλά το ενδιαφέρον της ήταν πολύ διακριτικό. Η Σοβιετική Ένωση δεν απέβλεπε —δεν θα εξετάσω εδώ για ποιους λόγους— στην επικράτηση του κομμουνισμού στον ελλαδικό χώρο. Επιθυμούσε και συνιστούσε τη συνεργασία και την ένωση των πολιτικών και αντιστασιακών δυνάμεων. Μ’ άλλα λόγια, πολύ πριν από τη διάσκεψη του Τσώρτσιλ και του Στάλιν στη Μόσχα (10-20 Οκτωβρίου 1944), που ήταν αποφασιστική για την τύχη των Βαλκανίων, η Σοβιετική Ένωση —παρά τις επιφυλάξεις της για τον βρεταννικό χειρισμό των ελληνικών πραγμάτων— είχε παραδεχθεί ότι προτεραιότητα ενδιαφέροντος για την Ελλάδα είχε η Μεγάλη Βρεταννία.
«ΤΑ ΝΕΑ», 27.10.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Και ήταν —για τους λόγους που συνοπτικά εμνημόνευσα παραπάνω— πολύ φυσικό να ενδιαφερθή η Βρεταννική Κυβέρνηση και για το Συνέδριο του Λιβάνου. Μήπως, όμως, δεν αρκέσθηκε στο θεμιτό ενδιαφέρον της σε μια τόσο κρίσιμη ώρα του πολέμου, αλλά θέλησε να υπαγορεύσει σε όσους συγκεντρωθήκαμε στο Λίβανο τις δικές της θελήσεις; Και ποιες ήταν, τάχα, οι προθέσεις της; Μήπως ήταν, για την Βρεταννική Κυβέρνηση, το Συνέδριο του Λιβάνου μια απλή σκηνοθεσία, και ήθελε, αγνοώντας την πραγματική θέληση του Ελληνικού Λαού, να εξασφαλίσει οπωσδήποτε, με κάθε τρόπο, τη δική της επιρροή, μετά την απελευθέρωση, στην Ελλάδα; […] Και για όσα επακολούθησαν έφταιξαν, τάχα, οι Βρεταννοί ή μήπως εφταίξαμε εμείς;
Το ξενοδοχείο όπου έλαβε χώρα το Συνέδριο του Λιβάνου (πηγή: Γ.Γ. Επικοινωνίας – Γ.Γ. Ενημέρωσης)
Ο Γεώργιος Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός με την επίμονη παρέμβαση και πίεση των Βρεταννών, πριν από το Συνέδριο του Λιβάνου. Ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Γεώργιος Εξηντάρης και εγώ είχαμε θεωρήσει ορθότερο να μη προεξοφληθεί η γνώμη των αντιπροσώπων του Ελληνικού Λαού (κομμάτων και οργανώσεων), που θα έφθαναν από την Ελλάδα, για να λάβουν μέρος στο Συνέδριο. Το είχα πει όχι μόνο στον πρεσβευτή Λήπερ αλλά και στον ίδιο τον Γ. Παπανδρέου, καθώς και στον βασιλέα Γεώργιο. Ήμουν βέβαιος ότι η προσωπικότητα του Γ. Παπανδρέου θα επικρατούσε στο Συνέδριο του Λιβάνου και θα τον εξουσιοδοτούσαμε όλοι να σχηματίσει κυβέρνηση. Δεν θάταν αυτό πολύ καλύτερο και για την Ελλάδα και για τον ίδιο; Αναγνωρίζω ότι διαχειρίσθηκε, ως πρωθυπουργός, την αποστολή του προέδρου του Συνεδρίου του Λιβάνου με δύναμη και ευστροφία, που δεν θα έδειχνε, ίσως, άλλος. Αλλά έδωσε το δικαίωμα να υποστηριχθεί ότι, χρωστώντας την πρωθυπουργία στην Βρεταννική Κυβέρνηση, και ειδικώτερα στον Τσώρτσιλ, συμμορφώθηκε ανεπιφύλακτα —στον Λίβανο, καθώς και αργότερα, μέχρι και των αρχών Δεκεμβρίου 1944— με την βρεταννική γραμμή. Αυτό υποστηρίχθηκε όχι μόνο από τους κομμουνιστές αλλά και από πολλούς άλλους, π.χ. από τον Κομνηνό Πυρομάγλου, που διακρίθηκε στην εθνική αντίσταση (ως υπαρχηγός του Ζέρβα) και που οι εμπειρίες του είναι πολύ πλούσιες, καθώς και από τον Χάιντς Ρίχτερ στο πιο διεξοδικό σύγγραμμα που έχει αφιερώσει ως τώρα ξένος ερευνητής στη δραματική εκείνη περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας. […] Η γνώμη μου —γνώμη, όμως, αναγκαστικά επηρεασμένη από το γεγονός ότι συμμερίσθηκα τις ιστορικές ευθύνες του Γ. Παπανδρέου από τον Ιούνιο ως τα τέλη Δεκεμβρίου 1944— είναι κάπως διαφορετική. Διαπίστωσα κ’ εγώ (δεν μπορώ να το αποσιωπήσω) ότι ο Γ. Παπανδρέου είχε υπερβολικά κολακευθεί από την εμπιστοσύνη που του έδειξαν οι Βρεταννοί, από την εύνοια του Τσώρτσιλ, του μεγάλου Βρεταννού πολέμαρχου, χωρίς να υποψιασθεί ότι οι τέτοιες εύνοιες δεν διαρκούν πολύ. Αλλά οφείλω να πω ότι, όσο κι’ αν ήταν πρόθυμος ν’ ακούει τις βρεταννικές συμβουλές και υποδείξεις, τις άκουγε με ελληνικά αυτιά.
Μπορώ, νομίζω, να ισχυρισθώ ότι —όποιες κι’ αν ήταν οι συστάσεις που έδωσε ο Λήπερ (ήρθε και στο ξενοδοχείο, πριν από την έναρξη του Συνεδρίου, και είχε ιδιαίτερη συνομιλία με τον Γ. Παπανδρέου και τον Αλ. Σβώλο)— η έκβαση του Συνεδρίου του Λιβάνου θάταν και χωρίς τις βρεταννικές συστάσεις εκείνη που ήταν. Όλοι οι σύνεδροι επιθυμούσαμε ή θεωρούσαμε αναγκαία —με παραλλαγές αισθημάτων ή και απώτερων βλέψεων— την Εθνική Ενότητα. Ας μου επιτραπεί να πω ότι εγώ την επιθυμούσα χωρίς καμμιάν απώτερη βλέψη. […]
Συνάντηση των Γεωργίου Παπανδρέου, Αλέξανδρου Σβώλου και Άγγελου Αγγελόπουλου στο περιθώριο του Συνεδρίου του Λιβάνου
Αν η απόφαση αυτή (σ.σ. η του Συνεδρίου του Λιβάνου) είχε ληφθεί τον Αύγουστο του 1943, όταν ήρθαν στο Κάιρο από τα «ελεύθερα βουνά» της Ελλάδος οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ, όχι μόνο θα είχε προληφθεί η επανάληψη των εμφύλιων συγκρούσεων του ΕΛΑΣ με τις δυνάμεις του Ζέρβα, η σφαγή του Δημητρίου Ψαρρού και το μεγάλο στασιαστικό κίνημα του Απριλίου 1944 στη Μέση Ανατολή, αλλά και η ευχή που διατύπωσα —μεσάνυχτα— επάνω στον Λίβανο θα είχε πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να εκπληρωθεί.
Ο Πέτρος Ρούσος, ο Αλέξανδρος Σβώλος και ο Στέφανος Σαράφης (εξ αριστερών) αναχωρούν για το Λίβανο
Αλλά και τον Μάιο του 1944 δεν ήταν μάταιες οι ευχές και η ελπίδα να πάμε ομαλά στην απελευθέρωση της Ελλάδος και να εξασφαλισθεί μια ομαλή μεταπελευθερωτική εξέλιξη των ελληνικών πραγμάτων ως το δημοψήφισμα για το Πολιτειακό και ως τις εκλογές, με αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση μιας Δημοκρατίας που θάταν και θάπρεπε νάταν μια Δημοκρατία για όλους και η ιστορική δικαίωση των αγώνων και θυσιών του Ελληνικού Λαού. Ούτε τον Μάιο του 1944 δεν ήταν πολύ αργά. Η Ιστορία δεν γνωρίζει τη δωδεκάτη ώρα παρά μόνο αφού έχει σημάνει. Και όταν συγκεντρωθήκαμε στον Λίβανο, δεν είχε ακόμα σημάνει. Ποιος έσπρωξε τον ιστορικό δείκτη στη δωδεκάτη ώρα;
Ο Γεώργιος Καρτάλης σε διάλειμμα των εργασιών του Συνεδρίου του Λιβάνου (πηγή: ΑΣΚΙ)
Όλοι φταίξαμε, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγώτερο. Πρώτη, όμως, έφταιξε η τότε ηγεσία του ΚΚΕ, που —κρίνοντας (όπως και αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1944) με τρόπο αντιρρεαλιστικό τις αντικειμενικές ιστορικές περιστάσεις— θεώρησε υπερβολικές τις υποχωρήσεις που έκαμαν οι αντιπρόσωποί της, καθώς και οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, στο Συνέδριο του Λιβάνου, και όχι μόνο δεν τους εξουσιοδότησε αμέσως να μπουν στην κυβέρνηση που εσχηματίσαμε, αλλά και τους ανεκάλεσε, υποχρεώνοντάς τους να επιστρέψουν στα βουνά. Ότι η ενέργεια αυτή τής τότε ηγεσίας του ΚΚΕ ήταν αντιρρεαλιστική, δεν χρειάζεται να το αποδείξω. Είναι κάτι το αυταπόδεικτο. Τρεις μήνες αργότερα, δηλαδή στα τέλη Αυγούστου 1944 (λίγες μόνο μέρες ύστερα από την απόρριψη εκ μέρους μας του όρου να αντικατασταθεί ο Γ. Παπανδρέου από άλλο πρωθυπουργό), εγκατέλειψε η ηγεσία του ΚΚΕ κάθε επιφύλαξη, ήρθαν οι αντιπρόσωποι της ΠΕΕΑ, του ΕΑΜ και του ΚΚΕ από τα βουνά και, στις 2 Σεπτεμβρίου, ορκίσθηκαν υπουργοί οι Αλ. Σβώλος, Ηλίας Τσιριμώκος, Νικ. Ασκούτσης, Γιάννης Ζέβγος, Μιλτιάδης Πορφυρογένης και Άγγελος Αγγελόπουλος. Αλλά ο δείκτης της Ιστορίας δεν απείχε, τη στιγμή εκείνη, παρά μόνο μερικά δευτερόλεπτα από τη δωδεκάτη ώρα.
Ο Στέφανος Σαράφης στο αεροδρόμιο του Καΐρου προ του Συνεδρίου του Λιβάνου (πηγή: ΕΛΙΑ)
Πολλά μπορούσαν να είχαν γίνει ή να είχαν αποφευχθεί στους τρεις μήνες που χάθηκαν! Γιατί, τάχα, έπρεπε να φθάσω στην Πελοπόννησο (στην Καλαμάτα) στις 27 Σεπτεμβρίου και να μην είχα βρεθεί εκεί, στο στρατηγείο του Άρη Βελουχιώτη, ένα ή δύο μήνες πριν, δηλαδή πριν χυθεί τόσο αίμα στον Πύργο και στην Βαρβάσαινα, στην Καλαμάτα, στον Μελιγαλά (και σε άλλες κωμοπόλεις και χωριά της περιοχής), στον Αχλαδόκαμπο, στους Γαργαλιάνους και στην Πύλο; Δεν χρειάσθηκε παρά η απλή παρουσία μου —χωρίς ελληνικές (κυβερνητικές) ή βρεταννικές δυνάμεις— και η συνεργασία μου με τον Άρη Βελουχιώτη, ως υπουργού, βέβαια, της κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος, για να λυθεί η πολιορκία της Τριπόλεως από τον ΕΛΑΣ και να μη χυθεί ούτε σταγόνα αίματος στην Τρίπολη. Περιορίζομαι στη μνεία της άμεσης αυτής εμπειρίας μου, για να πω, βασισμένος σ’ αυτήν, ότι η ιδέα που από τον Αύγουστο του 1943 είχαν υποστηρίξει τα «βουνά» (και είχα εγώ υιοθετήσει), να σχηματιζόταν από τότε κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος, με κλιμάκια υπουργών που θα είχαν εγκατασταθεί στα «ελεύθερα βουνά», μπορούσε —αν είχε πραγματοποιηθεί— όχι μόνο να προλάβει πολλά δεινά που εμεσολάβησαν ως την άνοιξη του 1944, αλλά και να αλλάξει την πορεία της Ιστορίας.
Ο Κομνηνός Πυρομάγλου στο Λίβανο (πηγή: ΕΛΙΑ)
Τότε, τον Αύγουστο του 1943, δεν είχε φταίξει το ΚΚΕ. Είχαν φταίξει άλλοι, Έλληνες και ξένοι. Για τη μοιραία, όμως, καθυστέρηση των τριών μηνών, από το Συνέδριο του Λιβάνου ως τις 2 Σεπτεμβρίου 1944, έφταιξε η ηγεσία του ΚΚΕ.
*Κείμενο του αειμνήστου πολιτικού και διανοουμένου Παναγιώτη Κανελλόπουλου (1902-1986) για το Συνέδριο του Λιβάνου, για τα σοβαρά λάθη των Ελλήνων και των ξένων κατά την ταραχώδη περίοδο των ετών 1943-1944. Είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» τη Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 1975.
Ο Κανελλόπουλος είχε προσκληθεί στο Συνέδριο (Σύσκεψη) του Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944) ως αντιπρόσωπος του Εθνικού Ενωτικού Κόμματος. Αυτός και οι υπόλοιποι σύνεδροι είχαν κληθεί να συμβάλουν στη σύνταξη ενός «Εθνικού Συμβολαίου», που θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις μιας αναίμακτης απελευθέρωσης και θα καθιστούσε εφικτό το σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
Στην κεντρική φωτογραφία του παρόντος άρθρου, ο Γεώργιος Παπανδρέου στη Μέση Ανατολή την εποχή των Συμφωνιών του Λιβάνου και της Καζέρτας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις